Πέμπτη 12 Ιουνίου 2025

ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ Ο ΝΕΟΣΚΗΤΙΩΤΗΣ

 «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Καλύβα Ἁγίου Σπυρίδωνος. (1910 - 1990)

῾Ο ἀξιοσέβαστος πνευματικός π. Σπυρίδων, δέν ἦταν μόνο τῆς Νέας Σκήτης Μοναχός καί Πνευματικός, ἀλλά σχεδόν ὁλοκλήρου τοῦ ῾Αγίου ῞Ορους. ῏Ηταν γιά κάθε ἁγιορείτη καί λαϊκό προσκυνητή ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, τῆς καλωσύνης. Μέ τήν πολύ του ἁπλότητα, τήν χαρίεσσα συμπεριφορά του, τήν πατρική του προσήνεια, ἦταν γιά ὅλους φίλος, πατέρας καί ἀδελφός.

῏Ητο δῶρο Θεοῦ γιά ἀρκετές Μονές, οἱ ὁποῖες στήν ἐποχή του, ἐπανδρώθηκαν μέ νέες συνοδεῖες. Ἀνέλαβαν ἀπό τήν πρώτη ἡμέρα ὡς ἔμπειρο συμπαραστάτη καί καθοδηγητή, πλήν του ῾Ηγουμένου των, καί τόν σεβαστό π. Σπυρίδωνα. Αὐτός μέ τήν πολύπλευρη κοινωνική καί ἐκκλησιαστική του πεῖρα, μέ τούς καρπούς τῶν πνευματικῶν ἀγώνων του, ὑπῆρξε πράγματι στυλοβάτης γιά τίς νεοπαγεῖς Ἀδελφότητες. Οἱ Μονές, Γρηγορίου, Διονυσίου, Σίμωνος Πέτρας, Ξενοφῶντος καί ἄλλες, πάντοτε θά τόν ἐνθυμοῦνται, θά μνημονεύουν τό ὄνομά του καί εὐγνωμόνως θά τόν εὐχαιστοῦν δοξάζοντας τόν Θεό γι᾿ αὐτή τήν πατρική προσφορά του.

Δέν θά ἤθελα νά φύγη αὐτός ὁ ἐκλεκτός ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἀπό κοντά μας, προτοῦ συνάψω μαζί του ἔστω κι ἕνα σύντομο διάλογο ἀγάπης καί γνωριμίας. Σίγουρα στό μέλλον θά ἀποτελῇ γιά ὅλους μας ὁ λόγος του, ἡ συμβουλή του, μία σπίθα ἀναμμένη γιά τόν ἀγωνα πού ἐδῶ χάριτι Θεοῦ ἀρχίσαμε.

-Πάτερ Σπυρίδων, ποῦ γεννηθήκατε καί τί θυμᾶσθε ἀπό τά παιδικά σας χρόνια;.

Γεννήθηκα στό χωριό Ὀρεινή Ἀκαρνανίας τό ἔτος 1910. Τό κοσμικό μου ὄνομα ἦταν Δημήτριος Ξένος ἤ Βίτσας. Οἱ γονεῖς μου ἦταν εὐσεβεῖς, ἀλλά περισσότερον ἡ μητέρα μου. Εἴμασταν 14 ἀδέλφια καί εἴχαμε τότε μεγάλη φτώχεια. Στό χωριό μου ἱεροκήρυκα δέν ἀκούσαμε ποτέ, ἐνῶ Δεσπότη εἴδαμε μόνο μία φορά. Στά παιδικά μου χρόνια εἶχε ἐγκαταλείψει ὁ πατέρας μου τήν οἰκογένειά μας καί βρεθήκαμε στήν ἀνάγκη νά δουλεύουμε ἀπό πολύ νέοι. Βρέθηκε τότε κοντά μου ἕνας ἰσχυρός ἄνθρωπος, θεῖος τῶν ἀδελφῶν Παπαστράτου,, πού ἔχουν τήν ὁμώνυμη καπνοβιομηχανία, ὁ ὁποῖος στάθηκε γιά μένα φιλόστοργος πατέρας καί μ᾿ ἀγκάλιασε σάν παιδί του. Ἐζήσαμε μαζί 35 χρόνια. Μ᾿ ἀγαποῦσε πολύ καί, πρίν πεθάνει, ζήτησε νά καθίσω δεξιά τοῦ σκηνώματός του. Μᾶς βοήθησε ὅλους οἰκονομικά καί ἠθικά.

