Γράφει ἡ Δρ. Μαρία – Ἐλευθερία Γ. Γιατράκου
Το 1ον ΕΔΩ
2ον
Ἀπὸ τὴν πολυάριθμη αὐτὴ οἰκογένεια ἀναδύθηκε καὶ βγῆκε στὸ κλαρί, στὰ 1640 περίπου ὁ περίφημος ἀρματολός, καπετὰν Γιάννος Μελᾶς, ποὺ ἀνέπτυξε μεγάλη δράση στὴν Ἤπειρο, ὅπως μαρτυρεῖ καὶ τὸ δημοτικὸ τραγούδι «ἐβγῆκε ὁ Γιάννος στὰ βουνά…» μέχρι πού, ὕστερα ἀπὸ μερικὰ χρόνια βρῆκε ἡρωικὸ θάνατο πολεμώντας τοὺς Τούρκους. Οἱ ὑπόλοιποι Μελάδες χωρίστηκαν σὲ δύο κλάδους καὶ ξενιτεύτηκαν στὴ Μόσχα καὶ τὴν Αὐστρία. Ὁ κλάδος τῆς Αὐστρίας ἀκολούθησε κι’ ἐκεῖ τὴ στρατιωτικὴ παράδοση τῆς οἰκογενείας καὶ πολλὰ μέλη του ἀνέβηκαν σὲ μεγάλα ἀξιώματα. Ὁ Μιχαὴλ Μελᾶς ἔφθασε τὸ 1794 τὸ βαθμὸ τοῦ στρατάρχη καὶ τιμήθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Φρειδερῖκο μὲ τὸν τίτλο τοῦ βαρώνου. Ὁ βαρῶνος Μιχαὴλ Φρειδερῖκος – Βενέδικτος Μελᾶς ἀνέπτυξε σημαντικὴ δράση στοὺς ἀγῶνες κατὰ τοῦ Ναπολέοντα. Ἦταν διοικητὴς τῶν αὐστροουγγρικῶν στρατευμάτων στὴν περίφημη μάχη τοῦ Μαρέγκο. Πέθανε στὴ Βοημία τὸ 1806. Ποτὲ δὲ λησμόνησε τὴν ἑλληνικὴ καταγωγή του καὶ τὴν ἰδιαίτερή του πατρίδα. Μετὰ τὸ θάνατό του βρέθηκε Χάρτης τῆς Ἠπείρου ποὺ εἶχε συνταχθεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο[5].
Οἱ Μελάδες τῆς Ρωσίας διέπρεψαν στὸ ἐμπόριο τῶν γουναρικῶν, συγκέντρωσαν μεγάλη περιουσία κι’ ἔφθασαν σὲ μεγάλη οἰκονομικὴ ἀκμή. Προσέφεραν σημαντικὲς ὑπηρεσίες στὴ ρωσικὴ αὐτοκρατορία, γιὰ τὶς ὁποῖες τοὺς ἀπένειμε τίτλους εὐγενείας ἡ Αἰκατερίνη ἡ Μεγάλη. Παρὰ τὸν πλοῦτο καὶ τὴ δόξα τους ποτὲ δὲ λησμόνησαν τὴ φτωχὴ καὶ ὑποδουλωμένη πατρίδα τους. Διέθεταν τεράστια ποσὰ γιὰ κοινωφελεῖς σκοποὺς σ’ ὁλόκληρη τὴν Ἤπειρο καὶ ἰδιαίτερα στὰ Γιάννενα. Ἀκόμα καὶ σήμερα μεταξὺ Σουλίου καὶ Ἰωαννίνων σῴζονται ἀρκετὲς βρύσες μὲ τὴν ὀνομασία «οἱ βρύσες τοῦ Μελᾶ». Ἐξάλλου οἱ Μελάδες φέρουν στὰ Γιάννενα τὸν τιμητικὸ τίτλο τοῦ «ἐλευθέτου», ποὺ δινόταν σ’ ὅσους διέθεταν μεγάλα ποσὰ γιὰ ἀγαθοεργίες.
Ὁ κλάδος ὅμως τῶν Μελάδων τῆς Πόλης κατέχει τὸ προβάδισμα σὲ ἀγαθοεργίες, σὲ οἰκονομικὲς καὶ ἀνθρώπινες θυσίες. Δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Λέοντα Μελᾶ, ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὴν Ρωσία στὴν Πόλη, γιὰ νὰ διεκδικήσει τὴν ἀπόδοση τῆς περιουσίας τῶν Ἰωαννίνων ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἔμεινε ἐκεῖ, ἀσχολήθηκε μὲ τὸ ἐμπόριο καὶ ἀπόκτησε μεγάλη φήμη καὶ πλοῦτο. Ἔστελνε στὰ Γιάννενα τεράστια ποσὰ γιὰ τοὺς φτωχούς, τοὺς φυλακισμένους καὶ τὰ νοσοκομεῖα. Κι’ ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 18ου αἰώνα πῆρε σημαντικὴ θέση στὴ φαναριώτικη ἀριστοκρατία. Στὴν προεπαναστατικὴ ἐποχὴ καὶ κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Ἀγώνα, βρίσκουμε πολλοὺς Μελάδες ἀπὸ τὸν κλάδο τῆς Πόλης στὸ προσκήνιο. Ὁ γιὸς τοῦ ἱδρυτῆ τοῦ κλάδου Γεώργιος Μελᾶς (1785 – 1856) ὑπῆρξε ἀπὸ τὰ δραστηριότερα μέλη τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, στενὸς συνεργάτης τοῦ Ἐμμανουὴλ Ξάνθου. Ὁ ἴδιος εἶχε μυήσει ὅλους τοὺς συνεργάτες καὶ ὑπαλλήλους του καὶ εἶχε μεταβάλει τὸ σπίτι του σὲ ἀποθήκη ὅπλων γιὰ τὸν Ἀγῶνα[6]. Στοὺς διωγμοὺς ποὺ ἀκολούθησαν τὸν ἀπαγχονισμὸ τοῦ ἐθνομάρτυρος Γρηγορίου τοῦ Ε΄ κινδύνευσε νὰ συλληφθεῖ ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Κατόρθωσε νὰ ξεφύγει στὴ Ρωσία μὲ τὰ τέσσερα παιδιά του. Οἱ Τοῦρκοι λεηλάτησαν τὰ καταστήματά του καὶ δήμευσαν τὴν τεράστια περιουσία του. Ὁ ἴδιος ἔφθασε στὴν Ὀδησσό, κρυμμένος στὸ ἀμπάρι ἑνὸς πλοίου κι’ ἔζησε πάμπτωχος πουλώντας μερικὰ κοσμήματα τῆς γυναίκας του, ποὺ μπόρεσε νὰ διασώσει. Ἦλθε στὴν Ἑλλάδα ἐπὶ Καποδίστρια καὶ ὑπηρέτησε σὲ διάφορες διοικητικὲς θέσεις μέχρι τὸ 1839, ὅποτε ξαναγύρισε στὴν Πόλη καὶ ἀσχολήθηκε πάλι μὲ τὸ ἐμπόριο[7].
Ὁ νεότερος ἀδελφός του Ἰωάννης (1789 – 1834) ἦταν ἐγκατεστημένος στὰ Γιάννενα. Μετὰ τὴ μεγάλη πυρκαϊὰ ποὺ ξέσπασε ἐκεῖ στὶς 25 Αὐγούστου τοῦ 1820, ἔφυγε μὲ τὸ Μᾶρκο Μπότσαρη, ἀδελφὸ τῆς μητέρας του, γιὰ τὸ Σούλι καὶ ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε στὴν Κέρκυρα. Διωγμένος ἀπὸ τὸ γνωστὸ γιὰ τὸ μισελληνισμό του Ἄγγλο ἁρμοστὴ Μαίτλαντ, πῆγε στὴν Ἰταλία παίρνοντας μαζὶ καὶ τὴν οἰκογένεια τοῦ θείου του. Μὲ τὴν ἔκρηξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης ξαναγύρισε στὴν Ἑλλάδα καὶ πολέμησε μὲ τὸ Μᾶρκο Μπότσαρη. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ θείου του ἀκολούθησε τὸν Καραϊσκάκη. Πῆρε μέρος στὴν ἡρωικὴ ἀντίσταση τοῦ Μεσολογγίου. Στὴ θρυλικὴ ἔξοδο σώθηκε ὡς ἐκ θαύματος, περνώντας τὴ λίμνη μὲ τὰ πόδια. Σημαντικὲς ὑπηρεσίες προσέφερε κατόπιν ὡς «Τοποτηρητὴς τοῦ Γενικοῦ Φροντιστηρίου» στὴ συγκέντρωση τῶν προσόδων τῆς Ἀνατολικῆς Ἑλλάδας. Στὴ θέση αὐτὴ τὸν διόρισε ὁ ἀρχιστράτηγος Ριχάρδος Τζώρτζ.
Εἶναι χαρακτηριστικὰ τῆς ἀκεραιότητας τοῦ Ἰωάννη Μελᾶ, ὅσα εὔφημα ἔγραψε γι’ αὐτὸν ὁ Τζώρτζ, κατὰ τὴν ἀνάθεση σ’ αὐτὸν μίας τόσο σπουδαίας θέσης: «Σᾶς ἐπιφορτίζω», τοῦ ἔγραφε, «αὐτὸ τὸ ἐπάγγελμα, διότι εἶμαι πεπεισμένος διὰ τὴν τιμιότητα τοῦ χαρακτῆρος σας, τὸν ζῆλον καὶ τὸν πατριωτισμόν σας…». Κι’ ἡ τιμητικὴ αὐτὴ ἐπιλογὴ δείχνει τὴν ἐκτίμηση καὶ ἐμπιστοσύνη ποὺ ἔτρεφε ἡ Διοίκηση στὸ πρόσωπό του. Ἐπὶ Καποδίστρια ὑπηρέτησε καὶ ὡς διοικητὴς Ναυπάκτου, Πατρῶν καὶ Βοστίτσας καὶ ἐπὶ Ὄθωνος ὡς ἔπαρχος Γυθείου. Ὁ νεότερος ἀδελφὸς τοῦ Ἰωάννη, Παῦλος (1789 – 1826) ὑπῆρξεν περισσότερον ἐνθουσιώδης καὶ φλογερὸς πατριώτης[8]. Σὲ πολὺ νεαρὴ ἡλικία μυήθηκε στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία καὶ μὲ τὶς πρῶτες εἰδήσεις κατέβηκε στὴν ἐπαναστατημένη Ἑλλάδα γιὰ τὸ μεγάλο ξεσηκωμό. Πῆρε μέρος σ’ ὅλες τὶς μάχες ποὺ ἔδωσε τὸ Σῶμα τοῦ θρυλικοῦ θείου του, Μάρκου Μπότσαρη, καὶ μετὰ τὸ θάνατό του, τὸν βρίσκουμε μὲ τὸν Καραϊσκάκη.
Πολέμησε καὶ στὸ Μεσολόγγι, ὅπου βρῆκε τελικὰ ἔνδοξο τέλος κατὰ τὴν πολυθρύλητη ἔξοδο.
Ὁ πατέρας τοῦ πρωτομάρτυρα τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα, Μιχαὴλ Μελᾶς, διάλεξε νὰ δώσει στὸν πρωτότοκο γιό του τὸ ὄνομα τοῦ δοξασμένου προγόνου του, λὲς καὶ προαισθανόταν ὅτι κι’ αὐτὸς θὰ εἶχε τὴν ἴδια μοῖρα στὴν ἱστορία τοῦ ἀγώνα καὶ τῆς θυσίας γιὰ τὴν πατρίδα.
Αὐτὴ τὴ φωτεινὴ βιοτροχιὰ διέγραψε ἡ ἱστορικὴ οἰκογένεια Μελᾶ ἀπὸ τὴν ἐμφάνισή της στὸ προσκήνιο τῆς ἱστορίας μέχρι τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821[9].
Ἡ οἰκογένεια ὅμως δὲν ὑστέρησε καὶ μετὰ τὴ δημιουργία τοῦ μικροῦ ἑλληνικοῦ κράτους. Πάντοτε πρωτοπόρος σὲ κάθε ἐκδήλωση ἐθνικῆς, πολιτικῆς καὶ κοινωνικῆς δράσης. Κι’ ὁ Λέων Μελᾶς, γιὸς τοῦ Γεωργίου (1812 – 1879) σπούδασε Νομικὰ στὴν Ἰόνιο Ἀκαδημία καὶ μετὰ συνέχισε σπουδὲς στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Πίζας. Τὸ 1833 ἦλθε στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ 1835 διορίσθηκε εἰσαγγελέας στὴ Σύρο, σὲ ἡλικία 23 ἐτῶν. Ἔγινε στὴ συνέχεια ἀντιεισαγγελέας τοῦ Ἀρείου Πάγου καὶ σὲ ἡλικία μόλις 26 ἐτῶν Καθηγητὴς τοῦ Ποινικοῦ Δικαίου στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν. Σὲ ἡλικία 29 ἐτῶν ἀναλαμβάνει τὸ Ὑπουργεῖο Δικαιοσύνης καὶ τὸν ἑπόμενο χρόνο τὸν βρίσκουμε Ὑπουργὸ Δικαιοσύνης καὶ Παιδείας[10]. Τὸ 1845 ἀποσύρεται στὸ Λονδίνο. Ἀσχολεῖται μὲ τὸ ἐμπόριο καὶ ἐπιδίδεται στὴ συγγραφὴ ἔργων σχετικῶν μὲ τὴ διαπαιδαγώγηση τῆς νεολαίας. Εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ περίφημου «Γεροστάθη», μὲ τὶς διηγήσεις τοῦ ὁποίου γαλουχήθηκαν γενεὲς ὁλόκληρες κι’ εἶχε τὸ βιβλίο αὐτὸ τὴ μεγαλύτερη κυκλοφορία ἀπὸ ὅλα τὰ βιβλία τῆς ἐποχῆς τους[11].
Ὅταν ὁ Λέων Μελᾶς ξαναγύρισε στὴν Ἑλλάδα ἐξελέγη Πρόεδρος τῆς Φιλεκπαιδευτικῆς Ἑταιρείας, τὸ 1863 ἀνεξάρτητος βουλευτὴς καὶ τὸ 1866 ἀνέλαβε τὴν προεδρία τῆς Ἐπιτροπῆς ἐνίσχυσης τοῦ κρητικοῦ ἀγώνα. Συνέβαλε τὰ μέγιστα στὸν ἀγῶνα τῆς ἡρωικῆς Μεγαλονήσου.
Σημειώσεις:
[5] Βλ. σχετικά, Μαραβελέα, Παῦλος Μελᾶς, ἡ ζωή, ἡ δράση καὶ ὁ δοξασμένος θάνατος τοῦ Πρωτομάρτυρος τῆς Μακεδονικῆς ἐλευθερίας, Θεσσαλονίκη 1959, σελ. 12. (Τὴν παρουσίαση τῶν βιογραφικῶν τῆς οἰκογένειας Μελᾶ ὀφείλουμε στὸ ἔργο αὐτὸ τοῦ Γ. Ἀ. Μαραβελέα).
[6] Βλ. ὅ.π., σελ. 12 καὶ 13
[7] Βλ. ὅ.π., σελ. 14
[8] Βλ. ὅ.π., σελ. 15
[9] Βλ. ὅ.π., σελ. 15
[10] Βλ. ὅ.π.
[11] Βλ. ὅ.π., σελ. 16