Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2022

ΠΕΡΙ ΝΗΣΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

 «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΙΕΡΟΜ. ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ, ΡΟΥΜΑΝΟΥ.

 Ἡ νηστεία  εἶναι παλαιά καί ἀρχίζει ταυτόχρονα μέ τήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή γιά αὐτοκυριαρχία. Ἡ νηστεία καί ἡ προσευχή εἶναι τά δύο μέσα, μέ τά ὁποῖα καθαρίζεται ἡ φύσις τῶν παθῶν. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἐπλησίασαν τόν Θεό, ἐταπείνωσαν τήν ψυχή τους μέ τήν προσευχή καί τήν νηστεία. Καί ὁ Ἰησοῦς ἐνήστευσε 40 ἡμέρες, θέτοντας τήν νηστεία σάν ἀρχή ἐπαγγελίας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά εἶναι ἀπαραίτητη γι᾿ Αὐτόν ἡ νηστεία, ἐφ᾿ ὅσον ἦτο ἀπαθής.

Τά βαθύτερα θεμέλια τῆς νηστείας καί προσευχῆς τά εὑρίσκουμε ἐπίσης στό Βάπτισμα. Ἀπό τό βάθος της ἡ ὕπαρξίς μας ἐνδύεται τόν Χριστό. Σ᾿ αὐτό τό βάθος τοῦ νοῦ ἤ στό βῆμα τῆς καρδίας, κατά τήν ἔκφρασι τῶν Πατέρων, στεγάζεται ὁ Χριστός, ἀφοῦ ἐδίωξε ἔξω τόν σατανᾶ, ὁ ὁποῖος ἀποχωρεῖ καί ἀπό τίς αἰσθήσεις. Ἀπ᾿ ἐδῶ οἱ δυνάμεις τοῦ νοητοῦ ἐχθροῦ, τά πάθη ἀγωνίζονται νά περικυκλώσουν καί νά κυριεύσουν τήν θέλησι τοῦ ἀνθρώπου πάλι στά δίκτυά τους.

Μέ τό σῶμα ὅμως δέν ἠμποροῦμε νά γλυτώσουμε παρά μόνο μέ τήν νηστεία. Αὐτό δέν γνωρίζει καί δέν ἀναγνωρίζει νίκες. Γι᾿ αὐτό πρέπει νά εἶναι ἀπεξηραμένο,  καί μέ διάκρισι, ἐπειδή στόν ἀπεξηραμένο βοῦρκο τά γουρούνια τῶν παθῶν δέν ἔρχονται νά κυλισθοῦν.

Γιά νά ματαιώσουμε τήν ἐνάντια δύναμι, ἡ ὁποία ἐργάζεται μέσῳ τῶν αἰσθήσεων, τά πάθη τῶν σαρκικῶν ἀπολαύσεων, τά ἀδυνατίζουμε διά τῆς νηστείας. Ἕνας ὀργανισμός πού ἔχει καταβληθῆ ἀπό τήν νηστεία, δέν ἔχει πλέον τήν δύναμι νά ἀλλάξη τίς πεποιθήσεις τῆς συνειδήσεως.

Σχεδόν περισσότερα ἀπό τά μισά πάθη φωλιάζουν στόν νοῦ. Ἡ νηστεία ἐργάζεται καί ἐναντίον αὐτῶν. Εἶναι θαυμαστό τό ἔργο, λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ὅτι ὁ νοῦς, ἐνῶ εἶναι ἀσώματος, ἀπό τό σῶμα μολύνεται καί σκοτεινιάζει καί ὅτι, ἀντιθέτως, τά ἄϋλα ἀπό τόν πηλό (σῶμα) λεπτύνονται καί καθαρίζονται.

Ἡ νηστεία καθαρίζει τόν ὀφθαλμό, ἡ προσευχή καθαρίζει τόν νοῦ. Ἐδῶ δέν ὁμιλοῦμε γιά προσευχή πού ζητεῖ ὑλικά πράγματα, οὔτε  γιά προσευχή, πού διευκολύνει τίς φαντασίες, ὅπως ἐπίσης δέν ὁμιλοῦμε οὔτε γιά προσευχή λειτουργική, ἀλλά μόνο γιά τήν νοερά προσευχή. Στήν εἴσοδο τῆς μοναχικῆς βιοτῆς, ἡ προσευχή τοῦ τελώνου, μπορεῖ νά εἶναι πλήρης ἀπό τήν Χάρι τοῦ Ἰησοῦ. Ὀνομάζεται ταυτόχρονα μέ τήν χρῆσι τοῦ κομποσχοινιοῦ «σπάθη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἡ νοερά προσευχή εἶναι: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό». Μέ τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, τό ὁποῖον στήν ἀρχή λέγεται μέ τό στόμα καί κατόπιν μέ τόν νοῦ, μπαίνουμε ἀπό ἔξω πρός τά ἔσω, πρός συνάντησι μέ τόν Ἰησοῦ, ὁ Ὁποῖος διά τῆς προσευχῆς μας διεξάγει τόν πόλεμο μέ τόν ἐχθρό, στό πεδίο τῶν λογισμῶν καί μᾶς λυτρώνει ἀπό τήν αἰχμαλωσία τῶν παθῶν. Ἡ νοερά ἤ ἡ καρδική προσευχή ἔχουν αὐτό τό θεμέλιο, πού μᾶς ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν Ἴδιο τόν Ἰησοῦ: «Ἄνευ ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν», ἐν ὄψει τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπό τά πάθη γιά τήν ψυχική μας σωτηρία.

Ὁ ἄνθρωπος διά τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ὅταν ἐλευθερωθῆ ἀπό τά πάθη, ζῆ ὑπερβατικές καταστάσεις. Γίνεται ἐκτός ἑαυτοῦ, χωρίς νά ἠμπορῆ νά ἐξηγήση τό φαινόμενο καί περιβάλλεται μέ μία ἀτέλειωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τῶν ἀνθρώπων καί ὅλης τῆς κτίσεως.

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου