Ἀρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου
Ἱεροκήρυκος Ἱ. Μ. Πατρῶν
Δρος Θεολογίας
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ «Εὐλογημένη Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ἡ ὁποία δέχεται καὶ ἁγιάζει τὴν Δημιουργία, τὸ σύμπαν ὁλόκληρο. Μὲ τὴν ἄκτιστη Χάρη της καινουργεῖ τὴν κτίση.
Μέσα στὸ εὐχαριστιακὸ μυστήριο τῆς Θείας Λειτουργίας ζοῦν καὶ κινοῦνται τὰ πάντα ἐν ἁρμονίᾳ. Ἐκεῖ ἀποκαλύπτεται ἡ φύση καὶ ὁ λόγος ὑπάρξεως τῶν πάντων, ἤτοι τῶν ἀνθρώπων, τῆς φύσεως, τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς ἐπιστήμης κ.ο.κ.. Ἑπομένως, ἐντὸς τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ στὴν ἐν γένει Λειτουργικὴ ζωὴ τὰ πάντα εἶναι οἰκεῖα γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος μετέχει οὐσιαστικὰ σὲ αὐτή. Τίποτε δὲν εἶναι ξένο. Τὰ πάντα ὑπάρχουν σὲ κοινωνία, τὰ πάντα συναντῶνται σὲ μία ἀγαπητικὴ συνύπαρξη, κίνηση καὶ σχέση. Ἐκτὸς τῆς Λειτουργικῆς εὐχαριστιακῆς σχέσεως καὶ κοινωνίας τὰ πάντα εἶναι ἀγνώριστα, ξένα μεταξύ τους ἄ–Χριστα, παγερὰ καὶ νεκρά.
Ἀκόμη θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ὅλη ἡ ἀνθρώπινη Ἱστορία (Δημιουργία, πτώση, λύτρωση) ὑπάρχει ἐντὸς τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὑπάρχει ὁ χρόνος μὲ τὴν σωστή του ἔννοια (ὁ Λειτουργικὸς χρόνος), ὁ χῶρος (ἀπέραντος καὶ ἄπειρος) ἔξω ἀπὸ τὶς διαστάσεις τοῦ Ἀινστάϊν καὶ ἡ λογική (ὡς Χριστολογική). Καὶ τοῦτο γιατὶ ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἡ μυστικὴ ἀναβίωση τῆς Θείας Οἰκονομίας.
Ὁ πιστὸς Ὀρθόδοξος Χριστιανός, ἐντὸς τῆς Θείας Λειτουργίας, αἰσθάνεται τὰ ἀόρατα ὡς ὁρατά. –Ἀνοίγω μία παρένθεση, γιὰ νὰ τονίσω ὅτι εἶναι βεβαιωμένο Ἁγιογραφικῶς καὶ Πατερικῶς πὼς ὁ αἱρετικὸς δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχῃ μέσα στὴν Χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ ἄρα δὲν ἔχει τὴν δυνατότητα τέτοιου Λειτουργικοῦ βιώματος. Ἂς τὸ ἀκούουν αὐτὸ Πατριάρχες, Ἀρχιεπίσκοποι καὶ Μητροπολίτες, οἱ ὁποῖοι δέχονται νὰ συμμετέχουν καὶ νὰ συμπροσεύχωνται στὴν Θ. Λειτουργία οἱ αἱρετικοὶ Παπικοί.– Ὁ Λειτουργημένος ἄνθρωπος αὐτὰ ποὺ δὲν λέγονται οὔτε ἐκφράζονται τὰ βιώνει καὶ τὰ ἐκφάζει χωρὶς λόγια. Τότε ἀποκτᾶ τὴν δύναμη νὰ ταπεινωθῇ καὶ νὰ διαπιστώσῃ ὅτι ὁ ἴδιος, ἐνῶ εἶναι κάτι τὸ ἐλάχιστο, δέχεται ἐντός του καὶ χωράει τὸ ἀχώρητο, τὸ ἀπεριόριστο, τὸ αἰώνιο.
Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὅσο βιώνει ὁ Λειτουργημένος ἄνθρωπος αὐτὴν τὴν αἴσθηση τῆς ἑκουσίου σμικρύνσεως καὶ ἐκλείψεως τοῦ ἑαυτοῦ του, τόσο περιλάμπεται ἀπὸ τὴν ἀπρόσιτη δόξα τῆς Τρισηλίου Θεότητος, ἡ ὁποία τοῦ φανερώνει τὴν ἀτέρμονα γνώση τῆς φύσεως τῶν ὄντων. Εἶναι τόσο μεγάλη αὐτὴ ἡ αἰώνια αἴσθηση κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία, ὥστε μπορεῖς νὰ καταλάβῃς ἂν τὰ ἀόρατα εἶναι περισσότερο αἰσθητὰ ἀπὸ τὰ ὁρατὰ ἢ ἂν θέλετε ἂν τὰ κτιστὰ εἶναι πιὸ ἅγια ἀπὸ τὰ ἄκτιστα.
Ὅταν κατὰ τὴν ἔναρξη τῆς Θείας Λειτουργίας ἀκούομε «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός…», τότε πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεὰνθρωπος Κύριος μαζὶ μὲ τὰ παιδιά Του ἱερουργεῖ τὸ Μυστήριο τῆς Βασιλείας. Αὐτή, ὅμως, ἡ Βασιλεία δὲν εὑρίσκεται ἔξω καὶ πέρα ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ζωὴ καὶ τὶς καθημερινὲς ἐνέργειες τοῦ πιστοῦ. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν ξεχώρισε ποτὲ τὴν ἀλήθεια αὐτὴ ἀπὸ τὴν ζωή της. Ἡ κάθε φάση τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἐργασίας ἐμπεριέχονται στὴν Θεία Λειτουργία καὶ ὑπὲρ ὅλων αὐτῶν ἀναφέρεται ὁ Λειτουργὸς μέσῳ τῶν εὐχῶν πρὸς τὸν Θεόν.
Δυστυχῶς, αὐτὴν τὴν οὐράνια ἐμπειρία καὶ κατάσταση ὄχι μόνον δὲν μπορεῖ νὰ τὴν αἰσθανθῇ ὁ σημερινὸς ἐγωκεντριστὴς ἄνθρωπος, ἀλλ᾽ οὔτε κἂν νὰ τὴν ὑποψιασθῇ. Στὴν πολυτάραχη ἐποχή μας, ὅπου ὅλοι οἱ οὐμανιστὲς φιλόσοφοι, οἱ ἐπιστήμονες καὶ πολλοὶ θρησκευτικοὶ ἡγέτες, ὅπως καὶ οἱ πολιτικοί, ἐπιδιώκουν ἐν γνώσει τους ἢ ἐνδεχομένως ἐν ἀγνοίᾳ του νὰ ἀντικαταστήσουν τὴν πίστη πρὸς τὸν Δημιουργό μας Θεὸ καὶ τὴν Ὀρθόδοξο πνευματικὴ ζωὴ μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὸν ἐμπαθῆ καὶ ὑλιστὴ ἄνθρωπο. Εἶναι ἀναγκαία ὅσο ποτὲ ἄλλοτε ἡ ἐκκλησιοποίηση τοῦ ἀνθρώπου. Μόνον στὴν Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος θὰ καταξιωθῆ ὡς ὕπαρξη, ὡς πρόσωπο, ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς «θεὸς κεκελευσμένος», κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Θεολόγο.
Ἡ Θεία Λειτουργία, στὴν ὁποία εἶναι ἐπάναγκες νὰ συμμετέχῃ ὁ κάθε πιστὸς προσφέρει στὸν κόσμο τοὺς λειτουργημένους, χαριτωμένους ἀνθρώπους καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀναγεννᾶται ὁ κόσμος, ἡ Ἱστορία καὶ ἡ ἐν γένει ἀνθρώπινη ζωή.
*Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα «Πελοπόννησος των Πατρών» στις 2/2/2025.