Παρασκευή 13 Ιουλίου 2018

Η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού

Στό «Σύμβολο τῆς Πίστεως», μετά ἀπό τά δύο πρῶτα ἄρθρα ἀκολουθοῦν ἄλλα τρία ἄρθρα, τά ὁποῖα ἀναφέρονται στήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, τά Πάθη Του, τόν Σταυρό Του, τήν Ἀνάστασή Του καί τήν Ἀνάληψή Του στούς οὐρανούς καί τόν ἐνθρονισμό Του στά δεξιά τοῦ Πατρός.
Ὁμολογοῦμε:

«Τόν δι’ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καί σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου καί ἐνανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε ὑπέρ ἡμῶν ἐπί Ποντίου Πιλάτου καί παθόντα καί ταφέντα. Καί ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, κατά τάς Γραφάς. Καί ἀνελθόντα εἰς τούς οὐρανούς καί καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός».

Ἡ ἑρμηνεία του εἶναι ἡ ἑξῆς:
«Αὐτός (ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ) γιά μᾶς καί γιά τήν δική μας σωτηρία κατῆλθε ἀπό τούς οὐρανούς καί σαρκώθηκε ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα καί τήν Μαρία Παρθένο καί ἐνηνθρώπησε. Καί σταυρώθηκε γιά μᾶς κατά τήν ἐποχή τοῦ Ποντίου Πιλάτου καί ἔπαθε καί τάφηκε. Καί ἀναστήθηκε κατά τήν τρίτη ἡμέρα, σύμφωνα μέ τίς Γραφές. Καί ἀνέβηκε στούς οὐρανούς καί κάθισε στά δεξιά τοῦ Πατρός».
Μέσα σέ λίγες φράσεις καταγράφηκε ὅλο τό μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, αὐτό πού διαφορετικά χαρακτηρίζεται ὡς μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας, πού σημαίνει τό πῶς ὠκονόμησε ὁ Θεός τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Αὐτό, βέβαια, ὑπονοεῖ τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας, οἱ ὁποῖοι μέ τήν παρακοή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τόν Θεό καί ἔχασαν τήν κοινωνία μαζί Του. Ἔτσι, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνηνθρώπησε γιά νά ἑνώση τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό, νά μετάσχη τῆς δόξης Του. Ὅπως ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τό πρωτότυπο τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι καί πάλι Αὐτός ἔπρεπε νά γίνη τό πρωτότυπο τῆς νέας δημουργίας του.
Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά διευκρινισθῆ, ὅσο τό δυνατόν πιό σύντομα, τί εἶναι ἡ κατάβαση τοῦ Χριστοῦ στήν γῆ καί στήν συνέχεια τί σημαίνει ἀνάβαση τοῦ Χριστοῦ στούς οὐρανούς καί ἐγκαθίδρυσή Του στά δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός.
Ἡ κάθοδος τοῦ Χριστοῦ στήν γῆ σημαίνει ὅτι προσέλαβε τό γήινο σῶμα, τό σῶμα τοῦ Ἀδάμ πού πλάσθηκε ἀπό τήν γῆ. Ἡ κάθοδός Του στόν Ἅδη σημαίνει ὅτι ἡ ψυχή τοῦ Χριστοῦ μαζί μέ τήν θεότητά Του εἰσῆλθε στό κράτος τοῦ θανάτου. Ἡ ἀνάσταση καί ἡ ἄνοδός Του στούς οὐρανούς σημαίνει τήν ἀποβολή τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν. Καί ἡ ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός καθέδρα σημαίνει τήν εἴσοδο καί τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως μέσα στήν δόξα τοῦ Πατρός. Αὐτό εἶναι ἕνα μεγάλο μυστήριο, τό ὁποῖο ἀναλύουν διεξοδικῶς, ὅσο εἶναι δυνατόν στά ὅρια τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Ἔπειτα, ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πρόσληψη ὅλης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἤτοι τοῦ σώματος, τῆς ψυχῆς, μέ τήν λογική καί