-Τί πνευματική καί κοινωνική δρᾶσι ἀναπτύξατε στόν κόσμο;.

Μέ τήν βοήθεια αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου διορίσθηκα προϊστάμενος τῆς Δ.Ε.Η Ἀγρινίου. Ἀφοῦ λοιπόν τακτοποιήθηκα ἐπαγγελματικῶς, ἐπεδώθηκα κατόπιν στήν θρησκευτική διακονία. ῎Εκανα κατηχητικά, κύκλους ῾Αγίας Γραφῆς, κηρύγματα τίς Κυριακές καί ἑορτές. Ἐπίσης εἶχα ἀναλάβει μέ ἄλλους τά φιλανθρωπικά ῾Ιδρύματα τῆς Μητροπόλεως, δηλαδή Γηροκομεῖο, ὀρφανοτροφεῖο, Σχολές ἐπαγγελματικές γιά ἄνδρες καί γυναῖκες. Παράλληλα ἔκανα ὅλες τίς ἀχθοφορικές δουλειές τῆς «Χριστιανικῆς κινήσεως» Ἀγρινίου, διότι δέν εἶχα πολλά χρήματα νά πληρώσω τοῦ ἐργάτες.

Τό σπίτι μου τό εἶχα χωρίσει σέ μικρότερα δωμάτια καί τό εἶχα μετατρέψει σέ οἰκοτροφεῖο ἀρρένων. Τά παιδιά πού συγκέντρωνα ἦταν, ὅσα ἐπιθυμοῦσαν νά ἀκολουθήσουν τό ἱερατικό στάδιο γιά τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μας. Ξεκίνησα μέ 4 παιδιά καί ἔφθασα τά 14. ῞Ολα αὐτά ἐτρέφοντο, ἐνεδύοντο καί ἐσπούδαζαν μέ τόν μισθό μου. Συνολικά ἀνεδείχθησαν 49 ἐπιστήμονες, δηλαδή Κληρικοί, ἔγγαμοι καί ἄγαμοι, μερικοί δικηγόροι, διδάσκαλοι καί ἕνας εἰσαγγελεύς. Αὐτός ὁ τελευταῖος λέγεται Γεώργιος Μασσαλῆς. Εἶναι τόσο εὐλαβής καί εὐσεβής, ὥστε ξεπερνᾶ καί τούς κληρικούς. Ἀκόμη μέχρι σήμερα ἐκφράζει τήν εὐγνωμοσύνη του, περισσότερο ἀπό τούς ἄλλους, μέ διαφόρους τρόπους.

-Πῶς ἀποφασίσατε, Γέροντα, νά γίνετε Μοναχός;

Μοναχός ἤμουν ἀπό μικρό παιδί. Εἶχα πεῖ ἀπό μικρός στήν μητέρα μου «Μητέρα, ἐγώ δέν παντρεύομαι. Βλέπω τά χάλια τῆς κοινωνίας καί θά γίνω Μοναχός». Ἐκείνη ἐπέμενε νά μέ παντρέψῃ, ἀλλά, ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα νά πεθάνῃ, μοῦ εἶπε:

Σοῦ εὔχομαι νά γίνῃς Μοναχός καί δέν θέλω νά ἰδῶ ἄλλη γυναῖκα μέσα σ᾿ αὐτό τό σπίτι. Τῆς εἶπα:

-Νά εἶσαι βέβαιη, ὄχι μόνον ἄλλη γυναῖκα, ἀλλά οὔτε οἱ κόρες σου δέν θά μπαίνουν στό δωμάτιό μου.

 Εἶχα ἑπτά ἀδελφές. ῎Ελεγα ὅτι ζοῦσα σάν καλόγερος, ἀλλά ἡ καλογερική δέν εἶναι στόν κόσμο. ῎Αν κατάλαβα καλά, σωστή καλογερική εἶναι μόνο ἐδῶ στό ῞Αγιον ῎Ορος.

Ἀφοῦ τελείωσα ὅλες τίς ὑποχρεώσεις μου σχετικά μέ τήν μεγάλη οἰκογένειά μου καί τίς ἀδελφές μου, μιά βραδυά κάλεσα τό φορτηγό καί φόρτωσα κρυφά ὅλα τά πράγματά μου. ῏Ηταν ἀδύνατο νά ἔφευγα ἡμέρα, διότι εἶχα συνδεθεῖ πολύ μέ τόν κόσμο καί ὅλοι στό Ἀγρίνιο μ᾿ ἀγαποῦσαν καί μ᾿ ἐσέβοντο. Ἐδώρισα τό μεγάλης ἀξίας σπίτι μου σέ τέσσαρα ἀνίψια μου, τρεῖς ἱερεῖς καί ἕνα θεολόγο καί τό ἄλλο πρωΐ στίς πέντε ἡ ὥρα ἔφυγα γιά τό ῞Αγιον ῎Ορος.

-Τί ἐνθυμεῖσθε νά μᾶς πῆτε γιά τούς Γεροντάδες σας;    

 Γέροντας τοῦ Κελλίου ὁ «῞Αγιος Σπυρίδων» στήν Νέα Σκήτη, ὅπου ἦλθα καί ἔμεινα, ἦταν ὁ ἀρχιμ. π. Γαβριήλ Λευτεριώτης. Τόν γνώρισα ὡς Πνευματικό στήν Κόρινθο, ὅπου ἐργαζόταν πρίν ἔλθῃ στό ῞Αγιον ῎Ορος. Τότε ἐγώ ἤμουν βέβαια λαϊκός. ῏Ηταν εὐγενής καί ἅγιος ἄνθρωπος. Μαζί ζήσαμε μόνο ἕνα χρόνο.

Μπῆκα στό ῎Ορος, μετά ἀπό ἐκκλησιαστική καί κοινωνική προσφορά 40 ἐτῶν στό Ἀγρίνιο, σέ ἡλικία 55 ἐτῶν. ῏Ηταν τό ἔτος 1965. Τό 1966 ἐκοιμήθη ὁ Γέροντάς μου καί τό 1969 χειροτονήθηκα ἱερεύς ἀπό τόν Μητροπλίτη Πέλλης καί Ἀλμωπίας κ.κ. Καλλίνικον.

῾Ο Γέροντάς μου μοῦ ἔδειξε πολλή κατανόησι καί ἀγάπη. Πρό τοῦ θανάτου του, μοῦ εἶπε:

-Σήμερα τό μεσημέρι μή στρώνης τραπέζι φαγητοῦ. ῎Εχω νά σοῦ εἰπῶ μερικά πράγματα, διότι ἐγώ σέ δύο ἡμέρες φεύγω.

-Θά πᾶμε γιά τήν Θεσσαλονίκη Γέροντα;

-῎Οχι, ἐγώ φεύγω γιά τό μεγάλο ταξίδι. Νά γίνῃς παπᾶς, ὅπως τό ἐπιθυμοῦσες ἀπό τήν νεότητά σου. Δέν πειράζει πού τώρα εἶσαι μεγάλος. Νά ἱερουργῇς στό σπίτι μας καί ὁ Θεός θά σοῦ στείλῃ συνοδεία ἀδελφῶν.

Μοῦ εἶπε κι ἄλλα πράγματα.῞Υστερα σηκώθηκε, εὐλόγησε τήν Σκήτη μας. Συγχώρησε ὅλους τούς Πατέρας, πού ἴσως νά τόν εἶχαν λυπήσει σέ κάτι καί μετά εἶπε:

-Καί τώρα ἄς καθίσουμε νά φᾶμε.

Ἐνῶ τρώγαμε, τόν εἶδα καί κοκκίνιζε. ῎Εβαλε θερμόμετρο καί ἔδειχνε περίπου 40 βαθμούς. Μοῦ λέγει:

-Εἶμαι καλά μή ἀνησυχῆς.

-῎Ας εἶσαι, Γέροντα, ἔλα νά ξαπλώσῃς στό κρεββάτι.

῏Ηταν ἡμέρα Παρασκευή.  Ξάπλωσε στό κρεββάτι καί τήν Κυριακή τό ἀπόγευμα μοῦ λέγει ὅταν τοῦ πῆγα κάτι νά πιῇ:

-Σήκωσέ με.

Τόν σήκωσα καί τόν κρατοῦσα. Μέ εὐλόγησε τότε καί ἐκοιμήθη στά χέρια μου. Αἰωνία ἄς εἶναι ἡ μνήμη του.

-Τί πειρασμούς εἴχατε ὅταν ἤλθατε ὡς δόκιμος στήν Σκήτη, Γέροντα;

-Στήν Καλύβα μου εἶχα στίς ἀρχές πολλές φασαρίες ἀπό τόν διάβολο. Τά βράδυα ἤρχοντο πέτρες ἐπάνω στήν στέγη.῎Αλλες κτυποῦσαν στά παράθυρα κι ἄλλες στίς πόρτες ῎Αλλοτε κάτω ἀπό τό πάτωμα ἄκουα θορύβους καί κτυπήματα... Τέτοιες διαβολικές ἐνέργειες εἶχα δοκιμάσει καί στό Ἀγρίνιο, γι᾿ αὐτό δέν τίς λογάριαζα καί πολύ.

