Τετάρτη 29 Μαΐου 2019

Η Θεία Κοινωνία είναι πραγματικά Σώμα και Αίμα Χριστού;


Πολλoί άνθρωποι μου κάνουν μια ερώτηση. «Η θεία κοινωνία είναι σώμα και αίμα Χριστού»; Και δεν μπορώ να υποστηρίξω την αλήθεια με πολλά επιχειρήματα. Μπορείτε να μου πείτε τι λέμε σε τέτοιες περιπτώσεις βασισμένοι σε λόγους αγίων.
Αντιγράφουμε αποσπάσματα από το βιβλίο «Το μυστήριο της Κοινωνίας του Θεού» του π. Αστερίου Χατζηνικολάου (εκδ. «Ὁ Σωτήρ») που αναφέρονται ακριβώς στο ερώτημα που τίθεται.
…ο λόγος τοῦ Κυρίου διατύπωσε τήν ἀλήθεια αυτή μέ τρόπο σαφή, πού δέν ἐπιδέχεται ἀμφισβήτηση. Ὁ ἄρτος καί ὁ οἶνος τῆς θείας Εὐχαριστίας, μᾶς εἶπε, εἶναι τό σῶμα καί τό αἷμα Του!
Τή συγκλονιστική αὐτή ἀλήθεια τήν διεκήρυξε ὁ Κύριος δύο φορές: Τότε πού στήν Καπερναούμ προανήγγειλε, μέ ἐκτενή σχετική διδασκαλία, τήν παράδοση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας· καί κατόπιν ὅταν στό ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ παρέδιδε τό μυστήριο στούς ἁγίους ἀποστόλους καί δι’ αὐτῶν στήν ὅλη Ἐκκλησία.
Τήν πρώτη φορά εἶπε μέ λόγο ξεκάθαρο: «ἀμήν ἀ­­μήν λέγω ὑμῖν, ἐάν μή φάγητε τήν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί πίητε αὐτοῦ τό αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωήν ἐν ἑαυτοῖς. ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον, καί ἐγώ ἀναστήσω αὐτόν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ. ἡ γάρ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις, καί τό αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις. ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἐν ἐμοί μένει, κἀγώ ἐν αὐτῷ» (Ἰωάν. στ΄ 53-56). Δηλαδή, σᾶς διαβεβαιώνω μέ ἀπόλυτο τρόπο ὅτι, ἄν δέν φάγετε τήν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί δέν πίετε τό αἷμα Του, δέν εἶναι δυνατόν νά ἔχετε μέσα σας ζωή. Ὅποιος τρώγει τήν σάρκα μου καί πίνει τό αἷμα  μου, ἔχει ἤδη ἀπό τόν παρόντα κόσμο ζωή αἰώνιο, καί ἐγώ θά τόν ἀναστήσω μέ δόξα κατά τήν ἔσχατη ἡμέρα τῆς κρίσεως. Διότι ἡ σάρκα μου εἶναι ἡ ἀληθινή καί πραγματική τροφή, ἀπό τήν ὁποία ὁ πιστός δέν παίρνει μόνο προσωρινή ἐνίσχυση καί ζωή. Καί τό αἷμα μου εἶναι τό ἀληθινό ποτό, μέ τό ὁποῖο δέν ξεδιψάει μόνο πρόσκαιρα κανείς, ἀλλά χορταίνει αἰώνια. Ἐκεῖνος πού τρώγει τήν σάρκα μου καί πίνει τό αἷμα μου μένει μέσα μου καί γίνεται μέλος δικό μου, καί ἐγώ μένω μέσα του, ὥστε ἐκεῖνος νά γίνεται ἔμψυχος ναός μου.
Μέ τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας ὁ ἄνθρωπος ἑνώνεται μέ τόν Κύριο, γίνεται κοινωνός καί συμμέτοχος τῆς ζωῆς καί τῆς θυσίας Του καί ὁδηγεῖται ἔτσι στήν αἰώνια ζωή καί σωτηρία, διότι μεταλαμβάνει τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου, τρώγει τήν σάρκα Του, ἡ ὁποία «ἀληθῶς ἐστι βρῶσις» καί πίνει τό αἷμα Του, τό ὁποῖο «ἀληθῶς ἐστι πόσις».
Τά λόγια τοῦ Κυρίου εἶναι τόσο σαφή καί καθαρά, πού δέν ἐπιδέχονται παρερμηνεία. […]
Σαφέστατοι εἶναι καί οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου κατά τήν παράδοση τοῦ θειοτάτου μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας. Τότε, τήν τελευταία νύχτα τῆς ἐπιγείου ζωῆς Του, καί ἐνῶ βάδιζε πλέον πρός τά ἄχραντα Πάθη Του, συνέστησε τό μέγα μυστήριο μέ τούς λόγους πού εἶπε πρός τούς ἁγίους μαθητάς Του: «λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τό σῶμά μου». Καί στή συνέχεια: «πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτο γάρ ἐστι τό αἷμά μου τό τῆς καινῆς διαθήκης τό περί πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Ματθ. κστ΄ 26-28). […]
Δέν εἶπε: Αὐτό σημαίνει, αὐτό  συμβολίζει ἤ παριστάνει, ἀλλά αὐτό εἶναι, «τοῦτό ἐστι». Αὐτό εἶναι τό ἴδιο τό σῶμα μου, αὐτό εἶναι τό ἴδιο τό αἷμα  μου. […]
Ἀλλά γιατί, ἐνῶ μετά τόν καθαγιασμό τῶν ­Τιμίων Δώρων ἔχουμε πραγματικά ἐπί τῆς ἁγίας Τραπέζης τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου, ἐμεῖς ἐξακολουθοῦμε νά βλέπουμε ἄρτο καί οἶνο; Γιατί ἐνῶ ἔχει συντελεσθεῖ ἡ θαυμαστή καί ὑπερφυσική μεταβολή, τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου μᾶς προσφέρονται ὑπό τά εἴδη τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου;
Ἐδῶ ἔχουμε μιά θεία οἰκονομία καί ἕνα θαῦμα συγκαταβάσεως πρός τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Διότι, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, γνωρίζει ὁ Θεός τήν ἀνθρώπινη ἀσθένεια, ἡ ὁποία συχνά αὐτά πού δέν τά ἔχει συνηθίσει τά ἀποστρέφεται ἐπειδή δέν τά ἀντέχει. Γι’ αὐτό ὁ Θεός, χρησιμοποιώντας, ὅπως συνηθίζει, τή συγκατάβαση, μέ τά συνηθισμένα τῆς φύσεως πράγματα πράττει αὐτά πού ὑπερβαίνουν τή φύση. Καί ὅπως στό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, ἐπειδή συνηθίζουν οἱ ἄνθρωποι νά λούζονται μέ νερό καί νά χρίονται μέ λάδι, συνέδεσε τή χάρη τοῦ Πνεύματος μέ τό λάδι καί τό νερό καί ἀνέδειξε τό βάπτισμα λουτρό ἀναγεννήσεως, ἔτσι, ἐπειδή συνηθίζουν οἱ ἄνθρωποι νά τρῶνε ψωμί καί νά πίνουν νερό καί κρασί, «συνέζευξεν αὐτοῖς τήν αὐτοῦ θεότητα καί πεποίηκεν αὐτά σῶμα καί αἷμα αὐτοῦ, ἵνα διά τῶν συνήθων καί κατά φύσιν ἐν τοῖς ὑπέρ φύσιν γενόμεθα». Συνέδεσε μέ τά εἴδη αὐτά τή θεότητά Του καί τά ἀνέδειξε σῶμα καί αἷμα Του, ὥστε μέ τά συνήθη καί φυσικά νά φθάνουμε στά ὑπερφυσικά (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, ΕΠΕ 1, 466-468).
Ποιός θά ἄντεχε νά πλησιάσει τό ἅγιο Ποτήριο, ἄν μέσα σ’ αὐτό τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου ἦταν μέ τή συνήθη μορφή τοῦ σώματος καί τοῦ αἷματος; ­Ποιός δέν θά ἔφριττε, ἄν θά ἔπρεπε νά μεταλάβει τά ­ἄχραντα μυστήρια σ’ αὐτήν τήν κατάσταση; Ἀλλά ἄς εἶναι δοξασμένος ὁ Θεός. Ἡ πανάγαθη πρόνοιά Του κανόνισε ἔτσι τά πράγματα, ὥστε ὁ ἄνθρωπος, πού φυσικά ἀποστρέφεται τήν «ὠμή σαρκοφαγία», νά μπορεῖ νά μεταλαμβάνει τά ζωοποιά μυστήρια, τό ἄχραντο Σῶμα τοῦ Κυρίου καί τό τίμιο Αἷμα Του ὑπό τά συνήθη εἴδη τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου, τά ὁποῖα διατηροῦν τήν ἐξω­τερική μορφή τους, ἐνῶ διά τοῦ καθαγιασμοῦ ἔχουν πραγματικά μεταβληθεῖ σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ!
agonistes