Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2020

Περὶ Ἱεραποστολῆς

 H῾ Ἱεραποστολὴ δὲν ἐξαντλεῖται ἁπλῶς καὶ μόνον στὴν πρόσδοσι στοὺς κατηχουμένους ἑνὸς “ἐξωτερικοῦ θεσμοῦ”, ἀλλὰ κυρίως στὴν ἀνάδυσι μέσα ἀπὸ τὸ βαθύτερο “εἶναι” τοῦ κάθε κατηχουμένου καὶ βαπτιζομένου ἀνθρώπου, τοῦ ἀρχέγονού του μεγαλείου, τῆς προπτωτικῆς αὐθεντικῆς του ὑποστάσεως. Ὅ,τι δηλαδή, θὰ τὸν ὁδηγήσῃ ἀπὸ τὸ “κατ᾽ εἰκόνα” εἰς τὸ “καθ᾽ ὁμοίωσιν”.

Ἡ Πίστις εἰς τὸ Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καὶ εἰς τὴν Διδασκαλία Του οὐδόλως ἀποτελεῖ κάποιαν ἀνούσιαν “τυπικὴν θεώρησιν” καὶ ἀποδοχὴν “ἀψύχου κηρύγματος”, ἀλλ᾽ ἀποτελεῖ κατ᾽ οὐσίαν πορείαν ἀνιοῦσαν: Ἔγερσις καὶ ἀνέγερσις αὐτοῦ, ποὺ ἤδη ἐνυπάρχει “ἐν ὑπνώσει” καὶ εἶναι ἤδη κατακεκρυμένο μέσα εἰς τὴν κάθε ἀνθρωπίνην ὕπαρξι, ὡς σύμφυτο καὶ ἐγγενὲς στοιχεῖον αὐτῆς, ἀπὸ τὴν στιγμὴν τῆς Δημιουργίας της ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. Σημειωτέον ὅτι συναφὴς ἐπὶ τούτου εἶναι καὶ ἡ περίφημος σοφὴ καὶ σαφὴς διδασκαλία περὶ “σπερματικοῦ λόγου”, τοῦ ἁγίου φιλοσόφου, ἀπολογητοῦ καὶ Μάρτυρος τῆς Ἐκκλησίας Ἰουστίνου, γεννηθέντος περὶ τοῦ 100 μ.Χ. καὶ μαρτυρήσαντος περὶ τὸ 165 μ.Χ. (Ἡ ἁγία αὐτοῦ μνήμη ἑορτάζεται ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας μας τὴν 1ην Ἰουνίου).

Τὸ κήρυγμα τῆς Ἱεραποστολῆς, εἶναι ἡ ἀποκάλυψις καὶ ἡ φανέρωσις αὐτοῦ, ποὺ ἤδη δόθηκε ἐξ ὑπαρχῆς εἰς τὸν ἄνθρωπον ὑπὸ τοῦ Δημιουργοῦ του, ἀλλὰ (αὐτὸ) καταχώθη καὶ ἀπεκρύβη, βεβαρυμένο ὑπὸ τῶν ἀλλοτρίων καὶ τοξικῶν ὑλικῶν, ἕνεκα τῆς παραμορφώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, μετὰ τὴν πτῶσι του εἰς τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἀμετανόητον ἐμμονήν του νὰ ζῇ καὶ νὰ κυλίεται μέσα εἰς αὐτήν.

Ἱεραποστολὴ εἶναι ἡ ἐπαναφορὰ ἀπὸ τὸ σκότος τῆς ἀγνοίας καὶ τῆς διαφθορᾶς, εἰς τὸ φῶς τοῦ αὐθεντικοῦ μας “εἶναι”. Αὐτοῦ δηλαδὴ τοῦ “εἶναι”, ποὺ μᾶς ἐδωρήθη ἐξ ὑπαρχῆς, ἀλλ᾽ ὅμως ἐν συνεχείᾳ δυστυχῶς τὸ διεστραβλώσαμεν λόγῳ τῆς πτώσεώς μας εἰς τὴν ἁμαρτίαν, τῆς ἐγωϊστικῆς μας ἐμμονῆς μας εἰς αὐτὴν (δηλαδὴ ἡ ἀνοησία τῆς ἀμετανοησίας) καὶ ὡς ἐκ τούτου τῆς ἐξώσεώς μας ἐκ τοῦ Παραδείσου.

Προοριζόμεθα ὅμως καὶ καλούμεθα ὑπὸ τοῦ Θεοῦ νὰ ἀνανήψωμεν ἐν ταπεινώσει, ὥστε τελικῶς νὰ καταστοῦμεν καὶ πάλιν, ἐὰν τὸ θελήσωμεν καὶ ἐὰν τὸ ἐπιδιώξωμεν, πολίτες τῆς ἐνδόξου Βασιλείας Του!

Ὁ Χριστός ἐνηνθρώπησεν διὰ τὴν Σωτηρίαν μας, ἔπαθεν ὑπὲρ ἡμῶν, ὑπέστη ἑκουσίως τὴν Ἐσχάτην Ταπείνωσιν, ἐσταυρώθη, ἀνέστη, ἀνελήφθη εἰς τοὺς Οὐρανούς. Καὶ μᾶς ἀπέστειλε τὸ Πανάγιόν Του Πνεῦμα, ἀναμένοντας διακαῶς τὴν ἀληθινήν μας μετάνοια καὶ τὴν εἰλικρινήν μας ἐπιστροφὴν εἰς τὰς Πατρικάς Του ἀγκάλας!

*

Οἱ διάφορες “θρησκεῖες” ἀποτελοῦν ἀνθρώπινα ἐφευρήματα καὶ κατασκευάσματα τοῦ θηριώδους καὶ ἀποτροπαίου ἐγωϊσμοῦ μας, μὲ τὴν συμβουλὴ καὶ τὴν συμβολή, κατὰ κανόνα, τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καὶ τῶν δαιμονίων του.

Ὅλαι αἱ λεγόμεναι “θρησκεῖαι” ἀναδύονται “ἔσωθεν” μέσα ἀπὸ τὴν συμπλεγματικὴν καὶ ἐνοχικὴν συνείδησιν τοῦ ἀλλοτριωμένου ἀνθρώπου, ἡ ὁποία ἀνεφάνη καὶ ἐγκατεστάθη ἐντός μας ἕνεκα τῆς πτώσεώς μας εἰς τὴν ἁμαρτίαν καὶ τῆς ἐν ἀλαζονίᾳ ἐθελουσίας ἐμμονῆς μας εἰς τὴν ἀμετανοησίαν.

Ἀλλὰ καὶ ἅπασαι αἱ αἱρέσεις, ὡς ἀποκλίνουσαι ἀπὸ τῆς γνησίας, τῆς ἐκ τοῦ μόνου Δημιουργοῦ Ἀποκαλύψεως τῆς Ἀληθείας (π.χ. ὁ ἐπηρμένος παπισμός μὲ τὰ ἐπάρατα “ἀλάθητά” του καὶ τὰ ἀποτρόπαια “πρωτεῖα” του, ὁ πολυώνυμος προτεσταντισμός, ποὺ ἀποτελεῖ ἐπανακυκλούμενον καὶ ἐπανατροφοδοτούμενον παπισμὸν ἐν τῷ προσώπῳ ἑνὸς ἑκάστου τῶν αὐτοπροβαλλομένων ὡς τάχα “θεοπνεύστων” ἀρχηγίσκων του ἀλλά, καὶ γενικῶς, ἅπαν τὸ συνονθύλευμα τῶν ἀλλοτριωμένων ποικίλων καὶ αὐτοαποκαλουμένων “χριστιανισμῶν”), ἀποτελοῦν ὀδυνηρὰν ἐκτροπὴν ἀπὸ τὴν σῴζουσαν Ἀλήθεια καὶ συνιστοῦν παρεφθαρμένην ἀντίληψιν τῆς θείας Ἀποκαλύψεως. Ἀπαρτίζουν παρδαλὰς ἐκφάνσεις καὶ θηριώδεις ἐκφράσεις τοῦ «παρδαλοῦ θηρίου», δηλαδὴ τοῦ Ἀντιχρίστου, τὸν ὁποῖον εἶδεν ἀναδυόμενον ἐκ τῆς πολυταράχου θαλάσσης τοῦ “νῦν αἰῶνος τοῦ ἀπατεῶνος”, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καὶ τὰ καταγράφει θεοπνεύστως εἰς τὸ βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως (Ἀποκ. ιγ´, 1-2).

Ο ΖΩΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ, Δεκέμβριος 2019, Αρ. τεύχους 132-141, Περιοδική έκδοσις της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου.