Γράφει ὁ Δρ Χαράλαμπος Μ. Μπούσιας, Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Ὅταν ἡ ζωή μας δὲν εἶναι χριστοκεντρική, ὅταν παραθεωροῦμε τὸν Χριστό μας ἢ καὶ τὸν ἀρνούμαστε παντελῶς, ζοῦμε στὸ σκοτάδι καὶ ἔχουμε μόνιμη ταραχή, τὴν ὁποία προσπαθοῦμε νὰ ἀποβάλλουμε μὲ τὴν συνέργεια τοῦ πονηροῦ, «τοῦ κοσμοκράτορος τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, τοῦ ἀπατεῶνος» (Ἐφεσ. στ΄ 12). Ὅταν λείπει ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὴν ζωή μας, τὰ πάντα ἐπιτρέπονται. Ὅταν ὁδηγοῦμε τὸ καράβι τῆς ζωῆς μας στὸ πολυκύμαντο τοῦ βίου πέλαγος χωρὶς κυβερνήτη μας τὸν Χριστό, σίγουρα θὰ τὸ ρίξουμε σὲ ὑφάλους ἢ θὰ τὸ τσακίσουμε στὰ βράχια. Ὅταν λείπει ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὴν ζωή μας νοιώθουμε ἕνα κενὸ δυσαναπλήρωτο, μιὰ θλίψη ἀνεξήγητη καὶ τοῦτο γιατί, «σ’ ὅποιον ἔχει λύπη ὁ Χριστὸς τοῦ λείπει».
Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ κεντρομόλος δύναμη ποὺ μᾶς συγκρατεῖ στὴν τροχιὰ τοῦ εὐαγγελικοῦ νόμου, αὐτοῦ ποὺ σήμερα μερικοὶ ὀνομάζουν «νόμο δουλείας» καὶ τὸν ἐξορκίζουν ζώντας τὴν ἐφάμαρτη ἐλευθερία, τῆς ὁποίας καὶ ὑψώνουν τὸ λάβαρο. Ἐνῶ γνωρίζουν ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Ἀγάπης μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὴν φυγόκεντρη δύναμη τῆς ἁμαρτίας, ποὺ ἐνοικεῖ μέσα μας, ἀφοῦ «ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐκ νεότητος» (Γέν. 8, 21), δὲν θέλουν τὴν προστασία του νομίζοντας ὅτι αὐτὸ περιορίζει τὴν ἀπόλυτη ἐλευθερία τους. Δὲν σκέφτονται ὅτι ἡ «ἀπόλυτη ἐλευθερία» ἐκτροχιάζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ὁδηγεῖ «στὰ Τέμπη» τῆς καταστροφῆς.
Ὁ Χριστός μας εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἐλευθερία καὶ μᾶς θέλει ὅλους ἐλεύθερους κοντά Του. Ἔτσι, ὁ ἐλεύθερος ἄνθρωπος εἶναι πλούσιος σὲ θεϊκὲς δωρεές, ἐνῶ ἀντίθετα πτωχὸς εἶναι ὅποιος παραβιάζει τὶς θεῖες ἐντολές, ποὺ ὁδηγοῦν μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια στὴν δουλεία· στὴν δουλεία τῶν παθῶν, τῆς φιλαρχίας, τῆς φιλοδοξίας, τοῦ πλούτου, τῶν πρόσκαιρων ἀπολαύσεων. Ὁ φιλάνθρωπος Χριστὸς μᾶς εἶπε, νὰ ζοῦμε ἐλεύθεροι κοντά Του, κοντὰ στὴν μόνη Ἀλήθεια, λέγοντας: «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰωάν. η΄ 32), δηλαδή, ὅταν γνωρίσετε τὴν ἀλήθεια, Ἐμένα, ποὺ εἶμαι «ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Ζωή» (Ἰωάν. ια΄ 25), Ἐγὼ θὰ εἶμαι ὁ Ἐλευθερωτής σας. Τὴν σταθερὴ προσήλωσή μας στὸν φιλάνθρωπο Χριστὸ μᾶς τὴν συνιστᾶ ἄλλωστε καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγοντας: «Τῇ ἐλευθερίᾳ, ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε» (Γαλ. ε΄ 1), δηλαδή, μείνατε σταθεροὶ στὴν ἐλευθερία ποὺ μᾶς χάρισε ὁ εὔσπλαγχνος Χριστός μας καὶ μὴν ὑποκύπτετε πάλι στὸν ζυγὸ τῆς δουλείας. Ἡ παρουσία τῆς ἄκτιστης ἐλευθερίας στοὺς πιστοὺς πιστοποιεῖται ἀπὸ τὴν βιβλικὴ μαρτυρία: «Οὗ τὸ πνεῦμα Κυρίου, ἐλευθερία» (Β΄ Κορ. γ΄ 17).
Ὅταν ὅλα γύρω μας διέπονται ἀπὸ τὸν νόμο τοῦ χρήματος, τῆς ἰδιοτέλειας, τοῦ ἄκρατου εὐδαιμονισμοῦ καὶ τῆς φιληδονίας, ἡ γνήσια χριστιανικὴ ζωὴ ἀποτελεῖ μία τρέλλα. Στὴν κοινωνία τοῦ παραλόγου ἡ λογικὴ τῆς ἠθικῆς δὲν ἔχει θέση.
Ἡμέρες πονηρές, ἡμέρες ἀποστασίας, ἡμέρες βασιλείας τῆς ἁμαρτίας, ὑπῆρχαν ἀνέκαθεν ἂν καὶ σήμερα πληθύνθηκαν, ἀφοῦ ζοῦμε σὲ ἡμέρες ὅπου βασιλεύει τὸ κακό, ἡ διαστροφή, ἡ ἁμαρτία, καὶ αὐτὸ λόγῳ ἄγνοιας τῆς καλωσύνης καὶ ἀπορρίψεως τῆς ἠθικῆς καὶ τῆς ἀρετῆς. Ψάχνουμε γιὰ ἀρχηγούς, μπροστάρηδες, καπεταναίους, ἀλλὰ δὲν βλέπουμε Ἄνδρες μὲ «ἐλέυθερο χριστιανικὸ πνεῦμα» καὶ καταλήγουμε σὲ Δεββῶρες, γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὴν «Ἁγία Γραφή, ὅπου στὸ βιβλίο τῶν Κριτῶν γράφει: «Διὰ τὸ μὴ εἶναι ἄνδρα ἐβασίλευσε Δεββώρα» (Κριτ. 4΄ 9).
Προσὸν τῆς σύγχρονης κοινωνίας εἶναι ἡ ἁμαρτία. Αὐτὴ κυριαρχεῖ καὶ ἐπιβάλλεται. Προβάλλεται ἀπὸ τὰ μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως καὶ ἐξελίσσονται πολιτικά, κοινωνικὰ καὶ πολιτισμικά, ὅσοι νοιώθουν ὑπερήφανοι γιὰ αὐτήν. Ἡ κατάπτωση λογίζεται ἐλευθερία. Διαστρέφεται ἡ ἔννοια τοῦ καλοῦ, τοῦ ἠθικοῦ, τοῦ ὡραίου καὶ προβάλλεται τὸ κακό, τὸ ἀνήθικο, τὸ ἄσχημο. Ἡ κοινωνία μας παραβλέπει τὸν ἔμφυτο ἠθικὸ νόμο καὶ μεταβάλλει τὴν αἴσθηση τοῦ ὡραίου ἀνάλογα μὲ τοὺς ἰδιοτελεῖς σκοπούς της. Ποῦ, λοιπόν, πορευόμαστε; Τὰ μάτια μας, ψυχικὰ καὶ σωματικά, ἔπαψαν νὰ βλέπουν καθαρά, ἀφοῦ ὁ καταρράκτης τῆς ἁμαρτίας ἐμποδίζει τὴν καθαρὴ ὅραση. Ἔτσι, ὅλοι μας βαδίζουμε πρὸς τὸ χάος, ἀφοῦ, «τυφλὸς τυφλὸν ἐὰν ὁδηγῇ ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται» (Ματθ. ιε΄ 14). Ποῦ εἶναι ἡ ἀπόλυτη προσοχή μας καὶ ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή μας τώρα, ὅπου τὰ οἰκονομικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, ἠθικὰ καὶ ἐθνικὰ προβλήματα εἶναι αὐξημένα μὲ ἄγνωστη τὴν ἐπιταχυνόμενη