Παπά- Νικόλα, ήρθα να εξομολογηθώ, να ξεκριματιστώ. Φόρεσε το πετραχήλι
Ο
παπα-Νικόλας Πλανάς στην εποχή του λειτουργούσε σε δυο-τρία εκκλησάκια.
Ο προφήτης Ελισσαίος,του ήταν πολύ αγαπητό. Φαίνεται πως η τελευταία
εκκλησία που έκλεινε την πόρτα, για να μείνουν μόνοι οι Άγιοι στα
εικονοστάσιά τους, ήταν του προφήτη Ελισσαίου.

Ο
παπα- Νικόλας συντρόφευε τους Αγίους με τις προσευχές του, μέχρι να
πέσει η βαθειά νύχτα. Έτσι, ένα απόβραδο, αφού άναψε την κανδήλα της
παρακαταθήκης κι ενώ ακόμη δεν είχε δρασκελίσει την βορεινή πόρτα του
ιερού βήματος, βλέπει να ανοίγη η μικρή πόρτα της εκκλησιάς, να κλείνη
βεβιασμένα και ο αρχιληστής Νταβέλης, αρματωμένος σαν αστακούδι, να
αμπαρώνη την πόρτα με σύρτες και με μάνταλα.
Ο παπάς μαρμάρωσε. Κοντανάσαινε. Και ο νους του ήρθε σε μεγάλη αμηχανία. Οι λογισμοί του είπαν: «Θα νομίζη ο καημένος πως οι άνθρωποι που με πλησιάζουν, μου αφήνουν χρήματα και ήρθε να με ληστέψη». «Κύριε, το τέλος μου εγγίζει: μη επιτρέψης να θορυβηθή η ψυχή μου».
Ο ληστής ξαρματώθηκε. Άφησε την πανοπλία του στα στασίδια και με βαριά βήματα προχώρησε στον ξαφνιασμένο παπά.
– Παπά- Νικόλα, ήρθα να εξομολογηθώ, να ξεκριματιστώ. Φόρεσε το πετραχήλι.
Γονάτισε
στο πετραχήλι ο κατάδικος και είπε κάθε αναισχυντία της νύχτας και της
μέρας: τους θανάτους, τις ληστείες και τις βιαιότητες. Ο Όσιος άκουγε
τον ληστή, χωρίς να αποδοκιμάζη την πώρωση της ψυχής του. Μόνον του
είπε:
–
Όλα αυτά θα σου τα συγχωρέση ο Θεός. Αν όμως η πολιτεία σε συλλάβη, με
τους δικούς της νόμους δεν ξεύρω τι θα κάνη. Και του διάβασε συγχωρητική
ευχή.
Ο ληστής ασπάστηκε το πετραχήλι και την δεξιά του, τις άγιες εικόνες, φόρεσε τα άρματά του κι έφυγε μέσα στο σκοτάδι της νύχτας. Ο Όσιος ξημέρωσε στην εικόνα του Χριστού, ζητώντας την άφεση και την συγχώρηση του ληστού Νταβέλη.
Από το βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»-Α’ έκδοση Σεπτέμβριος 2010- Ιερά Μονή Δοχειαρίου, Άγιον Όρος – Η εξομολόγηση του λήσταρχου Νταβέλη στον παπά Νικόλα Πλανά. – Εξάψαλμος