«Εἰλικρινά σᾶς λέγω, γιατί πολλοί ἀπό σᾶς μέ ρωτᾶτε: «Νά διαβάσω λογοτεχνία;». Πολλές φορές σᾶς ἐπιβάλλεται καί ἀπό τό σχολεῖο στό μάθημα τῶν Νεοελληνικῶν. «Νά διαβάσω λογοτεχνία;». Καί σᾶς ἀπαντῶ ὅτι στό μεγαλύτερο μέρος της ἡ λογοτεχνία εἶναι ἐπικίνδυνη, γιατί ὁ λογοτεχνημένος, καλύτερα ὁ τεχνικός λόγος, αὐτό θά πεῖ «λογοτεχνία», ὁ λόγος πού εἶναι ὄμορφα φτιαγμένος στήν πραγματικότητα δέν εἶναι παρά ἕνας φορέας ἰδεῶν.
Ἄν λοιπόν μέ τόν ὡραῖον αὐτό φορέα, τό ὡραῖο δοχεῖο, παίρνεις ἕνα περιεχόμενο σάπιο, παίρνεις προσανατολισμό, ὁ ὁποῖος θά σέ ἀποκλίνει ἀπό τόν ἀληθινό σου προορισμό, τότε τί γίνεται; Τότε δέν εἶναι ἡ λογοτεχνία πραγματικά ἕνας μεγάλος ἀπατεών; Προσέξτε τή λογοτεχνία, παιδιά! Προσέξτε την! Ἡ λογοτεχνία πολλούς πραγματικά ἐξαπατᾶ. Μήπως καί ἡ φιλοσοφία; Δέν ἐξαπατᾶ πολλούς ἀνθρώπους;».
(Χριστιανική Ἀνθρωπολογία, ὁμιλία 61η)