ἐπιδείνωσή τους; Ποῦ εἶναι οἱ ἀρετὲς αὐτὲς ποὺ ἀποτελοῦν τὶς πνευματικὲς ἀντιστάσεις τοῦ λαοῦ στὶς ἐνέργειες τῶν κρατούντων; Τὶς βλέπουμε ἰσχνές, ἂν ὄχι ἀνύπαρκτες, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ «Ἄρχοντες» νὰ ἐνεργοῦν πολλὲς φορὲς ἀπερίσκεπτα καὶ νὰ ἀλλοιώνουν τὸν πολιτισμό μας, τὴν ἑλληνορθόδοξη ταυτότητά μας ὑπονομεύοντας ταυτόχρονα θεσμοὺς καταξιωμένους μέσα στὴν ἱστορία, ὅπως ὁ γάμος καὶ ἡ οἰκογένεια. Ἀλλοιώνοντας, ὅμως, τὶς πατροπαράδοτες παραδόσεις δημιουργοῦν προβλήματα στὸ ἴδιο τὸ Γένος μας μὲ προεκτάσεις γιὰ δυσοίωνο μέλλον.
Σὲ αὐτὲς τὶς πονηρὲς ἡμέρες, ὅπου τὸ ἦθος θεωρεῖται παρωχημένο, ἡ πίστη περιγελᾶται, ἡ σωφροσύνη χλευάζεται καὶ ἡ πονηράδα λογίζεται ἐξυπνάδα, ἔρχεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νὰ μᾶς πεῖ: «Βλέπετε πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μὴ ὡς ἄσοφοι, ἀλλ’ ὡς σοφοί, ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρόν» (Ἐφεσ. ε΄ 15).
Ἡ ἁμαρτία στὶς ἡμέρες μας πλήθυνε καὶ διαπράττεται εὐκολώτερα καὶ ἀνετώτερα μὲ τὴν ἐπιστημονικὴ ἐξέλιξη. Ἡ ἁμαρτωλὴ ζωὴ θεωρεῖται ἐλευθερία, ἐνῶ ἡ ἠθικὴ ζωὴ εἶδος παρωχημένο καὶ δουλικό. Ζοῦμε σὲ ἐποχή, σὰν αὐτὴ ποὺ ὁμολογεῖ πρῶτα ὁ Ψαλμωδὸς Δαβὶδ (Ψαλμ. ΝΒ΄ 4) καὶ ἔπειτα ἐπαναλαμβάνει ὁ θεῖος Παῦλος: “Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν· οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός» (Ῥωμ. γ΄ 12). Ὅλοι γύρω μας παρεκτράπησαν ἀπὸ τὸν σωστὸ δρόμο, τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ ἐξαχρειώθηκαν. Δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ ἐνεργεῖ τὸ ἀγαθό, νὰ ἐνεργεῖ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μας, σύμφωνα μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου Του. Δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας καί, ἀλλοίμονο, ὅταν θὰ ξεχειλίσει τὸ ποτήρι τῆς ὑπομονῆς τοῦ Θεοῦ!
Δὲν ἔφθασε, ὅμως, στὶς ἡμέρες μας μόνο ἡ ἀποστασία μας. Εἶναι καὶ ἡ διαστροφή! Τὸ ἄσπρο τὸ λέμε μαῦρο, τὸ κακὸ καλό, τὸ ἄσχημο ὄμορφο. Τὴν δουλεία στὴν ἁμαρτία ὀνομάζουμε ἐλευθερία καὶ τὴν ἐμμονὴ στὴν ἐφάμαρτη ζωὴ προσὸν ἐπιτυχίας καὶ ἀνελίξεως στὴν κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ σκακιέρα. Ἡ κακία προβάλλεται ὡς ἀρετὴ καὶ ἡ ἀρετὴ ὡς ἁμαρτία. Δὲν ὑπάρχει λόγος μετανοίας. Γιατί νὰ μετανοίωσει κανείς, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει ἐπίγνωση ἁμαρτίας; Καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ἐσχάτη πλάνη. Βλασφημοῦμε, δηλαδή, μὲ τὴν ζωή μας τὸ Πανάγιο Πνεῦμα καὶ ἀρνούμαστε κάθε θεϊκὴ βοήθεια αὐτονομούμενοι καὶ νομίζοντας ὅτι ἐλεύθεροι ὄντες ἐξουσιάζουμε τὰ πάντα καὶ ἰδίως τὸν ἑαυτό μας. Ὁ Θεὸς μᾶς εἶναι περιττός. Καὶ χωρὶς Αὐτὸν φθάσαμε στὴν νομιμοποίηση τῆς ἁμαρτίας. Φθάσαμε στὴν παγκοσμιοποίηση καὶ ἀπολαμβάνουμε τοὺς καρπούς της, τὴν κρίση, τὸ ἔγκλημα, τὴν ἀνεργία, τὴν πτώχεια καὶ τὴν διαστροφή, τὴν ὁποία ὀνομάζουμε κανονικότητα. Τὸ χειρότερο, ὅμως, εἶναι ὅτι μᾶς ἔχει ὑπνωτίσει ὁ πονηρὸς καὶ δὲν ὑπάρχει, ἐκτὸς ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ἀντίδραση. Καὶ ἂν τολμήσει κάποιος νὰ ἀντιδράσει περιθωριοποιεῖται, γίνεται καταγέλαστος καὶ ὑποκείμενο κοροϊδίας.
Ζοῦμε σὲ μιὰ κοσμογονικὴ ἐποχή, ὅπου κυριαρχεῖ τὸ παγκόσμιο πνεῦμα τῆς ἀποστασίας, τοῦ πλεονασμοῦ τῆς ἁμαρτίας, τοῦ ψεύδους, τῆς καταπτώσεως τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, τῆς τροφοδοσίας μας μὲ τὰ ξυλοκέρατα ποὺ μᾶς προσφέρουν γιὰ φαγητὸ τὰ μέσα ἐνημερώσεως, οἱ τηλεοράσεις, τὰ περιοδικά, τὸ διαδίκτυο. Ζοῦμε τὴν ἀποχαλίνωση τῶν πάντων στὴν ἐποχὴ τῆς «πληθύνσεως τῆς γνώσεως» (Δαν. ιβ΄ 1,2,4).
Ἡ γνώση τῶν ἀνθρώπων αὐξάνεται συνεχῶς, ἡ ἐπιστήμη προοδεύει. Ἀλλὰ τί μὲ αὐτό; Ἔγραφε κάποιες δεκαετίες πρίν, τότε ποὺ ἡ ἀποστασία δὲν εἶχε ὁλοκληρωθεῖ, ὅπως σήμερα, ὁ ἀγωνιστὴς Μητροπολίτης Φλωρίνης, π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης, ὅτι «ὁ κόσμος σήμερα καυχᾶται γιὰ τὰ ἐπιτεύγματά του. Ἐπληθύνθη ἡ γνῶσις καὶ ἡ ἐπιστήμη. Καὶ ὅμως ὁ κόσμος σήμερα εἶναι δυστυχέστερος. Μιὰ προφητεία λέει, ὅτι θ᾿ ἀραιώσῃ ὁ κόσμος τόσο, ποὺ θὰ περπατᾷς 100 χιλιόμετρα καὶ ἄνθρωπο δὲν θὰ βλέπῃς».
Ἡ ἀποστασία μας σήμερα βρίσκεται στὸ ἀποκορύφωμά της. Μαζὶ μὲ αὐτὴν βλέπουμε καὶ σημεῖα στὸν οὐρανό. Σημεῖα ἐσχατολογικά, ἀκαταστασίες, σεισμούς, πολέμους, καταστροφές, ἐγκλήματα, ποὺ δείχνουν ὅτι «ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας» (Κολ. γ΄ 6). Τὰ βλέπουμε, ὅμως, καὶ μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας ἢ τὰ παραβλέπουμε; Συνειδητοποιοῦμε τοὺς τρόπους καταργήσεως τῆς θρησκείας μας μὲ τὰ μέτρα ἀποχριστιανοποιήσεως, ἀπορθοδοξοποιήσεως, ἀφελληνισμοῦ; Βλέπουμε τὸν πολιτικὸ γάμο, τὴν πολιτικὴ κηδεία, τὰ ἀβάπτιστα παιδιὰ μὲ ὀνοματοδοσία στὰ ληξιαρχεῖα, τὴν καύση τῶν νεκρῶν μας; Βλέπουμε τὴν κατάργηση τοῦ Σταυροῦ ἀπὸ τὴν σημαία μας, τὴν ἀποκαθήλωση τῶν εἰκόνων μας ἀπὸ τὰ σχολεῖα καὶ τὰ δημόσια καταστήματα; Βλέπουμε τὴν μεώση τῶν γεννήσεων, τὴν αὔξηση τῶν διαζυγίων, τὴν ἐλευθερία στὶς ἐκτρώσεις, τὸν κιναιδισμὸ ποὺ ὀνομάζουν «προσωπικὴ ἰδιαιτερότητα» καί, ἀλλοίμονο, ἂν τολμήσει κάποιος νὰ θίξει τοὺς δυστυχεῖς αὐτοὺς συνανθρώπους μας; Βλέπουμε τὴν λατρεία τοῦ διαβόλου ἢ τὴν προβολὴ τῆς πανθρησκείας καὶ τῆς οἰκουμενικότητας;
Ἔγραφε, ἐπίσης, γιὰ τὴν ἐλευθερία τοῦ προσώπου ὁ Γέροντας Εὐσέβιος Βίττης:
Ὁ ἀγώνας γιὰ τὴν ἐλευθερία, ποὺ λένε πώς κάνουν ἄτομα ἤ, πρὸ πάντων ὁμάδες, καταντάει καταπάτηση τῆς ἐλευθερίας. Σὰν τὸ περιπαθὲς ἀγκάλιασμα τῆς μαϊμοῦς ποὺ πνίγει τὸ παιδί της….
Ἡ ἐλευθερία ὡς ἀνθρωπολογικὸ στοιχεῖο ποὺ μιά της πλευρὰ εἶναι ἡ πολιτικὴ ἐλευθερία, εἶναι καρπὸς ὡριμότητας. Ἐσωτερικῆς καὶ πνευματικῆς ὡριμότητας. Ἡ ἐσωτερικὴ ὡρίμανση δὲν γίνεται αὐτόματα, γιατὶ χρειάζεται καὶ συνειδητὴ προσπάθεια τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν πραγμάτωσή της. Ὁ ὥριμος πνευματικὰ ἄνθρωπος ἀγωνίσθηκε καὶ ὁ ἴδιος σκληρά, γιὰ νὰ φθάσει σ’ αὐτὴν τὴν κατάσταση. Ἡ πνευματικὴ πατερικὴ σοφία τὴν ταυτίζει μὲ τὴν ἀπάθεια, ποὺ σημαίνει ὑπέρβαση τῆς ἐσωτερικῆς κατάστασης δουλείας τῶν παθῶν. Γιατί, ὅταν ὑπάρχει ἐσωτερικὴ δουλεία, ἡ ἐξωτερικὴ ἐλευθερία εἶναι εὐνοϊκὸς παράγοντας γιὰ τὴν ἐκδήλωση αὐτοῦ, ποὺ ὑπάρχει μέσα μας.
Ὁ φανατισμὸς καὶ ἡ ἐμπάθεια εἶναι δύο φοβερὰ ἀνασταλτικὰ τῆς ἐλευθερίας, τόσο τῶν ἴδιων τῶν φορέων τους, ὅσο καὶ τῶν ἄλλων. Εἶναι δυνατὸν ἐμπαθεῖς, προβολεῖς ἁμαρτίας καὶ φανατικοὶ νὰ θεωροῦνται ἐλεύθεροι ἄνθρωποι; Καὶ εἶναι δυνατὸν αὐτοί, ὅταν ἔχουν ὅλη τὴν ἐξωτερικὴ ἄνεση, νὰ μὴν ἐκτρέψουν τὴν ἐλευθερία σὲ ἀσυδοσία, νομιμοποίηση ἁμαρτίας ἢ καὶ τυραννία; Καί, ὅμως, αὐτοὶ φωνάζουν γιὰ ἐλευθερία, δημοκρατία, ἀνθρώπινα δικαιώματα, καὶ ὅ,τι ἄλλο μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει δημαγωγικὸ σύνθημα, γιὰ νὰ ἐπιδιωχθοῦν ἄλλοι σκοποί. Καταλυτικοὶ τῆς ἐλευθερίας στὴν πραγματικότητα.
Οἱ κράχτες τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς δημοκρατίας, δυστυχῶς, εἶναι ἄνθρωποι δοῦλοι τῶν παθῶν τους χωρὶς πνευματικὴ ὡριμότητα. Αὔξηση τῆς πνευματικῆς ὡριμότητας τοῦ ἀνθρώπου σημαίνει σπάσιμο τῶν δεσμῶν τῆς δουλείας καὶ ἄνοιγμα τῶν πτερύγων τῆς καρδιᾶς τους γιὰ πέταγμα στὸν οὐρανὸ τῆς ἐλευθερίας. Ἂς θυμηθοῦμε καὶ τὴν ἡρωΐδα μας Μαντὼ Μαυρογένους, ἡ ὁποία πάνω ἀπὸ τὸν σαρκικὸ ἔρωτα ἔβαζε τὸν ἔρωτα πρὸς τὴν σκλαβωμενη τότε πατρίδα. Δὲν ἔβλεπε στοὺς νέους ποὺ τὴν περιτριγύριζαν τὴν φλόγα τοῦ πατριωτισμοῦ νὰ φλέγει νὰ σωθικά τους καὶ νὰ ὁπλίζει τὰ χέρια τους, γιὰ νὰ ἀντιταχθοῦν στὶς παρατάξεις τοῦ ἐχθροῦ καὶ αὐτὸ τὴν λυποῦσε ἀφάνταστα. «Δὲν θὰ νυμφευθῶ, ἔλεγε, εἰμὴ ἄνδρα ἐλεύθερο»!
Ὅταν ἔχουμε ἐλεύθερο φρόνημα, δηλαδή, φρόνημα Χριστοῦ, καὶ τὸ προβάλλουμε στὴν κοινωνία μας, τότε δὲν θὰ ἀναζητοῦμε «Δεββῶρες», γιὰ νὰ βασιλεύουν. Καὶ πιστεύω ὅτι ὑπάρχουν ἀκόμη «Ἄνδρες» μὲ Ἄλφα κεφαλαῖο, ὅπως τοὺς θέλει ὁ Χριστός μας καὶ ὅπως τοὺς ἤθελε ἡ μεγάλη μας Μαντώ. Πρωτίστως ὑπάρχει ἡ πνευματοφόρα Ἐκκλησία μας ποὺ ἀναγεννᾶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ διατηρεῖ τὴν «ἐν Χριστῷ ἐλευθερία» ἀνόθευτη καὶ ἐλπιδοφόρα.