Ρώτησα τόν Γέρο-Ἀβράμιο, ἕνα γεροντάκι πού ἔμενε σέ ἕνα γειτονικό σπίτι:

-Τί εἶναι αὐτές οἱ πέτρες καί οἱ θόρυβοι; Μοῦ εἶπε:

-Εἶναι τοῦ πονηροῦ, πάτερ Σπυρίδων. Νά κάνουμε μία ἀγρυπνία καί θά σταματήσουν. Πράγματι κάναμε τήν ἀγρυπνία καί ὅλα αὐτά τά διαβολικά ἐνοχλήματα ἐσταμάτησαν.

Μία φορά ἤμουν μέσα στό ἐκκλησάκι τοῦ σπιτιοῦ, καί αἰσθάνθηκα ὅτι κάτι μέ τσίμπησε στό πόδι. Πόνεσα πολύ. Ἐκκύταξα κάτω καί δέν εἶδα τίποτε. ῎Αλλοτε ἔνοιωσα νά κουλουριάζεται ἕνα φίδι στά πόδια μου. Γλύστρησα νά πέσω κάτω, ἀλλά δέν τό εἶδα ὅμως. ῎Αλλοτε πάλι ἔπεσα ἀπό τήν μάνδρα καί ἔσπασα τό πόδι μου. Πολλοί μοῦ εἶπαν νά πάω ἔξω. Ἐγώ τούς εἶπα: «῎Οχι θά πεθάνω στήν Σκήτη». Μέ πείραζε συχνά ἡ καρδιά. ῞Ομως ἐγώ δύο φορές τήν ἡμέρα ἀνεβοκατέβαινα τά 400 σκαλιά τῆς Σκήτης, ἀπό τήν παραλία στό σπίτι, κατά τήν ἐντολή τῶν γιατρῶν.

-Ποιά ἦταν, Γέροντα, ἡ μεγαλύτερη χαρά τῆς ζωῆς σας;

Γιά μέν τούς κοσμικούς εἶναι ὁ γάμος, ἐνῶ γιά μᾶς τούς μοναχούς εἶναι ἡ κουρά μας σέ Μεγαλόσχημο μοναχό. Κατ᾿ αὐτήν σταματᾶ ἡ Θεία Λειτουργία στή μέση γιά νά γίνῃ ἡ κουρά τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἑαυτοῦ μας.

-Τί συμβουλές δίνετε κυρίως στά πνευματικά σας παιδιά, Γέροντα;

Μέ τήν χάρι του Θεοῦ ἔχω τρεῖς ἱερομονάχους καί δύο μοναχούς στήν συνοδεία τῆς Καλύβης μου. Τούς λέγω: "Δέν θά μέ ρωτᾶτε, ἄν πρέπει  νά φᾶτε κάτι, ἐκτός τῆς τραπέζης τοῦ φαγητοῦ, ἀλλά θέλω νά εἶσθε πάντοτε ἕτοιμοι πνευματικά νά λειτουργῆτε ἀνά πᾶσαν στιγμήν. Δηλαδή νά προσέχετε τούς λογισμούς σας, τίς παρεκτροπές σας καί κυρίως τά ἠθικά ζητήματα. ῾Ο Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών καί μᾶς βλέπει, ὅπου καί νά εἴμεθα». Αὐτό λοιπόν ἐπέτυχε μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ καί ὅλα τά Καλογέρια μου εἶναι προσεκτικοί, ἀγωνιστές καί ὑπάκουοι.

-Τί  πνευματική διαθήκη θ᾿ ἀφήσετε στούς διαδόχους σας;

 Τούς ἔχω εἰπεῖ τά ἑξῆς: «Βάρκα καί ζῶο δέν θά ἀγοράσετε. Θά περιορισθῆτε στά πνευματικά καί τό ἐργόχειρο τῆς ἁγιογραφίας σας. Δέν θά ἀνακατευθῆτε μέ τό ψάρεμα καί τήν θάλασσα. ῎Εχετε χρήματα; Ἀγοράζετε λίγα ψάρια.῎Αν δέν ἔχετε ἀνοίγετε μία κονσέρβα σαρδέλλες καί τρῶτε». Δέν ἤλθαμε, πάτερ, πρῶτα ἐδῶ γιά τό φαγητό. Καί ἐγώ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ παράτησα καί τήν σύνταξί μου.

-Ποιό εἶναι τό ἀναγνωριστικό σημεῖο προόδου μας στήν προσευχή;

Τό ἀναγνωριστικό σημεῖο δέν εἶναι φανερό γιά τόν καθέναν. Αὐτό ξέρει ὁ Θεός καί ὁ ἄνθρωπος. Ἐάν ὁ ἀγωνιζόμενος διακρίνῃ ὅτι κάτι καλό γίνεται μέσα του, ταπεινώνεται τόσο πολύ, ὥστε βλέπει πιό πολύ τήν ἀκαταστασία του, τό ἁμαρτωλό παρελθόν του, τίς σκέψεις καί τίς ἐπιθυμίες του, καί θεωρεῖ πλέον τόν ἑαυτόν του- καί πράγματι εἶναι- ὡς τόν ἁμαρτωλότερον τοῦ κόσμου.

-Οἱ μοναχοί πού δέν ἔχουν τήν νοερά προσευχή, ὑπάρχει φόβος νά κολασθοῦν;

Κανένας δέν προσεύχεται μέ τά πόδια. ῞Ολοι νοερῶς προσεύχονται. Πρέπει νά προσευχώμεθα ἁπλᾶ καί ἐλεύθερα στον Θεό  Πατέρα μας. Τό καλλίτερο βιβλίο περί προσευχῆς εἶναι τοῦ ῎Αγγλου ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου Διοκλείας Καλλίστου Γουέρ. ῾Η καρδιά δέν πρέπει νά πιέζεται. Πρέπει ἐλεύθερα νά κάνουμε τήν προσευχή μας. Μᾶς φεύγει ἡ διάννοια, τό ἀτίθασο ἄλογο; Θά τό ἐπαναφέρωμε πάλι πίσω. ῎Ετσι εἶναι. Κάθε ἄνθρωπος ἔχει καί τά κληρονομικά του, τίς ἀδυναμίες του, τήν κακή χρῆσι τοῦ αὐτεξουσίου του. Δέν μποροῦμε ὅλοι νά μποῦμε σέ ἕνα καλούπι.

-Πῶς μποροῦμε, Γεροντα νά ἀποκτήσουμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ;

Φόβος τοῦ Θεοῦ δέν σημαίνει τρόμος, ἀλλά ὑπακοή καί σεβασμός στίς ἐντολές του. ῾Ο φόβος γεννᾶται μέσα μας καί ἀπό τήν συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας. ῞Ολοι οἱ ἄνθρωποι εἴμεθα ἀνήθικοι καί ἁμαρτωλοί, διότι κανείς δέν μπορεῖ νά καυχηθῇ, ὅτι οὐδέποτε πέρασε ἀπό τήν σκέψιν του σαρκικός λογισμός. ῞Οταν τό νοιώθουμε αὐτό θά ζαρώνουμε ἀπό συντριβή ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Δέν θά κρίνουμε κανέναν ὡς ἁμαρτωλό. Θά ἔχουμε σεβασμό πρός τόν Θεό, καί θά ἐλπίζουμε γιά τήν σωτηρίαν μας μόνο στό Αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἔχυσε ἐπί τοῦ Σταυροῦ.

-῎Εχει καθῆκον ὁ μοναχός νά κάνη ἐλεημοσύνη, ὅπως οἱ κοσμικοί;

 ῾Η μεγαλύτερη ἐλεημοσύνη τοῦ μοναχοῦ εἶναι ἡ προσευχή. Αὐτή τήν ἐλεημοσύνη δέν τήν καταλαβαίνουν ὅλοι οἱ μοναχοί. Χρειάζεται πολλή πεῖρα. ῞Οσο περνᾶ ὅμως ὁ καιρός ἀντιλαμβάνονται τήν ἀξίαν της καί ἐπιδίδονται μέ ζῆλο οἱ περισσότεροι σ᾿ αὐτήν. Πάντως ἔχω νά εἰπῶ ὅτι εἶναι δύσκολο τό ἐπάγγελμα τοῦ μοναχοῦ, ἀλλά καί τοῦ χριστιανοῦ.

-Πῶς μπορεῖ νά προοδεύση εὐκολώτερα στήν ἀρετή ὁ κοινοβιάτης μοναχός, ἀλλά καί κάθε μοναχός;

Ἐάν μάθῃ καλά τό «εὐλόγησον» καί τό «νά εἶναι εὐλογημένον», αὐτό σημαίνει ὅτι ἔχει προοδεύσει. Εἶναι βέβαια δύσκολο πρᾶγμα αὐτό, διότι πέφτει ὁ ἐγωϊσμός, ἀλλά καί χωρίς αὐτή τήν νίκη, δέν ἐλευθερώνεται ὁ ἀγωνιστής ἀπό τά πάθη του.

-Πῶς μπορεῖ ὁ μοναχός, ἀλλά καί ὁ χριστιανός νά διατηρῇ τήν ἐσωτερική του εἰρήνη;

῞Οταν ἕνα παιδί ἔχει ἄνάγκη ἀπό κάποιο πρᾶγμα, τρέχει ταχέως στήν μητέρα του. Ἐκείνη τό παίρνει στήν ἀγκαλιά της, τό φιλεῖ, ἀκούει μέ στοργή τί θέλει καί αὐτό αἰσθάνεται κοντά της εἰρήνη καί ἀσφάλεια. ῎Ετσι κι ἐμεῖς, ὁπουδήποτε εἴμεθα, εἴτε στό κελλί μας, εἴτε στό δρόμο ἤ στό αὐτοκίνητο, ἐάν δοῦμε καμμιά ἀνωμαλία, πού σίγουρα εἶναι ἔμπνευσις τοῦ διαβόλου, πρέπει νά καταφύγουμε μέ ταπείνωσι στήν προσευχή λέγοντας: «Κύριε, σύ πάντα οἶδας, σύ γιγνώσκεις, ἁμαρτωλός εἰμί ἐγώ».

-Ποῖος εἶναι ὁ ρόλος τῶν πειρασμῶν στήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου;

Οἱ πειρασμοί εἶναι, ὅ,τι καί ὁ ἀθλητισμός γιά τούς νέους. Ἀποτελοῦν κατά παραχώρησι Θεοῦ μία γυμνασία τῆς ψυχῆς μας γιά τήν σωτηρία της. ῾Ο Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέγε: «Ἐάν μή τις νομίμως ἀθλήσῃ, οὔ στεφανοῦται». Ἐπιτρέπει ἐνίοτε ὁ Θεός μέχρι τοῦ τάφου πειρασμούς καί λογισμούς γιά νά ταπεινώσῃ ἤ νά δοκιμάσῃ ἤ νά παιδαγωγήσῃ τόν ἄνθρωπον. Πάντα τά ἐπιτρέπει γιά τήν σωτηρία τῆς ἀθανάτου ψυχῆς μας. ῾Οπότε, λοιπόν ὁ ἄνθρωπος δέν πρέπει νά ἀνησυχῇ, ἀλλά νά ὑπομένῃ καί νά εὐχαριστῇ τόν Θεό γιά ὅ,τι τοῦ συμβῇ στήν ζωή του.

-Ποιός, Γέροντα, εἶναι ὁ ἀληθινός μοναχός ἤ χριστιανός;

Ἀληθινός μοναχός ἤ χριστιανός εἶναι ἐκεῖνος πού χωρεῖ μέσα στήν καρδιά του ὅλο τόν κόσμο. ῾Υπάρχουν μοναχοί ἐδῶ στό ῎Ορος πού λέγουν: "Ἐγώ ἦλθα ἐδῶ γιά τόν ἑαυτόν μου».῾Υπάρχουν καί ἄλλοι πού λέγουν: "Ἐγώ προσεύχομαι καί ἀσχολοῦμαι μόνο γιά τούς ὀρθοδόξους, γιά τούς ἄλλους δέν μέ ἐνδιαφέρει». Τούς ἐρωτῶ: «Γιατί νά μή προσευχώμεθα νά ὁδηγήση καί ἄλλους, ἐκτός τῆς πίστεώς μας, ὁ Θεός  στήν θεογνωσία καί τήν μετάνοια;" ῾Η καρδιά λοιπόν τοῦ μοναχοῦ ἤ τοῦ χριστιανοῦ πρέπει νά μεγαλώσῃ, ὥστε σιγά-σιγά νά χωρέσῃ

μέσα της ὅλο τόν κόσμο. ῞Ενας τέτοιος μοναχός ἔχει ἀγαπήσει σίγουρα καί τόν Θεό.

-Πῶς βλέπετε, Γέροντα, τήν σημερινή κατάστασι τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους;

-Πάντα ὑπῆρχαν ἅγιοι ἄνθρωποι καί ἀνθρώπινες ἀδυναμίες. Ἀλλά, ἀπ᾿ ὅ,τι ἔχω ἀκούσει ἀπό τούς παλαιοτέρους μου, ἡ καλλίτερη κατάστασις τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους, εἶναι ἡ σημερινή. Καί τοῦτο διότι οἱ νέοι πού ἔρχονται γιά μοναχοί εἶναι μορφωμένοι, καλλιεργημένοι ἀπό τήν οἰκογένεια. Διαθέτουν κάποια κοινωνική πεῖρα. Μελετοῦν τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ καί τά ἀσκητικά συγγράμματα τῶν ῾Αγίων Πατέρων. Εἶναι ἄνθρωποι πού χαίρεσαι νά τούς ἔχης δίπλα σου.

-῾Υπάρχει ὁ λογισμός σέ πολλούς ὅτι ἡ φιλοξεία ἐμποδίζει τήν προσευχή καί τήν ἡσυχία τοῦ μοναχοῦ. Τί ἔχετε νά πῆτε γι' αὐτό;

῾Η φιλοξενία, γνωστή ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, εἶχε τόσα ἀγαθά ἀποτελέσματα, ὥστε, ἐπί παραδείγματι, ὁ Ἀβραάμ ἀξιώθηκε νά φιλοξενήσῃ τήν ῾Αγία Τριάδα. Τά βράδυα ἔβγαινε ἔξω ἀπό τήν σκηνή του καί ἐκύτταζε μήπως ἰδῇ κανένα ἐπισκέπτη γιά νά τόν φιλοξενήση.

Τό σπίτι μας τό βρήκαμε φιλόξενο. Αὐτό τό συνεχίζουμε καί τώρα. Ἐνίοτε κατεβαίνουμε καί ἀπό τά κρεββάτια μας. ῎Επειτα εἶναι καί ἐντολή τοῦ Θεοῦ, «τήν φιλοξενίαν διώκετε...». Μερικοί βέβαια μᾶς κάνουν καί ζημιές στά δωμάτια καί στίς τουαλέτες, ἀλλά τί νά κάνουμε; Μέσα στούς καλούς θά τύχουν καί μερικοί κακοί. Μεγάλο πρᾶγμα, ἀδελφέ μου, ἡ φιλοξενία.

-Τί ἔχετε νά μᾶς πῆτε, Γέροντα, γιά τήν σημερινή κατάστασι τῆς κοινωνίας μας;

῾Η κοινωνία μας δέν ἔχει χαλάσει ὅσο νομίζουμε. Ἀπ᾿ ὅ,τι ξέρω, ἐπειδή ἐξομολογῶ σέ διάφορες πόλεις τῆς ῾Ελλάδος, Θεσσαλονίκη, Ἀθήνα, Ἰωάννινα, Ἀγρίνιο, Ἀρναία καί ἀλλοῦ, ἡ κοινωνία μας ἔχει πολύ καλά ἀνδρόγυνα, νέους καί νέες. ῾Υπάρχει ἀκόμη μεγάλη ζύμη. Αὐτοί πού εἶναι στα πεζοδρόμια δέν ἐκφράζουν ὅλους.

῞Οταν ἦλθε προσφάτως ἡ Εἰκόνα τοῦ ῎Αξιον Ἔστίν... στήν Θεσσαλονίκη, ἕνας δημοσιογράφος δαιμονίσθηκε, ἐπειδή πῆγε νά σατυρίσῃ τήν πίστι καί τήν εὐσέβειά μας. ῎Εφυγε τό δαιμόνιο ἀπό μία δαιμονισμένη καί πῆγε σ᾿ αὐτόν.

-῾Ως Πνευματικός πού ἐξομολογεῖτε καί στόν κόσμο, τί στάσι λαμβάνετε, Γέροντα, ἀπέναντι στά διαζύγια καί τίς ἐκτρώσεις;

 ῾Ο Κύριος, μᾶς λέγει τό Εὐαγγέλιο, ἀγκάλιασε τούς ἁμαρτωλούς μέ πολύ συμπάθεια. Τό ἴδιο ἔκαμαν καί οἱ Ἀπόστολοι. Οἱ ῞Αγιοι Πατέρες γιά τά διάφορα ἁμαρτήματα κανόνισαν τούς ἀνθρώπους μέ κανόνες  (ἐπιτίμια), ἄλλοτε ἐπιεικεῖς καί ἄλλοτε αὐστηρούς, μέ ἀπώτερο σκοπό  τήν ψυχική τους σωτηρία. Δηλαδή μᾶς ἔδωσαν φράκτες ὑψηλούς. Ἐμεῖς, ὡς Πνευματικοί, ἐξετάζουμε τήν διάθεσι του μετανοοῦντος ἀνθρώπου. Ἐάν, κάποιος δέν ἔχει πραγματική μετάνοια, δέν πρόκειται σέ τίποτε νά τόν βοηθήση τό ἐπιτίμιο. Τό ἐπιτίμιο ἔχει ἕνα μικρό παιδαγωγικό σκοπό. Δέν εἶναι ἡ οὐσία. Ἐμεῖς ἀναπτύσουμε στόν ἄνθρωπο τό μέγεθο τῆς προσβολῆς ἔναντι τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἁμαρτία πού ἔκανε. Κατόπιν τόν βοηθοῦμε νά ἀντιληφθῇ πόση βλάβη προκαλεῖ μία ἁμαρτία στήν ψυχή καί στό σῶμα του. Γι᾿ αὐτό, παρατηροῦμε ὅτι, ὅσοι δούλεψαν στήν ἁμαρτία, ἀλλάζει καί ἡ μορφή τοῦ προσώπου τους.

Γιά τίς γυναῖκες πού κάνουν ἐκτρώσεις καί μετανοῦν, πρέπει νά ἀπέχουν ἀπό τήν Θεία κοινωνία, τό λιγώτερο ἕνα χρόνο.

-Πῶς πρέπει νά ἑτοιμασθοῦμε καλλίτερα ἐμεῖς οἱ μοναχοί γιά τό τέλος τῆς ζωῆς μας;

Πρέπει νά συνηθίσωμε νά σκεπτώμεθα τόν θάνατο ἀπό τώρα. Νά βάζωμε νοερά τόν ἑαυτό μας μέσα στόν τάφο, γιά νά ἀποφύγουμε ἔτσι τούς λογισμούς τῆς πορνείας. Ἐπειδή εἴμεθα ἁμαρτωλοί, ἔστω καί μία ἡμέρα νά ζήουμε ἐπί τῆς γῆς, ἡ μνήμη τοῦ θανάτου μᾶς συνετίζει καί μᾶς συγκρατεῖ ἀπό μεγάλες πτώσεις καί μισητά ἔργα τοῦ Θεοῦ.

-Τί γνώμη ἔχετε, Γέροντα, γιά τήν Θεία Κοινωνία;

-Ἐάν ἠμπορῇς νά κοινωνῇς κάθε ἡμέρα, νά τό κάνῃς, διότι ἡ Θεία κοινωνία εἶναι πνευματικό φρένο. Σκέπτεσαι νοερά καί λέγεις: "Κοινώνησα καί θά κοινωνήσω. Πῶς θά κάνω αὐτό, ἐάν δέν εἶμαι ἕτοιμος καί καθαρός;" ῎Ετσι, τόν ὁποιοδήποτε λογισμό μπορεῖς νά τόν διώξῃς εὔκολα, διότι σκέπτεσαι ὅτι,  "χθές κοινώνησα, αὔριο θά κοινωνήσω», ἄς ἀποφύγω μέσα μου τήν κυοφορία καί ἐνόχλησι τῶν λογισμῶν.

Εὐχαριστοῦμε τόν ἀείμνηστο καί σεβαστό μας Γέροντα Σπυρίδωνα τόν Πνευματικό γιά τίς τόσες σοφές συμβουλές του καί τήν πατρική ἀγάπη πού μᾶς ἔδειξε στά πρῶτα βήματα τῆς μοναχικῆς μας ζωῆς. Ταπεινά εὐχόμεθα ὁ Πανάγαθος Θεός, νά εὐλογῇ ὅλους μας, ὅσοι γνωρίσαμε τόν Γέροντα, καί μέ τίς εὐχές του, νά βαδίσουε σταθερά στόν δρόμο πού ὁ Χριστός μᾶς ἐχάραξε.

Τό τέλος τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος σφραγίσθηκε μέ τήν δεκάμηνη πάλη μέ τήν ἐπάρατη ἀσθένεια τοῦ καρκίνου, ἡ ὁποία ὅμως ὁσιακῶς τόν προετοίμασε γιά τήν κοίμησί του. ῾Η 18η Ἰουνίου 1990 ἦταν ἡ τελευταία του ἡμέρα ἐπί τῆς γῆς. Ἀπό τότε πλέον ζῆ στήν ἀνέσπερη ἡμέρα τοῦ Θεοῦ.

Αἰωνία σου ἡ μνήμη ἀξιομακάριστε Γέροντα Σπυρίδων.   

Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου