«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ
Εὑρισκόμαστε γιά τό ῎Εργο τοῦ Θεοῦ καί τήν σωτηρία ψυχῶν διά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας στήν ἀφρικανική ζούγκλα τοῦ Κογκό. Ἐκεῖ, ὅπου ἡ ἀφρικάνικος κόσμος εἶναι ἀπό αἰώνων δέσμιος στήν ἐξουσία τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ἐκεῖ ὅπου ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει μεταμορφώσει ἀκόμη τίς ψυχές. Δέν ἔχει διδαχθεῖ ἀκόμη σέ εὐρεῖα κλίμακα τό ἀκαινοτόμητο Εὐαγγέλιο. Δέν ἔχει μεταδοθεῖ ἡ Χάρις τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος γιά ν᾿ ἀλλοιώσει καί ν᾿ ἀνακαινίσει τίς ψυχές τους.
Βέβαια ἐδῶ καί 130 χρόνια οἱ ἀποικιοκράτες μαζί μέ τήν κατακτητικά τους σχέδια γιά ἐκμετάλλευσι τῆς Ἀφρικῆς ἔφεραν μαζί τους καί τήν πατροπαράδοτη θρησκεία τους. Ἀλλά μιά θρησκεία, ὅπως ἡ Παπική, ἡ Προτεσταντική καί ἄλλες τί ἔχουν νά προσφέρουν στόν εἰδωλολάτρη ἀφρικανό, ἐφ᾿ ὅσον, ὁ Χριστιανισμός τόν ὁποῖον κηρύττουν εἶναι ἐλλειπής, ἀτομοκεντρικός, ἀνίερος, κομματιασμένος σέ χιλιάδες παρατάξεις καί ἀνίκανος νά βοηθήσει κι αὐτούς τούς ἱεραποστόλους τους;
῾Η Ὀρθοδοξία λοιπόν, καί μόνο ἡ Ὀρθοδοξία δύναται νά ἐλευθερώσει τόν ἀφρικανό καί κάθε ἄνθρωπο τῆς Γῆς ἀπό τά πατρογονικά του θρησκεύματα, τίς δαιμονολογικές του ἀντιλήψεις καί τά ριζωμένα βαθειά μέσα του ψυχικά καί σαρκικά πάθη.
Τήν δόξα τῆς Ὀρθοδοξίας μας καί τά συχνά θαύματα τῶν ῾Αγίων μας τά ζοῦμε σήμερα καθημερινά στήν Ἀφρική. ῞Οποιος ἀμφισβητήσει τά ὅσα γράφονται ἐδῶ, ἄς κάνει τόν κόπο νά μᾶς ἐπισκεφθεῖ μέ καλή προαίρεσι. Τότε θά ὁμολογήσει, αὐτά πού τώρα ἀρνεῖται ἤ ἀμφισβητεῖ.
Τό περιστατικό πού προτίθεμαι τώρα νά γράψω, δέν εἶναι ἀπό τά σπάνια πού συμβαίνουν στούς Ἀφρικανούς. ῞Ενα παρόμοιο εἶχε παρακολουθήσει πρό ἐτῶν καί ὁ μακαριστός π. Κοσμᾶς καί τότε ὁ αὐθόρμητος πόθος του τόν ἐπίεζε νά πάει ἐκεῖ στίς δαιμονικές συναγωγές τῶν ἀνθρώπων νά διαβάσει ἐξορκισμούς. ῾Ο συνεργάτης του τόν ἐμπόδισε, καί πολύ καλά ἔκανε, διότι τά μανιασμένα πλήθη θά τούς σκότωναν καί τούς δύο.
Ἐπειδή ἤμουν παρών κυρίως στήν δεύτερη φάσι αὐτῆς τῆς τραγωδίας, ζητῶ ν᾿ ἀπομακρύνουν ἀπό τήν διάνοιά τους κάθε ἐπιφύλαξι οἱ ἀναγνώστες μου, διότι τά ἀποτελέσματα εἶναι συνταρακτικά καί πολύ ἐποικοδομητικά γιά ὅλους μας.
