Ποιος ποιμένας στέλνει τα πρόβατα μέσα στους λύκους;
Αλλά όταν δει τον λύκο ο ποιμένας,
συγκεντρώνει τα πρόβατα· ενώ ο Χριστός το αντίθετο έκανε· τα πρόβατα
στους λύκους απέστειλε και δεν φαγώθηκαν από τα θηρία τα πρόβατα, αλλά
οι λύκοι μετακινήθηκαν στην ημερότητα των προβάτων. Και για να μην λένε
εκείνοι «Πρόβατα είμαστε, και μάς στέλνεις τροφή στους λύκους και
τραπέζι στα θηρία;», με μια λέξη περιέβαλε την διάνοιά τους. Δεν είπε
«Πηγαίνετε», γιατί δεν τους έστελνε χάρη στη δική τους δύναμη· αλλά
«Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς». Ασθενείς εμείς· αλλά δυνατός αυτός που μάς
στέλνει.
- Εγώ είμαι εκείνος που στερέωσε τον
ουρανό, που θεμελίωσε την γη , που διαχώρισε την θάλασσα, που κάρφωσε
στον σταυρό το εναντίον σας χειρόγραφο, που ανέτρεψε τον παλαιό νόμο,
που σάς οδήγησε πάλι στην αρχαία πατρίδα, που παραλύει τα ισχυρά και
ισχυροποιεί τα παράλυτα. Τί είναι ισχυρότερο από την θάλασσα; Αλλά η
ψιλή άμμος καταστέλλει εκείνη την αφόρητη βία. Ορίστε, εγώ σάς στέλνω
σαν πρόβατα μέσα στους λύκους.
Τείχος τα θηρία για τα πρόβατα γίνονται,
ώστε να μην διασωθούν ούτε με τη φυγή. Ω, πόσο μεγάλη η δύναμη εκείνου
που απέστειλε! Στο μέσο τα πρόβατα και ολόγυρα οι λύκοι· αλλά
μεταβλήθηκαν κι έγιναν πρόβατα. Όχι γιατί ήταν εκ φύσεως λύκοι, αλλά
στην προαίρεση.
- Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς.
- Τί, λοιπόν, διατάζεις;
- «Γίνεσθε φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις͵ καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί».
- Τί λες, «φρόνιμοι ὡς οἰ ὄφεις»;
- Το φίδι, ακομα κι αν δεχθεί μύρια
τραύματα, το δε κεφάλι διαφυλάξει σώο, είναι όλο υγιές. Έτσι και συ, κι
αν ακόμη χρήματα θέλει να πάρει ο εχθρός, δώσε· κι αν κτήματα, κι αν
ακόμα αυτήν την ζωή· μόνο την πίστη σου διατήρησε. Να γίνεστε εχέφρονες.
Όταν εκείνη παραμένει, τότε όλα είναι εύκολα κι ευρύχωρα. Γυμνός βγήκες
από την κοιλιά της μητέρας σου, γυμνός και θα απέλθεις. Αλλά σε
εξορίζει κάποιος; Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής. Αλλά
αποθνήσκεις; όμως ο θάνατος είναι για σένα αποδημία. Μονάχα την πίστη
μην απολέσεις, τον θησαυρό τον αφάγωτο, την πίστη την αδαπάνητο.
Μάρτυρες τούτων οι μάρτυρες αυτοί· επειδή δεν απώλεσαν την πίστη, ακόμη
και μετά την τελευτή είναι δυνατότεροι των ζώντων. Γι’ αυτό έγινα
άνθρωπος, γι’ αυτό προσέλαβα σάρκα, για να κάνω την οικουμένη Εκκλησία.
Γιατί η Εκκλησία είναι το σημαντικότερο
έργο του Θεού, και δεν ασφαλίζεται με τοίχους, αλλά περιτειχίζεται με
την πίστη. Για την Εκκλησία στάθηκε ο ουρανός και ξεχύθηκε η θάλασσα και
απλώθηκε ο αέρας και θεμελιώθηκε η γή, παράδεισος φυτεύτηκε, δόθηκε
νόμος, στάλθηκαν προφήτες, έγιναν θαύματα, σχιζόταν και
επανασυρράπτονταν το πέλαγος, ράγιζε η πέτρα και πάλι συμπαγής γινόταν,
μάννα έπεφτε βροχή και προετοιμάζονταν η σχεδιαζόμενη τράπεζα. Για την
Εκκλησία προφήτες, για την Εκκλησία απόστολοι· και γιατί λέω πολλά; Για
την Εκκλησία ο μονογενής Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος, όπως λέει ο
Παύλος: «Ὅς γε τοῦ ἰδίου Υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο» . Δεν λογάριασε τον Υιό, για
να φροντίσει την Εκκλησία. Τούτο το αίμα ποτίζει αυτήν· γι αυτό τα φυτά
δεν είναι δυνατόν να μαραθούν, ούτε να φυλλορροήσουν. Δεν υπόκειται
στις ανάγκες των καιρών, ούτε υποκύπτει στους χρόνους, το μεν καλοκαίρι
να έχει κόμμωση τα φύλλα, τον δε χειμώνα να απογυμώνεται. Γιατί τήν
καλλιεργεί όχι η ανάγκη των καιρών, αλλά η χάρις του Αγίου Πνεύματος· γι
αυτό και δεν διασπάται ξανά. Το αξιοθαυμαστο δεν είναι ότι δεν
διασπάται, αλλά το γεγονός ότι δεν διασπάται ακόμα και όταν την πολεμούν
πολλοί.
Πόσοι από την αρχή πολέμησαν την
Εκκλησία; Όταν ήταν νεόφυτη, πολλοί κινήθηκαν αναντίον της. Τώρα όμως,
με την χάρη του Θεού και με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος, και βασιλείς
ευσεβείς, και στρατηλάτες, και ολόκληρη η οικουμένη γιόμισε από πίστη·
ενώ στην αρχή και στα προίμια βασιλείς μέσα στην ασέβεια, στρατηλάτες
ασεβείς, διατάγματα αρχόντων, βωμοί ανάπτονταν, καπνός παντού και
κνίσσα. Ο αέρας μολύνονταν, η γη μιαίνονταν, οι δαίμονες βάκχευαν, ο
διάβολος χόρευε, ο πατέρας σκότωνε τον γιο, ο γιος ατίμαζε· η φύση
σχιζόταν, και η ευσέβεια δεν μοιραζόταν. Πού τώρα εκείνοι που τόλμησαν
στην Εκκλησία να αντιπαραταχθούν; Όταν ήταν νεόφυτη, δεν αδικήθηκε· όταν
άγγιξε τον ουρανό, προσδοκάς να υπερτερήσεις αυτής; Όταν ήταν ένδεκα οι
απόστολοι, ουδείς επικράτησε αυτών, αλλά αυτοί οι ένδεκα τόσες μυριάδες
σαγήνεψαν· τώρα, όταν η θάλασσα και η οικουμένη και η ακατοίκητη γη και
οι πόλεις και όλα τα πέρατα έχουν πληρωθεί από ευσέβεια, τότε ελπίζεις
να την νικήσεις; Αλλά δεν δύνασαι· γιατί ο Χριστός έβγαλε απόφαση:
«Πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Ευκολότερο είναι να αφανιστεί ο
ουρανός και να διαλυθεί η γη, παρά να πάθει κάτι η Εκκλησία. Ο ίδιος ο
Χριστός είπε: «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται͵ οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ
παρέλθωσι» . Και πολύ σωστά· γιατί ο λόγος του Θεού είναι δυνατώτερος
αυτού του ουρανού, αφού ο ουρανός έργο είναι του λόγου. Είπε ο Θεός,
Γενηθήτω ουρανός· και ο λόγος έγινε έργο. Έτρεχε η φύση και δεν την
εμπόδιζε τίποτα. Γιατί και Δεσπότης ήταν της φύσεως, και τέτοια να την
κάνει και τέτοια να την μεταβάλει. Εγώ αυτήν οικοδόμησα, που έστησα τους
ουρανούς· αλλά δεν θα παρελάμβανα στους ουρανούς σώμα, παρά για να
μάθεις ότι η Εκκλησία είναι κι από τον ουρανό και από τους αγγέλους κι
από όλη την κτίση πολυτιμώτερη. Γι αυτό ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν,
οι δε λόγοι μου δεν θα παρέλθουν ποτέ.
Ας έλθει εδώ ο Ιουδαίος, ας έλθει εδώ ο
Έλληνας. Αν τούτα τα λόγια αποτελούν κομπορρημοσύνη, ας τα ελέγξει· αν
όμως είναι αλήθεια όσα ειπώθηκαν, ας προσκυνήσει την δύναμη. Είπε ο
Χριστός ότι ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, τα δε λόγια του δεν θα
παρέλθουν. Τί είναι, λοιπόν, τα λόγια αυτού; Ας τα βάλουμε στο μέσον, ας
δούμε μήπως στην πορεία εξέπεσαν. Δεν τα λέω αυτά επειδή αμφιβάλλω,
αλλά για να αποστομώσω τον αιρετικό. Γι αυτό, «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ
παρελεύσονται͵ οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι». Και ποιά είναι τα λόγια
του; «Σὺ εἶ Πέτρος͵ καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν
Ἐκκλησίαν͵ καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Επάνω σε αυτήν εδώ
την πέτρα. Δεν είπε «επάνω στον Πέτρο»· ούτε, βέβαια, επάνω στον
άνθρωπο, αλλά επάνω στην πίστη οικοδόμησε την δική του Εκκλησία. Και
ποία ήταν η πίστη; «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς͵ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» . Πέτρα
αποκάλεσε την Εκκλησία, η οποία δέχεται κύματα και μένει ασάλευτη.
