Είναι σε όλους μας σήμερα γνωστός ο μυθιστορηματικός μάγος-παιδί Χάρυ
Πόττερ, της δασκάλας Τζόαν Ρόουλιγκ. Τα βιβλία και οι κινηματογραφικές ταινίες
του Χάρυ Πόττερ έχουν κερδίσει τις καρδιές εκατομμυρίων μικρών και μεγάλων σε
όλο το σημερινό κόσμο. Ακόμη και στην Ορθόδοξη Ελλάδα και Κύπρο έχει τεράστια
απήχηση μεταξύ των παιδιών και των εφήβων μας.
Επομένως, το θέμα είναι: Ποια είναι η απειλή από τον μικρό μάγο Χάρυ Πόττερ,
την οποία τα παιδιά μας αντιμετωπίζουν τώρα και τι θα γίνει στο μέλλον, αν
συνεχισθεί ο μαγικός και δαιμονικός αυτός καταιγισμός;
Όπως έχει διαπιστωθεί παγκοσμίως όσοι θαυμάζουν τον Χάρυ Πόττερ, θέλουν να
του μοιάσουν, να γίνουν μάγοι, να καλούν τα «καλά» ή τα «κακά» πνεύματα και
δυνάμεις, τους δαίμονες, για να τους βγάλουν από το αδιέξοδο, να αποδράσουν σε
ένα κόσμο μαγικό, πέρα από τα φαινόμενα και να αυτοβεβαιωθούν, δηλαδή να
αυτοσυνειδητοποιηθούν, αυτόθεωθούν, αυτοδικαιωθούν, αυτονομηθούν, να γίνουν θεοί
χωρίς την Χάρη του Θεού. Αυτό είναι το κυριότερο αμάρτημα και του Εωσφόρου
διαβόλου και των προπατόρων μας Αδάμ και Εύας.
Γιατί όμως τόσο πολύ τα νέα παιδιά και οι έφηβοι καταφεύγουν στον Χάρυ
Πόττερ; Διότι δεν νοιώθουν ασφάλεια πνευματική στην οικογένεια, δεν έχουν νόημα
ζωής, δεν βρίσκουν πρότυπα αγιότητος και ήθους μέσα στην οικογένεια, στο
σχολείο, στην κοινωνία, στην παρέα ακόμη και στον χώρο της Εκκλησίας πολλές
φορές, δεν τους βοηθάμε να ξεπεράσουν τα υπαρξιακά τους προβλήματα και να
απαντήσουν σε ερωτήματα όπως, ποιος με ερώτησε αν ήθελα να γεννηθώ μέσα στον
παράλογο, απερριμένο και αφιλόξενο αυτόν κόσμο κ.λ.π. .
Καταφεύγουν στον Χάρυ Πόττερ και στην μαγεία, για να βρούνε εκεί αυτό που
δεν τους προσφέραμε εμείς. Νομίζω ότι πρέπει να κάνουμε όλοι αυτοκριτική.
Επίσης χρειάζεται να γίνουμε πρότυπα αγιότητος και ήθους ορθοδόξου στα
παιδιά. Πώς θα γίνουμε; Με την ένωσή μας με τον Χριστό και το άγιο Σώμα Του,
την Ορθόδοξη Εκκλησία. Να τι μας λέγει επί του θέματος αυτού ο άγιος
Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου, Αγίου Όρους, Αρχιμανδρίτης Γεώργιος στο
βιβλίο του «Ορθοδοξία και Ουμανισμός – Ορθοδοξία και Παπισμός», εκδ. Ιεράς
Μονής Γρηγορίου, Αγίου Όρους 1996, σελ. 18-19: «Αληθινός παιδαγωγός του
ανθρώπου είναι αυτός που τον έπλασε και μάλιστα ο δημιουργός του Λόγος, που
λογοποιεί την ανθρώπινη ύπαρξη εξάγοντας την από την α-λογία.
Ο Λόγος παιδαγωγεί τον άνθρωπο σώζοντάς τον. Όλη η οικονομία του Λόγου
είναι κατ’ ουσίαν παιδαγωγία του ανθρώπου. Γράφει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στον
Παιδαγωγό του: «Ω της μακαρίου θρέμματα παιδαγωγίας· το καλόν της Εκκλησίας
πληρώσωμεν πρόσωπον και προς την αγαθήν προσδράμωμεν οι νήπιοι μητέρα, καν
ακροαταί του λόγου γενώμεθα, την μακαρίαν δοξάζωμεν οικονομίαν, δι’ ην
παιδαγωγείται μεν ο άνθρωπος, αγιάζεται δε ως Θεού παιδίον και πολιτεύεται με
εν ουρανοίς επί γης παιδαγωγούμενος, πατέρα σε εκεί λαμβάνει, ο επί γης
μανθάνει. Πάντα ο λόγος και ποιεί και διδάσκει και παιδαγωγεί.» (Κλήμεντος
Αλεξανδρέως, Παιδαγωγός, Γ’ ΧΙΙ, ΒΕΠΕΣ, τόμος 7ος, σελ. 231-232).
Παιδαγωγείται δε ο άνθρωπος με την οικονομία του Λόγου, διότι μόνον με
αυτήν προσλαμβάνεται, θεραπεύεται, μεταμορφώνεται, σώζεται, θεώνεται ο όλος
άνθρωπος. Κατά τον ίδιο Κλημέντα, «ο δε αγαθός παιδαγωγός, η σοφία, ο Λόγος του
Πατρός, ο δημιουργήσας τον άνθρωπον, όλου κήδεται του πλάσματος και σώμα και
ψυχήν ακείται αυτού ο πανακής της ανθρωπότητος ιατρός» (Κλήμεντος Αλεξανδρέως,
Παιδαγωγός, Α’ ΙΙ, ένθα ανωτέρω, σελ. 83).
Αλλά, η οικονομία του Σωτήρος φανερώνεται ή, κατά τον Άγιο Νικόλαο
Καβάσιλα, «σημαίνεται» στη Θεία Λειτουργία, όπου «τα εν τελετή των δώρων
γινόμενα εις την του Σωτήρος οικονομίας αναφέρεται πάντα» (Αγίου Νικολάου
Καβάσιλα, ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας).
Στην Θεία λειτουργία ως κέντρο της Εκκλησίας οικονομείται, παιδαγωγείται,
πληρώνεται (γεμίζει) ο άνθρωπος από τον Λόγο Χριστό, αφού κατά τον Κλημέντα ο
Λόγος δεν παιδαγωγεί εξωτερικά αλλά, προσφέροντας στον παιδαγωγούμενο άνθρωπο
τον εαυτό του ως τροφή, γάλα, άρτο, σώμα και άλλα: «Ω θαύματος μυστικού… ο
λόγος τα πάντα τω νηπίω και πατήρ και μήτηρ και παιδαγωγός και τροφεύς «Φάγεσθέ
μου» φησί «την σάρκα και πίεσθε μου το αίμα». Ταύτας ημίν οικείας τροφάς ο
Κύριος χορηγεί και σάρκα ορέγει και αίμα εκχεί και ουδέν εις αύξησην της
παιδίας ενδεί. Ω του παραδόξου μυστηρίου· αποδύσασθαι ημίν την παλαιάν και σαρκικήν
εγκελεύεται φθοράν, ώσπερ και την παλαιάν τροφήν, καινήν δε άλλως της Χριστού
διαίτης μεταλαμβάνοντας εκείνον ει δυνατόν, αναλαμβάνοντες εν εαυτοίς
αποτίθεσθαι και τον Σωτήρα ενστερνίσασθαι ίνα καταργήσωμεν της σαρκός ημών τα
πάθη» (Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Παιδαγωγός, Α’ VI, ένθα ανωτέρω, σελ. 99- 100).
Μπορούμε, λοιπόν, να αντιτάξουμε στην μαγεία του Χάρυ Πόττερ την οικονομία
και παιδαγωγία του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, αφού φυσικά γίνουμε πρότυπα ήθους
και αγιότητος για τα νέα παιδιά και αφού τους δώσουμε τροφή, γάλα, το Αίμα και
το Σώμα του Χριστού στη Θεία Λειτουργία. Αν όμως, προσπαθούμε μόνο με ηθικές
διδασκαλίες και λόγια ανεφάρμοστα από εμάς να τους πείσουμε ότι έχουμε δίκαιο
σε όσα πρεσβεύουμε, τότε θα αποτύχουμε παταγωδώς και θα τα ωθήσουμε περισσότερο
προς την μαγεία του Χάρυ Πόττερ.
Αναφέρονται πολλές περιπτώσεις παιδιών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, τα
οποία μετά το διάβασμα και την μύησή τους στη μαγεία είχαν εφιάλτες τρομερούς,
ακόμη και ξύπνιοι έβλεπαν ζωντανές δαιμονικές μορφές που τους προκαλούσαν
ανασφάλειες, φόβους, μίσος, κακά όνειρα κ.λ.π. .
Πρέπει να βοηθηθούν τα νέα αυτά παιδιά να επανέλθουν στην πνευματική τροχιά
της καθάρσεως από τα πάθη, της αποκτήσεως των αρετών, του φωτισμού του νου για
την κατανόηση των λόγων των όντων δηλαδή, των σκοπών για τους οποίους
εδημιουργήθηκε ο κόσμος, αισθητός και νοητός και τέλος της θεώσεως, της θέας
του ακτίστου φωτός.
Μπορούμε, επίσης, να τους αφιερώσουμε χρόνο από την οικογενειακή μας ζωή.
Τα παιδιά νοιώθουν ανασφάλεια, φόβο, ζόφο, σκοτισμό όταν οι γονείς δεν
ενδιαφέρονται για τα καίριά τους ζητήματα δηλαδή, πώς να ζήσουν πνευματική ζωή,
πώς θα ξεπεράσουν τον θάνατο κ.λ.π.. Ένας καλός πνευματικός πατέρας θα μπορούσε
να καθοδηγήσει διακριτικά τα νέα παιδιά σε αυτή την κρίσιμη φάση της ζωής τους.
Εδώ θα ήθελα να αναφέρω ένα περιστατικό ενδιαφέρον μεν αλλά, κατ’ εμέ πολύ
επικίνδυνο για να το συστήσει κανείς ως κάτι σίγουρο και επαινετό. Δεν πρέπει
κανείς να παίζει με τη φωτιά.
Το παιδί κάποιου ευλαβούς φιλαγιορείτη λαϊκού, εζήτησε από τον πατέρα του
να δει τις δύο κινηματογραφικές ταινίες του Χάρυ Πόττερ. Ο πατέρας του,
φοβούμενος ότι αν του αρνηθεί θα γίνει αντίδραση που θα προκαλούσε χειρότερη
κατάσταση, δέχθηκε να πάνε μαζί να δούνε τις δύο ταινίες. Μετά εζήτησε να του
αγοράσει και τα βιβλία του Χάρυ Πόττερ. Μετά από τις δύο ταινίες και την
ανάγνωση των βιβλίων του Χάρυ Πόττερ, ο πατέρας έκανε εποικοδομητικό διάλογο με
το παιδί του. Το έπαιρνε, φυσικά, από
μικρό στην Εκκλησία, του έλεγε να κοινωνάει, να αγαπά τον Θεό και τον πλησίον,
του αγόραζε παιδικά ορθόδοξα βιβλία κ.λ.π.. Έτσι το παιδί κατάλαβε με την Χάρη
του Θεού, τις προσευχές του πατέρα του ότι ο Χάρυ Πόττερ είναι «μία μεγάλη
ανοησία, ένα μεγάλο ψέμα, μία μεγάλη απάτη», όπως το ίδιο το παιδί είπε,
σύμφωνα βέβαια με τη μαρτυρία του πατέρα του, που μου την εκμυστηρεύτηκε.
Προσωπικά πιστεύω πως πρέπει να φανερώνουμε την καθαρότητα, την αγνότητα
και αγιότητα των Αγίων και της Παναγίας με τη δική μας ζωή και αγώνα, ώστε τα
νέα παιδιά που θα μας βλέπουν να μπορούν να βρουν εκείνη την πνευματικότητα που
αναζητούν τόσο πολύ και συνήθως δεν την βρίσκουν στον κόσμο που ζούμε. Πρέπει
να είμαστε σε θέση να πούμε με τον Απόστολο Παύλο: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς
καγώ Χριστού.» (να γίνεσθε μιμητές μου, όπως και εγώ εμιμήθηκα και
μιμούμαι τον Χριστό. Το ότι είσθε πιστοί
οφείλεται σε μένα), λέγει ο Απόστολος Παύλος. Επομένως έχω το δικαίωμα να σας
παρακαλέσω στο μέλλον διαρκώς να προσπαθείτε να γίνεσθε σαν εμένα. Αυτό
σημαίνει ότι όπως εγώ είμαι μετριόφρων, να είστε και εσείς, όπως υποφέρω, να
υποφέρετε και εσείς. Να καμαρώνετε όταν πάσχετε βάσανα και όχι για τα χαρίσματα
που τυχόν έχετε.
Επομένως, αν γινόμαστε μιμητές των Αποστόλων και των αγίων, είναι γιατί
πρωτύτερα εκείνοι μιμήθηκαν τον Χριστό, ο οποίος είναι το μοναδικό και
αναντικατάστατο πρότυπό μας, σύμφωνα με την ίδια την διδασκαλία του Χριστού. –
Βλέπε Α΄ Κορινθίους 4,16 και 11,1. – Αρχιμ. Τιμοθέου Κιλίφη, Επιστολές Παύλου
και Επτά Καθολικές, τόμος Β’, Αθήνα Ιανουάριος 2000, σελ. 190 και 227.