Η παραβολή των μνων έχει κοινά σημεία με την παραβολή των
ταλάντων, την οποία καταγράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος (25,14-30).
Παρουσιάζει, ωστόσο, σημαντικές διαφορές και, επιπλέον λέχθηκε σε άλλη
περίσταση. Πρόκειται επομένως για μια διαφορετική παραβολή, η οποία
παραδίδεται μόνον από τον ευαγγελιστή Λουκά. [Σε αυτό το συμπέρασμα
καταλήγει και ο μεγάλος ερμηνευτής της Γραφής άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος – Εις Ματθαίον 78,2 PG58,713 ΕΠΕ 12,88]
19,11᾿Ακουόντων δὲ αὐτῶν ταῦτα προσθεὶς εἶπε παραβολήν, διὰ τὸ ἐγγὺς αὐτὸν εἶναι ῾Ιερουσαλὴμ καὶ δοκεῖν αὐτοὺς ὅτι παραχρῆμα μέλλει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀναφαίνεσθαι·
Εδώ τα πλήθη που τον ακολουθούσαν και άκουγαν τον λόγο του, πίστευαν,
ότι τώρα, η Βασιλεία του Θεού θα γίνει φανερή με την άμεση εγκαθίδρυση
της μεσσιακής βασιλείας, και είχαν την βεβαιότητα, και την προσδοκία
αυτή, επειδή ο Ιησούς πλησίαζε στην Ιερουσαλήμ. Αυτό ακριβώς δηλώνει το
επίρρημα «παραχρήμα» το οποίο με έμφαση προτάσσεται. Αυτή την πλανεμένη
αντίληψη, στοχεύει να ανασκευάσει η παραβολή των μνων. Ο Κύριος πράγματι
μεταβαίνει στα Ιεροσόλυμα για να εγκαθιδρύσει μια βασιλεία, η οποία
όμως είναι πνευματική, χωρίς δόξες, αλλά με σταυρό και θάνατο.
19,12 εἶπεν οὖν· ἄνθρωπός τις εὐγενὴς ἐπορεύθη εἰς χώραν μακρὰν λαβεῖν ἑαυτῷ βασιλείαν καὶ ὑποστρέψαι.
Κάποιος άνθρωπος ευγενής, δηλαδή, αρχοντικής καταγωγής πήγε σε χώρα
μακρινή, για να διεκδικήσει το βασιλικό αξίωμα. Στο πρόσωπο αυτό οι
Πατέρες βλέπουν τον Ιησού «άνθρωπον μεν ως ενανθρωπήσαντα. ευγενή δε ως
Υιόν του Θεού». Ο θεάνθρωπος Κύριος, ο οποίος και ως άνθρωπος κατάγεται
από βασιλική γενιά, αλλά προπάντων ως Θεός έχει την ύψιστη ευγένεια, την
θεία φύση, έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να αναλάβει τον θρόνο της
βασιλείας του Θεού.
Η φράση ότι ο ευγενής άνθρωπος «ἐπορεύθη εἰς χώραν μακρὰν», δηλώνει την απόσταση που τον χώριζε από τους υπηκόους του, αλλά και το μακροχρόνιο της απουσίας του. Δεν θα εμφανιζόταν σύντομα ως βασιλιάς. Αντίστοιχα ο Ιησούς μετά την Ανάστασή του θα αναληφθεί στους Ουρανούς, από όπου θα επιστρέψει ένδοξος κατά την Δευτέρα Παρουσία. Μάταια επομένως οι ακόλουθοί του, περίμεναν την άμεση εγκαθίδρυση της βασιλείας του, «παραχρήμα». (στ.11)
Η φράση ότι ο ευγενής άνθρωπος «ἐπορεύθη εἰς χώραν μακρὰν», δηλώνει την απόσταση που τον χώριζε από τους υπηκόους του, αλλά και το μακροχρόνιο της απουσίας του. Δεν θα εμφανιζόταν σύντομα ως βασιλιάς. Αντίστοιχα ο Ιησούς μετά την Ανάστασή του θα αναληφθεί στους Ουρανούς, από όπου θα επιστρέψει ένδοξος κατά την Δευτέρα Παρουσία. Μάταια επομένως οι ακόλουθοί του, περίμεναν την άμεση εγκαθίδρυση της βασιλείας του, «παραχρήμα». (στ.11)
19,13. καλέσας δὲ δέκα δούλους ἑαυτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς δέκα μνᾶς καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· πραγματεύσασθε ἐν ᾧ ἔρχομαι.
Η μνα είναι νόμισμα που αντιστοιχεί σε ένα ελάχιστο χρηματικό ποσό. Η
αξία εξήντα μνων ήταν ίση με ένα τάλαντο. Με αυτό το ελάχιστο ποσό, ο
μελλοντικός βασιλιάς θέλει να ελέγξει την εντιμότητα των δούλων του, την
αφοσίωσή τους στο πρόσωπό του, αλλά και την εργατικότητα, την αξιοσύνη
του καθενός. Αν αποδειχθούν άξιοι θα τους αναθέσει μεγαλύτερη αποστολή.
Θα τους χρησιμοποιήσει ως συνεργάτες του στην βασιλεία που υπολογίζει να
αναλάβει. Η εντολή «πραγματεύσασθε ἐν ᾧ ἔρχομαι», είναι μια έντονη
προτροπή προς τους δούλους. Όπως οι έμποροι μοχθούν έντονα για να
αυξήσουν τα κέρδη τους έτσι χρειάζεται και αυτοί να εμπορευθούν το ποσό
που τους εμπιστεύθηκε ο άρχοντας με ζήλο ώστε να το αυξήσουν. Και ενώ
όλοι συνέδεαν την βασιλεία του Θεού με τιμές και αξιώματα, ο Κύριος τους
προειδοποιεί, ότι θα προηγηθεί εργασία έντονη και κοπιαστική.
Ο αριθμός δέκα, χρησιμοποιείται για να δηλώσει το πλήθος, δηλαδή συμπεριλαμβάνει όλους τους πιστούς [όπως και στην παραβολή των δέκα παρθένων] και η μνα συμβολίζει τα πνευματικά χαρίσματα που όλοι λαμβάνουμε με το Μυστήριο του Βαπτίσματος και του Χρίσματος
Ο αριθμός δέκα, χρησιμοποιείται για να δηλώσει το πλήθος, δηλαδή συμπεριλαμβάνει όλους τους πιστούς [όπως και στην παραβολή των δέκα παρθένων] και η μνα συμβολίζει τα πνευματικά χαρίσματα που όλοι λαμβάνουμε με το Μυστήριο του Βαπτίσματος και του Χρίσματος
19,14. οἱ δὲ πολῖται αὐτοῦ ἐμίσουν αὐτόν, καὶ ἀπέστειλαν πρεσβείαν ὀπίσω αὐτοῦ λέγοντες· οὐ θέλομεν τοῦτον βασιλεῦσαι ἐφ᾿ ἡμᾶς.
Οι πολίτες της χώρας, έστειλαν πρεσβεία στην υπέρτατη εξουσία και
εξέφρασαν την αποδοκιμασία τους για τον άνδρα που διεκδικούσε την
βασιλεία, λέγοντας περιφρονητικά «οὐ θέλομεν τοῦτον βασιλεῦσαι ἐφ᾿
ἡμᾶς». Αντίστοιχη ήταν και η πολεμική που αντιμετώπισε ο Ιησούς από τους
θρησκευτικούς άρχοντες των Ιουδαίων. Τον καταδίωκαν συνεχώς. Όπου
πήγαινε εκείνος έστελναν ανθρώπους δικούς τους εγκάθετους, να τον
παγιδεύσουν, να βρουν κατηγορίες εναντίον του, να τον διαβάλουν στον
όχλο που τον ακολουθούσε.
Δεν είναι τυχαίο το «ἐμίσουν αὐτόν» σε χρόνο παρατατικό. Ο παρατατικός φανερώνει μόνιμη και ίσως αυξανόμενη κατάσταση μίσους και όχι παροδικό συναίσθημα. Είναι η περιγραφή για το μίσος που έδειξαν οι συμπατριώτες του Ιησού, οι Ιουδαίοι: εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον (Ιω.1,11) και αλλού ο ίδιος ευαγγελιστής συμπληρώνει «ἀλλ’ ἵνα πληρωθῇ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ νόμῳ αὐτῶν, ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν». (Ιω. 15,25)
Δεν είναι τυχαίο το «ἐμίσουν αὐτόν» σε χρόνο παρατατικό. Ο παρατατικός φανερώνει μόνιμη και ίσως αυξανόμενη κατάσταση μίσους και όχι παροδικό συναίσθημα. Είναι η περιγραφή για το μίσος που έδειξαν οι συμπατριώτες του Ιησού, οι Ιουδαίοι: εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον (Ιω.1,11) και αλλού ο ίδιος ευαγγελιστής συμπληρώνει «ἀλλ’ ἵνα πληρωθῇ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ νόμῳ αὐτῶν, ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν». (Ιω. 15,25)
19,15. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐπανελθεῖν αὐτὸν λαβόντα τὴν βασιλείαν, καὶ εἶπε φωνηθῆναι αὐτῷ τοὺς δούλους τούτους οἷς ἔδωκε τὸ ἀργύριον, ἵνα ἐπιγνῷ τίς τί διεπραγματεύσατο
Όταν επέστρεψε ο κύριος της παραβολής ως βασιλιάς πλέον ζήτησε
αναφορά από αυτούς στους οποίους είχε εμπιστευτεί το κεφάλαιο του «τίς
τί διεπραγματεύσατο». Η σκηνή παραπέμπει στην μέλλουσα κρίση. Κατά την
Δευτέρα Παρουσία, όταν ο Κύριος επιστρέψει στη γη με πολλή δύναμη και
μεγαλοπρέπεια, θα καθίσει στον ένδοξο θρόνο του και με τους αγγέλους του
θα καλέσει τους ανθρώπους να λογοδοτήσουν. Τότε θα αποδώσει στον καθένα
κατά τα έργα του.
Βέβαια οι δούλοι στους οποίους εμπιστεύτηκε από μία μνα, ήταν δέκα, αναφέρεται όμως ο απολογισμός τριών μόνο, προφανώς γιατί αυτοί εκπροσωπούν και τους άλλους. Σε αυτούς τους τρείς τύπους αποτυπώνεται η εργατικότητα ή η ραθυμία, το ενδιαφέρον και ο ζήλος, ή η αδιαφορία και η ψυχρότητα και η αντίστοιχη διαφορά των επάθλων.
Βέβαια οι δούλοι στους οποίους εμπιστεύτηκε από μία μνα, ήταν δέκα, αναφέρεται όμως ο απολογισμός τριών μόνο, προφανώς γιατί αυτοί εκπροσωπούν και τους άλλους. Σε αυτούς τους τρείς τύπους αποτυπώνεται η εργατικότητα ή η ραθυμία, το ενδιαφέρον και ο ζήλος, ή η αδιαφορία και η ψυχρότητα και η αντίστοιχη διαφορά των επάθλων.
19,16. παρεγένετο δὲ ὁ πρῶτος λέγων· κύριε, ἡ μνᾶ σου προσειργάσατο δέκα μνᾶς.
Ο πρώτος δούλος εμπορευόμενος την μνα απέκτησε άλλες δέκα.
Δεκαπλασίασε δηλαδή το αρχικό κεφάλαιο που του εμπιστεύτηκε ο κύριός
του. Αποδείχτηκε λοιπόν πιστός και ικανός στην αποστολή που του
ανατέθηκε. Εκείνο που είναι όμως σημαντικό είναι η βαθειά ταπεινοφροσύνη
με την οποία αποδίδει την επιτυχία του, αναφερόμενος όχι στις δικές του
δυνάμεις, αλλά στην ίδια την μνα που του έδωσε ο κύριος του. Έχει την
πεποίθηση ότι εκείνη η μνα «προσειργάσατο δέκα μνᾶς», κέρδισε δέκα. Ήταν
ο σπόρος που καρποφόρησε πλούσια και η καρποφορία μόνο στο αφεντικό του
ανήκει. Δεν καυχάται λοιπόν, για το ότι επιτέλεσε κάποιο δικό του
κατόρθωμα.
19,17. καὶ εἶπεν αὐτῷ· εὖ, ἀγαθὲ δοῦλε! ὅτι ἐν ἐλαχίστῳ πιστὸς ἐγένου, ἴσθι ἐξουσίαν ἔχων ἐπάνω δέκα πόλεων.
Παρόλο που το ποσό ήταν ασήμαντο εκείνος δεν αδιαφόρησε, δεν απέφυγε
τον κόπο, αλλά το αξιοποίησε πολύ ικανοποιητικά. Δίκαια ο κύριος τον
επαινεί με το, «εὖ ἀγαθὲ δοῦλε!», διότι του λέγει «ἐν ἐλαχίστῳ πιστὸς
ἐγένου».
Συνήθιζαν οι βασιλείς της Ανατολής να ορίζουν ως διοικητές ή επάρχους πόλεων πρόσωπα της εμπιστοσύνης τους. Η τοποθέτηση σε τέτοιες θέσεις ήταν μια διάκριση άκρως τιμητική.
Πλουσιοπάροχα και μεγαλόδωρα επιβραβεύει ο κύριος την πιστότητα του δούλου του. Ενώ μια μνα είχε ελάχιστη αγοραστική αξία, εκείνος δίνει ως ανταμοιβή στον πιστό και εργατικό δούλο μια ολόκληρη πόλη για κάθε μνα που κέρδισε! Η κυριαρχία σε δέκα πόλεις, δηλώνει την μεγάλη τιμή με την οποία περιβάλλεται ο πιστός δούλος, γίνεται συμβασιλέας.
Συνήθιζαν οι βασιλείς της Ανατολής να ορίζουν ως διοικητές ή επάρχους πόλεων πρόσωπα της εμπιστοσύνης τους. Η τοποθέτηση σε τέτοιες θέσεις ήταν μια διάκριση άκρως τιμητική.
Πλουσιοπάροχα και μεγαλόδωρα επιβραβεύει ο κύριος την πιστότητα του δούλου του. Ενώ μια μνα είχε ελάχιστη αγοραστική αξία, εκείνος δίνει ως ανταμοιβή στον πιστό και εργατικό δούλο μια ολόκληρη πόλη για κάθε μνα που κέρδισε! Η κυριαρχία σε δέκα πόλεις, δηλώνει την μεγάλη τιμή με την οποία περιβάλλεται ο πιστός δούλος, γίνεται συμβασιλέας.
19, 18-19. καὶ ἦλθεν ὁ δεύτερος λέγων· κύριε, ἡ μνᾶ σου ἐποίησε πέντε μνᾶς. εἶπε δὲ καὶ τούτῳ· καὶ σὺ γίνου ἐπάνω πέντε πόλεων.
Και ο δεύτερος δούλος της παραβολής, το ίδιο πιστός και ταπεινός
κατάφερε να αξιοποιήσει την μνα και να πενταπλασιάσει την αξία της. Ο
κύριός του δεν τον αδικεί αφού και σε αυτόν δίνει μία πόλη για κάθε μνα
που κέρδισε. Του προσφέρει δηλαδή εξουσία ανάλογη με τις δυνατότητές του
για να μπορεί να ανταποκριθεί.
Στην ουράνια βασιλεία υπάρχουν διαβαθμίσεις δόξας (Α’ Κορ. 15,41)
Όλοι οι σεσωσμένοι ζουν μέσα στην ένδοξη παρουσία του Θεού, αλλά ο καθένας απολαμβάνει τόσο όσο το σκεύος του του επιτρέπει. Ανάλογα με την πνευματική δραστηριότητα που αναπτύσσει στην παρούσα ζωή είναι και η χωρητικότητα του σκεύους του. Ανάλογο και το ύψος της ουράνιας δόξας που του παραχωρείται.
Στην ουράνια βασιλεία υπάρχουν διαβαθμίσεις δόξας (Α’ Κορ. 15,41)
Όλοι οι σεσωσμένοι ζουν μέσα στην ένδοξη παρουσία του Θεού, αλλά ο καθένας απολαμβάνει τόσο όσο το σκεύος του του επιτρέπει. Ανάλογα με την πνευματική δραστηριότητα που αναπτύσσει στην παρούσα ζωή είναι και η χωρητικότητα του σκεύους του. Ανάλογο και το ύψος της ουράνιας δόξας που του παραχωρείται.