Γιατί και η Εκκλησία δέχεται πειρασμούς, αλλά δεν νικάται. Τί σημαίνει,
λοιπόν, «επάνω στην πέτρα»; Σημαίνει ομολογία των λόγων τούτων.
- Δεν βάζεις λίθους; ούτε ξύλα; μήτε σίδηρο;
- Όχι, απαντά, γιατί δεν είναι τέτοιου
είδους οικοδομή, η οποία, όσο καλή κι αν είναι, με την πάροδο του χρόνου
καταρρέει· την δε ομολογία της πίστεως ούτε οι δαίμονες δεν δύνανται να
την νικήσουν. Και το μαρτυρούν οι μάρτυρες, οι οποίοι αποξέονται στα
πλευρά και δεν χάνουν την πίστη.
Ω, καινούρια και παράδοξα πράγματα! Ο
τοίχος σκάπτεται και ο θησαυρός δεν συλείται· η σάρκα δαπανάται και η
πίστη δεν αναλίσκεται· τέτοια είναι των μαρτύρων η δύναμη. «Γιατί επάνω
σε τούτη την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου, και οι πύλες του Άδη
δεν θα την νικήσουν». Προσέχετε την ακρίβεια των λέξεων: «πύλαι ᾅδου οὐ
κατισχύσουσιν αὐτῆς».
- Και τότε γιατί, λέει, δεν εμποδίζει τους πειρασμούς να έλθουν κατά της Εκκλησίας;
- Όχι για να δείξω την δύναμή μου; Αν
δεν την πολεμήσει κανείς, έχουν να πούνε: «Αν είχε πολεμηθεί, θα
νικιόταν». Γι αυτό αφήνω αυτήν να την πολεμούν, ώστε να μην αποδίδεται η
νίκη στην απουσία των πολεμούντων.
Και δεν είπε ότι δεν θα την προσβάλουν
οι πύλες του Άδη, αλλά ότι δεν θα κατισχύσουν αυτής· θα πολεμηθεί μεν,
αλλά δεν θα νικηθεί. Περνά θύελλες η Εκκλησία, αλλά δεν καταποντίζεται·
κλυδωνίζεται, αλλά δεν βυθίζεται· δέχεται βέλη, αλλά δεν δέχεται
τραύματα· δέχεται πολιορκητικές μηχανές, αλλά ο πύργος δεν σαλεύεται.
Και τί λέγω η Εκκλησία; Έναν λόγο πρόφερε ο ψαράς, και στάθηκε σαν
πύργος άσειστος. Πόσοι τύρανοι φιλονίκησαν να αφανίσουν τα λόγια αυτά,
αλλά δεν νίκησαν; Γιατί έχει θεμελιωθεί επάνω στην πέτρα. Βάλε με το νου
σου: τύραννοι, βασιλείς, διαδήματα, ακονισμένα ξίφη, δόντια θηρίων,
απειλές θανάτου, τηγάνια, καμίνια. Όλη τη φαρέτρα του άδειασε ο
διάβολος, την εκκλησία όμως δεν έβλαψε. Γιατί; «Πύλαι ᾅδου οὐ
κατισχύσουσιν αὐτῆς». Πόσοι εξ αρχής πολέμησαν την Εκκλησία; πού είναι
αυτοί που την πολέμησαν; Εσίγασαν, και παραδίνονται στη λήθη· η Εκκλησία
ανθεί. Ποιός Κλαύδιος; ποιός Αύγουστος; ποιός Νέρων; ποιός Τιβέριος;
Ονόματα είναι μικρά· ενώ ουδείς θυμάται αυτούς. Επειδή πολέμησαν την
Εκκλησία, έχασαν ακόμα και την υστεροφημία· η δε Εκκλησία λάμπει πιο
πολύ κι από τον ήλιο.
[Απόδοση στη Νεοελληνική αποσπάσματος εκ της πρώτης ομιλίας του Αγίου
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Εἰς τήν Πεντηκοστήν, PG 52.803 εξ.]Πηγή