Γράφει ο ὁ Ἀρχιμανδρίτης π. Νεκτάριος Ζιόμπολας
Ἡ παραδοσιακὴ θέση θεωρεῖ τὴν ὁμοφυλοφιλία ὡς εἶδος ἀρρώστιας ἢ στὴν καλύτερη περίπτωση ὡς μία ἐκδήλωση διαταραγμένης προσωπικότητας. Τέτοιες ἀπόψεις στηρίζονται σὲ ἰατρικὰ συγγράμματα· ὅ,τι ἀποτελεῖ ψυχοπαθολογικὴ ἐκδήλωση, εἶναι μία παρέκκλιση ἀπὸ τὸν βιολογικὸ κανόνα, δηλ. δὲν προάγει τὴν ἀναπαραγωγὴ τοῦ εἴδους.
Ἕνα χαρακτηριστικὸ τῶν ὁμοφυλοφίλων εἶναι ἡ ἐπίμονη ἐμπλοκή τους σὲ σαρκικὲς δραστηριότητες ὡς ψυχαναγκαστικὴ καὶ ὡς ἐκ τούτου παθολογία. Αὐτὴ ἡ ἄποψη ἔχει ὁδηγήσει στὴν ἐντύπωση ὅτι οἱ γκέϊ ἀσχολοῦνται συνεχῶς μὲ τὴ σάρκα, ἀλλάσσουν συντρόφους καὶ εἶναι ἀνίκανοι νὰ συγκεράσουν συναισθηματικὲς καὶ σαρκικὲς ἀνάγκες. Ὑπάρχουν μελέτες ποὺ διερευνοῦν πιθανότητα ἀνάπτυξης ψυχοπαθολογίας σὲ ἄτομα τῶν γκέϊ. Οὕτω διατρέχουν κίνδυνο αὐτοκτονικῆς ἀγχώδους διαταραχῆς καὶ ἐξάρτηση καὶ ἀπὸ νικοτίνη. Οὕτω πὼς ἄνδρες καὶ γυναῖκες εἶναι καὶ νευρωτικοί, ναρκισσιστικοὶ μὲ διαταραχὲς στὴν ταυτότητα τοῦ φύλου.
Κατὰ βάθος ἔχουμε δύο εἰδῶν γκέϊ. Τοῦ ἄλλου εἴδους εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ τὸ ἔχουν ὡς ἑπτασφράγιστο μυστικό. Ἀνήκει εἰς τὰ προσωπικά τους καὶ τὸ γνωρίζουν αὐτοὶ μὲ τοὺς ὁποίους συναγελάζονται. Ἔστω καὶ δὲν δημιουργοῦν πρόβλημα. Καὶ οἱ γνωστοὶ καὶ θρασεῖς ποὺ φέρονται προκλητικὰ διαφημίζουν τὴν τόσην ἀδυναμίαν των νὰ τὴν κάνουν γνωστὴ καὶ στοὺς ἄσχετους πολίτες.
Ἐρωτᾶται ποιὸς κλέπτης κάνει γνωστὴ τὴν ἐνοχή του; Ποιὸς μοιχὸς διαλαλεῖ τὰ χάλια του; Μὲ τὸ ὅτι δὲ πῆραν μὲ τὸ μέρος τους καὶ πολιτικούς, ἀπαιτοῦν νὰ ἔχουν οἱ κοῦκκοι τὰ δικαιώματα ποὺ ἔχουν οἱ ὄντες οἰκογένειες· ὁποία ἀντινομία καὶ κατὰ τῶν πολιτικῶν!
Ἀπὸ τὰ ἠθικὰ Εὐδήμια τοῦ Ἀριστοτέλους: «πολλὰ γὰρ οὔτε κατὰ φύσιν οὔτε μαθοῦσιν, ἀλλ’ ἐθισθεῖσιν ὑπάρχει τοῖς ἀνθρώποις, φαῦλον μὲν τοῖς φαύλοις ἐθισθεῖσιν, χρηστὰ δὲ τοῖς χρηστοῖς». Ὄχι λοιπὸν φυσικὸ τὸ πάθος, ἀλλὰ ἀπόκτημα στὸ διάβα τῆς ζωῆς.
Ὁ Φρόϋντ εἰς τὴν ψυχανάλυσιν: Εἶχα τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν ὑπομονὴν μελέτης. Ποιὸς θὰ περίμενε ὅτι ὁ γνωστὸς ψυχίατρος μὲ τὶς γνωστὲς ἐλεύθερες θέσεις μεταξὺ ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, μὲ τὴν γνωστὴ Libido – ἡδονή, ὅτι θὰ εὑρίσκετο μετωπικὰ ἀντίθετος μὲ παραφύσιν σχέσεις καὶ συνουσίες; Καὶ τοῦτο διότι οἱ σχέσεις αὐτὲς πέραν τῶν ἄλλων μεῖον, «ἐπιζητοῦν ἀνεξάρτητη ἀπόλαυση ἄσχετη μὲ τὴν ἀναπαραγωγὴ» ἐντὸς τοῦ ὄντως γάμου, παραμερίζοντας τὴν λειτουργία τῆς ἀναπαραγωγῆς. Τὸ κρίσιμο σημεῖο στὴν ἀνάπτυξη τῆς σεξουαλικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ὑποταγὴ στοὺς σκοποὺς τῆς παιδοποιΐας. Ὅ,τι συμβαίνει πρὶν ἀπ’ αὐτὴ τὴν ὑποταγὴ καὶ μὲ ἐπιδίωξη μονάχα τὴν ἀπόλαυση, στιγματίζεται μὲ τὸ ὄνομα «διαστροφή». Ἡ ζωή τους παρεκκλίνει κατὰ τὸν ποιὸ χαρακτηριστικὸ τρόπο. Αὐτοὶ οἱ «διεστραμμένοι» ἔχουν ἐξοστρακίσει τὴν διαφορὰ τῶν φύλων στὴ ζωή τους. Σ’ αὐτοὺς μονάχα τὸ δικό τους φῦλο προκαλεῖ ἕλξη. Αὐτοί, τόσο γνωστό, λέγονται ὁμοφυλόφιλοι. Αὐτοὶ προσπαθοῦν νὰ πετύχουν τοὺς δικούς τους σκοποὺς ξεπερνώντας τὴν πρωκτικὴ ἀποστροφή. Τὸ σεξουαλικὸ ἀναφέρεται στὴν τόση διαφορὰ μεταξὺ τῶν φύλων. «Τώρα ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντι σ’ αὐτὲς τὶς ἀσυνήθεις μορφὲς τῆς ἱκανοποίησης; Ἡ ἀγανάκτηση καὶ ἡ ἔκφραση τῆς προσωπικῆς ἀποστροφῆς, ὅτι ἐμεῖς δὲν τρέφουμε τέτοιες ὀρέξεις» Σίγκμοντ Φρόϋντ. «Εἰσαγωγὴ εἰς τὴν ψυχανάλυσιν» Γκοβόστη σ. 260-3, 270 σ.
Ὁ Ἀκαδημαϊκὸς Ν. Λούβαρις: «Τὸ ὅλος χυδαῖον τοῦ παραφύσιν κυριαρχεῖ ἐν αὐτοῖς κατὰ τρόπον τρομακτικόν… Ὀνειροπόλοι κινήσεις νέων πρωτίστως στηρίζονται ἐπὶ τοῦ αἰσθητικοῦ θελγήτρου».
Τὸ ἔνστικτον εἶναι οὐτοπία νὰ θεωρηθῆ ὅτι ὑπάρχει ὡς ἀνεξάρτητος τάχα δύναμη καὶ λειτουργία. Τελεῖ σὲ στενὴ συνάρτησει καὶ ὡς διανοητικὴ συναισθηματικὴ καὶ βουλητικὴ σφαῖρα. Εἰς τὸν ἔλεγχον τῶν παθῶν φθάνει σὲ ἀκολασία.
Ὑπαρξιακὸν κενὸν καὶ σαρκικαὶ σχέσεις
Ὁ ἰατρὸς Viktor Ivanki (1905-1997), ψυχίατρος τοῦ 20ου αἰῶνος, Καθηγητὴς τοῦ Παν. Βιέννης, μελετητὴς τοῦ Carl Jung, ποὺ πολλὰ ὑπέστη ἀπὸ τὸν χιτλερισμό. Βιβλία του ἔχουν μεταφραστεῖ ὥς καὶ τὴν Ἰαπωνική, Κινεζική. Ἔδωκε διαλέξεις σὲ Παν. Ἀμερικῆς. Εἶναι ἱδρυτὴς τῆς Τρίτης Σχολῆς ψυχοθεραπείας τῆς Βιέννης τῆς ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ. Ἀπὸ τὸ βιβλίο του ποὺ μεταφράστηκε στὰ Ἑλληνικά: Περὶ ὑπαρξιακοῦ κενοῦ. Μία στατιστικὴ μελέτη ἀπὸ τὸ νευρολογικὸ τμῆμα τῆς πολυκλινικῆς τῆς Βιέννης. Ἡ μελέτη ἀπεκάλυψε ὅτι τὸ 55% τῶν προσώπων, ποὺ ἐρωτήθηκαν, παρουσίαζαν ἔντονο ὑπαρξιακὸν κενόν. Μὲ ἄλλα λόγια οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς μισοὺς ἔνοιωθαν ὅτι ἔχασαν τὸ συναίσθημα, ὅτι ἡ ζωὴ δὲν ἔχει νόημα καὶ σκοπό. Σήμερα τὸ κενό; Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἡ ὑπαρξιακὴ ἀπαγοήτευση συχνὰ καταλήγει καὶ στὴν σαρκικὴ ἀναπλήρωση. Στὸ ὑπαρξιακὸ κενό, ἡ ὁρμὴ ἀποχαλινοῦται!
* * *
Καιρὸς εἶναι νὰ πάρει τὸν λόγο ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος ὑπεράνω ὅλων πολλαπλῶς στιγματίζει, ἐλέγχει ἀλλὰ καὶ συμπάσχει μὲ τὴν κατάντια στὸ παρὰ φύσιν πάθος – διαστροφή. Κατ’ ἀρχὴν χαρακτηρίζει σὲ βάθος τὸ σύντομο ρητὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «…Διὰ τοῦτο παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς πάθη ἀτιμίας. Αἱ γὰρ θήλειαι αὐτῶν μετήλλαξαν τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παραφύσιν, ὁμοίως δὲ οἱ ἄρσενες ἀφέντες τὴν φυσικὴν χρῆσιν τῆς θηλείας ἐξεκαύθησαν ἐν τῇ ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρσενες ἐν ἄρσεσι τὴν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι» (Ρωμ. Α΄ 26-27).
Εἶχε γνώση ὁ Παῦλος τὸ τί συνέβαινε στὰ θέματα αὐτὰ στὴν ἔνοχη Ρώμη – Ἰταλία.
Καυστικὲς φράσεις διὰ ἄνδρες καὶ γυναῖκες λαμβάνει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος καὶ καίρια καὶ τολμηρὰ τὶς ἀναλύει.
Δὲν εἶπε ἁπλῶς ἐπεθύμησαν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἀλλὰ ὅτι «ἐξεκαύθησαν» καὶ ὑπερέβησαν τοὺς φυσικοὺς νόμους σὲ ἀλλόκοτες πράξεις. Δὲν εἶπε παρασύρθηκαν ἀλλὰ τί; «Κατεργαζόμενοι» τὴν παρὰ φύσιν πρᾶξιν. Ἔθεσαν ὄχι ἁπλῶς ἔργον, ἀλλὰ ἐσπουδασμένον. Ἔφθασαν εἰς τὴν αἰσχύνην καὶ ἐντροπήν.
Καὶ ὁ Χρυσόστομος: «Τὸν φυσικὸν δεσμὸν ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς τὸν διέκοψαν, ὥστε τῷ μὴ σπείρεσθαι, ἀλλὰ τὸ ἀνθρώπινον γένος διαλῦσαι, ἐφ’ ὅσον μὲ σχέσεις «ἄρσενες ἐπὶ ἄρσεσι» τὸ ἀνθρώπινον γένος στασιάζειν», τελειώνει.
Καὶ τοῦτο εἰς τὸ ὅλο θέμα τῆς ἀρσενοκοιτίας ὅτι: «Οὐ δὲ ἴσασιν ἐν οἷς εἰσιν. Οὐ γὰρ ἀπὸ τῶν νοσούντων, ἀλλ’ ἀπὸ τῶν ὑγιαινόντων δεῖ φέρειν τοὺς ψήφους». (Ἐνεστὼς τοῦ ρήματος οἶδα, γνωρίζω). Τὸ χάλι τους ἀναφέρει, ὅτι ἔχοντες τὸ φρικτὸ πάθος δὲν γνωρίζουν τί ζωὴ ζοῦν μὲ τὶς παρὰ φύσιν σχέσεις. Ὅτι εἶναι ξέχωρη παραφωνία στὸ κοινωνικὸ σύνολο. «Ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα αἱ πορνευόμεναι γυναῖκες πάσχουσι, ταῦτα καὶ οὗτοι. Μᾶλλον σὲ ἐκείνων ἀθλιώτερα. Ταῖς μὲν (γυναῖκες) ἐὰν καὶ παράνομος, ἀλλὰ κατὰ φύσιν ἡ μίξις, οὗτοι δὲ καὶ παράνομο καὶ παρὰ φύσιν (οἱ γκέϊ). Ἐὰν δὲ μὴ γέεννα ὑπάρχει μηδὲ κόλασις ἠπειλεῖτο, τοῦτο πάσης κολάσεως χεῖρον εἶναι. Τούτους ἐγὼ καὶ ἀνδροφόνων εἶναι χείρους λέγω· καὶ γὰρ βέλτιον ἀποθανεῖν ἢ ζωὴν ὑβριζόμενος οὕτως».
Ὥστε ὁ ἱ. Χρυσόστομός τοὺς χαρακτηρίζει «καὶ ἀνδροφόνων χείρους». Οἱ τοιοῦτοι λοιπὸν καταστρέφουν σῶμα καὶ ψυχή. Τὴν ψυχὴν ἠθικῶς, τὸ σῶμα «μολυσματικῶς». Οὐδὲν ἴσον τῆς παρανομίας ταύτης. Ὄντως ναδὶρ πωρώσεως. «Οὐδὲ γὰρ τοῦτο λέγω μόνον ὅτι γέγονες γυνή, ἀλλ’ ὅτι ἀπώλεσας καὶ τὸ εἶναι ἀνήρ… ἐγένου προδότης καὶ παρὰ ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ἄξιος ἐλαύνεσθαι καὶ καταλεύεσθαι» (κάποτε καὶ διὰ σκληροῦ λιθοβολισμοῦ).
«Τί γὰρ ἀνδρὸς πεπορνευμένου μυσαρώτερον, τί δὲ ἐναγέστερον; Ὢ τῆς μανίας! Ὢ τῆς παραπληξίας. Πόθεν εἰσεκώμασεν ἐπιθυμία αὕτη; …Ὢ τῶν ἀλόγων ὑμεῖς ἀναοητότεροι, καὶ τῶν κυνῶν (σκύλων) ἀνεδέστεροι! Οὐδαμοῦ γὰρ τοιαύτη μίξις παρ’ ἐκείνοις ἀλλ’ ἐπιγνώσκει τοὺς ἰδίους ὅρους ἡ φύσις. Ὑμεῖς δὲ καὶ τῶν ἀλόγων ἀτιμότερον τὸ γένος εἰργάσασθε τὸ ὑμέτερον καθυβρίζοντες. Πόθεν οὖν ταῦτα ἐτέχθη τὰ κακά; Ἀπὸ τρυφῆς καὶ τὸ μὴ εἰδέναι Θεόν».
Καὶ τοῦτο ἔχει συμβεῖ. Θηλυκιὰ φοράδα εἶχε ἀποκτήσει ὁ χωρικὸς καὶ μὲ ξένο ἀρσενικὸ εἶχε ἀποκτήσει ἀρσενικό. Ὡσὰν νὰ ἤθελε νὰ ἀποκτήσει καὶ θηλυκό. Ὁ χωρικὸς μὲ ροῦχο πὼς ἔκλεισε τὰ μάτια τῆς φοράδας καὶ τὴν ἄφησε ἔτσι «τυφλή». Πέρασε διάστημα ποὺ ἤθελε καὶ σὲ ἄγνοιά της συνῆλθε μὲ τὸ δικό της ἀρσενικό. Ὅταν τοῦτο κατάλαβε, ἔπεσε πάνω του καὶ τὸν κατασπάραξε. Μὲ τὶς φωνές του ἔφθασαν γείτονες καὶ τὸν ἔσωσαν, ὅμως βαρειὰ τραυματισμένο.
…«Διὰ τοῦτο δεῖ πάντοτε προσεύχεσθαι, δακρύειν καὶ θρηνεῖν, ὅπως ρύσηται ἡμᾶς ὁ Κύριος παντὸς κακοῦ. Ταῦτα καὶ ἡμεῖς ποθήσωμεν μετανοῆσαι καὶ διὰ τῆς μετανοίας πάλιν ἄσπιλοι γενέσθαι καθὼς καὶ πρὸ τοῦ καταπεσεῖν. Τοῦτο γάρ ἐστι τὸ εἶδος καὶ ἡ δύναμις τῆς μετανοίας εἰς τὴν πρώτην τιμήν, τὴν ὁποίαν εἶχε πρὸ τοῦ σφάλματος ἀποκαθιστᾶ πάλιν τὸν μετανοοῦντα» (Ἰ. Χρυσοστόμου P.G. τ. 60 σ. 411-422 καὶ 969).
Παρὰ τὴν ὅλη ἀλήθεια διὰ τὸ πάθος ὁ Χρυσόστομος προτρέπει ἔντονα ΜΕΤΑΝΟΙΑ. Δὲν εἶναι κανεὶς διὰ τὸ ἀνάθεμα, καὶ μάλιστα τὸ αἰώνιο, ἀλλὰ διὰ ὄντως πόθο, λακτάρα ψυχικῆς, ὄντως βοηθείας στὸ διάβα τῆς ζωῆς μας.
Ὁ Carl Jung (1875 -1961)
«Οὗτος ἑρμήνευσε πληρέστερα τὴ δομὴ καὶ λειτουργία τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς… Ἡ ἑρμηνεία αὐτὴ ποὺ εἶναι καρπὸς τῆς προόδου τῆς Ψυχολογίας, νέας σχετικὰ ἐπιστήμης, βοηθᾶ τὸ ἔργο κατανόησης τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ Γιούνγκ, δὲν κινδυνεύει τόσο ἀπὸ τὴν πεῖνα, τοὺς σεισμούς, τὰ μικρόβια ἢ τὸν καρκίνο. Ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖ τὸν μεγαλύτερο κίνδυνο γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἄλλωστε, ὅπως γράφει, καμιὰ φυσικὴ δύναμη δὲν μπορεῖ νὰ προστατεύση τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ ψυχικὲς «ἐπιδημίες», ποὺ τὸν ἀπειλοῦν συνεχῶς. Δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἐπαρκὴς προστασία ἀπὸ τὶς ψυχολογικὲς ἐπιδημίες, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀπείρως πιὸ ἐπικίνδυνες ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες καὶ χειρότερες καταστροφὲς τῆς φύσεως. Ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος, ποὺ ἀπειλεῖ κάθε ἄτομο χωριστά, εἶναι ὁ ψυχικός. Προέχει ὅμως ὁ Θεός, δυστυχῶς διὰ τοὺς ὀλίγους» (Γ. Κρασανάτη, Ὁμοτ. Καθηγ. ψυχολογίας Παν. Κρήτης. «Ὁ βαθὺς περὶ ψυχῆς λόγος» 2014 σ. 95).