19, 20-21. καὶ ἕτερος ἦλθε λέγων· κύριε, ἰδοὺ ἡ μνᾶ σου, ἣν εἶχον ἀποκειμένην ἐν σουδαρίῳ. ἐφοβούμην γάρ σε, ὅτι ἄνθρωπος αὐστηρὸς εἶ· αἴρεις ὃ οὐκ ἔθηκας, καὶ θερίζεις ὃ οὐκ ἔσπειρας, καὶ συνάγεις ὅθεν οὐ διεσκόρπισας.
Και εδώ είναι ο τρίτος δούλος ο οποίος με το αγέρωχο και υπερήφανο
ύφος του, ενώ δεν παρουσίασε κανένα κέρδος, [αντίθετα έκρυψε στο μαντήλι
του την μνα], καυχιέται σαν να κατόρθωσε κάποια αρετή.
Προκαλεί εντύπωση η αυθάδεια με την οποία προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του: «ἐφοβούμην γάρ σε, ὅτι ἄνθρωπος αὐστηρὸς εἶ». Χαρακτηρίζει τον κύριο του αυστηρό και σκληρό και προφασίζεται ότι αυτή ακριβώς του η σκληρότητα τον απέτρεψε από τις αβέβαιες συναλλαγές του εμπορίου.
Καταλαβαίνει προφανώς την ενοχή του αλλά αρνείται να την αποδεχθεί, να παραδεχτεί ταπεινά την αδυναμία του και να ζητήσει συγγνώμη. Όχι μόνο δεν αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεών του, αλλά προσπαθεί να ρίξει το βάρος της ευθύνης στον κύριό του. Τον μέμφεται ότι με σκληρότητα και απληστία ιδιοποιείται τα ξένα κέρδη. Όμως η συμπεριφορά του κυρίου του προς τους δύο προηγούμενους δούλους, τους εργατικούς και φιλότιμους, αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο.
Ο αυθάδης τρόπος με τον οποίο εκφράζεται ο δούλος αυτός προδίδει την ποιότητα του χαρακτήρα του. Δεν σκέπτεται ότι με την μνα που του εμπιστεύτηκε ο κύριος, του έδωσε μια ευκαιρία, να αναπτύξει τις ικανότητές του, αλλά ενοχλείται από την αξίωση του κυρίου του να πολλαπλασιάσει την μνα.
Εδώ σε αυτόν το στίχο ας μείνουμε λίγο και ας αναλογιστεί ο καθένας μας, μήπως σε αυτόν τον τύπο της παραβολής βρίσκεται ένα κομμάτι του δικού μας εαυτού.
Πόσες φορές, δικαιολογούμε τον εαυτό μας, ή, αρνούμαστε να αναλάβουμε την ευθύνη των πράξεών μας, ή, ρίχνουμε την ευθύνη στον αδελφό μας και ενίοτε έστω και υποσυνείδητα θεωρούμε υπαίτιο για τα δικά μας στραβά τον Θεό. Πόσες φορές ενώ μπορούσαμε να εργαστούμε στην αρετή το αποφύγαμε, ή, ενώ μπορούσαμε να βάλουμε καλό λογισμό για τον διπλανό μας το αρνηθήκαμε, ή, ενώ μπορούσαμε να παραδεχτούμε ένα λάθος μας το δικαιολογήσαμε, πως άλλος φταίει και εντέλει πως όχι μόνο δεν πολλαπλασιάζουμε τα χαρίσματα που έχουμε, αλλά τα αγνοούμε εντελώς…
Προκαλεί εντύπωση η αυθάδεια με την οποία προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του: «ἐφοβούμην γάρ σε, ὅτι ἄνθρωπος αὐστηρὸς εἶ». Χαρακτηρίζει τον κύριο του αυστηρό και σκληρό και προφασίζεται ότι αυτή ακριβώς του η σκληρότητα τον απέτρεψε από τις αβέβαιες συναλλαγές του εμπορίου.
Καταλαβαίνει προφανώς την ενοχή του αλλά αρνείται να την αποδεχθεί, να παραδεχτεί ταπεινά την αδυναμία του και να ζητήσει συγγνώμη. Όχι μόνο δεν αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεών του, αλλά προσπαθεί να ρίξει το βάρος της ευθύνης στον κύριό του. Τον μέμφεται ότι με σκληρότητα και απληστία ιδιοποιείται τα ξένα κέρδη. Όμως η συμπεριφορά του κυρίου του προς τους δύο προηγούμενους δούλους, τους εργατικούς και φιλότιμους, αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο.
Ο αυθάδης τρόπος με τον οποίο εκφράζεται ο δούλος αυτός προδίδει την ποιότητα του χαρακτήρα του. Δεν σκέπτεται ότι με την μνα που του εμπιστεύτηκε ο κύριος, του έδωσε μια ευκαιρία, να αναπτύξει τις ικανότητές του, αλλά ενοχλείται από την αξίωση του κυρίου του να πολλαπλασιάσει την μνα.
Εδώ σε αυτόν το στίχο ας μείνουμε λίγο και ας αναλογιστεί ο καθένας μας, μήπως σε αυτόν τον τύπο της παραβολής βρίσκεται ένα κομμάτι του δικού μας εαυτού.
Πόσες φορές, δικαιολογούμε τον εαυτό μας, ή, αρνούμαστε να αναλάβουμε την ευθύνη των πράξεών μας, ή, ρίχνουμε την ευθύνη στον αδελφό μας και ενίοτε έστω και υποσυνείδητα θεωρούμε υπαίτιο για τα δικά μας στραβά τον Θεό. Πόσες φορές ενώ μπορούσαμε να εργαστούμε στην αρετή το αποφύγαμε, ή, ενώ μπορούσαμε να βάλουμε καλό λογισμό για τον διπλανό μας το αρνηθήκαμε, ή, ενώ μπορούσαμε να παραδεχτούμε ένα λάθος μας το δικαιολογήσαμε, πως άλλος φταίει και εντέλει πως όχι μόνο δεν πολλαπλασιάζουμε τα χαρίσματα που έχουμε, αλλά τα αγνοούμε εντελώς…
19,22. λέγει αὐτῷ· ἐκ τοῦ στόματός σου κρινῶ σε, πονηρὲ δοῦλε. ᾔδεις ὅτι ἄνθρωπος αὐστηρός εἰμι ἐγώ, αἴρων ὃ οὐκ ἔθηκα, καὶ θερίζων ὃ οὐκ ἔσπειρα, καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισα·
Η συμπεριφορά του τρίτου δούλου, διαμετρικά αντίθετη, προς την
συμπεριφορά του πρώτου δούλου, δικαιολογεί απόλυτα την προσφώνηση
«πονηρὲ δοῦλε», με την οποία απευθύνεται σ’αυτόν ο κύριος του, που είχε
επαινέσει τον πρώτο δούλο, ως «αγαθό» και «πιστό» (στ.17). Αυτή η
συμπεριφορά του δούλου τον αποδεικνύει ένοχο και τον καταδικάζει, γιατί
εφόσον όπως λέει «γνώριζε» τις απαιτήσεις του κυρίου του, όφειλε να
καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να εξασφαλίσει ένα
ικανοποιητικό κέρδος.
Γιατί όμως είναι «πονηρός» ο δούλος αυτός; Ακριβώς γιατί προσπαθεί να δικαιολογηθεί. Ήθελε να αποκρύψει τα πραγματικά του κίνητρα. Προσπαθεί να καλύψει την φυγοπονία, την ραθυμία, την αμέλεια πίσω από την πρόφαση της αγωνίας του για την διαφύλαξη του αρχικού ποσού. Έτσι συμπεριφέρεται ο κάθε ένοχος που δεν έχει ταπείνωση να αναγνωρίσει το σφάλμα του και να μετανοήσει.
Γιατί όμως είναι «πονηρός» ο δούλος αυτός; Ακριβώς γιατί προσπαθεί να δικαιολογηθεί. Ήθελε να αποκρύψει τα πραγματικά του κίνητρα. Προσπαθεί να καλύψει την φυγοπονία, την ραθυμία, την αμέλεια πίσω από την πρόφαση της αγωνίας του για την διαφύλαξη του αρχικού ποσού. Έτσι συμπεριφέρεται ο κάθε ένοχος που δεν έχει ταπείνωση να αναγνωρίσει το σφάλμα του και να μετανοήσει.
19,23. καὶ διατί οὐκ ἔδωκας τὸ ἀργύριόν μου ἐπὶ τὴν τράπεζαν, καὶ ἐγὼ ἐλθὼν σὺν τόκῳ ἂν ἔπραξα αὐτό;
Και εδώ ας προσέξουμε το εξής: Ο δούλος αυτός προτίμησε την ησυχία
του. Δεν έκανε ασωτίες, δεν διεσκόρπισε ό,τι έλαβε, ήταν πιθανόν ένας
«καλός άνθρωπος». Αδιαφόρησε όμως. Ούτε καν ασφάλισε την μνα στην
τράπεζα, αλλά την έκρυψε σε ένα σουδάριο, σε ένα μαντήλι, δηλαδή σε
σημείο ανασφαλές και πρόχειρο. Άφησε ό,τι έλαβε σε αχρηστία και αυτό
ισοδυναμεί με «αμαρτωλή σπατάλη» (πρβλ Ια 4,17).
Από τον καθένα μας λοιπόν θα ζητηθεί λόγος για ό,τι είχε την δυνατότητα να κάνει, αλλά αμέλησε. Και σαφώς αδιαφορία είναι και το να κρατάει κάποιος την χάρη του Θεού για τον εαυτό του και να μην προσπαθεί να την μεταδώσει και σε άλλες ψυχές.
Από τον καθένα μας λοιπόν θα ζητηθεί λόγος για ό,τι είχε την δυνατότητα να κάνει, αλλά αμέλησε. Και σαφώς αδιαφορία είναι και το να κρατάει κάποιος την χάρη του Θεού για τον εαυτό του και να μην προσπαθεί να την μεταδώσει και σε άλλες ψυχές.
19,24-25. καὶ τοῖς παρεστῶσιν εἶπεν. ἄρατε ἀπ᾿ αὐτοῦ τὴν μνᾶν καὶ δότε τῷ τὰς δέκα μνᾶς ἔχοντι. καὶ εἶπον αὐτῷ· κύριε, ἔχει δέκα μνᾶς.
Η μνα που έμεινε ανεκμετάλλευτη, δικαίως πηγαίνει σε εκείνον που
μπορεί να την αξιοποιήσει. Σε εκείνον που απέδειξε ότι έχει όλες τις
προϋποθέσεις να την αξιοποιήσει. Η εντολή δίδεται στους ακόλουθους του
άρχοντα στους «παρεστώτες», δηλαδή, στους εκτελεστές των διαταγών του.
Στην Δευτέρα Παρουσία, ο Κύριος θα απευθυνθεί «τοις υπηρετούσιν
αγγέλοις».
19,26. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι παντὶ τῷ ἔχοντι δοθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ.
Να τι γίνεται στην πνευματική ζωή. Όσοι καλλιεργούν, αυξάνουν. Όσοι
αμελούν, ακόμα και αν έχουν κάτι καλό το χάνουν διότι αποδεικνύονται
ανάξιοι της θεϊκής ευλογίας.
19,27. πλὴν τοὺς ἐχθρούς μου ἐκείνους, τοὺς μὴ θελήσαντάς με βασιλεῦσαι ἐπ᾿ αὐτούς, ἀγάγετε ὧδε καὶ κατασφάξατε αὐτοὺς ἔμπροσθέν μου.
Μετά την εξήγηση της ενέργειάς του ο άρχοντας της παραβολής δεν
λησμονεί να τιμωρήσει τους συμπολίτες του που δεν ήθελαν να του δοθεί η
βασιλική εξουσία. Η κινητοποίηση τους και η προσπάθεια να ματαιώσουν την
εξουσία του (στ.14) αποκάλυψε την εχθρική τους διάθεση έναντι του
άρχοντα. Γι’ αυτό και δεν τους αποκαλεί πλέον πολίτες, αλλά εχθρούς και
με εχθρότητα τους αντιμετωπίζει. Δίδει, δηλαδή την εντολή «ἀγάγετε ὧδε»,
φέρτε τους εδώ, «καὶ κατασφάξατε αὐτοὺς ἔμπροσθέν μου», και να τους
κατασφάξετε μπροστά μου.
Στην εφαρμογή της παραβολής, η εντολή δίδεται από τον Κύριο Ιησού Χριστό και αφορά στην τιμωρία των συμπατριωτών του Ιουδαίων, οι οποίοι τον απέρριψαν, και όλων των αμετανόητων εχθρών του.
Την πρώτη εκπλήρωση του λόγου αυτού έζησαν οι Ιουδαίοι όταν το 70 μ.Χ. εισέβαλαν στα Ιεροσόλυμα τα ρωμαϊκά στρατεύματα με αρχηγό τον Τίτο και έκαναν φοβερές σφαγές και καταστροφές. Πραγματοποιήθηκε τότε εκείνο που ασυλλόγιστα ζήτησε το πλήθος, όταν απαιτούσε την σταύρωση του Ιησού: «τὸ αἷμα Αὐτοῦ ἐφ’ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν» (Μτθ. 27,25). Εκείνη η καταστροφή της Ιερουσαλήμ, αποτελεί προφητεία της μελλούσης κρίσεως, όπου θα τιμωρηθούν όλοι οι εχθροί του Ιησού Χριστού. Το χωρίο αποτελεί μια επιπλέον μαρτυρία για την μέλλουσα κρίση και την κόλαση. Κατά την Δευτέρα Παρουσία θα συντριβούν και θα τιμωρηθούν αυστηρά όλοι οι εχθροί του βασιλέως Χριστού. Δεν παρουσιάζει μόνον η Παλαιά Διαθήκη την αυστηρότητα του Θεού, παρατηρεί ο άγιος Αυγουστίνος. Και τα Ευαγγέλια μας διδάσκουν ότι θα κριθούν αυστηρά όσοι εμμένουν στην κακία τους.
Στην εφαρμογή της παραβολής, η εντολή δίδεται από τον Κύριο Ιησού Χριστό και αφορά στην τιμωρία των συμπατριωτών του Ιουδαίων, οι οποίοι τον απέρριψαν, και όλων των αμετανόητων εχθρών του.
Την πρώτη εκπλήρωση του λόγου αυτού έζησαν οι Ιουδαίοι όταν το 70 μ.Χ. εισέβαλαν στα Ιεροσόλυμα τα ρωμαϊκά στρατεύματα με αρχηγό τον Τίτο και έκαναν φοβερές σφαγές και καταστροφές. Πραγματοποιήθηκε τότε εκείνο που ασυλλόγιστα ζήτησε το πλήθος, όταν απαιτούσε την σταύρωση του Ιησού: «τὸ αἷμα Αὐτοῦ ἐφ’ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν» (Μτθ. 27,25). Εκείνη η καταστροφή της Ιερουσαλήμ, αποτελεί προφητεία της μελλούσης κρίσεως, όπου θα τιμωρηθούν όλοι οι εχθροί του Ιησού Χριστού. Το χωρίο αποτελεί μια επιπλέον μαρτυρία για την μέλλουσα κρίση και την κόλαση. Κατά την Δευτέρα Παρουσία θα συντριβούν και θα τιμωρηθούν αυστηρά όλοι οι εχθροί του βασιλέως Χριστού. Δεν παρουσιάζει μόνον η Παλαιά Διαθήκη την αυστηρότητα του Θεού, παρατηρεί ο άγιος Αυγουστίνος. Και τα Ευαγγέλια μας διδάσκουν ότι θα κριθούν αυστηρά όσοι εμμένουν στην κακία τους.
Η παρούσα ανάρτηση, βασίζεται
κατεξοχήν στο εξαιρετικό πόνημα του αείμνηστου καθ. Στέργιου Σάκκου,
«Ερμηνεία στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιον», τόμος Γ’ σελ. 107-119.
Επεξεργασία Ορθόδοξες Απαντήσεις – Σεπτέμβριος 2014