Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020

Μέσα μας διαφεντεύει το εγώ, η φιλαυτία

 

Καθώς διαβάζαμε αυτά που λέει το συναξάρι για τον άγιο Ευλάμπιο και την αδελφή του Ευλαμπία, ήρθαν κάποιες σκέψεις, και είπαμε δυο λόγια: με τι προθυμία πηγαίνει στο μαρτύριο η Ευλαμπία, και πώς προσεύχεται στον Θεό ο αδελφός της Ευλάμπιος να την αξιώσει να τη δεχθούν και αυτήν να μαρτυρήσει.

Αλλά ο Θεός θέλει, νομίζω, να πούμε και το εξής: Εμείς βέβαια δεν ξέρουμε από αυτά τα πράγματα. Μας φαίνονται ξένα προς εμάς. Το να μαρτυρήσουμε μας φαίνεται κάτι το οποίο, αν ήταν δυνατόν να λείπει από τη ζωή μας. Μην τυχόν μαρτυρήσουμε. Φοβούμαστε ότι δεν θα τα βγάλουμε πέρα.

Επομένως δεν ξέρουμε, δεν έχουμε ιδέα τι σημαίνει να δεχθεί ευχαρίστως ο Ευλάμπιος να μαρτυρήσει και να δεχθεί επίσης να μαρτυρήσει και η αδελφή του, και να παρακαλέσουν τον Θεό να τους αξιώσει να μαρτυρήσουν. Τι ξέρουμε εμείς από αυτά;

Νομίζω ότι όση ευσέβεια, όση πίστη και ευλάβεια κι αν έχουμε, όσο καλοί χριστιανοί κι αν είμαστε, δεν είμαστε αληθινά χριστιανοί όπως μας θέλει ο Θεός. Κάποιοι βέβαια είναι καλοί χριστιανοί, όταν όμως τυχόν ο Θεός επιτρέψει να παρουσιαστούν δύσκολοι καιροί, δεν ξέρουμε τι θα κάνουν. Αλλά κατά κανόνα, έτσι γενικά όπως βλέπουμε τους χριστιανούς – και πρέπει να το πούμε – δεν έχουμε το αληθινό χριστιανικό πνεύμα.

Ούτε δηλαδή θα θέλαμε να αξιωθούμε να μαρτυρήσουμε ούτε νομίζουμε ότι θα αντέξουμε. Δηλαδή και δεν θέλει κανείς να πεθάνει – θέλει να ζήσει· είναι το κοσμικό πνεύμα αυτό και όχι το χριστιανικό – αλλά και ούτε να διανοηθεί κανείς να μαρτυρήσει. Και όλο αυτό συμβαίνει – αυτό, νομίζω, πρέπει να πούμε απόψε· νομίζω, το θέλει ο Θεός – επειδή ακριβώς, όσο χριστιανοί κι αν είμαστε, η χάρη του Θεού δεν άγγιξε μέσα μας το βαθύτερο είναι μας. Μέσα διαφεντεύει το εγώ, η φιλαυτία, η αγάπη στον εαυτό μας. Δεν αγαπούμε τον Θεό.

Και όσοι αγαπούν, όπως νομίζουν, τον Χριστό, μάλλον συναισθηματικά τον αγαπούν. Άλλο αυτό το συναισθηματικό, που μπορεί και να κλάψεις κτλ., και άλλο μέσα στην καρδιά σου να έχει φωλιάσει η χάρη του Θεού, και να γίνει αυτό όλο φωτιά αγάπης προς τον Θεό.

* * *

Γι’ αυτό επείγει, είναι ανάγκη, να έχουμε το αληθινό χριστιανικό πνεύμα, να γίνουμε αληθινοί χριστιανοί, με το να απαρνούμαστε τον εαυτό μας· δεν γίνεται αλλιώς. Επείγει όχι τόσο με την έννοια να ετοιμαστούμε για να μαρτυρήσουμε (δηλαδή να χύσουμε το αίμα μας) – δεν νομίζω ότι θα κάνει αυτή την τιμή σ’ εμάς ο Θεός – αλλά για να δεχθούμε το όποιο προσωπικό μας μαρτύριο.

Έχουμε πει ότι, όποιον δρόμο κι αν ακολουθήσει κανείς στη ζωή, αν ζήσει ως χριστιανός, μέσα του έχει μαρτύριο. Επομένως, τον κάθε χριστιανό, νομίζω, ο Θεός τον τιμά έτσι, με το να τον αξιώσει να μαρτυρήσει με όποιο μαρτύριο.