τόν νοῦ, καί ἡ ἕνωσή της μέ τήν θεία φύση στήν ὑπόσταση τοῦ Λόγου. Δηλαδή, ἑνώθηκαν ἡ θεία μέ τήν ἀνθρώπινη φύση στόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά ὑποστοῦν οἱ δύο φύσεις ἀλλοίωση καί σύγχυση, καί χωρίς νά διαιρεθοῦν καί νά χωρισθοῦν ποτέ. Τό γράφει αὐτό θαυμάσια ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «Καί ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν. καί ἐθεασάμεθα τόν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρά πατρός, πλήρης χάριτος καί ἀληθείας» (Ἰω. α΄, 14).
Ὁ Χριστός σέ ὅλη τήν ζωή Του φανέρωσε τήν δόξα Του μέσα ἀπό τήν ἀνθρώπινη φύση Του. Κάθε φύση –θεία καί ἀνθρωπίνη– ἐνεργοῦσε μέ τήν ἑνότητα τῆς ἄλλης φύσεως. Δηλαδή, ὅταν ὁ Χριστός ἔμαθε ὅτι ὁ Λάζαρος, ἀπέθανε, τότε ἡ ἀνθρώπινη φύση ἔκλαψε, χωρίς νά χωρισθῆ ἀπό τήν θεία φύση. Καί ὅταν ὁ Χριστός πῆγε στό μνημεῖο, ἡ θεία φύση, ἡ θεότητά Του, ἀνέστησε τόν Λάζαρο, χωρίς νά χωρισθῆ ἀπό τήν ἀνθρώπινη φύση. Καί οἱ δύο φύσεις ἦταν ἑνωμένες στήν ὑπόστασή Του. Ἔτσι, ὁ Χριστός ἀνέστησε τόν Λάζαρο.
Ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ἔγινε μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα καί ἀπό τήν Παρθένο Μαρία. Εἶναι μιά ἄλλη σύλληψη πού εἶναι μοναδική στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος, γι’ αὐτό, κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, ὁ Χριστός εἶναι «τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον». Ἡ Παναγία ἦταν Παρθένος, στά Ἅγια τῶν Ἁγίων εἶχε φθάσει στήν θέωση, καί συνέλαβε τόν Χριστό ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. Καί αὐτό ἔγινε γιά τήν σωτηρία μας, γιά νά μᾶς θεραπεύση καί νά μᾶς ἐπαναφέρη στόν Θεό.
Ὁ Χριστός προσέλαβε ἄκρως καθαρή φύση, ἀλλά παθητή καί θνητή, γιά νά νικήση ἐπάνω στό σῶμα Του τόν διάβολο, τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο. Οἱ Πρωτόπλαστοι πλανήθηκαν ἀπό τόν διάβολο, ἁμάρτησαν καί πέθαναν. Ὁ Χριστός μέ τήν ἐναθρώπησή Του ἔκρυψε τήν θεότητά Του ὡς ἀγγίστρι κάτω ἀπό τό σῶμα Του καί ἔτσι πλάνησε τόν διάβολο, νίκησε τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο.
Αὐτό σημαίνει ὅτι τά Πάθη, ὁ Σταυρός καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀπέβλεπαν στήν νίκη τοῦ Χριστοῦ πάνω στόν διάβολο, τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο, καί αὐτό ἔγινε γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, ἡ σωτηρία μας δέν εἶναι κάτι τό ἀφηρημένο, ἀλλά ἡ θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἐπιστροφή του στόν Θεό.
Καί ἐνῶ αὐτά εἶναι μεγάλα θεολογικά γεγονότα, συγχρόνως εἶναι καί ἱστορικά, ἔγιναν κατά τήν ἐποχή πού Ρωμαῖος ἡγεμών στήν Παλαιστίνη ἦταν ὁ Πόντιος Πιλάτος. Ἡ θεολογία τῆς σωτηρίας μας ἔγινε μέσα στήν ἱστορία, καί ἡ ἱστορία καί ὁ κόσμος μεταμορφώνονται ἀπό τήν θεολογία. Ἐπίσης, ὅλα αὐτά τά σωτήρια γεγονότα ἔγιναν «κατά τάς γραφάς», δηλαδή προφητεύθηκαν ἀπό τούς Προφῆτες καί εἶναι γραμμένα στά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Τό μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί εἶναι μυστήριο τῆς σωτηρίας μας. Αὐτό ψάλλουμε σέ ὅλες τίς Δεσποτικές ἑορτές, ἀπό τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μέχρι τήν Ἀνάληψή Του στούς οὐρανούς. Δέν ὑπάρχει σωτηρία ἔξω ἀπό τόν Χριστό.
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