Ο παπα-Φώτης ἐρχόταν τακτικὰ μὲ τὰ πόδια στὸ σπίτι μου. Ἦταν πτωχὸς καὶ ἀφιλάργυρος. Προτιμοῦσε νὰ δίνει τὰ χρήματά του σὲ ὅποιον τοῦ τὰ ζητοῦσε καὶ νὰ ὑποφέρει, παρὰ νὰ τὰ κουβαλάει. Στὴ Μυτιλήνη τὰ γυφτάκια μόλις τὸν ἔβλεπαν ἔκαναν τὴν τρελή χαρά τους. Ήξεραν ὅτι ἄν ὁ παπα-Φώτης ἔχει χρήματα θὰ τοῦ τὰ πάρουν μέχρι τελευταίας δεκάρας, ποὺ λέμε. Κάποτε μπροστά μου συνέβη ὁ παπα-Φώτης νὰ περικυκλωθεῖ ἀπὸ τὰ γυφτάκια. Τοῦ ζητοῦσαν χρήματα. Ἐκεῖνος ἀφοῦ κυριολεκτικὰ ἄδειασε τὶς τσέπες του καὶ τοὺς ἔδωσε ὅ,τι κουβαλοῦσε ἔφυγε ἀτάραχος. Ἀγαποῦσε ὑπερβολικὰ τὰ παιδιά.
Τῆς κόρης μου τὸν γυιὸ τὸν ἐβάπτισε ὁ παπα-Φώτης. Ἤθελε ἡ κόρη μου ὁπωσδήποτε ὁ παπα-Φώτης νὰ βαπτίσει τὸ παιδί της γιατὶ ἔλεγε ὅτι θὰ πάρει χάρη ἀπὸ τὸν ἴδιο καὶ θὰ γίνει ταπεινὸ ὅπως ἦταν καὶ ὁ παπα-Φώτης. Τὸ ἐγγονάκι μου τὸ βάπτισε στὸν Ταξιάρχη τοῦ Μανταμάδος καὶ τὸ ἔβγαλε Ἄγγελο-Παναγιώτη. Ὁ παπα-Φώτης πρίν, κατὰ καὶ μετὰ τὴν βάπτιση ἦταν μέσα στη χαρά του. Πολὺ χάρηκε γιὰ τὴν πρόσκληση τῆς κόρης μου νὰ βαπτίσει ἐκεῖνος τὸ παιδί της. Τὸ θεώρησε μεγάλη τιμή. Κάθε φορὰ ποὺ θὰ μὲ ἔβλεπε μοῦ ἔλεγε: «Τὸ παιδὶ καὶ τὰ μάτια σας!».
Μιὰ χρονιὰ ἦρθε ὁ παπα-Φώτης ἀνήμερα τῶν Εἰσοδίων στὴ Θερμὴ γιὰ τὴν πανήγυρι τῆς ἐνορίας μας. Ὁ παπα-Φώτης ὅμως φοροῦσε δύο εἰδῶν παντόφλες. Ἡ μία ἐξ αὐτῶν εἶχε κομμένη τὴν φτέρνα. Ὅταν τέλειωσε καὶ ξεφορέθηκε τὰ ἄμφιά του καὶ τὸν εἶδα καὶ μιλήσαμε τοῦ εἶπα: «Παπα-Φώτη τέτοια μεγάλη μέρα, ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων, πῶς καὶ ἦρθες μὲ δύο διαφορετικές παντόφλες στὸ πανηγύρι μας».
Κι ὁ παπα-Φώτης μὲ φυσικότητα καὶ ἑτοιμότητα λόγου ἀνεπανάληπτη μοῦ ἀπήντησε: «Γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία ἦρθα στὸ πανηγύρι σας, δὲν ἦρθα γιὰ νὰ προβάλλω τὰ παπούτσια μου».
Πηγή «Παπα-Φώτης Λαυριώτης, Σημεῖον Ἀντιλεγόμενον (1913-2010+) ἕνας αἰῶνας ζωῆς καὶ μαρτυρίας» π. Θεμιστοκλέους Στ. Χριστοδούλου, εκδ. «Παναγία η Κοσμοσώτειρα»
Τῆς κόρης μου τὸν γυιὸ τὸν ἐβάπτισε ὁ παπα-Φώτης. Ἤθελε ἡ κόρη μου ὁπωσδήποτε ὁ παπα-Φώτης νὰ βαπτίσει τὸ παιδί της γιατὶ ἔλεγε ὅτι θὰ πάρει χάρη ἀπὸ τὸν ἴδιο καὶ θὰ γίνει ταπεινὸ ὅπως ἦταν καὶ ὁ παπα-Φώτης. Τὸ ἐγγονάκι μου τὸ βάπτισε στὸν Ταξιάρχη τοῦ Μανταμάδος καὶ τὸ ἔβγαλε Ἄγγελο-Παναγιώτη. Ὁ παπα-Φώτης πρίν, κατὰ καὶ μετὰ τὴν βάπτιση ἦταν μέσα στη χαρά του. Πολὺ χάρηκε γιὰ τὴν πρόσκληση τῆς κόρης μου νὰ βαπτίσει ἐκεῖνος τὸ παιδί της. Τὸ θεώρησε μεγάλη τιμή. Κάθε φορὰ ποὺ θὰ μὲ ἔβλεπε μοῦ ἔλεγε: «Τὸ παιδὶ καὶ τὰ μάτια σας!».
Μιὰ χρονιὰ ἦρθε ὁ παπα-Φώτης ἀνήμερα τῶν Εἰσοδίων στὴ Θερμὴ γιὰ τὴν πανήγυρι τῆς ἐνορίας μας. Ὁ παπα-Φώτης ὅμως φοροῦσε δύο εἰδῶν παντόφλες. Ἡ μία ἐξ αὐτῶν εἶχε κομμένη τὴν φτέρνα. Ὅταν τέλειωσε καὶ ξεφορέθηκε τὰ ἄμφιά του καὶ τὸν εἶδα καὶ μιλήσαμε τοῦ εἶπα: «Παπα-Φώτη τέτοια μεγάλη μέρα, ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων, πῶς καὶ ἦρθες μὲ δύο διαφορετικές παντόφλες στὸ πανηγύρι μας».
Κι ὁ παπα-Φώτης μὲ φυσικότητα καὶ ἑτοιμότητα λόγου ἀνεπανάληπτη μοῦ ἀπήντησε: «Γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία ἦρθα στὸ πανηγύρι σας, δὲν ἦρθα γιὰ νὰ προβάλλω τὰ παπούτσια μου».
Πηγή «Παπα-Φώτης Λαυριώτης, Σημεῖον Ἀντιλεγόμενον (1913-2010+) ἕνας αἰῶνας ζωῆς καὶ μαρτυρίας» π. Θεμιστοκλέους Στ. Χριστοδούλου, εκδ. «Παναγία η Κοσμοσώτειρα»
