Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2025

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΑΒΡΑΑΜ ΚΑΙ Η ΑΡΝΗΣΗ ΔΩΡΟΛΗΨΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΗΘΙΚΟ ΚΟΣΜΟ: ΜΙΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΑ

«Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΧΡΟΝΟΥ»
Ἐνημερωτικό περιοδικό
τῶν Ἐκδόσεων «ΥΠΑΚΟΗ»
ΙΟΥΝΙΟΣ - ΙΟΥΛΙΟΣ 2025 
Μηνύματα Χριστιανικῆς Παιδαγωγίας μέσα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη (Ι)
«Eἶπε δὲ βασιλεὺς Σοδόμων πρὸς Ἅβραμ· δός μοι τοὺς ἄνδρας, τὴν δὲ ἵππον λάβε σεαυτῷ. εἶπε δὲ Ἅβραμ πρὸς τὸν βασιλέα Σοδόμων· ἐκτενῶ τὴν χεῖρά μου πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν τὸν ὕψιστον, ὃς ἔκτισε τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, εἰ ἀπὸ σπαρτίου ἕως σφυρωτῆρος ὑποδήματος λήψομαι ἀπὸ πάντων τῶν σῶν, ἵνα μὴ εἴπῃς, ὅτι ἐγὼ ἐπλούτισα τὸν Ἅβραμ· πλὴν ὧν ἔφαγον οἱ νεανίσκοι καὶ τῆς μερίδος τῶν ἀνδρῶν τῶν συμπορευθέντων μετ᾿ ἐμοῦ, Ἐσχώλ, Αὐνάν, Μαμβρῆ, οὗτοι λήψονται μερίδα.» (Γεν. 14, 21-24)
Στὸ βιβλίο τῆς Γενέσεως, πρὸς τὸ τέλος τοῦ 14ου κεφαλαίου, ὑπάρχει μία πολὺ διδακτικὴ ἱστορία μὲ πρωταγωνιστὴ τὸν Δίκαιο Πατριάρχη Ἀβραὰμ καὶ τὸν βασιλιᾶ τῶν Σοδόμων Βαλλᾶ, ποὺ ἐκπροσωποῦσε κατὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τὸ πλέον διεφθαρμένο καὶ ἀνήθικο κομμάτι τῆς ἀνθρωπότητας.
Ἡ ἱστορία συνοπτικὰ ἔχει ὡς ἑξῆς:
Τέσσερεις βασιλεῖς τοῦ βορρᾶ (Ἀμαρφὰλ βασιλεὺς Σενναάρ, Ἀριὼχ βασιλεὺς Ἐλλασάρ, Χοδολλογομὸρ βασιλεὺς Ἐλὰμ καὶ Θαργὰλ βασιλεὺς ἐθνῶν) συνασπίζονται καὶ κηρύσσουν τὸν πόλεμο στὰ βασίλεια τῶν Σοδόμων, Γομόρρων, Ἀδαμά, Σεβωεὶμ καὶ Βαλάκ. Στὴ μάχη ποὺ ἀκολουθεῖ, οἱ βασιλεῖς τῶν Σοδόμων καὶ τῆς Γομόρρας, μὴ δυνάμενοι νὰ ἀποκρούσουν τὴν εἰσβολή, τρέπονται σὲ φυγή, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ τέσσερις βασιλεῖς τοῦ βορρᾶ νὰ λεηλατήσουν ὅλο τὸ ἱππικὸ καὶ τὰ ἀποθέματα τροφίμων ποὺ διέθεταν, καθὼς καὶ νὰ αἰχμαλωτίσουν ἀρκετοὺς ἀπὸ ἐκεῖνες τὶς περιοχές, ἀνάμεσά τους καὶ τὸν ἀνιψιὸ τοῦ Ἀβραάμ, τὸν Λώτ, ποὺ εἶχε ἐπιλέξει νὰ κατοικεῖ στὰ Σόδομα.
Μόλις ἡ εἴδηση τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ ἀνιψιοῦ του, ἔφτασε στὰ ἀφτιὰ τοῦ Ἀβραάμ, ἀμέσως ἐκεῖνος (καίτοι ὁ Λὼτ τὸν εἶχε «ρίξει» προηγουμένως στὴν μοιρασιὰ ποὺ ἔκαναν γιὰ τὰ βοσκοτόπια), κάλεσε ὁρισμένους ἀπὸ τοὺς συμμάχους του, τῶν γύρω φυλῶν, καὶ ἐξαπέλυσε ἀνθρωποκυνηγητὸ γιὰ νὰ ἀπελευθερώσει τὸν ἀνιψιό του ἀπὸ τοὺς εἰσβολεῖς. Ἀφοῦ τοὺς πρόφτασαν, ὁ Ἀβραὰμ μαζὶ μὲ τοὺς οἰκογενεῖς του (τὰ μέλη δηλαδὴ τῆς οἰκογένειάς του, 318 στὸν ἀριθμὸ) καὶ τοὺς συμμάχους του, μὲ μιὰ αἰφνιδιαστικὴ κίνηση, τοὺς ἐπιτέθηκαν ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, τοὺς συνέτριψαν (ἂν καὶ ἀριθμητικὰ λιγότεροι ἀπὸ τοὺς ἀντιπάλους) καὶ ἀπελευθέρωσαν τὸν Λὼτ μαζὶ μὲ τοὺς ὑπολοίπους, ἐπανακτῶντας παράλληλα τὰ λάφυρα τῶν εἰσβολέων.
Κατὰ τὴν θριαμβευτικὴ ἐπιστροφή του, ὁ Ἀβραὰμ ἔζησε μία ἀπὸ τὶς κορυφαῖες πνευματικὲς ἐμπειρίες τῆς ζωῆς του, καθὼς ἔσπευσε νὰ τὸν προϋπαντήσει ὁ βασιλεὺς τῆς Σαλὴμ (τῆς ἀρχαίας δηλαδὴ Ἱερουσαλὴμ) Μελχισεδέκ, ὁ ὁποῖος ὡς Ἀρχιερεὺς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ποὺ ἦταν παράλληλα, τὸν εὐλόγησε, κατὰ τρόπο προφητικό, προσφέροντας πρὸς τὸν Θεὸ ὡς εὐχαριστήρια θυσία γιὰ τὴν νίκη τοῦ Ἀβραάμ, ἄρτους καὶ οἶνον! Ὁ Ἀβραὰμ ἀποδέχεται τὴν εὐλογία, διότι «τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται» (Ἑβρ. ζ΄ 7), λαμβάνει τὰ Θεῖα δῶρα τοῦ Μελχισεδὲκ καὶ ἀνταποδίδει εὐγνωμόνως μὲ τὸν ἀποδεκατισμὸ τῶν λαφύρων ποὺ εἶχε πλέον στὴν κατοχή του (σσ. περισσότερη ἀνάλυση γύρω ἀπὸ τὴ συγκεκριμένη ἐμπειρία τοῦ Ἀβραὰμ μὲ τὸν Ἀρχιερέα Μελχισεδέκ, θὰ ἐπιχειρήσουμε, πρῶτα ὁ Θεός, σὲ ἑπόμενο κείμενο).
Ὅταν τελείωσε αὐτὴ ἡ ἱστορία μὲ τὸν Μελχισεδέκ, αὐτὸ τὸ τόσο σπουδαῖο πρόσωπο, ἐμφανίζεται ὁ βασιλιᾶς τῶν Σοδόμων, Βαλλᾶ, καὶ ἀφοῦ πρῶτα εὐχαριστεῖ τὸν Ἀβραὰμ ποὺ νίκησε τοὺς ἐχθρούς-εἰσβολεῖς, κατόπιν τοῦ ζητᾶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀπελευθέρωσε, ὑποσχόμενος νὰ τοῦ παραδώσει σὲ ἀντάλλαγμα ὅλο τὸ ἱππικό του. Ὁ Ἀβραάμ, γνωρίζοντας ὅτι συνδιαλέγεται μὲ ἕναν πέρα γιὰ πέρα ἀνήθικο ἄνθρωπο, ποὺ σὲ λίγο καιρὸ ἐπρόκειτο νὰ τιμωρηθεῖ μαζὶ μὲ τὸν λαό του παραδειγματικὰ ἀπὸ τὸν Κύριο, ἐπιστρέφει τοὺς πρώην αἰχμαλώτους, ἀλλὰ ἀρνεῖται μετὰ βδελυγμίας τὸ δῶρο-προσφορά, ἐκτείνοντας τὸ χέρι του πρὸς τὸν Κύριο (ὡσὰν σὲ στάση συγχρόνου ὀρκωμοσίας στὸν στρατό), λέγοντας «ὁρκίζομαι στὸν Θεὸ τὸν Ὕψιστο νὰ μὴν πάρω ἀπὸ σένα ἀπὸ κλωστὴ μέχρι κορδόνια παπουτσιῶν, γιὰ νὰ μὴν πεῖς ὅτι πλούτισε ὁ Ἀβραὰμ ἀπὸ ἐμένα τὸν βασιλιᾶ τῶν Σοδόμων»!
Ἀναμφίβολα, ἡ δήλωση αὐτὴ τοῦ Πατριάρχη Ἀβραὰμ εἶναι ἐντυπωσιακὴ καὶ δείχνει τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀξιοπρέπειάς του. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ἀνιψιό του, τὸν Λώτ, ποὺ ἔχει συμβιβαστεῖ μὲ τὸ ἁμαρτωλὸ καὶ ἀνήθικο περιβάλλον τῶν Σοδόμων, (ἀφοῦ, μὴ βάζοντας μυαλὸ ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία, ἐπιλέγει νὰ ἐπιστρέψει στὸν «τόπο τοῦ ἐγκλήματος»), ὁ Ἀβραὰμ ὑψώνει τὸ ἀνάστημά του καὶ ἐκστομίζει ἕνα μεγαλοπρεπέστατο «ὄχι!» στὸν ἀνώτατο ἄρχοντα τῶν Σοδόμων, διότι εἶναι ὁ ἐκλεκτὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ὡς ἐκ τούτου ὀφείλει νὰ εἶναι προσεκτικός. Ἄρα πρέπει νὰ προσέχει δύο καὶ τρεὶς φορές, ὅταν ἔχει ἀπέναντι τοῦ ἐκείνους ποὺ ἐκπροσωποῦν τὴν ἀνηθικότητα καὶ τὸ κοσμικὸ πνεῦμα τῆς ἁμαρτίας.
Τὸ μήνυμα τοῦ Πατριάρχη Ἀβραὰμ εἶναι ἐπίκαιρο καὶ ταὐτοχρόνως ἐλεγκτικὸ ὡς πρὸς τὸν ἐκκοσμικευμένο τρόπο ζωῆς τῶν σύγχρονων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ποὺ κατὰ τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον ὁμοιάζουν μὲ τὸν συμβιβασμένο Λώτ, διότι δέχονται στὶς ἡμέρες μας μὲ μεγάλη εὐκολία τιμὲς καὶ δῶρα ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο, ὄντες ἀπροβλημάτιστοι καὶ ἀνυποψίαστοι ὡς πρὸς τὶς πνευματικές τους ἐπιπτώσεις. Ἡ ἄρνηση τοῦ Ἀβραὰμ νὰ δεχτεῖ τὸ δῶρο ἑνὸς βασιλιᾶ ποὺ ἐκπροσωπεῖ καὶ ὑποθάλπει μία διεστραμμένη καὶ βλάσφημη νοοτροπία στὴν περιοχή του, κατοχυρώνεται ἁγιογραφικὰ στὴ ψαλμικὴ φράση, «ἔλαιον δὲ ἁμαρτωλοῦ μὴ λιπανάτω τὴν κεφαλήν μου» (Ψαλμ. 140, 5). Καὶ μᾶς ὑπενθυμίζει, μία (δυστυχῶς) ξεχασμένη χριστιανικὴ παιδαγωγία, ὅτι ὀφείλουμε δηλαδὴ νὰ εἴμαστε ἰδιαίτερα φειδωλοὶ καὶ προσεκτικοί, ὅταν κάποιοι μᾶς προσφέρουν ὁτιδήποτε, τὸ ὁποῖο (πέραν τοῦ ὅ,τι ἡ «προσφορὰ» αὐτὴ ἐνδεχομένως νὰ εἶναι «καρπὸς ἁμαρτίας»), σὺν τοῖς ἄλλοις, μπορεῖ νὰ μᾶς «δεσμεύσει», τρόπον τινά, καὶ νὰ μᾶς κάνει νὰ νιώθουμε στὴν τελικὴ καὶ «ὑπό-χρεωμένοι»!
Στὸ διὰ ταῦτα, ὁ Πατριάρχης Ἀβραὰμ μᾶς ἐπαναφέρει στὴν ὀρθὴ νοοτροπία ποὺ πρέπει νὰ ἔχει ὁ γνήσιος «ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ», κύριο χαρακτηριστικὸ τοῦ ὁποίου εἶναι, ἐκεῖνος νὰ προσφέρει καὶ νὰ γίνεται θυσία γιὰ τὸν πλησίον του, καὶ ὄχι τὸ ἀντίστροφο. Ἀντιγράφοντας λοιπὸν τὸ πρότυπο τοῦ Ἀβραάμ, ἂς φροντίζουμε ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ νὰ λαμβάνουμε εὐχαρίστως (καὶ ἀσφαλῶς ἀπροβλημάτιστα) μόνον τὰ «πνευματικὰ δῶρα τοῦ Μελχισεδέκ», ποὺ παρέχονται ἐν ἀφθονίᾳ στὴν Ἐκκλησία τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως
Χριστοῦ (τοῦ Ὁποίου «τύπος» εἶναι ὁ Μελχισεδὲκ)· ἀπορρίπτοντας καὶ ἀποδοκιμάζοντας τὰ ὑλικὰ δῶρα τοῦ διεφθαρμένου κόσμου, καὶ ἐλέγχοντας κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν πλήρη ἀποστασία του ἀπὸ τὸ «κατὰ φύσιν» τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἀναμαρτησία καὶ ἡ διαρκὴς μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου στὴν πορεία πρὸς τὸ «καθ’ ὁμοίωσιν». Ἀμήν!
Ἰωάννης Μαρκάς
Μ.Δ.Ε. Δογματικῆς Θεολογίας Α.Π.Θ