“καί ἐπάρας Μωϋσῆς τήν χεῖρα αὐτοῦ
ἐπάταξε τήν πέτραν τῆ ράβδω δίς, καί ἐξῆλθεν ὕδωρ πολύ...”
Αριθμ. 20,11
Πάντοτε όμως τα γραφόμενα, εκτός από την κυριολεξία την οποία εκφράζουν, υποκρύπτουν και κάποιο έτερο αλληγορικό νόημα, προσπαθώντας να ανταγωνισθούν τις παραβολές του Κυρίου.
Εν προκειμένω, στον μύθο που προηγήθηκε, μήπως προβάλλεται εντέχνως και η ιδιαιτερότητα της ενασχόλησης του λατόμου; Εκτενέστερον του λιθοδόμου, του λιθουργού και κατ' εξαίρεση του λιθοξόου; Αυτό όμως θα αφήσουμε να καταφανεί πιο κάτω, από την ίδια την βαθύτερη ανάλυση του θέματος.
Αλλά πριν υπεισέλθουμε στο εν λόγω,
ας αναφερθούμε στη συνέχεια, όχι πλέον σε μύθο,
αλλά στην πραγματικότητα την απτή.
Σε ένα γεγονός του μακρινού παρελθόντος που όμως προσκαλεί άξιους μιμητές και στις μέρες μας. Μέρες οικτράς δουλοπρεπείας, απολύτου πνευματικής οσφυοκαμψίας και βδελυράς υποκριτικής, όπως αυτή προτάσσεται από τους πρωταγωνιστές της υποκριτικής φαρισαίους.
Έτσι λοιπόν, ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος ο Πρεσβύτερος (430-367 π. Χ.), μη αρκούμενος στην αίγλη του ως άρχοντος, διεκδικούσε και την δόξα του ποιητού. Όμως για να επιτύχει την ανάλογη αναγνώριση, αναζητούσε την ευνοϊκή κριτική δοκίμου τινός ποιητού. Έτσι κάλεσε κοντά του τον ποιητή Φιλόξενο από τα Κύθηρα και διαβάζοντάς του τα ποιήματά του, ανέμενε την κολακευτική γνώμη του προτέρου. Εκείνος όμως του σύστησε να μην ασχολείται με πράγματα ξένα προς τις ικανότητές του, που απαιτούν ενδιάθετη κλίση και ειδική προίκιση από την φύση. Ο Διονύσιος άμεσα εξεμάνη και διέταξε την φυλάκιση του αναγώγου στις “λατομίες”. Δηλαδή στις φυλακές των Συρακουσών, που πρότερον όμως ήταν λατομεία. Μετά από καιρό ο τύραννος, ευελπιστών στην μεταστροφή του δοκιμαζομένου εγκλείστου, τον κάλεσε πάλι κοντά του και έμπροσθεν υψηλών προσκεκλημένων, ευελπιστών ότι θα εκμαιεύσει επιτέλους την ευμενή γνώμη του, ανέγνωσε τα ποιήματά του. Ο Φιλόξενος όμως, καθότι δεν ήταν διατεθειμένος να κερδίσει την ελευθερία του με την προσφερόμενη υποκριτική θετική κριτική του, ανεφώνησε εκείνο το παροιμιώδες· “ἄπαγε με εἰς λατομίας”. Δηλαδή στείλε με πίσω στη φυλακή, δεν πρόκειται να υποκύψω και να σε κολακεύσω.
Τι προκύπτει από την αναφώνηση αυτή του Φιλόξενου; Ότι μέσα στα ιδιότυπα “νταμάρια”, επιτελείται μία ιδιάζουσα λάξευση του χαρακτήρος, με αποτέλεσμα το πνεύμα που στενάζει κάτω από την “μπότα” της ύλης, να απελευθερώνεται και να ανέρχεται στα θεϊκά ύψη. Στον οικείο χώρο του. Της Ελευθερίας!
Ακόμη βαθύτερα αν διεισδύσουμε πνευματικά, ο εγκλεισμός εν μέσω “τεσσάρων τοίχων”, προσδίδει μία ιδιάζουσα ελευθερία. Την προσέγγιση στον Θεό. Σε στιγμές απομονώσεως, μπορείς και αναπολείς το παρελθόν, αλλά οραματίζεσαι και το μέλλον σου, κοντά σε Εκείνον που έρχεται να σου απαλύνει τους πόνους, απευθύνοντας την σωτήρια εντολή‧ “μηκέτι ἁμάρτανε”.
Και κάτι ακόμη‧ μέσα στην έρημο της απομόνωσής σου, υποκινείσαι να προστρέξεις στην ανεύρεση κάποιας όασης. Αν δεν το επιτύχεις αυτό, καλείσαι, μη παραδίδων τα όπλα, προς εξόρυξη κάποιας πέτρας. Κάποιας πέτρας που υποκρύπτει μυστηριώδη δύναμη...
Ξεκινήσαμε την παρούσα συγγραφή μας με δύο πρωτότυπες αναφορές στο στοιχείο του λίθου, της πέτρας και αμέσως τώρα θα επικεντρωθούμε και στην αναγκαιότητα της περαιτέρω κατεργασίας της και προσεκτικής λάξευσής της, με πρόθεση να την μορφοποιήσουμε και να την δώσουμε σχήμα καλαίσθητο, άσχετα αν και η ίδια η φύση το επιτυγχάνει από μόνη της, ως μέγας γεωμέτρης. Με λίγα λόγια θα προσπαθήσουμε, λαμβάνοντας την θετική μορφή του όρου “πέτρα”, να καταστούμε λιθοξόοι και επιμελείς λιθογλύφοι και όχι ανώδυνοι λιθοβόλοι, βάλλοντες λίθο κατά πάντων, εκτός κατά του αρρωστημένου πνεύματός μας. Εκεί, που έπεσε κάποιος σπόρος του σπορέως και φυσικά ξηράθηκε. Πριν όμως επιδοθούμε στην εν λόγω κατεργασία, ας τακτοποιήσουμε την σκέψη μας, θέτοντας ευταξία και ορθοτόμηση στους συλλογισμούς μας, γιατί‧ “Λίθοι τε καί πλίνθοι καί κέραμος καί ξύλα ἀτάκτως ἐρριμμένα, οὐδέν χρήσιμα ἐστιν” λέγει ο Ξενοφών.
Με αυτή τη δομημένη και σώφρονα σκέψη,
δυνάμεθα να προσεγγίσουμε την έννοια λίθος,
βαδίζοντες στο λιθόστρωτο της αγίας Γραφής.
Διερευνώντας λοιπόν τα πεδία μαχών που καταγράφονται στην Βίβλο, εντοπίζουμε τον λίθο, ως πρωτόγονο πυρομαχικό στο όπλο του λιθοβολισμού, το οποίο χρήζει ως μέσο εκτέλεσης θανατικής καταδίκης.
Σε περιπτώσεις δε βαριάς παράβασης του νόμου, έπαιρνε τη μορφή πανηγυρικής αποκοπής του καταδίκου από τον λαό του Θεού. Σαν αντιπροσωπευτικά δείγματα της εν λόγω τιμωρίας, αναφέρουμε τα κάτωθι.
Στο Λευϊτικό (24, 10-23), παρουσιάζεται ένας μιγάς γιός από Αιγύπτιο άνδρα και Ισραηλίτιδα γυναίκα, ο οποίος σε μία φιλονικία με κάποιον, βλασφήμησε το όνομα του Θεού. Τότε κατ' εντολή του ιδίου του Θεού, ο βλάσφημος εφονεύθη διά λιθοβολισμού έξω της κατασκηνώσεως.
Στο Δευτερονόμιο (17, 2-7) επίσης, συναντούμε την περίπτωση όσων λατρεύουν ετέρους θεούς ψεύτικους, παρομοίως να λιθοβολούνται, προς εξάλειψη του μιάσματος εν μέσω του υπολοίπου λαού.
Ακόμη και ο υιός που απειθεί στους γονείς, ασωτεύων και μεθύσκων, παρομοίως καταδικάζεται στον θάνατο διά λιθοβολισμού (Δευτ. 21,21).
Ερχόμενοι τώρα στην Κ. Διαθήκη, ο λιθοβολισμός συναντάται πλέον εκτρεπόμενος σε οχλοκρατική δολοφονία. Συγκεκριμένα, την ώρα που ο πρωτομάρτυς Στέφανος μετά την ομιλία του, απολογούμενος, καταλήγει στη θέαση των ουρανών ανεωγμένων, βλέποντας και τον ίδιο τον Χριστό καθήμενο δεξιά του Θεού πατρός, ορμούν οι παριστάμενοι φονιάδες, εξωθούμενοι από τις λιθώδεις συνειδήσεις τους και λιθοβολούν άγρια τον μάρτυρα. Ένα δεύτερο “ἄφες αὐτοῖς” καταγράφεται εκείνη την στιγμή (Πραξ. 7,57-60).
Επιλαμβανόμενοι τώρα το πρώτο συνθετικό της πρότερης λέξης του λιθοβολισμού αυτούσιο και μεμονωμένο, το συναντούμε στην Καινή Διαθήκη την στιγμή που ο Σατανάς πειράζει τον Χριστό μέσα στην έρημο προκαλώντας τον “ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται” (Ματ. 4,4).
Στη συνέχεια, στην παραβολή του σπορέως, βρίσκουμε κάποιους σπόρους να έχουν πέσει στο πετρώδες έδαφος και λόγω έλλειψης φιλοξενίας να ξηραίνονται.
Όμως κάποια στιγμή αντικρίζουμε τους μαθητές του Χριστού να εκθειάζουν το οικοδόμημα του ναού και την ίδια στιγμή να λαμβάνουν ως απάντηση προσγείωσης και εξισορρόπησης της ενθουσιώδους συμπεριφοράς τους ότι δεν θα μείνει εδώ πέτρα πάνω στην πέτρα και ότι όλα θα γκρεμισθούν (Ματ. 24,2).
Φτάνει όμως η στιγμή που ο ίδιος ο Χριστός προσδίδει στην πέτρα την αξία της, μέσω της ιδιαζούσης λάξευσης της και ορθής χρήσης. Έτσι λοιπόν εκθειάζει αυτόν που οικοδομεί την οικία του επί την πέτραν, καθότι αυτή παραμένει απρόσβλητη και ασφαλής από καιρικά φαινόμενα (Ματ. 7,25).
Παρόμοια πέτρα είναι και ο λόγος του Θεού σε αυτόν που θα τον ακούσει με προσοχή, αλλά προπάντων θα τον εφαρμόσει.
Τοιαύτη πέτρα αποκαλείται ο ίδιος ο Πέτρος, ο οποίος επειδή ομολόγησε τον Χριστό σε δεδομένη στιγμή, αναλαμβάνει να “κτίσει” την πρώτη εκκλησία στο όνομα του Χριστού. “Σύ εἶ Πέτρος καί ἐπί ταύτη τῆ πέτρα οἰκοδομήσω μου τήν ἐκκλησίαν” (Ματ.16,18).
Κάπως έτσι προσεγγίσαμε σταδιακά τον μέγα ογκόλιθο, τον λίθο τον μεγάλο σφόδρα, τον ακρογωνιαίο λίθο, το αγκωνάρι της κοινωνίας ολόκληρης κατά τον Ρενάν, που ανορθώνει την ανθρωπότητα αιώνες τώρα και θα συνεχίσει μέχρι τη στιγμή που θα αποφασίσει ο ίδιος να την κατεδαφίσει. “Τόν λίθον ὅν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλήν γωνίας” (Λουκ. 20,17).
Ο Χριστός είναι ο πολύτιμος λίθος που οι οικοδόμοι φαρισαίοι και Σαδδουκαίοι, ιερείς και γραμματείς απεδοκίμασαν και τελικώς εσταύρωσαν. Αυτός ο λίθος όμως κατέστη λίθος προσκόμματος και πέτρα του σκανδάλου (Πετ. Α' 2,7). “Πᾶς δέ ὁ πεσών ἐπ' ἐκεῖνον τόν λίθον, συνθλασθήσεται” (Λουκ. 20,17).
Αυτόν τον λίθο λοιπόν στα χρόνια μας, καλούμαστε για μία ακόμη φορά, ως τελευταία ευκαιρία, να τον διαρρήξουμε όπως ο λιθοτόμος, με την προϋπόθεση όχι να “λογχίσουμε” εκ νέου την πλευρά του, αλλά να ανοίξουμε εν μέσω αυτού μία ιερά κρύπτη, όπου θα μπορέσουμε να διαφυλαχθούμε από τους σύγχρονους λιθοβόλους. Σε αυτό το πνευματικό λατομείο πρέπει να αποτραβηχθούμε για να μονάσουμε στα χρόνια τα σύγχρονα, διαφυλάσσοντας την ιεροπρέπεια του πνεύματός μας, όπως πόθησε και ο ποιητής Φιλόξενος, περιφρονώντας τις απειλές εκ του βάθρου της λιθώδους εξουσίας των τυράννων.
Ας αποκυλίσουμε δε τον έτερο λίθο, κατευθύνοντάς τον στον κρημνό, όπου έστειλε ο Χριστός τους χοίρους των Γαδαρηνών. Καταλαμβάνεται από δαιμονισμένα όντα. Φυσικά εννοούμε τον λίθο μέσω του οποίου παλιά αποκαλούσαν το βήμα της βουλής ή της Πνυκός ή οποιοδήποτε άλλο βήμα ή άμβωνα επί του οποίου μιλούν οι σύγχρονοι αγύρτες και απατεώνες υποκριτές.
Ας μη παραμείνουμε περαιτέρω λίθοι, δηλαδή αναίσθητοι, ηλίθιοι, στουρνάρια, καθηλωμένοι κάτω από τα έδρανα της ψευδολογίας, των υποκριτικών διαγγελμάτων, των τρομοκρατικών διακηρύξεων, των ανωμάλων προσκλήσεων και πολύ παραπάνω επιβολών. Όλα αυτά αποτελούν εξαρτησιογόνες ουσίες προς τους έτερους πέτρινους θεούς της ειδωλολατρίας και απειλούμαστε εκ του Θεού να τιμωρηθούμε με πνευματικό λιθοβολισμό και αποκοπή από το καθαρόαιμο λατομείο της εκκλησίας.
Προπάντων ας φυλαχθούμε από την “Ταρπηΐα πέτρα” της νέας εποχής. Της καμουφλαρισμένης κραιπάλης. Εκείνα τα χρόνια από τον πρότερο αναφερόμενο βράχο του Καπιτωλίου στη Ρώμη, γκρέμιζαν οι Ρωμαίοι τους εις θάνατον καταδικαζομένους κακούργους εκ των ελευθέρων πολιτών. Αυτό ετοιμάζονται να κάνουν οι σύγχρονοι ειρηνιστές, σε εμάς τους ελεύθερους στο πνεύμα, που δεν υποτασσώμεθα στα ιταμά τηλεσίγραφά τους προτάσσοντας το “ΟΧΙ” !
Καιρός να σταθούμε όρθιοι μπρος στην πέτρα της ερήμου. Η πέτρα όμως αυτή δεν δίνει νερό παρά σε εκείνον που την κτυπάει με την ταπεινή ελπίδα στην καρδιά.
“Ἡ δέ πέτρα, ὁ βράχος, ἦτο ὁ Χριστός” (Α' Κορ. 10,2-4).