Κυριακή του Ασώτου υιού ή του φιλεύσπλαχνου πατέρα, ονομάζεται η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου. Είναι γνωστή η παραβολή για τον μικρότερο υιό που αποφάσισε να ζητήσει την πατρική κληρονομιά και να την σπαταλήσει ασώτως σε χώρα μακρινή.
Κεντρική διδασκαλία, η μετάνοια ως δρόμος επιστροφής, η ανέκφραστη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και το πλούσιο έλεος της συγχώρησης, που δίνει στους μετανοούντες ανθρώπους.
Θα μπορούσαμε να πούμε πως η σημερινή παραβολή, αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης Κυριακής του Τελώνη και του Φαρισαίου, μέσα από μια διαφορετική διήγηση και πτυχή της ζωής τους: Ο άσωτος τελώνης που ταπεινώνει τον εαυτό του και επιστρέφει με την μετάνοια στην πατρική εστία, και ο Φαρισαίος πρεσβύτερος υιός, που μέσα από την αυτάρκεια των καλών του έργων δεν μπορεί να δεχθεί και να μοιραστεί την απύθμενη αγάπη του πατέρα προς τον αδελφό του.
Ο πρεσβύτερος αδελφός, δεν μπορεί να συγχωρέσει, δεν μπορεί να αγαπήσει, αλλά και δεν μπορεί να καταλάβει την απροϋπόθετη και άφατη αγάπη του πατέρα. Φοράει τη μάσκα του καλού παιδιού, του ευσεβούς ανθρώπου. "Εργάζεται" στο σπίτι του πατέρα από καθήκον, υποκριτικά, για την ανταμοιβή. Κάτω από το προσωπείο του ενάρετου, ο οποίος τηρεί ό,τι του λέει ο πατέρας, κρύβεται ένας σκληρός και εγωιστής άνθρωπος. Στο άκουσμα της επιστροφής του αδελφού του, αποκαλύπτεται η ζήλια, ο φθόνος, η κακία, η σκληροκαρδία. Ενδύει την πνευματική πορνεία του, με το κάλυμμα της εξωτερικής παρθενίας.
Βγάζει οργή, θυμό και κατάκριση. Ο πληγωμένος εγωισμός της αντιμισθίας τον κυριεύει. Πείσμα και άρνηση εκδηλώνει στην παράκληση της αγάπης του πατέρα να εισέλθει κι αυτός στην οικία. Δεν βίωσε ποτέ την ευσπλαχνία, την αγάπη που δεν μπαίνει σε καλούπια, στο ζύγι της ανθρώπινης δικαιοσύνης και του δικαιωματισμού.
Ο πατέρας του μιλάει στοργικά, με πόνο, με ευσπλαχνία. Δεν τον αφήνει αμέτοχο της αγάπης και του ελέους του. Η αγκαλιά του παραμένει ανοιχτή, χωρίς να τον εξαναγκάζει να τη δεχθεί. Ελπίζει και στη δική του επιστροφή, στην προσωπική του ταπείνωση και μετάνοια. Δεν κουράζεται να περιμένει, να προσπαθεί, να παραμένει φιλεύσπλαχνος. Σέβεται, όμως, και την ελευθερία των επιλογών του.
Ο πρεσβύτερος υιός γίνεται η εικόνα του σύγχρονου θρησκευόμενου ανθρώπου, ο οποίος εισέρχεται στην Εκκλησία τοπικά και όχι τροπικά. Ζητά να ξεχωρίζει, συγκρίνει τον εαυτό του συνεχώς με τους άλλους, πληγώνεται και σκανδαλίζεται όταν διαπιστώνει πως κάποιοι τον ξεπερνούν στα έργα αρετής, γίνεται τιμητής όλων, κατακρίνει συνεχώς την συμπεριφορά του πλησίον, δεν μπορεί να βρει πουθενά και με κανέναν ειρήνη και εσωτερική ανάπαυση. Το "δίκιο" του υπερβαίνει κατά πολύ τη μακροθυμία και γίνεται το σαράκι που διαρκώς τον "τρώει".
Η νηστεία, η προσευχή, η ελεημοσύνη, δεν τον αλλάζουν, γίνονται προς το θεαθήναι, για την αυτοδικαίωση, για τη νάρκωση της συνειδήσεως. Δεν υπάρχει ταπείνωση αλλά ταπεινολογία. Δεν καλλιεργεί την αγάπη, αλλά την υποκριτική συμπεριφορά. Είναι πραγματικός άσωτος και παρουσιάζεται ευσεβής και ευλαβής. Νομίζει πως βρίσκεται κοντά στο Θεό με τις πράξεις του και τελικά "δολοφονεί" την εικόνα του Θεού στο συνάνθρωπο. Δεν θεραπεύεται, αλλά αυτοδικαιώνεται και αυτοπροβάλλεται.
Ο άνθρωπος είναι η καρδιά και οι λογισμοί του. Καμιά αρετή ή άσκηση δεν ολοκληρώνει τον άνθρωπο, δεν τον προάγει πνευματικά, εάν δεν στηρίζεται και ολοκληρώνεται στην ταπείνωση και την αληθινή μετάνοια. Η πίστη και η αγάπη στο Θεό είναι αληθινές, όταν διέρχονται μέσα από το σεβασμό και την αγάπη του αδελφού. Η προσευχή, γίνεται αποδεκτή από το Θεό, όταν αγκαλιάζει τους άλλους και μάλιστα στα λάθη και τις πτώσεις τους. Η νηστεία, μας μεταμορφώνει, όταν γίνεται πείνα Θεού και άσκηση αγάπης, κάθαρση ψυχής και διόρθωση λογισμών.
Ο Θεός πατέρας, μας καλεί σε επιστροφή από την εσωτερική και εξωτερική ασωτία μας. Μας ζητά παρακλητικά να κοινωνήσουμε του ελέους και της ευσπλαχνίας Του. Κρούει στη θύρα και μας περιμένει με υπομονή και αγάπη να εισέλθουμε στην αιώνια παρουσία της δόξης Του.
Είναι τραγικό να παραμείνουμε στον εγωισμό και την αμετανοησία μας.