Φωτογραφία: artembolnica2.ru |
Το 2015 διαγνώστηκα με καρκίνο. Δύο μήνες αργότερα χειρουργήθηκα και με τη βοήθεια του Θεού όλα πήγαν καλά. Οι συγγενείς μου προσεύχονταν για μένα, ενώ ο γιατρός αφαιρούσε τον θυρεοειδή αδένα μου επί τέσσερις ώρες.
Θα έπρεπε να είμαι ευτυχής που ο καρκίνος ανακαλύφθηκε τυχαία σε πολύ πρώιμο στάδιο, εξετάστηκε γρήγορα και χειρουργήθηκε. Όπως αστειεύτηκε ο γιατρός μου την παραμονή της επέμβασης: «Σε λίγες ώρες ο θυρεοειδής σας θα μείνει στο παρελθόν σας». Συμβαίνει, όμως, αφού νικηθεί ο καρκίνος, το άτομο να βυθίζεται όχι τόσο στην κατάθλιψη, αλλά στη θλίψη και στη νοσταλγία. Λυπάται τον εαυτό του κι επίσης δεν είναι εύκολο να ζει κανείς χωρίς ένα δικό του όργανο. Για το υπόλοιπο της ζωής του εξαρτάται από τα ορμονικά χάπια (η λεγόμενη θεραπεία της ορμονικής υποκατάστασης). Μια φορά τον χρόνο κάνει εξέταση για τη θυρεοειδική ορμόνη και με βάση αυτή η δόση του φαρμάκου αυξάνεται ή μειώνεται. Το βάρος του είναι ασταθές, ιδιαίτερα εύκολα μπορεί ν’ αυξηθεί. Ένιωσα τρομερή λύπη για τον εαυτό μου. Δεν θα πω ότι δεν ήθελα να ζήσω, αλλά δεν υπήρχε χαρά. Ήταν οδυνηρό για τα αγαπημένα μου πρόσωπα να με βλέπουν. Δεν ήξεραν πώς να με κάνουν να γελάσω. Γκρίνιαζα ακόμη κι εναντίον του Θεού, είχα αγανακτήσει εναντίον όλου του κόσμου: Γιατί και για ποιο λόγο είμαι έτσι;
Εργαζόμουν τότε στη Ρωσική Πρεσβεία στις Η.Π.Α. Επισκεπτόμουν τον ορθόδοξο ναό του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, όπου γνώρισα ένα καταπληκτικό κορίτσι. Αυτή η ιστορία -θλιβερή αλλά διδακτική- μ’ έκανε να συνέλθω, να δω τη ζωή μου διαφορετικά και να προσπαθήσω να είμαι ευγνώμων στον Θεό, με δίδαξε ν’ απολαμβάνω τη ζωή κι ενίσχυσε την πίστη μου. Γνωρίζοντας την ιστορία μιας μικρής ενορίτισσας, συνειδητοποιώ πόσο άπιστη ήμουν και πόσο δεν ήξερα πώς να ευχαριστώ τον Κύριο, να εκτιμώ τους συγγενείς μου, να συναντώ την κάθε μέρα με προσευχή. Θα μοιραστώ την ιστορία αυτή.
Το κοριτσάκι λεγόταν Γιούλια και πολέμησε με θάρρος και γενναιότητα τον καρκίνο. Πίστευε στη δύναμή της και στο θαύμα μέχρι τέλους. Κοινωνούσε μέχρι την τελευταία ημέρα, πάντα χαμογελούσε και είχε καλή διάθεση. Ήταν μόλις 13 ετών. Αλλά κατάφερε για τόσο σύντομο χρονικό διάστημα να ζήσει μια πλούσια, ενδιαφέρουσα ζωή, να χαροποιήσει τους ανθρώπους με τα πολύπλευρα ταλέντα της. Από την ηλικία των τριών ετών ασχολήθηκε με τη φωνητική, από παιδί έψαλλε από μνήμης τη Θεία λειτουργία, κέρδιζε διαγωνισμούς, τραγουδούσε σόλο με τη συμφωνική ορχήστρα. Κι επίσης χόρευε παραδοσιακούς χορούς και μπαλέτο. Και όλ’ αυτά τα έκανε στο υψηλότερο επίπεδο...
Μια μέρα στην ενορία μας μοιράστηκαν έγχρωμα φυλλάδια, όπου αναγραφόταν ότι η Γιούλια έχει ένα σπάνιο είδος ογκολογικού προβλήματος, καρκίνο των οστών, και χρειάζεται θεραπεία και χειρουργική επέμβαση. Το φυλλάδιο περιείχε μια φωτογραφία ενός κοριτσιού με μεγάλα, όμορφα μάτια, τόσο λαμπερά και βαθιά, που ακόμη και η έλλειψη μαλλιών (λόγω χημειοθεραπείας) δεν χαλούσε την εντύπωση. Και παρακάτω ακολουθούσε μια φωτογραφία από την "προηγούμενη" ζωή της Γιούλιας, όπου χόρευε σε μια συναυλία, φωτεινή και χαρούμενη, κεφάτη και ανοιχτή στους ανθρώπους.
Όλοι όσοι έβλεπαν τη Γιούλια, θαύμαζαν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε την ασθένεια, δεν παραπονιόταν για τίποτα, απολάμβανε τη ζωή. Απαντούσε σε κάθε ερώτηση ότι όλα ήταν μια χαρά, όλα ήταν καλά. Μοιράστηκε επίσης τα σχέδιά της ότι μετά τον ακρωτηριασμό του ποδιού της, η πληγή θα επουλωνόταν, θα της τοποθετούσαν προσθετικό πόδι, και θα μάθαινε να ζει και να περπατάει μ’ έναν νέο τρόπο.
Πιθανώς, η Γιούλια είχε ένα χάρισμα από τον Θεό, την ατρόμητη και ισχυρή βούληση, η οποία της επέτρεψε να πεθάνει με αξιοπρέπεια.
Αποδέχτηκε όλες τις περιστάσεις με ευγνωμοσύνη προς τον Κύριο μέχρι την τελευταία της μέρα και μάλιστα είπε ότι τίποτα δεν συμβαίνει για το τίποτα: «Έτσι και η ασθένειά μου είναι απαραίτητη για κάτι».
Όταν η Γιούλια αρρώστησε, ο αδελφός της δεν ήξερε αν μπορούσε να πάει στη Γαλλία. Ήταν αδελφός και ταυτόχρονα ο μεγαλύτερος φίλος της, οπότε είχε αμφιβολίες, αν μπορεί να την αφήσει. Αλλά η Γιούλια τού είπε: «Φυσικά και πήγαινε, θα σου δώσω τα χρήματά μου» (η Γιούλια πάντα είχε χρήματα, γιατί κέρδιζε διαγωνισμούς, συμμετείχε σε συναυλίες μουσικής και χορού και οι άνθρωποι της έδιναν χρήματα ως ένδειξη ευγνωμοσύνης). Μια άλλη θα μπορούσε να πει με ζήλια: «Μην ταξιδέψεις χωρίς εμένα!». Και μάλλον θα ήταν δύσκολο να την κρίνουμε.
Ακόμα και με μια τέτοια διάγνωση, η Γιούλια εξέπεμπε καθαρή θετικότητα. Ποτέ κατά τη διάρκεια της ασθένειάς της κανείς δεν την άκουσε να παραπονιέται, ούτε είδε κάποια δυσαρέσκεια ή κατάθλιψη. Κάποτε, μάλιστα, έκανε μια παρατήρηση στη μητέρα της: «Σταμάτα να είσαι νευρική και αναστατωμένη. Νομίζεις ότι είναι εύκολο για μένα να συγκρατούμαι και να μην κλαίω; Αλλά εγώ θα το καταφέρω».
Η Γιούλια παρέμεινε πέντε μήνες σε νοσοκομείο για καρκινοπαθείς στο Μεξικό, όπου υποβλήθηκε σε εναλλακτική θεραπεία και χημειοθεραπεία. Θέλετε να σας πω πώς είναι ένα νοσοκομείο καρκινοπαθών; Σήμερα τρως το φαγητό στο ίδιο τραπέζι με κάποιον και αύριο αυτός ο άνθρωπος έχει φύγει... Ο θάνατος, ο πόνος και η δυστυχία είναι δίπλα εκεί. Το δωμάτιο της Γιούλιας, όμως, δεν ήταν γραφείο κηδειών. Άκουγε μουσική, κυρίως ρωσικά λαϊκά τραγούδια, διάβαζε βιβλία στα Γαλλικά, μιλούσε ρωσικά με τη μητέρα της, Αγγλικά με τον πατέρα της (ο πατέρας της είναι Αμερικανός) και πριν πάει στο νοσοκομείο στο Μεξικό έμαθε και Ισπανικά. Δεν ήταν τυχαίο ότι οι ντόπιοι γιατροί θαύμαζαν μια τέτοια ασθενή! Ρωτούσαν τους γονείς γιατί η κόρη τους ήταν τόσο χαρούμενη, τι έκαναν για να είναι έτσι; Και η μητέρα της τους εξηγούσε ότι όπου και να εμφανιζόταν η Γιούλια, επικρατούσε τάξη και ομορφιά. Όταν μπήκε για πρώτη φορά στον θάλαμό μου, κοίταξε τους πίνακες στους τοίχους και είπε: «Όμορφα». Ήταν σημαντικό για εκείνη (ανεξάρτητα από το αν ήταν άρρωστη ή όχι) να έχει ένα αρμονικό και άνετο περιβάλλον.
Η ίδια η Γιούλια γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα στην αγάπη, ήταν επιθυμητό παιδί. Υποθέτω ότι γι' αυτό είχε τόση αγάπη να μοιραστεί.
Έψαλλε στις χορωδίες της εκκλησίας της Αγίας Βαρβάρας της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και στην εκκλησία του Αγίου Ανδρέα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αγία Πετρούπολη της Φλόριντα. Η φωνή της ήταν αγγελική και διέθετε ιδιαίτερα ανεπτυγμένο μουσικό αυτί. Ο χαρακτήρας της ήταν γοητευτικός, καλλιτεχνικός, η μητέρα της δυσκολευόταν να διαχειριστεί την ενέργειά της. Και προσθέστε επίσης την τελειομανία! Η Γιούλια δεν έκανε τίποτα στο μισό. Αν ασχολιόταν με τη φωνή, έφτανε στα ύψη, όλοι την επαινούσαν κι έλεγαν ότι ήταν γεννημένη τραγουδίστρια. Αν έπαιζε πιάνο ή ζωγράφιζε και πάλι ήταν πολύ αποτελεσματική. Είχε την ίδια στάση και απέναντι στην πίστη: Προσευχόταν ειλικρινά και αγαπούσε ειλικρινά τους συνανθρώπους της.
Η Γιούλια μάθαινε από το σπίτι, πράγμα το οποίο ονομάζεται homeschooling στις ΗΠΑ. Πρόοδευε ραγδαία και ήταν μπροστά από το σχολικό πρόγραμμα. Ωστόσο, τα μαθηματικά δεν ήταν το αγαπημένο της μάθημα. Ιστορία, γλώσσες, ζωγραφική, μουσική και αθλητισμός, σε όλ’ αυτά η Γιούλια ήταν πρώτη.
Μετά τον ακρωτηριασμό του ποδιού της, η Γιούλια κοινωνούσε κάθε Κυριακή. Στην αρχή ταξίδευε με αναπηρικό καροτσάκι, στη συνέχεια με πατερίτσες. Και τότε οι γιατροί τής είπαν ότι είχε δύο εβδομάδες ζωής! Σαν να την πυροβόλησαν... Προηγουμένως, οι γιατροί ρώτησαν τη μητέρα της αν έπρεπε να πουν στην κόρη της, ένα ανήλικο παιδί, όλη την αλήθεια. Η μητέρα θεώρησε ότι η Γιούλια είχε το δικαίωμα να μάθει την αλήθεια. Και τι συνέβη; Η Γιούλια δεν έσταξε ούτε ένα δάκρυ. Τραγουδούσε, συνέχισε να κάνει τα μαθήματά της, έπαιζε με τον αγαπημένο της Μίκι (το σκυλάκι της). Είναι συγκινητικό που οι δάσκαλοι έλεγξαν τις εργασίες της μετά τον θάνατο της Γιούλια, που έκανε τα μαθήματά της για δύο ή τρεις εβδομάδες μπροστά.
Η τελευταία φορά που η Γιούλια κοινώνησε ήταν περίπου τρεις ώρες πριν από τον θάνατό της. Και λίγο πριν πεθάνει, είπε: «Σας αγαπώ όλους τόσο πολύ! Δεν έχουμε θάνατο, έχουμε αιώνια ζωή!».
Η Γιούλια είχε τόση μεγάλη εύνοια στους ανθρώπους, που οι ενορίτες και οι ιερείς έρχονταν συνεχώς στο νοσοκομείο της, διάβαζαν προσευχές και τελούσαν Ευχέλαιο. Μετά τον θάνατό της κάποιος έγραψε ποιήματα για τη Γιούλια και τα κρέμασε στην είσοδο του ναού. Τα ποιήματα είναι σύντομα, αλλά πολύ συγκινητικά: «Αγνή σαν λευκή νιφάδα χιονιού, πριγκίπισσα της ειρήνης και της αγνότητας!».