ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ, ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ (Κολ. δ΄ 5-11, 14-18)
Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς
«Πρὸς τοὺς ἔξω», ἐννοεῖ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι χριστιανοί. Ἔξω ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει ἡ εἰδωλολατρία, ἡ ἀνοησία, ἡ τρέλλα (Α΄ Πέτρ. 2:15).
Οἱ χριστιανοὶ ζοῦν σοφά, ἄν ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι «Θεοῦ δύναμις καὶ Θεοῦ σοφία» (Α΄ Κορ. ι΄ 24-30).
Ὅ,τι δὲν προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ Χριστό, ποὺ εἶναι ἡ μοναδικὴ ἀλήθεια καὶ ἡ αἰώνια σοφία, πραγματικὰ εἶναι ἀνοησία καὶ παραφροσύνη. Οἱ ἄνθρωποι γίνονται ἀνόητοι καὶ παράφρονες, παράλογοι, ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν ἁμαρτία. Γιατί, στὴν οὐσία της, ἡ ἁμαρτία εἶναι παραφροσύνη τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς. Ἡ φιλαμαρτία εἶναι πάντα κατάσταση τρέλλας ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ σχιζοφρένειας. Γιατὶ μόνο ἡ Χριστοαγάπη πληροῖ, γεμίζει καὶ πλουτίζει τὴν ψυχὴ μὲ ἔνθεη σοφία καὶ μόνο ζῶντας μὲ αὐτὴν τὴν σοφία οἱ ἄνθρωποι «ἐξαγοράζουν», δηλαδὴ ἐκμεταλλεύονται σωστὰ τὸν καιρὸ ποὺ τοὺς δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, στὴν ἐπίγεια ζωή τους, ἔνθεα καὶ σοφά. Διότι ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας μᾶς δόθηκε, ὥστε δι’ αὐτοῦ νὰ δώσουμε θεάρεστους καρποὺς ἔργων πίστεως, νὰ ἐργασθοῦμε τὴν ἀθανασία καὶ τὴν ἔνθεη αἰωνιότητα. Αὐτὸς ὁ χρόνος πρέπει νὰ γίνει σὲ ἐμᾶς εἰσαγωγὴ γιὰ τὴν αἰωνιότητα, ποὺ εἶναι ὁ δίκαιος καὶ ἔνθεος προορισμός μας, ζῶντας σοφά, δηλαδὴ μὲ τὸν Χριστό, καὶ ἔτσι ἐξαγοράζουμε τὸν καιρό, «πληρώνοντάς τον» μὲ τὸ ἀθάνατο καὶ τὸ ἔνθεο. Καὶ τὸν ἐξαγοράζουμε ἀπὸ κάθε τι τὸ φθαρτό, πρόσκαιρο, θνητό, ἁμαρτωλό, μάταιο καὶ ἀνόητο. Μὲ κάθε ἄλλο τρόπο, κάνουμε κατάχρηση τοῦ καιροῦ ποὺ μᾶς δόθηκε καὶ τὸν καταστρέφουμε.
Ὁ καιρός μᾶς δόθηκε, γιὰ νὰ τὸν μετατρέψουμε σὲ αἰωνιότητα, ζῶντας σοφά, ἐν τῷ Χριστῷ, καὶ «διὰ τοῦ Χριστοῦ». Ἡ λογικότητα τοῦ χρόνου σὲ αὐτὸ συνίσταται νὰ ὑπηρετεῖ τὸν Θεό-Λόγο, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, καὶ νὰ προσφέρει, νὰ παραδίδει σὲ Αὐτόν, ὅ,τι ἔχει καὶ φέρει στὸν ἑαυτό του. Γιατὶ καὶ ὁ χρόνος ἔχει δημιουργηθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό – Λόγο καὶ ἕνεκα τοῦ Θεοῦ – Λόγου (Ἰω. 1:3, Κολ. 1:16). Μὲ τὴν «ἔλλογη» ὕπαρξή του ὁ χρόνος «εἰσήχθη» στὸ Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία, καὶ ἐκεῖ βρῆκε τὸν προορισμό του καὶ τὴν πραγμάτωσή του.
Μὲ τὴν βοήθεια τῶν ἱερῶν Μυστηρίων καὶ τῶν ἁγίων ἀρετῶν, στὴν Ἐκκλησία, γίνεται ἐπεξεργασία τοῦ χρόνου καὶ μετατροπή του σὲ αἰωνιότητα. Γιατὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ θαυματουργὸ καὶ ἔνθεο ἐργαστήριο, ὅπου τὸ πρόσκαιρο μετατρέπεται σὲ αἰώνιο, τὸ θνητὸ σὲ ἀθάνατο καὶ τὸ φθαρτὸ σὲ ἄφθαρτο.
Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος καὶ ζεῖ καὶ ἐργάζεται μόνο γιὰ ἕνα γιὰ τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅλος ἀποβλέπει στὸν στόχο αὐτό, ἀπὸ τότε ποὺ γνώρισε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
«ὁ λόγος ὑμῶν πάντοτε ἐν χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος, εἰδέναι πῶς δεῖ ὑμᾶς ἑνὶ ἑκάστῳ ἀποκρίνεσθαι».
Ἄν ζεῖτε σοφά, «ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρό», τότε ὁ λόγος σας θὰ εἶναι πάντοτε «ἐν χάριτι», γιατί τότε θὰ γεμίσει μὲ τὸ Εὐαγγελικὸ περιεχόμενο καὶ τὴν ἁγία ἔνθεη δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Θεὸς Λόγος εἶναι Λόγος καὶ λογικὴ καὶ ἔνθεη σοφία καὶ δύναμη, ὄχι μόνο τοῦ ἀνθρωπίνου ὄντος ἀλλὰ καὶ τῶν ἀνθρωπίνων λόγων. Διὰ τοῦ Λόγου ὁ δικός μας ἀνθρώπινος λόγος μεταμορφώνεται σὲ ἔνθεο λόγο μὲ ἔνθεο περιεχόμενο καὶ διαρκεῖ διαχρονικά, μὲ τρόπο ἔνθεο καὶ βρίσκει τὴν αἰωνιότητά του. Δι’ Αὐτοῦ καὶ μόνο «δι’ Αὐτοῦ» ὁ λόγος μας μπορεῖ νὰ εἶναι πάντοτε «ἐν χάριτι», γιατί ἡ χάρις καὶ ἡ Ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο» (Ἰω. 1: 17). Καὶ αὐτὸ σημαίνει: ὁ λόγος μας καθίσταται «ἕλλογος», «ἐλλογοποιημένος» καὶ ἀθάνατος καὶ αἰώνιος, «διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Ἡ ἔνθεη δύναμή Του εἶναι τὸ «πνευματικὸ ἀλάτι», τὸ ὁποῖο δὲν ἀφήνει, ὥστε ὁ λόγος μας νὰ «ἀποσυντεθεῖ», νὰ διαβρωθεῖ, νὰ σαπίσει, νὰ φθαρεῖ, νὰ «ἀναδώσει» δυσάρεστη δυσοσμία καὶ στὸ τέλος νὰ καταστραφεῖ. Ὁ ἀνθρώπινος λόγος «ἠρτυμένος» μὲ αὐτὸ τὸ ἔνθεο ἁλάτι καθίσταται ἄφθαρτος καὶ πάνσοφος καὶ ἰσχυρός. Ἔτσι καὶ μόνο ἔτσι οἱ χριστιανοὶ εἶναι σὲ θέση νὰ γνωρίζουν «πῶς δεῖ ὑμᾶς ἑνὶ ἑκάστῳ ἀποκρίνεσθαι», πῶς νὰ ἀποκρίνονται στὸν καθένα.
Λοιπόν, ὁ λόγος σας νὰ θεμελιώνεται, ὄχι ἐν σοφίᾳ ἀνθρώπων, ἀλλ’ ἐν δυνάμει Θεοῦ (Α΄ Κορ. 2:5) καὶ ὅλος νὰ εἶναι «πεπληρωμένος» μὲ τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ (Α΄ Κορ. 1:24). Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ ὅ,τι εἶναι δικό Του, ἀποτελεῖ τὸ βασίλειο τοῦ Θεοῦ. (Ματθ. 4:17, 3:2)
Ἔξω ἀπὸ τὸ βασίλειο τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει τὸ βασίλειο τῆς ἁμαρτίας, τοῦ θανάτου, τοῦ διαβόλου. Ὅλη ἡ ἐργασία τοῦ Ἀποστόλου καὶ τῶν συνεργατῶν του εἶναι ἡ ἐγκαθίδρυση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ καταστροφὴ τοῦ κράτους τοῦ διαβόλου.
Γιὰ κάθε συνεργάτη του, ὁ ἅγιος Ἀπόστολος ἔχει πολλὴ ἀθάνατη ἀγάπη. Ὁ ἕνας εἶναι «ἀγαπητὸς ἀδελφός», ὁ ἄλλος «πιστὸς διάκονος» ἤ «πιστὸς ἀδελφός», ἤ «σύνδουλος ἐν Κυρίῳ» καὶ ὅλοι βοηθοὶ γιὰ τὸ βασίλειο τοῦ Θεοῦ». Εἶναι οἱ ἄφοβοι ἐργάτες, οἱ θαρραλέοι μαχητὲς σὲ ὅλες τὶς μάχες καὶ συγκρούσεις κατὰ τῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν, πρὸς τὴν ἐπίτευξη τῆς ἀνθρωπίνης σωτηρίας. Ὁ Θεοφόρος καὶ Χριστοφόρος Ἀπόστολος νοιάζεται μὲ ἔνθεη φροντίδα γιὰ ὅλους καὶ γιὰ τὸν καθένα χωριστά. Γιατί, σὲ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς εἶναι ἀπαραίτητο νὰ γνωρίζουν ὅλη τὴν ἀλήθεια τῆς σωτηρίας! Καὶ ὄχι μόνο νὰ τὴν γνωρίζουν, ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν βιώνουν ἀδιάκοπα. Τὸ κάθετι τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νὰ γίνεται «ἐν Κυρίῳ» καὶ ἕνεκα τοῦ Κυρίου καὶ ὅλη του ἡ ζωὴ νὰ εἶναι μιὰ ἀδιάκοπη ὑπηρεσία στὸν Κύριο. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ προσφέρεται ἡ πιὸ ἁγία ὑπηρεσία στὸν ἑαυτό του, ποὺ εἶναι ἡ σωτηρία του, μέσα στὴν ἀθανασία του, στὴν αἰωνιότητα. Στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὅλα κινοῦνται «ἐκ τοῦ Πατρός, διὰ τοῦ Υἱοῦ, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι». Καὶ σὲ αὐτήν, ὁ θαυμαστὸς Κύριος εἶναι ὅλο καὶ ὅλα, τὸ πᾶν ἐν παντί», καὶ ἀντανακλᾶ τὸ μεγάλο μυστήριο (Ἐφ. 5:21). Ἄν ζεῖς ἐν Κυρίῳ, τελειοποιεῖσαι, ἀνέρχεσαι στὸν οὐρανὸ καὶ ἰδοὺ βρίσκεσαι στὸν οὐρανό, καὶ ποιὸς ξέρει πόσα ὀφείλεις στοὺς «ἀδελφοὺς ἐν Χριστῷ», οἱ ὁποῖοι προσεύχονται γιὰ σένα! Τί ἀγώνας καὶ τὶ σκοπός! Καὶ πόσα ὀφείλεις στοὺς ἁγίους ποὺ συχνὰ ἐπικαλεῖσαι στὶς προσευχές σου, καὶ σὲ ὅλους οἱ ὁποῖοι προσεύχονται γιὰ τὴν τελειότητά σου!
«ἀσπάζεται ὑμᾶς Λουκᾶς, ὁ ἰατρός, ὁ ἀγαπητὸς καὶ Δημᾶς» (4:14).
Πόσο ὅλοι αὐτοὶ ἐνδιαφέρονται, νοιάζονται γιὰ ὅλους καὶ γιὰ τὸν καθένα χωριστά! Ὁ ἅγιος χαιρετισμὸς εἶναι σίγουρα δρόμος προσευχητικῆς ἐπιθυμίας γιὰ τὴν πρόοδο τῶν ἀδελφῶν στὴν εὐαγγελικὴ ζωή, γιὰ τὴν θεραπεία τους ἀπὸ ὅλα τὰ ψυχικὰ τραύματα, καὶ ἔτσι, με θάρρος νὰ προχωρήσουν πρὸς τὴν τελείωσή τους, στὴν ἁγιότητα, τὴν σωτηρία καὶ τὴν θέωσή τους. Οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ μόνον αὐτὸ κάνουν: προσεύχονται καὶ ἀσχολοῦνται συνέχεια γιὰ τὴν σωτηρία καὶ τὴν τελειοποίηση ὅλων μας, «πεπληρωμένοι ἐν παντὶ θελήματι τοῦ Θεοῦ» (4:12). Καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ βρίσκεται ὁλόκληρο «ἐν Κυρίῳ Χριστῷ», καὶ στὸ ἅγιο Εὐαγγέλιό Του (Ἐφεσ. 1:9). Ὅ,τι θέλει Αὐτός, αὐτὸ θέλει καὶ ὁ Θεὸς ἀπὸ ἐσένα. Δὲν πρέπει νὰ ἔχεις δικό σου θέλημα, γιατὶ ποτὲ δὲν θὰ εἶσαι σίγουρος τί σὲ αὐτὸ εἶναι ἁμαρτωλὸ καὶ τί ὄχι. Πρᾶξε ὅ,τι θέλει ὁ Χριστὸς καὶ θὰ γεμίσεις, «θὰ πληρωθεῖς» μὲ κάθε θεῖο θέλημα. Λῦσε τὰ πάντα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, γιατὶ σὲ αὐτὸ βρίσκεται ὁλόκληρο τὸ ἀναμάρτητο καὶ πανάγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Πηγή: Ἐκδόσεις Ρηγοπούλου, Θεσ/κη 1990