Τό ἱστορικό τῆς ὑποθέσεως:
῾Η ῾Ιεραποστολή καλλιεργεῖ ἕνα μεγάλο ἀγρόκτημα πλησίον τοῦ χωριοῦ Λουανκόκο, πού ἀπέχει 32 χιλιόμετρα ἀπό τήν πόλι Κολουέζι. Οἱ κάτοικοι αὐτοῦ τοῦ χωριοῦ καί ἐνίοτε ἄλλοι ἀπό ἄλλα γειτονικά χωριά ἐργάζονται ἐκεῖ γιά τήν καλλιέργεια τοῦ καλαμποκιοῦ.
Πρό μηνῶν, ἄνοιξις τοῦ 1999, ὁ ὑπεύθυνος τοῦ κτήματος γεωπόνος, ὀνόματι Τρύφων, ὀρθόδοξος Χριστιανός, μαζί μέ κάποιον ἄλλον πῆγαν τήν νύκτα νά κλέψουν πετρέλαιο ἀπό τό τρακτέρ, πού ἦταν ἐκεῖ ἔξω. ῾Ο νυκτερινός φύλακας, ὀνόματι Κατόκα, χριστιανός προτεστάντης στό θρήσκευμα, τούς εἶδε καί τούς κατήγγειλε στόν ὑπεύθυνο τῆς ῾Ιεραποστολῆς.
Ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή στήν καρδιά τοῦ γεωπόνου Τρύφωνος μπῆκε τό δαιμόνιο τοῦ μίσους καί τῆς ἐκδικήσεως ἐναντίον τοῦ Κατόκα, διότι τόν κατήγγειλλε στόν προϊστάμενο π. Μελέτιο.
῾Ο Κατόκα στούς μῆνες Μάϊο καί Ἰούνιο εἶχε μπεῖ στό νοσοκομεῖο γιά σοβαρά προβλήματα ὑγείας καί γιά ἐγχείρησι προστάτη. Κατόπιν ἐπέστρεψε στό Λουανκόκο κοντά στούς δικούς του, γιά ἀνάρρωσι. Αὐτή τήν εὐκαιρία βρῆκε κατάλληλη ὁ Τρύφων σέ συννενόησι μέ ἄλλους δύο μάγους τοῦ χωριοῦ καί αὐτούς ἐπίσης ὀρθοδόξους Χριστιανούς, τόν Γεώργιο καί τόν Χρυσόστομο γιά νά πάρουν τίς «γενναῖες» ἀποφάσεις τους.
Τίς νύκτες, μεσάνυκτα, ἀνέβαιναν σέ μιά μυρμηγκοφωλιά, (τερμητιέρα), στήν γλῶσσα τους λέγεται KISUKULU πού εἶναι λοφίσκος 3-4 μέτρων, καί ἐκεῖ πάνω ἔκαναν τά μαγικά τους.
Στίς 21 Ἰουλίου 1999 μέ τά μαγικά τους σκότωσαν τόν Κατόκα. Πρίν πεθάνει ὁ Κατόκα εἶχε πεῖ στά παιδιά του τά ἑξῆς παράξενα λόγια: «῎Αν πεθάνω μέ θέλημα Θεοῦ δέν θά γίνει τίποτε μετά τόν θάνατό μου, ἄν ὅμως μ᾿ ἔχουν θανατώσει ἄλλοι, θά δεῖτε τί θά ἐπακολουθήσει μετά τόν θάνατό μου». Ρώτησα τά παιδιά του τί ἐννοοῦσε λέγοντας αὐτά καί ἐκεῖνα μοῦ ἀπήντησαν τά ἑξῆς: «῞Οταν κάποιος θέλει νά προειδοποιήσει τούς δικούς του γιά ἐνδεχόμενα αἴτια τοῦ μελλοντικοῦ του θανάτου, δηλαδή ἄν κάποιοι μέ τήν δύναμι τῆς μαγείας θά τόν σκοτώσουν, κάνει τό ἑξῆς δαιμονικό ἔργο. Σχίζει τό ἐπάνω δέρμα τοῦ ἀριστεροῦ χεριοῦ του καί μέ τό αἷμα του ὑπογράφει καί κάνει συμφωνία μέ τόν διάβολο νά ἀποκαλύψει στούς συγγενεῖς του, μετά τόν θάνατό του, ποιοί τόν σκότωσαν. ῎Αν πεθάνει μέ θέλημα Θεοῦ, τότε αὐτή ἡ συμφωνία μένει ἀνενέργητη. ῎Αν ὅμως μάγοι θά τόν σκοτώσουν, ὀφείλει τώρα ὁ διάβολος ν᾿ ἀποκαλύψει αὐτούς στούς συγγενεῖς τοῦ νεκροῦ».
Αὐτό λοιπόν εἶχε κάνει καί ὁ Κατόκα. Τήν Πέμπτη, ὥρα 11 τῆς 22ας Ἰουλίου, παρέλαβαν 4 ἄνθρωποι τόν νεκρό μέ τό φέρετρο καί μέ τά πόδια ἐπορεύοντο πρός τόν τάφο, πού ἀπεῖχε 8 χιλιόμετρα μέσα στό δάσος. Τούς ἀκολουθοῦσε ἕνα πλῆθος ἀπό 500 ἄτομα πού εἶχαν ἔλθει ἀπό τά γύρω χωριά.
῞Οταν ἔφθασαν στόν τάφο συνέβη κάτι τό πρωτοφανές. Τό φέρετρο κόλλησε στούς ὤμους τῶν ἀνθρώπων καί δέν κατέβαινε κάτω γιά νά γίνει ἡ ταφή του. Ἀντίθετα, ἔγινε τό ἴδιο ὁ ἀρχηγός τους καί τούς κατεύθυνε ὅπου αὐτό ἤθελε. Μᾶλλον, βέβαια, ὅπου ἤθελε ὁ διάβολος. Τούς παρέλαβε καί μέ ταχύτητα τούς ἐπέστρεφε πίσω. ῞Ολος ὁ κόσμος ἀκολουθοῦσε τό φέρετρο, τό ὁποῖον τούς ὡδηγοῦσε, ὅπου ἐκεῖνο (ὁ διάβολος δηλ.) ἤθελε. Περνοῦσαν ἀνάμεσα ἀπό δάση, ἀγκάθια, λακκοῦβες καί ρεματιές τρέχοντας. ῞Οταν τό φέρετρο ἔφθασε καί πέρασε τό πρῶτο χωριό πού λέγεται Μαπέντο συνέβη ἄλλο συγκλονιστικό γεγονός.
Οἱ δολοφόνοι-μάγοι ἐγνώριζαν τά τερτίπια τοῦ ἀφεντικοῦ τους, τοῦ διαβόλου, γι᾿ αὐτό μέ ἄλλα μαγικά ἐπεχείρησαν νά ἀναχαιτίσουν καί ἐμποδίσουν, ἐάν ἦτο δυνατόν, τήν ἐπιστροφή τοῦ φερέτρου. Καί τί ἔκαναν; ῞Υψωσαν ἕνα δίκτυ ψαριῶν κατά μῆκος τοῦ δρόμου ἀπ᾿ ὅπου θά περνοῦσε τό φέρετρο καί τά ἄκρα του τά ἔδεσαν σέ δένδρα. Πράγματι ἔφθασε ἐκεῖ τό φέρετρο καί δέν μποροῦσε νά περάσει. Ἀλλ᾿ ὅμως προχώρησε κατά μῆκος τοῦ δικτυοῦ καί πέρασε ἀπό τό ἀκρινό σημεῖο, ὅπου κατέληγε.
῎Ετσι συνέχισε τήν πορεία του ἀκάθεκτα ἀναγκάζοντας τούς ἀνθρώπους πού εἶχαν κολλήσει ἐπάνω του νά τρέχουν. Τριακόσια μέτρα πρίν φθάσει στό χωριό, ἀπό ὅπου ξεκίνησε, δηλ. τό Λουανκόκο, σέ ἕνα σημεῖο τό φέρετρο σταμάτησε καί στάθηκε ὄρθιο. Στό σημεῖο ἐκεῖνο εἶχαν κρύψει μαγικά. Ὁ διάβολος μετέφερε ἐκεῖ τό φέρετρο, τό ὁποῖον στάθηκε ὄρθιο γιά νά ἀποκαλύψει στούς συγγενεῖς τοῦ νεκροῦ τά κρυμμένα μαγικά τῶν δολοφόνων του. Κατόπιν ἀνέβηκε στίς πλάτες τῶν ἀνθρώπων καί μπῆκε σέ λίγα λεπτά στό χωριό. Χωρίς καθυστερήσεις πλησίασε ἕνα σπίτι (τό σπίτι τοῦ πρώτου δολοφόνου μάγου) καί γκρεμίζοντας μέ πάταγο τόν τοῖχο μπῆκε μέσα μαζί μέ τούς μεταφορεῖς του καί κάθισε πάνω σ᾿ ἕνα κρεββάτι.
Οἱ ἄνθρωποι, σύμφωνα μέ τά ἔθιμά τους σκέπασαν τό φέρετρο γιά νά ξεκουρασθεῖ δῆθεν ὁ νεκρός. Κοντά ἀκολουθοῦσαν καί τά παιδιά του, τά ὁποῖα, ὅπως κατόπιν μοῦ εἶπαν, ἄκουγαν τόν πατέρα τους (σημείωσε τόν διάβολο) νά ἀγκομαχεῖ μέσα στό φέρετρο. Τώρα, ἔλεγαν, ἐπῆρε μιά δυνατή ἀνάσα καί ξεκουράζεται. ῾Οπότε ἐκεῖνα τόν ρωτοῦσαν: «Πατέρα, πές μας ποιός σέ σκότωσε. Τί θέλεις νά σοῦ κάνουμε. Πήγαινέ μας ἐσύ ὅπου θέλεις». Στάθηκε ἐκεῖ τό φέρετρο λίγα λεπτά καί κατόπιν ἀνέβηκε στίς πλάτες τῶν τεσσάρων καί βγῆκε ἔξω γιά ν᾿ ἀποκαλύψει καί τούς ἄλλους δολοφόνους τοῦ νεκροῦ. Ἐδῶ βλέπομε τήν μισανθρωπία τοῦ διαβόλου. ῾Ο ἴδιος ὡδήγησε τούς μάγους νά σκοτώσουν τόν ἄνθρωπο καί τώρα πάλι ὁ ἴδιος ὁ διάβολος στό ἴδιο ἐπεισόδιο ἔρχεται ν᾿ ἀποκαλύψει τούς μάγους γιά νά χωρίσει τούς ἀνθρώπους σέ δύο ἀντιμαχόμενες παρατάξεις καί νά τούς προκαλέσει ἐμφύλιο σπαραγμό.
Μοῦ ἔλεγε παλαιότερα ὁ μακαριστός π. Κοσμᾶς ὅτι σέ ἕνα χωριό, ἐξ αἰτίας τῶν μαγικῶν τους, σκοτώθηκαν μέσα σ᾿ ἕνα μῆνα 62 ἄτομα.
Τό φέρετρο, λοιπόν ἐν συνεχεία κατευθύνθηκε σέ ἄλλο σπίτι, γκρέμισε τήν πόρτα μαζί μέ τήν κάσα καί μπῆκε μέσα. ῎Εψαχνε τόν δεύτερο μάγο, ὁ ὁποῖος τό εἶχε ἤδει ἀντιληφθεῖ καί εἶχε κρυφθεῖ σέ μιά ἄλλη καλύβα. Βγῆκε τό φέρετρο ἔξω, τόν κυνήγησε, τοῦ ἔδωσε ἕνα δυνατό κτύπημα στό στῆθος καί τόν πέταξε κάτω. Κατόπιν κατευθύνθηκε στό τρίτο σπίτι. Δέν ἦταν σπίτι, ἀλλά μιά χορτοκαλύβα μέ πασάλους καί λάσπη, ἐνῶ ἡ στέγη της ἦταν σκεπασμένη μέ χόρτα. ῾Ο τρίτος μάγος μόλις ἔβγαινε ἀπό τήν πορτίτσα τῆς καλύβας. Τό φέρετρο τόν κτύπησε στό στῆθος καί μαζί του ἔπεσε κάτω καί ὁλόκληρη ἡ χορτοκαλύβα.
Οἱ κάτοικοι τῶν εἰδωλολατρικῶν ἐκείνων χωριῶν πού γνωρίζουν τίς μηχανουργίες τοῦ διαβόλου, ἀμέσως συνέλαβαν τούς τρεῖς μάγους, (τόν Τρύφωνα, τόν Γεώργιο καί τόν Χρυσόστομο) αὐτούς πού κτύπησε τό φέρετρο, τούς ἔδεσαν καί τούς ρώτησαν ἄν αὐτοί σκότωσαν τόν νεκρό. Δέν ἦταν δυνατόν ν᾿ ἀρνηθοῦν, διότι ὁ νεκρός (γράφε καλλίτερα ὁ διάβολος) τούς ἀπεκάλυψε. Τό φέρετρο κατόπιν πῆγε καί στάθηκε στό πατρικό σπίτι, δῆθεν γιά νά ξεκουρασθῆ, ὅπως λένε ἐκεῖ οἱ κάτοικοι. Μόνο του κατόπιν ἔφυγε κι ἀνέβηκε ἐπάνω στήν τερμητιέρα-μυρμηγκοφωλιά, ἀπό τήν ὁποία ἐκείνη τήν ἡμέρα ἔβγαινε συνεχῶς καπνός καί σύννεφο σκόνης. Προφανῶς ἀνέβηκε στήν μυρμηγκοφωλιά γιά ν᾿ ἀποκαλύψει στούς ἄλλους τόν τόπο, ὅπου οἱ μάγοι συγκεντρώνοντο καί ἔκαναν τά μαγικά τους γιά νά σκοτώσουν τόν Κατόκα.
Οἱ κάτοικοι μᾶς πληροφόρησαν κατόπιν ὅτι κι ἄλλες φορές στό παρελθόν ἔβλεπαν σύννεφο καπνοῦ νά βγαίνει ἀπό τήν κορυφή τῆς τερμητιέρας, ἀλλά δέν μᾶς ἔλεγαν τίποτε, διότι οὔτε αὐτοί ἤξεραν τί ἀκριβῶς συνέβαινε, ἐφ᾿ ὅσον οἱ μάγοι τίς νύκτες ἔκαναν μυστικά τά μαγικά τους. Μάλιστα κατέπληξε τούς πάντες τό γεγονός ὅτι στάθηκε τό φέρετρο γι᾿ ἀρκετή ὥρα ὄρθιο καί κατόπιν κατέβηκε καί στάθηκε στόν πεδινό χῶρο. Οἱ συγγενεῖς τοῦ νεκροῦ ζήτησαν τίς ἀναγκαῖες ἀποζημιώσεις γιά τήν ἐγκληματική αὐτή πρᾶξι τῶν μάγων. Τό φέρετρο παρέμεινε κάτω κι ἔγινε πλέον ἀσήκωτο μέχρις ὅτου οἱ μάγοι φέρουν ὅ,τι ἔχουν καί δέν ἔχουν γιά νά ἱκανοποιήσουν δῆθεν τόν νεκρό.
῎Εφεραν καί ἐναπέθεσαν λοιπόν οἱ μάγοι πλησίον τοῦ φερέτρου κουβέρτες, γιδοπρόβατα, ραδιομαγνητόφωνα, χρήματα καί ὅ, τι δήποτε ἄλλο ὑπῆρχε στήν καλύβα τους. Κριτήριο ἱκανοποιήσεως τοῦ νεκροῦ θά εἶναι ὅταν τό φέρετρο γίνει ἀνάλαφρο καί μποροῦν ὕστερα νά θάψουν τόν νεκρό. Μά τό φέρετρο δέν σηκωνόταν. ῾Ο διάβολος τούς ἔφερε σέ ἀδιέξοδο. Ἀμέσως ἔστειλαν ἕνα ὀρθόδοξο νεαρό Χριστιανό μας μέ ποδήλατο στό Κολουέζι. Μᾶς εἶπε ὅτι «μέγα πρόβλημα μᾶς ἀπασχολεῖ». Ἐκείνη τήν ὥρα ὁ π. Μελέτιος ἀπουσίαζε γιά Ἑσπερινό καί κήρυγμα σέ ἕνα χωριό τῆς περιοχῆς μας. Ἤμουν τότε ἐκεῖ καί ἐγώ. Ἐκάλεσα δύο ντόπιους ἱερεῖς, τούς ἀνεκοίνωσα τό περισταστικό κι ἀποφασίσαμε τό ταχύτερο νά φθάσουμε στό χῶρο τῆς τραγωδίας τους. Πήραμε μαζί μας Ἁγιασμό, ῞Αγια Λείψανα, τό Εὐχολόγιο στά σουαχίλι, θυμιατό, 2-3 ἐργάτες μας καί ξεκινήσαμε. Σέ μία ὥρα φθάσαμε στό χωριό. ῞Ολοι οἱ ἄνθρωποι ἦταν ὄρθιοι καί ἀλαφιασμένοι. Τό φέρετρο βρισκόταν ἀνάμεσά τους, ἐνῶ οἱ τρεῖς μάγοι μπροστά στήν κεφαλή τοῦ νεκροῦ καί γονατιστοί.
῏Ηταν ἡ πρώτη φορά πού ἀντίκρυζα αὐτό τό θέαμα. Δέν ἤξερα τί συνέβαινε. Τούς εἶπα μέ αὐστηρό ὕφος: «Κάνετε ἡσυχία καί νά μᾶς εἰπεῖ ἕνας ἀπό ἐσᾶς τί συμβαίνει». Ἀφοῦ ἄκουσα συνοπτικά τά γεγονότα, εἶπα στούς ἱερεῖς μας καί σέ ὅσους ἦσαν Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί μας νά γονατίσουν ὅλοι γύρω ἀπό τό φέρετρο νά κάνομε προσευχή.
Οἱ ἱερεῖς ἔβαλαν «Εὐλογητός...», τό Τρισάγιο καί στήν συνέχεια τούς εἶπα καί διάβασαν τούς ἐξορκισμούς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Κατόπιν ὁ π. Ἰάκωβος μοῦ εἶπε ν᾿ ἀνοίξουμε τό καπάκι τοῦ φερέτρου, νά βγάλουμε τίς λαστιχένιες λωρίδες μέ τίς ὁποῖες εἶχαν δέσει τό καπάκι, διότι μοῦ εἶπε ὅτι αὐτές εἶναι διαβασμένες δηλαδή μαγεμένες. Κατόπιν ἔριξε Ἁγιασμό μέσα στό λεκανάκι πού οἱ μάγοι εἶχαν κάνει τά μαγικά τους καί ψάλλοντας τό: « Σῶσον, Κύριε, τόν λαόν σου...» «ἐράντισε τόν νεκρό καί κατόπιν τούς παρισταμένους. Ἐκεῖνοι, σχεδόν ὅλοι εἰδωλολάτρες, ἐνόμισαν ὅτι εἴμαστε μάγοι καί ἀπομακρύνθηκαν φοβισμένοι, ὅταν ὁ π. Ἰάκωβος τούς ἐράντισε.
Ἀργότερα μερικοί ἐργάτες μᾶς ἔλεγαν κατόπιν ὅτι ἄκουγαν σχόλια κατά τήν ἀνάγνωσι τῶν εὐχῶν ἀπό ἄλλους πού ἔλεγαν: «Δέν θά μπορέσουν οἱ παπᾶδες τους νά κάνουν τίποτε. Δέν θά μπορέσουν ν᾿ ἀναγκάσουν τό φέρετρο νά τούς ἀκολουθήσει».
Μετά τήν ἀπόλυσι τῶν εὐχῶν, εἶπα στούς μάγους καί στούς ἄλλους: «Πᾶρτε τό φέρετρο κι ἐλᾶτε μαζί μας». Ἐν τῶ μεταξύ δέν ἤξερα ἐγώ ὅτι αὐτοί οἱ τρεῖς Χριστιανοί μας πού ἐκάθοντο κάτω ἦταν μάγοι. Βέβαια ἔβλεπα τά μάτια τους κατακόκκινα, ὡσάν νά ἔβγαζαν φλόγες, ἀλλά ποτέ δέν θά μποροῦσα νά πιστεύσω ὅτι αὐτοί σκότωσαν τόν νεκρό. ῾Ο Τρύφων ἦταν συνεργάτης μας, γεωπόνος καί ὑπεύθυνος τοῦ ἀγροκτήματος, ὁ δεύτερος, ὁ Γεώργιος ἦταν ὁ κατηχητής τοῦ χωριοῦ μας Λουανκόκο καί ὁ τρίτος ἦταν φύλακας τοῦ χωριοῦ. Μοῦ ἦταν ἀδύνατον λοιπόν, νά πιστεύσω ὅτι αὐτοί ἦταν ἐγκληματίες. Γι᾿ αὐτό, ὅταν τούς εἶπα: « Πᾶρτε τό φέρετρο...», αὐτοί τἄχασαν. Προσπάθησαν νά σηκωθοῦν καί πάλι ἐκάθοντο κάτω. Ἐφοβοῦντο τώρα ν᾿ ἀγγίσουν τό φέρετρο. Καθώς ἔμαθα κατόπιν, ὁσάκις δοκίμαζαν νά σηκωθοῦν γιά νά πᾶνε λίγο πιό πέρα, ἀμέσως τό φέρετρο σηκωνόταν καί τούς κτυποῦσε καί τούς ἀνάγκασε νά εἶναι κάτω δεμένοι μέ ἀόρατα δεσμά.
Μέ φωνή λοιπόν ἰσχυρά καί αὐστηρή τούς ξαναρώτησα: Ποιός εἶναι ὀρθόδοξος Χριστιανός ἀνάμεσά σας γιά νά πάρει τό φέρετρο; Ἀπήντησαν μερικοί νέοι:
- Ἐγώ, πάτερ, ἐγώ πάτερ...
-Πᾶρτε τό φέρετρο καί βάλτε το ἐπάνω στό αὐτοκίνητο. Πράγματι τό ἅρπαξαν λοιπόν, χωρίς τήν παραμικρή δαιμονική ἀντίδρασι καί τό ἀνέβασαν στό αὐτοκίνητο. Τότε ἀντιμετωπίσαμε μία ἄλλη ἰσχυρή ἀντίδρασι τῶν παιδιῶν τοῦ νεκροῦ πού δέν μᾶς ἄφηναν νά κάνουμε ἐκείνη τήν στιγμή τήν ταφή τοῦ πατέρα τους. Ἐπενέβη ὁ π. Ἰάκωβος. Ἀνέβηκε ψηλά ἐπάνω στό αὐτοκίνητο καί τούς ὡμίλησε θαρραλέα καί ἀποφασιστικά. ῾Ο π. Ἰάκωβος ἔχει τό χάρισμα ἀπό τόν Θεό νά εἰρηνεύει καί συμφιλιώνει τούς διαπληκτιζόμενους ἀνθρώπους καί μέ τήν πατρική του στοργή καί ἁπλότητα νά τούς εἰρηνεύει καί μέ τόν Θεό. Σέ κάθε κίνδυνο πού θά μᾶς εὕρει, θά τρέξει νά βοηθήσει. Παλαιότερα, σάν νεαρός εἰδωλολάτρης, ἦταν κυνηγός ἀγρίων ζώων τοῦ δάσους. Τώρα τόν κάλεσε ὁ Θεός νά γίνει κυνηγός τῶν ἀνθρωπίνων Ψυχῶν γιά τήν αἰώνια σωτηρία τους.
῾Ο π. Ἰάκωβος, λοιπόν, καί τώρα εἰρήνευσε τά μανιασμένα εἰδωλολατρικά πλήθη. Συγκατετέθησαν νά γίνει ἀμέσως ἡ ταφή, παρότι εἶχε ἀρχίσει νά νυκτώνει. Ἐπάνω στό αὐτοκίνητο, ἄν ἦταν δυνατόν, ἤθελαν ν᾿ ἀνέβουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Τελικά ἀνέβησαν μόνο 15 καί σέ λίγο φθάσαμε στόν τάφο. Μερικοί ἀπ᾿ αὐτούς ἔλεγαν στούς ἐργάτες μας: «Τώρα θά ἰδοῦμε· θά μπορέσουν οἱ παπᾶδες σας νά βάλουν τό φέρετρο στόν τάφο ἤ θά γυρίσει πίσω, ὅπως χθές»;
Φθάσαμε νύκτα στόν τάφο. Παντοῦ ἡσυχία μέσα στήν ἀφρικάνικη ζούγκλα. Ρίξαμε Ἁγιασμό μέσα στόν τάφο, τόν σταυρώσαμε μέ τ᾿ ῞Αγια Λείψανα καί ψάλλαμε λίγα τροπάρια τῆς κηδείας. Οἱ νεαροί Χριστιανοί μας, πρός γενικήν κατάπληξιν τῶν παρισταμένων, κατέβασαν τό φέρετρο ἀνάλαφρο μέσα στόν τάφο, τό σκέπασαν μέ τό χῶμα, ἔβαλαν καί τόν σταυρό στήν θέσι του καί εἴμασταν ἕτοιμοι γιά ἀναχώρησι. Ἀπόλυτη σιωπή εἶχε ξαπλωθῆ ἀνάμεσά τους μ᾿ αὐτά τά θαυματουργήματα τῆς Ἁγίας Πίστεώς μας. Ἐπαναφέραμε τούς ἀνθρώπους στίς καλύβες τους. Τούς συστήσαμε ἡσυχία καί ἀποφυγή κάθε διαμάχης. ῞Ολοι τους κάθισαν καθ᾿ ὁμάδες γύρω ἀπό ἀναμμένα ξύλα καί ξενύκτισαν, σύμφωνα μέ τά ἔθιμά τους. Ἐμεῖς ἐπιστρέψαμε ἀργά τήν νύκτα στό Κολουέζι ἱκανοποιημένοι γιά τά θαυμάσια τῆς Πίστεώς μας.
Οἱ ἄνθρωποι μέχρι τώρα ἐνόμιζαν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι μιά ἀπό τίς συνηθισμένες προτεσταντικές Κοινότητες, πού θά ἠμποροῦσαν νά περιγελάσουν, νά ἐξαπατήσουν ἤ νά ἀμφισβητήσουν τήν δύναμί της. Τά σημεῖα πού εἶδαν μέ τά μάτια τους, τήν ἀναχώρησι τῶν δαιμόνων ἀπό τόν νεκρό, τήν ὑπάκουη καί ἀνεμπόδιστη μεταφορά καί ταφή τοῦ φερέτρου τούς ἐδίδαξαν πολλά. Διδάχθηκαν ἔτσι καί στήν Ἀφρική, ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μία μυστηριώδης Δύναμις, μία ὑπερφυσική Ἐξουσία, ἕνας ἀκαταμάχητος καταπέλτης καί καταστροφέας τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων. Γι᾿ αὐτό τώρα ἀρχίζουν νά τήν φοβοῦνται, νά τήν ὑπολογίζουν, νά τήν φωνάζουν σέ βοήθεια, ὅταν τ᾿ ἄλλα δόγματα ἀδυνατοῦν νά δαμάσουν καί ἐκδιώξουν τά πονηρά πνεύματα.
Καιρός νά ἀναφωνήσουμε: «Μέγας εἶ, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα σου...».
(συνεχίζεται)
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου