Η σταύρωση καί ὁ Τίμιος Σταυρός προτυπώθηκαν καί προαναγγέλθηκαν προφητικά στήν Π. Διαθήκη. «Τόν Τίμιο Σταυρό προεικόνισε τό δένδρο τῆς ζωῆς, πού ἦταν φυτευμένο ἀπό τόν Θεό μέσα στόν παράδεισο· ἐπειδή, δηλαδή, ὁ θάνατος ἦλθε “διά τοῦ ξύλου”, ἔπρεπε νά δωρηθῆ “διά τοῦ ξύλου” καί ἡ ζωή καί ἡ Ἀνάσταση. Ὁ Ἰακώβ πρῶτος εἰκόνισε τόν Σταυρό μέ τό νά προσκυνήση τό ἄκρο τῆς ράβδου τοῦ Ἰωσήφ καί μέ τό νά εὐλογήση τούς υἱούς του μέ σταυρωτά χέρια· τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ σχημάτισε ὁλοφάνερα ἡ ράβδος τοῦ Μωϋσέως, ἡ ὁποία κτύπησε σέ σχῆμα σταυροῦ τήν θάλασσα καί ἔσωσε τόν Ἰσραήλ καί καταπόντισε τόν Φαραώ, ἀλλά καί τά χέρια του πού ὑψώνονταν σταυρωτά καί κατετρόπωναν τόν Ἀμαλήκ· τό πικρό ὕδωρ πού ἔγινε γλυκό ἀπό τό ξύλο· ἡ ράβδος πού χρησίμευσε στόν Ἀαρών γιά τό ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης καί τό φίδι πού ὑψώθηκε πάνω στό ξύλο»213.
Καί ὁ Κύριος προανήγγειλε ἀρκετές φορές στούς Μαθητές Του τήν σταύρωσή Του. «Γνωρίζετε ὅτι μετά δύο ἡμέρες ἀρχίζει τό Πάσχα καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου θά παραδοθῆ, γιά νά σταυρωθῆ»214. Προεῖπε ἀκόμη ἀκριβῶς καί τόν τρόπο τοῦ θανάτου Του, ὅτι δηλαδή θά σταυρωθῆ, ἐνῶ οἱ Ἰουδαῖοι τιμωροῦσαν τούς καταδίκους μέ λιθοβολισμό. «Ἐπεθύμησε ὑπερβολικά νά φάγη μαζί μέ τούς Μαθητές Του τό Πάσχα αὐτό, ἐπειδή μετά ἀπό αὐτό ἀκολουθοῦσε ὁ Σταυρός. Καί σέ πολλές ἄλλες περιπτώσεις προλέγει τό πάθος καί ἐπιθυμεῖ νά συμβῆ αὐτό, καί ἀκριβῶς γι᾽ αὐτό ἔρχεται»215.
Ἀφοῦ ὁ Κύριος τελείωσε τό ἐπί γῆς ἔργο Του, πλῆρες θαυμάτων καί σημείων, εὐεργεσιῶν καί διδαχῶν, «ἔδει παθεῖν», σύμφωνα μέ τό σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας. Ἐπιβεβαίωσε καί ἑρμήνευσε τίς παλαιοδιαθηκικές προτυπώσεις γιά τήν σταύρωσή Του. Τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ εἶναι περισσότερο ἀνεξιχνίαστο καί δυσπαράδεκτο καί ἀπό τό μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως. Ἔτσι ὁ Πέτρος «ἀντιλήφθηκε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾿, ὅμως, δέν εἶχε γίνει ἀκόμη φανερό σ᾿ αὐτόν τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως»216. Ἀνεγνώρισε ὡς Θεό τόν Χριστό, ἀλλά Θεό πού πάσχει κατά τήν σάρκα, δέν ἠδύνατο νά κατανοήση. Γι᾿ αὐτό ὁ Κύριος προέλεγε τό πάθος Του καί τήν σταύρωσή Του, καί προετοίμαζε τούς Μαθητές Του γιά νά μήν σκανδαλισθοῦν, ὅταν τόν δοῦν ἄπνουν πάνω στόν Σταυρό.
Ἡ σταύρωση εἶναι ἡ ἡρωϊκώτερη, ἡ ὑψηλώτερη πράξη τοῦ Ἰησοῦ. Δέν συγκρίνεται μέ τήν τεσσαρακονθήμερη νηστεία, οὔτε μέ τά θαύματά Του. «Κάθε πράξη καί κάθε θαυματουργία τοῦ Χριστοῦ εἶναι πολύ μεγάλη καί θεία καί ἀξιοθαύμαστη, ἀλλά πιό ἀξιοθαύμαστος ἀπό ὅλα εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός Του»217.
Πρίν ἀνεβῆ στόν Σταυρό ὁ Κύριος, ὑπέμεινε πολυώδυνα παθήματα περισσότερα ἀπό κάθε μάρτυρα, διότι τούς μάρτυρες τούς ἐνίσχυε μέ τήν θεϊκή Του δύναμη, τήν ὁποία δέν χρησιμοποίησε ὁ ἴδιος. Τό Πάθος τοῦ Χριστοῦ εἶχε ἕναν μοναδικό χαρακτήρα καί σκοπό καί ξεπερνοῦσε κάθε ἀνθρώπινο μέτρο. Ἐπρόκειτο γιά τήν λύτρωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους μέ τό ἑκούσιο Πάθος Του. Γι᾿ αὐτό δέν ἀπολογήθηκε, καί παραιτήθηκε ἀπό κάθε οὐράνια ἤ ἐπίγεια ἐπέμβαση. Ὁ Χριστός δέν ὄφειλε νά ὑποφέρη. Δέν ὑπῆρχε καμμιά αἰτία, διότι ἐκεῖνος ἦταν ἀθῶος καί δέν εἶχε κάτι νά διδαχθῆ καί νά κερδίση ἀπό τό μαρτύριο. Ὑπέφερε τόσο, ὅσο δέν μποροῦμε νά τό ἀντιληφθοῦμε. Αὐτός μόνος ἔζησε στό ἔπακρο ὅλον τόν πόνο καί τήν θλίψη πού μπορεῖ νά ζήση ὁ ἄνθρωπος218.
Ἀφοῦ ὁ Κύριος καταδικάσθηκε στόν ἀτιμωτικό σταυρικό θάνατο ἀπό τόν φθόνο τῶν Ἀρχιερέων, Γραμματέων καί Φαρισαίων καί ἐπικυρώθηκε ἡ ἀπόφαση ἀπό τόν Πιλᾶτο, πρίν ἀνεβῆ στόν Σταυρό παραδόθηκε στούς στρατιῶτες. Αὐτοί, «ἀφοῦ συγκέντρωσαν ὅλη τήν φρουρά», βασάνισαν ἀπάνθρωπα καί ἐξουθένωσαν τόν ἀθῶο καί ἀναμάρτητο.
Πρῶτα ὑπέστη τήν βάσανο τῆς φραγγελώσεως. Δέν ἦταν μιά ἁπλή μαστίγωση. Δεμένος σέ μιά κολώνα δέχεται μέ ὅλη τήν δύναμη τοῦ δημίου στήν ράχη Του τά χτυπήματα τοῦ φραγγελίου, τό ὁποῖον ἦταν βαρύ μαστίγιο μέ πολλές λωρίδες πού στίς ἄκρες τους εἶχαν δεμένα κομμάτια ἀπό μολύβι ἤ κότσια ζώων. Ἀπό τά πρῶτα χτυπήματα ξεσχιζόταν τό δέρμα τοῦ ἀνθρώπου πού ὑφίστατο τήν φραγγέλωση. Πολύ σύντομα, ὕστερα ἀπό μερικά χτυπήματα, καταξεσχίζονταν καί ἀποκολλοῦνταν τελείως οἱ σάρκες τῆς ράχης, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀπογυμνώνονται τά ὀστᾶ τῆς ράχης219.
Ἡ μαστίγωσις
(Θεοφάνους, Ἱ. Μ. Σταυρονικήτα).
Τά ραπίσματα πού ἔδιδαν οἱ βάρβαροι στρατιῶτες τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, μέ ὅλη τήν δύναμη πού τούς χαρακτήριζε, ἀλλά καί μέ τήν τραχύτητα πού ἦταν συνηθισμένοι νά ἐκτελοῦν τίς ποινές καί τά μαρτύρια, ἦταν τόσο ἰσχυρά, ὥστε μποροῦσαν νά προκαλέσουν λιποθυμία ἤ ἀφασία στόν ἀπροστάτευτο ἄνθρωπο πού τά ἐδέχετο220.
Ὁ ἀκάνθινος στέφανος καί τά χτυπήματα τοῦ καλάμου στήν κεφαλή τοῦ Ἰησοῦ τραυμάτισαν σέ πολλά σημεῖα τό κεφάλι Του καί ἐπέτειναν τήν αἱμορραγία, διότι τά τραύματα στό τριχωτό τῆς κεφαλῆς ἔχουν ἰδιαίτερη τάση νά αἱμορραγοῦν221. Ποτέ δέν εἶχε γίνει κάτι τέτοιο σέ καταδίκους καί ποτέ ξανά δέν ἐπαναλήφθηκε. Ἐπρόκειτο γιά φρικτό μαρτύριο. Τό τριχωτό τῆς κεφαλῆς εἶναι ἀγγειοβριθέστατο. Ἔχει πολύ καλή αἱμάτωση καί εἰδική νεύρωση. Ἡ αἱμορραγία ἦταν μεγάλη, καί ἀφόρητος ὁ πόνος ἀπό τά ἀγκάθια στά νεῦρα222.
Οἱ ἄσπλαχνοι σταυρωτές Του «προσέθηκαν ἐπί τό ἄλγος τῶν τραυμάτων Του» καί ἄλλα βασανιστήρια μαζί μέ τούς ἐμπαιγμούς, ὥστε ὁλόκληρος ἔγινε μιά ὁλοσώματη πληγή. Τά σωματικά Του πάθη ἦταν τόσο πολλά καί μεγάλα, ὥστε, ὅπως ὁ ὑμνογράφος λέγει, δέν ἔμεινε κανένα μέλος τοῦ σώματός Του χωρίς νά πάθη. «Κάθε μέλος τῆς ἁγίας Σου σάρκας ὑπέμεινε καταισχύνη γιά χάρη μας· ἡ κεφαλή τά ἀγκάθια, τό πρόσωπο τά φτυσίματα, τό σαγόνι τά ραπίσματα, τό στόμα τήν χολή, πού ἀνακατεύθηκε μέ ξύδι, τά αὐτιά τίς ἀσεβεῖς βλασφημίες, τά νῶτα τήν φραγγέλωση καί τό χέρι τό καλάμι· οἱ διατάσεις ὅλου τοῦ σώματος τόν Σταυρό· οἱ ἀρθρώσεις τά καρφιά καί ἡ πλευρά τήν λόγχη…»223.
Ἀλλά ἀσυγκρίτως μεγαλύτερο ἦταν τό ψυχικό μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ. Γεύθηκε κατά κόρον τήν ἀχαριστία καί τήν ἀγνωμοσύνη τοῦ εὐεργετηθέντος ὄχλου, τήν προδοσία, τήν ἄρνηση καί τήν ἐγκατάλειψη τῶν Μαθητῶν Του, τίς βλασφημίες τῶν παραπορευομένων, τόν ἐμπαιγμό τῶν Ἀρχιερέων, τόν ὀνειδισμό τοῦ συσταυρωθέντος ληστοῦ, τό ράπισμα τοῦ δούλου, τήν περιφρόνηση τῶν στρατιωτῶν καί τήν ἄκρα ταπείνωση μέ τά ἐμπτύσματα, τούς κολαφισμούς καί τήν πορφυρά χλαμύδα, τόν κάλαμο καί τόν ἀκάνθινο στέφανο. Καί ὅμως «αὐτός ὁ πολυώδυνος καί πολύπονος πού ὅλοι Τόν χτυποῦσαν, ἄν καί ἔπαθε τόσα, ἔμεινε ἀπαθής. Ὑπέφερε τά αἴσχιστα, παραμένει, ὅμως, μέ τήν τιμή καί τήν δόξα Του, διότι πληγώθηκε γιά τίς ἁμαρτίες μας καί μέ τά τραύματά Του θεραπευτήκαμε ἐμεῖς»224.
Ὑπέστη ἕξι ἐξαντλητικές ἀνακρίσεις. Ὑπέφερε τέσσερις βάρβαρους βασανισμούς. Σύρθηκε ἁλυσοδεμένος καί δερόμενος ἕξι φορές. Ἡ ἀπόσταση πού διήνυσε μέ τίς ἁλυσίδες ἦταν περίπου ἕξι χιλιόμετρα. Καί ὅλα αὐτά νηστικός, διψασμένος καί ἄϋπνος. Τοῦ ἀσκήθηκε ψυχοσωματική βία. Τόν ἔγδυσαν τρεῖς φορές, τόν ἔντυσαν ἄλλες τόσες. Τόν διέσυραν καί Τόν ἐξευτέλισαν. Ἤθελαν μέ κάθε τρόπο νά Τόν κάνουν νά λυγίση.
Ἔπαθε ὅσα οὐδείς τῶν μαρτύρων, καί ἡ ψυχή Του ἦταν περίλυπη μέχρι θανάτου. Δοκίμασε ψυχικό πόνο, ἀλλά, ὅμως, στάθηκε μοναδικό καί ἀξιομίμητο παράδειγμα γιά ὅλους τούς μετέπειτα μάρτυρες καί χριστιανούς. Ἐνῶ γιά ἄλλους ὁ Κύριος δάκρυσε, ὁ ἴδιος ὑπέμεινε ἀνδρείως μέ ταπείνωση καί ἀνεξικακία τά Πάθη Του. Οὔτε γόγγυσε, οὔτε ζήτησε ὑπεράσπιση ἤ οἶκτο γιά ὅσα ὑπέμεινε. Στίς γυναῖκες πού Τόν θρηνοῦσαν, εἶπε νά κλαῖνε τόν ἑαυτό τους καί τά τέκνα τους καί ὄχι τόν Ἴδιο.
Ἑλκόμενος ἐπί Σταυροῦ
(Θεοφάνους, Ἱ. Μ. Σταυρονικήτα)
Ὁ Χριστός, λοιπόν, ἀφοῦ ὑπέμεινε ὅλα αὐτά, σήκωσε τόν Σταυρό Του καί ὁ σκληρός φλοιός τοῦ ξύλου μπῆκε μέσα στήν καταματωμένη πλάτη Του προκαλώντας ἀφόρητο πόνο. Ὅπως ἦταν πολύ φυσικό καί ἀναμενόμενο νά συμβῆ, λύγισε κάτω ἀπό τό βάρος τοῦ Σταυροῦ, ἤδη ἐξαντλημένος ἀπό τήν διαρκή αἱμορραγία, πού συνέχιζε νά τοῦ στοιχίζη ἀπώλεια δυνάμεων. Τότε ἀνέθεσαν στόν Σίμωνα τόν Κυρηναῖο νά σηκώση τόν Σταυρό· ὄχι ἀπό φιλανθρωπία, ἀλλά γιά ἐπίταση τοῦ μαρτυρίου Του, γιά νά μήν πεθάνη πρίν Τόν σταυρώσουν.
Αὐτό τό ἔξαιμο, τό ἄκρως καταπονημένο σῶμα καρφώθηκε πάνω στόν Σταυρό. Οἱ ἧλοι (τά καρφιά) ἐρχόμενοι σέ ἐπαφή μέ τό μέσο νεῦρο τοῦ χερι- οῦ, μέ τήν ἀδιάκοπη τριβή καί τόν τραυματισμό ἀπό τό καρφί, δημιουργοῦν ἀφόρητο πόνο καί ἐπιτείνουν τό μαρτύριο τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ὅλη τήν ὥρα τῆς σταυρώσεως ἕνα πολλαπλάσιο ἐρέθισμα πόνου συνοδεύει τό μαρτύριο τῆς σταυρώσεως, ἀλλά αὐτό δέν εἶναι παρά ἡ ἀρχή τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ σταυρωμένος ὑφίσταται μιά μεγάλη ἕλξη τῶν χεριῶν, τῶν βραχιόνων, τῶν μυῶν τῆς ὠμικῆς ζώνης καί τοῦ θωρακικοῦ τοιχώματος. Ἡ ἕλξη αὐτή κρατάει τόν θώρακα σέ μιά ἀναγκαστική θέση εἰσπνοῆς καί ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἐκτελέση ἐκπνευστικές κινήσεις. Ἔτσι, ὑφίσταται ἕναν πολύ μεγάλο περιορισμό τῆς ἀναπνοῆς του· σάν νά ἔχη δεθῆ μέ ἕναν πολύ στενό θώρακα ἤ νά εἶχαν πλακώσει τόν θώρακά του μέ πολύ μεγάλο βάρος. Δέν μπορεῖ νά γεμίση τόν θώρακά του μέ ἀέρα, ὥστε ὁ θάνατος ἀπό τήν σταύρωση νά ὀφείλεται, κατά κύριο λόγο, στήν ἀσφυξία.
Ἐπειδή δημιουργεῖται αὐτή ἡ μεγάλη πίεση μέσα στόν θώρακα, εἶναι ἀδύνατο νά κατεβῆ τό αἷμα πού βρίσκεται στό κεφάλι πρός τήν καρδιά. Γι᾿ αὐτό συμβαίνει καί ἡ μεγάλη συμφόρηση αἵματος στό κεφάλι τῶν σταυρωμένων ἀνθρώπων. Βρίσκει διέξοδο νά στηρίξη τό σῶμα Του πιέζοντας τά πόδια Του στά καρφιά. Ἔτσι, ἀνυψώνεται λίγο ὁ θώρακας, σταματάει κάπως ἡ ἐξάρτηση τοῦ βάρους ἀπό τά χέρια, ἀνακουφίζεται τό θωρακικό τοίχωμα, μπορεῖ νά ἀναπνέη πάλι, κατεβάζει πάλι τό αἷμα ἀπό τό κεφάλι πρός τήν καρδιά καί ὁ ἄνθρωπος συνέρχεται γιά λίγο. Ὅμως, ἡ κούραση, ἡ ἐξάντληση στήν ὁποία ἔχει περιέλθει (μέ τήν συνεχῆ αἱμορραγία) καί ὁ πόνος ἀπό τά καρφιά δέν τοῦ ἐπιτρέπουν νά καταβάλη τήν μυϊκή αὐτή προσπάθεια, ὥστε νά στηρίξη γιά πολύ ὅλο τό βάρος τοῦ σώματός Του στά καρφιά, τά ὁποῖα ἔχουν διαπεράσει τά πόδια Του. Ἐξαντλημένος, λοιπόν, ξαναπέφτει στήν πρώτη θέση, γιά νά ξαναρχίση ἡ διαδικασία τῆς ἀσφυξίας, μέχρις ὅτου, ὕστερα ἀπό μιά διαδοχική σειρά τέτοιων προσπαθειῶν, νά ἐξαντληθῆ τελείως, νά μείνη στήν στάση τῆς ἐξαρτήσεως καί νά πεθάνη ἀπό ἀσφυξία.
Πραγματικά εἶναι ἕνα σατανικό σχέδιο θανατώσεως ἡ σταύρωση. Γι᾿ αὐτό, ἐπειδή ἦταν τόσο ἄθλιος καί ἐπονείδιστος θάνατος, ὁριζόταν ἀπό τήν ρωμαϊκή νομοθεσία νά ἐφαρμόζεται μόνο σέ δούλους καί προδότες. Ἦταν ἡ σταύρωση τό σκληρότερο καί τρομερώτερο βασανιστήριο.
Καί ὅλα αὐτά ἔπασχε ὁ ἀναμάρτητος, συγχωρώντας τούς σταυρωτές Του καί προσευχόμενος καί παρακαλώντας τόν Πατέρα Του νά μήν τούς καταλογίση τήν ἁμαρτία τους, διότι «δέν γνωρίζουν τί κάνουν».
Ὁ Κύριος ἔμεινε ζωντανός πάνω στόν Σταυρό περίπου ἕξι ὧρες, σέ κατάσταση ἀνυπερβλήτου πόνου καί τελείας σωματικῆς ἐξαντλήσεως. Δέν δέχθηκε προηγουμένως νά πιῆ τόν «ἐσμυρνισμένον οἶνον», ὁ ὁποῖος θά μετρίαζε τούς πόνους Του. Ὁ θάνατός Του ἦταν πολυπαραγοντικός. Πολλά πράγματα ἔδρασαν γιά τήν κατάληξη, μέ τελικό αἴτιο τήν ἀσφυξία μαζί μέ τήν κυκλοφορική ἀνεπάρκεια225.
Ὁ Χριστός δέν πέθανε σάν κοινός ἄνθρωπος, ἀλλά «δεσποτικῶς ἀπέθνησκε»226. Μέ τήν θέλησή Του ἀφῆκε τό Πνεῦμα Του καί παρέδωσε τήν ψυχή Του εἰς χεῖρας τοῦ Πατρός Του. «Προσκαλεῖ τόν θάνατο μέ δυνατή φωνή, ὁ ὁποῖος δέν τολμᾶ νά Τόν πλησιάση, ἐάν δέν κληθῆ»227. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πρῶτα παραδίδουν τήν ψυχή τους καί ὕστερα κλίνουν τήν κεφαλή τους. Ὁ Χριστός, ἀντιθέτως, πρῶτα ἔκλινε τήν κεφαλή καί ὕστερα παρέδωκε τό Πνεῦμα Του.
Γιά νά διαπιστωθῆ ὁ θάνατος τοῦ Ἰησοῦ, ὁ στρατιώτης τρύπησε μέ τήν λόγχη τήν πλευρά Του. Ἡ λόγχευση τῆς πλευρᾶς εἶναι ἕνα πραγματικά θανάσιμο τραῦμα, πού κι ἄν ἀκόμη ζοῦσε ὁ Ἰησοῦς, ἡ λόγχευση θά ἐπέφερε τόν θάνατο. Ἄν ὁ Ἰησοῦς ζοῦσε ἀκόμη, θά ὑπῆρχε μιά συνεχής ροή αἵματος· ροή μέ σφύξεις, ἡ ὁποία θά μαρτυροῦσε τήν παρουσία τῆς ζωῆς. Ἀντίθετα, ἡ ἔλλειψη ἀντίδρασης καί ἡ ροή ὕδατος καί αἵματος δείχνουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦταν ἤδη νεκρός. Ἡ ἐξ ἐπαφῆς βαθιά βύθιση τῆς κοφτερῆς λόγχης στόν θώρακα τοῦ Ἰησοῦ, δείχνει ὅτι ἔτρωσε ἤ τήν καρδιά ἤ κάποιο μεγάλο ἀγγεῖο, γιά νά τρέξη αἷμα καί ὕδωρ (στά ὁποῖα οἱ ἅγιοι Πατέρες δίνουν θεολογική καί συμβολική σημασία, διότι ἑρμηνεύουν ὅτι συμβολίζουν τά δύο μεγάλα Μυστήρια· τήν Βάπτιση τό ὕδωρ καί τήν θεία Εὐχαριστία τό αἷμα). Ὁ λογχισμός προκάλεσε τόν πνευμοθώρακα, τήν εἴσοδο δηλαδή ἀτμοσφαιρικοῦ ἀέρος, ὄχι ἀπό τήν φυσική ἀναπνευστική ὁδό, ἀλλά ἔξω ἀπό τούς πνεύμονες. Ἕνα φαινόμενο ἀσύμβατο μέ τήν ζωή. Ἀκόμη καί ἄν δέν ὑπῆρχε κανένας ἄλλος ἐπιβαρυντικός παράγοντας γιά τήν ἀναπνοή τοῦ ἐσταυρωμένου Χριστοῦ –πού ἦταν πλέον ἀνύπαρκτη– ἕνα τέτοιο μεγάλο τραῦμα στόν θώρακα θά εἶχε καταργήσει τήν ἱκανότητα τοῦ ἀναπνευστικοῦ Του συστήματος νά ἐκτελῆ τό ἔργο του καί θά τόν εἶχε θανατώσει μέσα σέ λίγα λεπτά228.
Ἡ Παναγία μητέρα Του «τούς πόνους πού ἀπέφυγε κατά τήν γέννηση, τούς δοκίμασε κατά τόν καιρό τοῦ πάθους, ὑπομένοντας καρτερικά τόν σπαραγμό τῶν σπλάχνων της ἀπό τήν μητρική συμπόνοια, καί βλέποντας Αὐτόν, πού Τόν γνώρισε Θεό κατά τήν γέννησή Του, νά φονεύεται ὡς κακοῦργος. Ἐδῶ ἐφαρμόζεται ὁ λόγος “καί τήν δική σου τήν ψυχή θά τήν διαπεράση ρομφαία”229»230.
Ὁ Χριστός, μαζί μέ τήν συμπάσχουσα καί θρηνωδοῦσα Μητέρα Του, τίς Μυροφόρες, τόν Μαθητή «ὅν ἠγάπα» καί ὅσους λίγους ἀκόμη δέν Τόν ἐγκατέλειψαν, εἶχε συμπάσχουσα καί τήν ἄψυχη κτίση. Ἡ γῆ ἐσείετο, ὁ ἥλιος σκοτίσθηκε καί ἐκρύβη, οἱ πέτρες σχίσθηκαν, τά μνημεῖα ἀνοίχθηκαν, τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ σχίσθηκε γιά τό ἀνοσιούργημα τῆς θεοκτονίας. Δέν ἀνεχόταν ἡ κτίση νά βλέπη τόν Δημιουργό Της πάσχοντα σωματικῶς καί ὑβριζόμενο.
Κατά τήν Σταύρωση «ἀποτολμήθηκαν τά παραδοξότερα ἀπό ὅλα τά πράγματα. Πέθανε ὁ Χριστός γιά τίς εὐεργεσίες, τό ξῖφος ὤθησαν οἱ ἴδιοι οἱ εὐεργετηθέντες, ὁ φίλος ὁδήγησε τούς φονευτές»231. Πάσχει ὁ ἀναμάρτητος ἀπό τούς ἁμαρτωλούς. Καταδικάσθηκε σέ σταυρικό θάνατο ὁ τηρητής τοῦ Νόμου ἀπό τούς παράνομους. Καί τό πιό θαυμαστό εἶναι ὅτι σταυρούμενος βασιλεύει καί ἡ κτίση γνωρίζει τήν Βασιλεία Του. Μόλις ἐξέπνευσε πάνω στόν
Ἡ Σταύρωσις
(Θεοφάνους, Ἱ. Μ. Σταυρονικήτα).
Σταυρό, τότε ἔδειξε τήν δύναμή Του, σείοντας τήν γῆ, σχίζοντας τίς πέτρες, ἀνασταίνοντας τούς νεκρούς καί σκοτίζοντας τόν ἥλιο. «Τό σκοτάδι ἦταν ὄχι μερικό, ὅπως ἄλλοτε στήν Αἴγυπτο, ἀλλά ὁλικό σέ ὅλο τόν κόσμο, γιά νά φανῆ ὅτι πενθεῖ ἡ κτίση γιά τό πάθος τοῦ Κτίστου καί διότι ἔφυγε τό φῶς ἀπό τούς Ἰουδαίους»232.
Ἐπάνω στόν Σταυρό, «στό νέο θυσιαστήριο, συντελέσθηκε μιά καινούργια καί ἀξιοθαύμαστη θυσία. Γιατί ὁ ἴδιος ἦταν καί θῦμα καί ἱερέας. Θῦμα, κατά τό σῶμα Του, καί ἱερέας, κατά τήν πνευματική Του φύση. Ὁ ἴδιος καί πρόσφερε τήν θυσία καί προσφερόταν σωματικά»233 «Μποροῦσε βέβαια ὁ Χριστός νά κατεβῆ ἀπό τόν Σταυρό, Αὐτός πού ἀνέστησε τούς ἄλλους νεκρούς. Ἀλλά ἤθελε νά γίνη γνωστό ὅτι εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὄχι μέ τό νά ἀποφύγη τόν θάνατο, ἀλλά μέ τό νά τόν ὑπομείνη καί ἔτσι νά κα- ταπατήση τόν θάνατο, δείχνοντας ὅτι Αὐτός εἶναι ἡ ζωή. Ὁ Κύριος ἤθελε νά ἀποδειχθῆ Σωτήρας, ὄχι μέ τό νά σώση τόν ἑαυτό Του, ἀλλά μέ τό νά ἀπελευθερώση τήν κτίση»234.
Ὁ Χριστός, λοιπόν, καταδικάσθηκε ὡς κακοῦργος καί πέθανε μέ θάνατο ἀτιμωτικό καρφωμένος ἐπάνω στόν Σταυρό. Καί, ὅμως, αὐτή ἡ πράξη Του ἀποτελεῖ τό ἀποκορύφωμα τῶν κατορθωμάτων Του, τήν δόξα Του, ὅπως ὀνομάζει ὁ ἴδιος τήν σταύρωσή Του: «Τώρα δοξάσθηκε ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ Θεός δοξάσθηκε μέ Αὐτόν»235. Γι᾿ αὐτό καί χαρακτηρίζεται «Ὁ Κύριος τῆς δόξης». Καί πῶς εἶναι δόξα ὁ Σταυρός, αὐτό τό ἀτιμωτικό ὄργανο τῆς καταδίκης; Ἐξηγεῖ ὁ χρυσορρήμων Πατήρ: «Ἄν καί ἡ πράξη εἶναι ἐπονείδιστη, ἀλλά, ἐπειδή ἔγινε γιά χάρη τῶν φίλων, ὁ Χριστός τήν ἀποκαλεῖ δόξα»236. Ὁ Σταυρός εἶναι δόξα ὄχι μόνο γιά τόν Υἱό ἀλλά καί γιά τόν Πατέρα, «διότι πρίν ἀπό τόν Σταυρό οὔτε οἱ Ἰουδαῖοι τόν γνώριζαν, μετά, ὅμως, ἀπό τόν Σταυρό ὅλη ἡ οἰκουμένη ἔτρεξε κοντά Του»237.
Εἶναι ὄντως δόξα καί ὄχι αἰσχύνη ὁ Σταυρός, διότι «ὁ Ἴδιος ἔπαθε γιά μᾶς καί ὑπέμεινε ὅλες τίς προσβολές»238. Γιά ὅλους, πού προηγουμένως εἶχαν ὑποστῆ σταυρικό θάνατο, ὁ σταυρός ἦταν ὄνειδος, διότι ἦταν τιμωρία γιά τά ἐγκλήματά τους. Γιά τόν Χριστό, ὅμως, ἔγινε δόξα ὁ Σταυρός, ἐπειδή ἦταν ἀπόδειξη τῆς εὐεργεσίας Του πρός τούς ἀνθρώπους. Γι᾿ αὐτό δέν θά ντραπῆ ὁ Ἄγγελος νά ὀνομάση «Ἐσταυρωμένον» τόν Κύριο στίς Μυροφόρες.
Ὁ Σταυρός, εἶναι ἀκόμη καί ἀποκάλυψη τῆς μεσσιανικότητός Του καί μέσον θεογνωσίας, ὅπως ὁ Ἴδιος εἶχε προείπει στούς Ἰουδαίους, πού ζητοῦσαν ἐπίμονα ἀποδείξεις γιά τήν μεσσιανικότητά Του. «Ὅταν σηκώσετε ψηλά (θά σταυρώσετε) τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, τότε θά γνωρίσετε ὅτι ἐγώ εἶμαι (ὁ Μεσσίας)»239. Τί παράδοξο! Ὅταν θαυματουργοῦσε, Τόν ἀποδοκίμαζαν καί δέν Τόν πίστευαν. Καί τώρα πού βρίσκεται ἄπνους πάνω στόν Σταυρό Τόν πιστεύουν. Ὁ ληστής ζητᾶ νά Τόν θυμηθῆ στήν Βασιλεία Του, γιατί πίστεψε ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ Ἑκατόνταρχος ὁμολόγησε «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱός ἦν οὗτος»240 καί οἱ ὄχλοι μετανοοῦσαν καί ἔτυπταν τά στήθη τους241, διότι λίγο πρίν ζήτησαν τήν καταδίκη Του.
Ἔκτοτε ταυτίστηκε ὁ Σταυρός μέ τό γεγονός τῆς σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ καί ἔγινε σύμβολο θυσίας, κενώσεως, ἄκρας ταπεινώσεως, τό ἀντίθετο τῆς δαιμονικῆς ὑπερηφανείας. Εἶναι τό σημεῖο τῆς νίκης κατά τοῦ θανάτου καί κατά τοῦ διαβόλου. Γι᾿ αὐτό ὁ διάβολος φοβᾶται περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο τόν Σταυρό, ὄχι γιά τό σχῆμα του καθ᾿ ἑαυτό, ἀλλά, διότι δι᾿ αὐτοῦ θέλησε ὁ Χριστός νά οἰκονομήση τήν σωτηρία μας.
Ὁ Ἐσταυρωμένος
(Χρυσάνθου Καραγιαννάκη).
Ἡ θυσία τοῦ ἀθώου καί ἀναμαρτήτου Χριστοῦ, ἔκανε τόν Σταυρό σημεῖο χαρακτηριστικό Του καί «σύμβολο τῆς Βασιλείας Του»242. Ἔγινε ὁ Σταυρός «ἐπονείδιστη δόξα καί πληγή λυσίπονη»243. Τό μέσο μέ τό ὁποῖο ἁγιάζονται ὅλα τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἡ ὡραιότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ φύλακας πάσης τῆς οἰκουμένης, ἡ δόξα τῶν Ἀγγέλων καί τῶν δαιμόνων τό τραῦμα. Γι᾿ αὐτό τιμοῦμε καί προσκυνοῦμε τόν Τίμιο Σταυρό, διότι ἐπάνω Του πρόσφερε ὡς θυσία τήν ζωή Του ὁ Χριστός γιά χάρη μας.
Ἀπό τόν Σταυρό πήγασαν πολλές χάριτες, δωρεές καί εὐλογίες, διότι: «Ὁ Σταυρός εἶναι τό θέλημα τοῦ Πατρός, ἡ δόξα τοῦ Υἱοῦ, ἡ ἀγαλλίαση τοῦ Πνεύματος, τό καύχημα τοῦ Παύλου. Δέν εἶχε δοθῆ ἀκόμη ἡ χάρη, ἀφοῦ δέν εἶχε πραγματοποιηθῆ ὁ Σταυρός. Ὁ Σταυρός ἐξαφάνισε τήν δύναμη τῆς ἁμαρτίας, ἀπάλλαξε τήν γῆ ἀπό τήν πλάνη, ξανάφερε τήν ἀλήθεια, ἔδιωξε τούς δαίμονες, γκρέμισε ναούς (εἰδωλολατρικούς), ἀνέτρεψε βωμούς, φύτεψε τήν ἀρετή, θεμελίωσε τήν Ἐκκλησία»244. «Διά τοῦ Σταυροῦ ἦλθε χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ», διότι «ἄνοιξε τόν παράδεισο, ἔβαλε μέσα τόν ληστή, μᾶς ἔδωσε πάλι τήν παλιά πατρίδα μας, καί χάρισε κατοικία σ᾿ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος»245.
Οἱ Χριστιανοί ὁμολογοῦν καί κηρύττουν τήν σταύρωση, διότι μετά ἀπό αὐτήν ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση καί ὅλες οἱ δωρεές καί εὐλογίες. «Ὁμολογῶ τήν σταύρωση, διότι γνωρίζω τήν Ἀνάσταση. Ἄν βέβαια ἔμενε σταυρωμένος, ἴσως νά μήν τήν ὁμολογοῦσα, καί νά τήν ἔκρυβα μαζί μέ τόν Δάσκαλό μου (Χριστό). Ἐπειδή, ὅμως, τήν σταύρωση τήν διαδέχθηκε ἡ Ἀνάσταση, δέν ντρέπομαι νά τήν ὁμολογήσω»246.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
214. Ματθ. κς΄, 2.
215. Ἁγ. Χρυσοστόμου, Περί Ὁμοουσίου, Λόγος Ζ΄, ΕΠΕ 35, σ. 253.
216. Ἁγ. Χρυσοστόμου, Εἰς τό κατά Ματθαῖον, Ὁμιλία ΝΔ΄, ΕΠΕ 11, σ. 189.
217. Ἁγ Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις…, ΕΠΕ 1, σ. 451.
218. Π. Σεραφείμ Ρόουζ, στό βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ. Δαμασκηνοῦ. Ἡ ζωή καί τά ἔργα του, τόμ. Α΄, Ἀθήνα 2005, ἔκδ. Μυριόβιβλος, σ. 179–180.
219. Μακρῆ Σπ., καθηγητοῦ τῆς ἀναισθησιολογίας τοῦ ΑΠΘ. Ἡ Ἐπιστήμη μπροστά στήν Σταύρωση καί στήν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, Θεσσαλονίκη 2013, σ. 9.
220. Αὐτόθι, σ. 8.
221. Αὐτόθι, σ. 10.
222. Κουτσάφτη Φιλίππου, ἔνθ᾿ ἀνωτέρω.
223. Β΄ τροπάριον τῶν Αἴνων, ἦχ. Γ΄, Τῇ Μ. Παρασκευῇ, Ἀκολουθία τῶν Παθῶν.
224. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Ὁμιλία εἰς τήν ἁγίαν Παρασκευήν, ΕΠΕ 9, σ. 91–93.
225. Κουτσάφτη Φιλίππου, ἔνθ᾿ ἀνωτέρω.
226. Ἁγ. Θεοφυλάκτου, Εἰς τό κατά Λουκᾶν, PG 123,1108.
227. Ἁγ. Θεοφυλάκτου, Εἰς τό κατά Ματθαῖον, PG 123, 472CD.
228. Μακρῆ Σπ., ἔνθ᾿ ἀνωτέρω, σ. 10–18.
229. Λουκ. β΄, 35.
230. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις…, ΕΠΕ 1, σ. 487.
231. Ἁγ. Νικολάου Καβάσιλα, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, Λόγος Ϟ΄, ΕΠΕΦ 22, σ. 557.
232. Ἁγ. Θεοφυλάκτου, Εἰς τό κατά Ματθαῖον, κεφ. ΚΖ΄, PG 123, 469C.
233. [Ἁγ. Χρυσοστόμου], Ὁμιλία Α΄, Εἰς τόν Σταυρόν καί εἰς τόν ληστήν, ΕΠΕ 36, σ. 11.
234. [Μ. Ἀθανασίου], Εἰς τό Πάθος τοῦ Κυρίου καί εἰς τόν Σταυρόν, ΕΠΕ 12, σ. 75–77.
235. Ἰωάν. ιγ΄, 31.
236. Ἁγ. Χρυσοστόμου, Εἰς τήν Πεντηκοστήν, Ὁμιλία Α΄, ΕΠΕ 36, σ. 307.
237. Ἁγ. Χρυσοστόμου, Εἰς τό κατά Ἰωάννην, Ὁμιλία Π΄, § α΄, PG 59, 433.
238. Ἁγ. Χρυσοστόμου, Εἰς τήν Ἀνάληψιν, Ὁμιλία Β΄, β΄, PG 50, 445.
239. Ἰωάν. η΄, 28.
240. Ματθ. κζ΄, 54.
241. Λουκ. κγ΄, 48.
242. Ἁγ. Θεοφυλάκτου, Εἰς τό κατά Λουκᾶν, κεφ. ΚΓ΄, PG 123, 1100A΄.
243. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Λόγος εἰς τήν ἁγίαν Παρασκευήν καί εἰς τόν Τίμιον Σταυρόν, ΕΠΕ 9, σ. 79.
244. Ἁγ. Χρυσοστόμου, Εἰς τό «Πάτερ, εἰ δυνατόν ἐστι…», ΕΠΕ 26, σ. 99.
245. [Ἁγ. Χρυσοστόμου], Ὁμιλία Α΄, Εἰς τόν Σταυρόν καί εἰς τόν ληστήν, ΕΠΕ 36, σ. 13.
246. Ἁγ. Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις ΙΓ΄ , ΕΠΕ 2, σ. 17.
https://enromiosini.gr/arthrografia/i-stayrosi-apospasma-apo/