Νομίζω λοιπόν ότι, εφόσον εξακολουθεί μέσα μας να υπάρχει η φιλαυτία, δεν πρέπει να ησυχάσουμε. Φιλαυτία θα πει αγάπη του εαυτού μας, αδυναμία στον εαυτό μας. Και όχι μόνο με την έννοια ότι περιποιούμαστε τον εαυτό μας μην τυχόν πονέσει, μην τυχόν ζοριστεί, αλλά και με την έννοια ότι μάλλον χρησιμοποιούμε τη χριστιανικότητά μας για να τρέφουμε τη φιλαυτία. (Καθώς μάλιστα και ως χριστιανοί, ενώ έχουμε τον παλαιό άνθρωπο μέσα μας, δεν κάνουμε κανένα βήμα για να απαρνηθούμε τον εαυτό μας.) Όλη μας δηλαδή η ύπαρξη στρέφεται γύρω από αυτό.

Όταν λοιπόν δεν καταλάβεις πώς έχουν τα πράγματα, δεν τα πιστέψεις και δεν τα πάρεις έτσι όπως έχουν, αυτό, το να απαρνηθείς τον εαυτό σου – να το πούμε μια φορά ακόμη – είναι αυτοκτονία. Ποιος αυτοκτονεί στα καλά καθούμενα;

Κατά τέτοιο τρόπο ζει και βασιλεύει μέσα στον άνθρωπο η φιλαυτία! Πού να διανοηθεί κανείς μαρτύριο και πού να διανοηθεί δυσκολίες για χάρη του Χριστού; Η σχέση με τον Χριστό είναι θεωρητική. Δεν είναι φλόγα, φωτιά μέσα στην καρδιά, κάτι που το κάνει η χάρη του Θεού.

Επομένως, εκείνο το οποίο πρέπει να προσέξουμε δεν είναι «Αχ, πώς θα γίνουμε κι εμείς σαν τους μάρτυρες»· αυτά θα τα κανονίσει ο Θεός για τον καθένα μας. Εκείνο που πρέπει να προσέξουμε είναι να απαρνούμαστε αληθινά τον εαυτό μας. Στο πιο μικρό πραγματάκι· στο πιο μικρό. Από κει να αρχίσεις.

Όταν, π.χ., δεν τρως κάτι μόνο και μόνο επειδή δεν σου αρέσει, ενώ, καλώς εχόντων των πραγμάτων, πρέπει να το φας, να το φας. Όταν δεν παραιτείσαι από ένα θεληματάκι σου και επιμένεις και φέρνεις επιχειρήματα, να παραιτηθείς. Τι θα πάθεις, αν παραιτηθείς από το θεληματάκι σου;

Κι αν ακόμη αδικείσαι, τι θα πάθεις; Απαρνείσαι όμως τον εαυτό σου. Και πόσα τέτοια! Πόσες τέτοιες ευκαιρίες, πόσα τέτοια μικροπεριστατικά έχουμε στην καθημερινή ζωή, που τα επιτρέπει ο Θεός, για να βοηθηθούμε να απαρνούμαστε τον εαυτό μας!

* * *

Έτσι θα έρθει ύστερα ο καημός μέσα μας για αγάπη αληθινή στον Χριστό. Και τότε δεν θα χορταίνει κανείς τον Χριστό, δεν θα χορταίνει τα νοήματα του Χριστού, δεν θα χορταίνει τις αλήθειες του Χριστού.

Έτσι θα έρθει και η ειδικότερη αυτή αγάπη, που θα θέλεις ευχαρίστως να πάσχεις για τον Χριστό. Πολλές φορές μάλιστα θα θέλεις να μπαίνεις στη θέση του άλλου. Δεν κάνει κάτι ο άλλος; Δεν πειράζει· να το κάνεις εσύ ευχαρίστως, γνωρίζοντας ότι θα πονέσεις, γνωρίζοντας ότι θα στερηθείς κάτι. Έτσι στην πράξη απαρνείσαι τον εαυτό σου, «αυτοκτονείς», με την έννοια ότι δέχεσαι να θανατωθεί η φιλαυτία σου.

Έτσι θα μπούμε στον δρόμο των αγίων. Δεν γινόταν δηλαδή κάτι μαγικό στους αγίους. Όχι. Παραδόθηκαν στον Χριστό, και ο Χριστός άναψε φωτιά για μαρτύριο στις καρδιές τους. Και, αν επιτρέπεται να πούμε, είχε όλη την ευχέρεια ο Κύριος την ώρα του μαρτυρίου να κάνει αυτά τα θαύματα, όπως εδώ, που έβαλαν τον άγιο Ευλάμπιο και την αγία Ευλαμπία στον λέβητα, και δεν έπαθαν τίποτε. Επενέβη ο Θεός, και δεν έπαθαν τίποτε.

Μη φοβάσαι, δεν θα πάθεις τίποτε. Αλλά όμως, σ’ αυτόν τον δρόμο η φιλαυτία θα πεθάνει, το εγώ θα πεθάνει. Θα απαρνηθείς όντως τον εαυτό σου.

 Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Θέλεις να αγιάσεις;”, Οκτώβριος, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2018, σελ. 141.