Δευτέρα 7 Ιουλίου 2025

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης Μαξίμοβιτς, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

ΘΑΥΜΑΣΤΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

ὑπό Γέροντος Κλεόπα Ἠλίε, ρουμάνου 

ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥΣ 

Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά

Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.  2010

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης Μαξίμοβιτς, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης καταγόταν ἀπό τήν Ρωσσία καί γεννήθηκε τό 1896. Ἦταν ἕνας ἀπό τούς ὀρθοδόξους τῆς Διασπορᾶς καί θεωρεῖται ἕνας ἀπό τούς μεγαλυτέρους ἁγίους τοῦ 20ου αἰῶνος. Ἦταν γιά ἕνα διάστημα ἐπίσκοπος στήν Σαγκάη τῆς Κίνας καί τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης καί κατόπιν ἐπίσκοπος στόν Ἅγιο Φραγκίσκο τῆς Ἀμερικῆς.

Ἡ μορφή του προκαλοῦσε θαυμασμό σ᾿ αὐτούς πού τόν ἀντίκρυζαν. Περπατοῦσε ξυπόλυτος καί μέ τά γένεια καί τά μαλλιά του ἀπεριποίητα καί ἄδετα. Ἦτο κοντός στό ἀνάστημα καί εἶχε μεγάλη κοιλιά. Ἦτο πολύ ἀδύνατος καί αὐτό πού τοῦ δημιουργοῦσε μεγάλη κοιλιά ἦτο ἕνα μεγάλο ταγάρι πού εἶχε περάσει στούς ὤμους του καί μέσα εἶχε τήν εἰκόνα  τῆς Παναγίας τοῦ Κούρσκ (πόλις τῆς Σιβηρίας) πού ἦταν σκεπασμένη μέ ἕνα κομμάτι βελούδινο ὕφασμα. Μετέφερε στό ταγάρι του καί μερικά ἅγια Λείψανα ἀπό τόν πρόγονό του, τόν Ἅγιο Ἰωάννη τοῦ Τομπόλσκ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης εἶχε πρόβλημα στήν φωνή του καί ὡμιλοῦσε λίγο, ἀλλά τά λίγα λόγια του εἶχαν πνευματική δύναμι. Τήν ἐπισκοπική του ράβδο τήν κρατοῦσε ἀπό ψηλά καί φαινόταν σάν νά κρατιέται καί στηρίζεται ἀπ᾿ αὐτήν.

Γιά πολλούς πού τόν ἔβλεπαν γιά πρώτη φορά, ἔδινε τήν ἐντύπωσι ὅτι ἦταν ἕνας παράξενος ἄνθρωπος, ἀλλά, ὅσοι τόν ἐγνώριζαν, τόν ἀγαποῦσαν βαθειά καί δέν ἠμποροῦσαν νά τόν ξεχάσουν.

Τόν καιρό πού ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἦτο ἐπίσκοπος στήν Σαγκάη (1934-1949), ἐγνώρισε μία οἰκογένεια ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ἡ ὁποία εἶχε ἕνα παιδί τους δαιμονισμένο. Αὐτό τό παιδί μισοῦσε κάθε τι τό ἱερό. Ἔσπαζε τίς εἰκόνες καί τούς σταυρούς σέ κομμάτια καί τά περιγελοῦσε. Στίς ἱερές ἀκολουθίες ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἔβαζε τό παιδί νά εἶναι γονατιστό ἔχοντας στό κεφάλι του τό ἅγιο Εὐαγγέλιο καί τόν Τίμιο Σταυρό. Τό παιδί ὠργιζόταν πολύ καί συχνά ἔτρεχε ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία. Ὁ ἐπίσκοπος Ἰωάννης παρηγοροῦσε τούς γονεῖς τοῦ παιδιοῦ νά μή ἀπελπίζονται καθόλου καί τούς κατέπεισε ὅτι θά προσεύχεται συνεχῶς γιά τό παιδί τους.

Ἔτσι ἐπέρασαν μερικά χρόνια. Ὁ γυιός τους μπῆκε σέ νοσοκομεῖο. Ἐνίοτε τόν ἔφερναν στό σπίτι καί ἄλλοτε στήν ἐκκλησία. Κάποτε, ὅταν ἔβλεπαν ὅτι ἦτο ἀρκετά ἤσυχο τοῦ ἔδιδαν τήν Θεία Μετάληψι. Ἐνῶ παλαιότερα κατέστρεφε τίς εἰκόνες καί τούς σταυρούς, τώρα εἶναι λιγώτερο ἀγριεμένο καί εἶχε ἀρχίσει νά διαβάζει καί τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Ὁ πατέρας του κατάλαβε ὅτι οἱ προσευχές τοῦ Ἐπισκόπου ὡδήγησαν τό παιδί του πλησιέστερα στόν Θεό.

Κάποτε, ὅταν τό παιδί ἦτο στό σπίτι, στεκόταν στό κρεββάτι του καί διάβαζε τό Εὐαγγέλιο, ἐνῶ τό πρόσωπό του ἦτο φωτεινό καί μακάριο. Ξαφνικά εἶπε στόν πατέρα του:

-Πατέρα, πρέπει νά ξέρεις ὅτι πρέπει νά μά πᾶς ὅσο γίνεται τό συντομώτερο στό νοσοκομεῖο. Ἐκεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα θά μέ καθαρίσει ἀπό τό πνεῦμα τῆς κακίας καί τοῦ σκότους καί τότε θά πάω πρός τόν Κύριον. Πᾶμε τώρα γρήγορα!

Τόν μετέφεραν στό νοσοκομεῖο. Μετά ἀπό δύο ἡμέρες ἦλθε ὁ πατέρας του νά ἐπισκεφθῆ τόν υἱό του, ὁ ὁποῖος ἦτο πολύ ἀνήσυχος καί ταραγμένος καί ξαφνικά ἄρχισε νά κραυγάζει φοβερά¨

-Μή πλησιάζεις, δέν σέ θέλω, φῦγε, φῦγε!

Ὁ πατέρας του ἐξῆλθε γρήγορα στόν διάδρομο νά ἰδεῖ ποιός ἔρχεται καί γιά ποιά αἰτία αὐτό τό πνεῦμα τῆς κακίας, πού εἶχε μπῆ στόν υἱόν του, ἐκραύγαζε τόσο φοβερά. Στήν αὐλή εἶδε τόν ἅγιο Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος εἶχε κατέβει ἀπό τό αὐτοκίνητο καί κατευθυνόταν πρός τό νοσοκομεῖο.

Τό παιδί του συνέχιζε νά οὐρλιάζει καί νά λέγει:

-Μή πλησιάζεις, δέν σέ θέλω, φῦγε, φῦγε ἀπ᾿ ἐδῶ.

Κατόπιν ἡσύχασε ἀπότομα καί ἄρχισε νά προσεύχεται ψιθυριστά. Ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ ἄρχισε νά προσεύχεται κι αὐτός. Τήν ὥρα πού ὁ ἅγιος Ἰωάννης πλησίαζε στό σαλόνι, ὁ ἀσθενής κατέβηκε ἀπό τό κρεββάτι κι ἔτρεξε νά τόν συναντήσει, παρακαλώντας τον νά ἐκδιώξει ἀπ᾿ αὐτήν τό πνεῦμα τῆς κακίας. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης  ἔβαλε τό χέρι του στό κεφάλι του καί τόν ὡδήγησε στό σαλόνι, τόν ἐκάθισε στό κρεββάτι καί προσευχήθηκε ἐπάνω του. Μετά τοῦ ἔδωσε τά Ἄχραντα Μυστήρια.

Ἀφοῦ ὁ ἐπίσκοπος Ἰωάννης ἀνεχώρησε, ὁ ἀσθενής εἶπε:

-Ἰδού ἐπί τέλους θεραπεύθηκα καί τώρα ὁ Κύριος θά μέ πάρη στήν αἰώνια μακαριότητα. Πατέρα, πήγαινέ με γρήγορα στό σπίτι, πρέπει νά ἀποθάνω στό σπίτι μας.

Ὅταν ὁ πατέρας του τό ἔφερε στό σπίτι, αὐτός ἦτο πολύ χαρούμενος κι ἔβλεπε ὅλα τά πράγματα τοῦ δωματίου του. ἰδιαίτερα ἔβλεπε τίς εἰκόνες τίς ὁποῖες ἀσπαζόταν συνεχῶς καί μέ δάκρυα. Κατόπιν ἐπῆρε τό ἅγιο Εὐαγγέλιο καί ἄρχισε νά διαβάζει.

Τήν ἄλλη ἡμέρα ἐζήτησε νά κοινωνήση τῶν Ἁγίων Μυστηρίων ἀκόμη μία φορά. Ὁ πατέρας του τόν ἐπῆγε στόν ἱερέα καί πάλι τόν ἐπέστρεψε στό δωμάτιό του. Ὁ νέος σάν νά εἶχε ἀλλάξει στό πρόσωπο καί εἶχε γίνει γηραιότερος. Χαμογέλασε ἄλλη μιά φορά πρός τόν πατέρα του καί κατόπιν παρέδωσε τήν ψυχή του στά χέρια τοῦ Θεοῦ.

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου