Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά, Φιλολόγου
Όσιος Εφραίμ ο Σύρος
(306-373)
Από νέος στο μοναστήρι μου άκουγα τους Γέροντες να λέγουν:
Θέλεις να αποκτήσης τέλεια υπακοή; Διάβαζε Ιωάννη της Κλίμακος.
Θέλεις να αποκτήσης κατάνυξη; Διάβαζε Εφραίμ Σύρον.
Θεόκλητος μοναχός Διονυσιάτης
Ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος ανήκει στη θαυμαστή χορεία των μεγάλων και θεοφόρων Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας· είναι σύγχρονος του Μεγάλου Βασιλείου, Επισκόπου Καισαρείας της Καππαδοκίας, του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, και άλλων μεγάλων Πατέρων.
Πληροφορίες για το βίο και την πολιτεία του Οσίου Εφραίμ αντλούμε από τους βιογράφους και θαυμαστές του, αλλά και από τους λόγους που έγραφε ο Όσιος. Από τα αρχαιότερα κείμενα που μας πληροφορούν για τον Όσιο είναι το «Εγκώμιον εις τον Όσιον Πατέρα ημών Εφραίμ» από τον Άγιο Γρηγόριο, Επίσκοπο Νύσσης της Μ. Ασίας, που εκφωνήθηκε κατά πάσα πιθανότητα μετά τη σύγκληση της Β’ Οικουμενικής Συνόδου (381), όταν πια η Εκκλησία είχε ηρεμήσει από την αίρεση του Μακεδόνιου, και ο Επίσκοπος Γρηγόριος μπορούσε απερίσπαστος να διδάσκει και να οικοδομή το ποίμνιό του. Για τη σύνθεση του Εγκωμίου ο Γρηγόριος Νύσσης άντλησε πληροφορίες από τα ίδια τα κείμενα του Οσίου, όπου υπάρχουν στοιχεία για τη ζωή του· «όσα λέμε δεν τα διδαχθήκαμε από άλλους, αλλά τα συγκεντρώσαμε από όσα ο ίδιος άφησε κατάσπαρτα μέσα στους λόγους του» ομολογεί ο Γρηγόριος.
Το «Εγκώμιον εις τον Όσιον Πατέρα ημών Εφραίμ», ένα ωραιότατο και πάρα πολύ επιμελημένο κείμενο, με θαυμαστή δομή και καλλιέπεια, επηρέασε πολύ τους υμνογράφους. Ο Θεοφάνης ο Γραπτός ο Σαββαΐτης, που συνέθεσε τον Κανόνα του Όρθρου της μνήμης του Οσίου (28 Ιανουάριου), ο Θεόδωρος ο Στουδίτης, που αφιέρωσε στον Όσιο Εφραίμ Κοντάκιο με οκτώ οίκους, και ο Ρωμανός ο Μελωδός, στον οποίο αποδίδεται παρόμοιο Κοντάκιο με εννέα οίκους, άντλησαν από το Εγκώμιο του Γρηγορίου Νύσσης στον Όσιο Εφραίμ.
Ἤκουσε γλῶτταν ψαλμικῶς, ἣν οὐκ ἔγνω, |
Άλλες πηγές από τις οποίες αντλούμε πληροφορίες για το βίο του Οσίου Εφραίμ είναι η Εκκλησιαστική Ιστορία του Σωζόμενου, η Λαυσαϊκή Ιστορία του Παλλαδίου, η Εκκλησιαστική Ιστορία του Θεοδωρήτου Επισκόπου Κύρου, και το έργο του Ιερωνύμου De viris illustribus. Από μια εκτενή συριακή βιογραφία του Οσίου, που δε γράφηκε αργότερα από τον πέμπτο αιώνα, αντλούμε επίσης πολλές πληροφορίες, όπως και από συριακές διηγήσεις για το Ανατολικό Μηνολόγιο.
Οι παραπάνω πηγές, παρά τη μεγάλη χρησιμότητα τους, μας αφήνουν απληροφόρητους για ορισμένα σημαντικά γεγονότα της ζωής και της δράσης του Οσίου η μας προσφέρουν πληροφορίες που η ακρίβειά τους δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί. Για το λόγο αυτό τα βιογραφικά στοιχεία που βρίσκουμε άφθονα στο πεζό και ποιητικό έργο του Οσίου Εφραίμ αποτελούν την πιο έγκυρη και αξιόπιστη πηγή, από την οποία άλλωστε άντλησε και ο Γρηγόριος Νύσσης, συλλέγοντας όπως «η επαινετή μέλισσα» από πολλά άνθη τα χρήσιμα. Με τον ίδιο τρόπο εργάστηκε αργότερα και ο Συμεών Λογοθέτης ο Μεταφραστής, συνθέτοντας το Βίο και την Πολιτεία του Οσίου.
Τη συλλογή όλων αυτών των πληροφοριών, και την έκδοση των Έργων του Οσίου στην Ελληνική και Λατινική μετάφρασή τους, έκανε στην περισπούδαστη έκδοσή του ο J. S. Assemani, βιβλιοθηκάριος του Βατικανού, με τον τίτλο· Sancti Patris Nostri Ephraem Syri opera omnia, Romae 1732, 1743, 1746.
ΒΙΟΣ
Ο Εφραίμ «ο θαυμάσιος», όπως τον αποκαλεί ο Συμεών ο Μεταφραστής, γεννήθηκε στη Νίσιβη, πόλη της Μεσοποταμίας, ή στα περίχωρά της, από φτωχούς γονείς, στις αρχές του τέταρτου αιώνα (306). Οι πρόγονοί του κατά την περίοδο των διωγμών που εξαπέλυσε ο Διοκλητιανός στις ανατολικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας, ομολόγησαν τον Χριστό μπροστά στο βήμα του δικαστή. «Μαρτύρων συγγενής είμι» λέει ο Όσιος αναφερόμενος στους προγόνους του. Αυτή την καλή ομολογία των προγόνων του μνημονεύει ο Εφραίμ ως οικογενειακή παρακαταθήκη αγάπης προς τον Χριστό, και συναισθάνεται το χρέος να ακολουθήσει τα ίχνη τους. Κατά την παιδική ηλικία, όπως ο ίδιος ομολογεί, διδάχθηκε «περί Χριστού» από τους πατέρες του· οι γονείς του «τον φόβον του Κυρίου ενουθέτησαν». Παρόλο όμως που δεν έχουμε πληροφορίες για τη διάρκεια και το είδος της παιδείας που δέχθηκε ο Εφραίμ, είναι πολύ πιθανή η υπόθεση ότι από την παιδική ηλικία διδάχθηκε τα «περί Χριστού» με τη φροντίδα του Αγίου Ιακώβου, του μετέπειτα μεγάλου Ιεράρχη της Νίσιβης.
Στα χρόνια όμως της νεανικής ηλικίας, εξαιτίας της απειρίας και ακρισίας του, εξαπατάται και δέχεται τον ασεβή λογισμό, ότι όλα σ’ αυτό τον κόσμο συμβαίνουν τυχαία, και ότι δεν υπάρχει Θεία Πρόνοια που κυβερνά και προνοεί για τον κόσμο. Κατά παραχώρηση Θεού, ο απρόσεκτος και ασύνετος νεανίας δοκιμάζεται φοβερά από αυτό τον ασεβή λογισμό που απειλεί να ξεριζώσει την πίστη του στη Θεία Πρόνοια. Αλλά η αγαθότητα του Θεού δεν εγκαταλείπει το «σκεύος εκλογής»· δίνει μαζί με τον πειρασμό και την έκβαση. Είναι μάλιστα τόσο σωτήρια η εμπειρία που απέκτησε ο Εφραίμ από τη δοκιμασία αυτή, ώστε συχνά ανατρέχει σ’ αυτήν για να ωφελήσει τους αδελφούς του κηρύττοντας το έλεος του Θεού.
Στο Λόγο του «Έλεγχος εαυτώ…» αναφέρεται στη φοβερή δοκιμασία και στη θαυμαστή επέμβαση της Πρόνοιας του Θεού. Ο Θεός παραχωρεί να τον κατηγορήσουν για κλοπή προβάτων, και να τον φυλακίσουν, παρά την αθωότητά του, μαζί με δυο άλλους επίσης αθώους. Αφού έμεινε φυλακισμένος επτά μέρες, την όγδοη μέρα βλέπει κάποιον, στον ύπνο του, να του λέει· «Ευσέβησον και συνήσεις την Πρόνοιαν. Λόγισαι α ενενόησας και εποίησας, και νοήσεις από σαυτού, μηδέν αδίκως τούτους πάσχειν…».
Τα γεγονότα που συνέβησαν στη συνέχεια εξέπληξαν τον Όσιο και συνετέλεσαν, ώστε όχι μόνο να ανατραπεί ο ασεβής λογισμός, αλλά και να πάρει αμέσως την απόφαση να εγκαταλείψει τον κόσμο, και να αναχωρήσει στα όρη προς τους αναχωρητές, όπου έγινε μαθητής του αγίου Ιακώβου, έμπειρου στην πνευματική ζωή και την άσκηση. Ο άγιος Ιάκωβος, ως Ιεράρχης Νίσιβης, στην Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας (325) πήρε μαζί του τον εκλεκτό μαθητή του, που ήταν τότε μόλις δεκαεννέα ετών. Με τις οδηγίες του άγιου Ιακώβου, ο εργάτης της υπακοής, άρχισε να μελετά τις Άγιες Γραφές, να αγωνίζεται για την αληθινή πίστη, και να διδάσκει το λαό στο διδασκαλείο της Νίσιβης.
Οι βιογράφοι του Οσίου μιλούν γι’ αυτόν με πολύ θαυμασμό. Ο μακάριος Εφραίμ πολύ νέος αρχίζει με αυταπάρνηση τους πνευματικούς αγώνες, προκόπτει στην καθαρότητα και τον αγιασμό, και γίνεται δοχείο των δωρεών του Αγίου Πνεύματος. Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα μυείται στο πνεύμα της μοναστικής φιλοσοφίας, χωρίς να προηγηθεί μακρά θητεία στην υπακοή και την άσκηση. Ο ιστορικός Σωζόμενος επισημαίνει την απροσδό- κητη και καταπληκτική επίδοση του Οσίου στο χώρο της παιδείας των Σύρων. Χωρίς να φοιτήσει στις περίφημες σχολές της Ανατολής (Αντιόχειας, Αλεξάνδρειας κ.α.), και χωρίς να σπουδάσει την κοσμική σοφία της εποχής του, που ήταν αξιόλογη, γίνεται ο Εφραίμ μέτοχος της θείας σοφίας, και πληρούται από το χάρισμα της διδασκαλίας. Ο ίδιος ο Όσιος ομολογεί τη δωρεά που έλαβε, και αποκαλύπτει διηγούμενος την οπτασία που είδε ενώ ακόμη ήταν μικρός. «Είδα μια κληματαριά που είχε άφθονα σταφύλια και φύτρωσε στη γλώσσα μου· και αφού βγήκε έξω από το στόμα μου, απλώθηκαν τόσο πολύ οι κληματόβεργές της, ώστε σκέπασαν όλη τη γη· και όλα τα πουλιά κάθονταν πάνω στην κληματαριά και πετώντας ολόγυρά της έβρισκαν βοσκή στα σταφύλια της, και όσο τα πουλιά έτρωγαν τον καρπό της, τόσο περισσότερο ο καρπός εκείνος πλήθαινε».
Στο πρόσωπο του Οσίου Εφραίμ είναι αισθητή η ενέργεια της δωρεάς. Από πολύ νέος γίνεται κάτοχος των υψηλών εννοιών και συλλήψεων της αληθινής φιλοσοφίας, και ξεπερνά στη σαφήνεια και λαμπρότητα του λόγου και στον πλούτο και ορθότητα των νοημάτων τους πιο σπουδαίους και ονομαστούς διδασκάλους της εποχής του. Ο Μέγας Βασίλειος, κατά τον Σωζόμενο, εθαύμασε τον άνδρα για την παιδεία του και ανεπιφύλακτα κατέθεσε τη μαρτυρία του, ότι ο Εφραίμ υπερέχει από όλους τους άνδρες της εποχής του.
Αλλά ο Όσιος δεν ήταν μόνο διδάσκαλος της ευσεβείας, αλλά και αγαθός δούλος και εργάτης των εντολών του Χριστού. Τόση ήταν η αγάπη του για το λαό του Θεού, ώστε με προθυμία άφηνε τον τόπο της ησυχίας και της ασκήσεως, όταν η ανάγκη το απαιτούσε.
Στα χρόνια της σύντομης βασιλείας του Ιουλιανού του Παραβάτη (361-363) αρχίζουν οι επιδρομές των Περσών προς τη Μεσοποταμία, και πολιορκείται η Νίσιβη από το βασιλιά Σαπώρ Β’ τον Μέγα (309-379). Ο Όσιος μετέχει στη θαυμαστή υπεράσπιση της πόλης ενισχύοντας και στηρίζοντας το λαό. Το 363 μετά το θάνατο του άγιου Ιακώβου, Αρχιεπισκόπου, η Νίσιβη πέφτει στα χέρια των Περσών, καταστρέφεται το διδασκαλείο στο οποίο δίδασκε ο Όσιος, και πολλοί χριστιανοί εγκαταλείπουν τη Νίσιβη και καταφεύγουν στην Έδεσσα, που όπως λέει ο Όσιος, «ηυλόγηται εκ στόματος Κυρίου δια των Αυτού μαθητών». Μαζί τους αναχωρεί και ο Εφραίμ, και καταφεύγει στην Έδεσσα για δυο λόγους, κατά τον Γρηγόριο Νύσσης· για να προσκυνήσει τα άγια λείψανα του Αποστόλου Θαδδαίου, και για να απαντήσει κανένα σοφό άνδρα και να απολαύσει κάποιον καρπό γνώσεως από τη συνάντησή του. Ο Ευάγριος αναφέρει, ως σκοπό της καταφυγής του Οσίου στην πόλη των Εδεσσηνών, και την προσκύνηση «της αχειροποιήτου του Σωτήρος Εικόνος» που φυλάσσονταν σ’ αυτή.
Όσο χρόνο έμεινε στην Έδεσσα, για να μην επιβαρύνει τους αδελφούς και την Εκκλησία για τη συντήρησή του, εργάσθηκε με μισθό σε κάποιον ιδιοκτήτη λουτρών, και τις ώρες που ήταν εύκαιρος κήρυττε προς τους εθνικούς το λόγο του Θεού. Κατόπιν κατά τη συμβουλή του ονομαστού γέροντος Ιουλιανού αναχώρησε σε κάποιο έρημο όρος της Εδέσσης προς άσκηση. Δεν πέρασε όμως πολύς καιρός και ο γέρων Ιουλιανός πληροφορήθηκε από κάποια οπτασία ότι ο Εφραίμ είναι ο μόνος από τους συμπολίτες του στον οποίο δόθηκε το χάρισμα να διδάξει τους ανθρώπους.
Στους χρόνους που ακολούθησαν, ο Εφραίμ άρχισε να γράφει ερμηνεία στην Πεντάτευχο. Το πρώτο αυτό δοκίμιο ερμηνείας της Παλαιάς Διαθήκης στη συριακή γλώσσα είλκυσε προς τον Εφραίμ πολλούς Εδεσσηνούς, και γι’ αυτό αναγκάστηκε ο Όσιος να αναχωρήσει μακριά από τους ανθρώπους. Ο Σύρος βιογράφος του αναφέρει ότι Άγγελος του Θεού εμφανίσθηκε στον Εφραίμ και τον ρώτησε· «Εφραίμ, ποί φεύγεις;». «Βούλομαι ζήσαι εν ησυχία, και φεύγω τον θόρυβον και τους δόλους των ανθρώπων» αποκρίθηκε ο Εφραίμ. Τότε ο Άγγελος του είπε· «Φοβού μη πληρωθή επί σε ο λόγος της Γραφής– ο Εφραίμ έστιν όμοιος μόσχω, θέλοντι απαλλάξαι τον τράχηλον του ζυγού». Ύστερα από την οπτασία αυτή ο Εφραίμ επέστρεψε στην κλήση και στον τόπο, όπου εκλήθη να ευαρεστήσει τον Θεό. Άρχισε να διδάσκει προφορικά και γραπτά την πίστη και την ευσέβεια. Για να ευκολύνει μάλιστα το έργο του άνοιξε στην Έδεσσα Διδασκαλείο, όπου εφοίτησαν πολλοί Εδεσσηνοί, και αναδείχθηκαν σπουδαίοι διδάσκαλοι της Εκκλησίας των Σύρων. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν οι μαθητές του Αβραάμ, Συμεών, Μάρας και Ζηνόβιος, τους οποίους ο Όσιος αναφέρει στη Διαθήκη του.
Η παράδοση ότι ο Εφραίμ νέος ακόμη ασκήτευσε επί αρκετό χρονικό διάστημα στα μεγάλα μοναστικά κέντρα της Αίγυπτου δε στηρίζεται στις πληροφορίες που έχουμε από τους βιογράφους του. Το πιο πιθανό είναι ότι έμπειρος πια στην πνευματική ζωή θέλησε να επισκεφθεί την Αίγυπτο για να γνωρίσει τους μεγάλους αναχωρητές και ονομαστούς πατέρες της ερήμου. Αφού πήρε μαζί του ένα μαθητή του που γνώριζε την ελληνική, έφθασε στις ακτές της Μεσογείου, και με πλοίο ταξίδεψε για να μεταβεί στην Αίγυπτο. Στο όρος της Νιτρίας τον υποδέχθηκαν ως πολύτιμο ξένο. Ο Σύρος βιογράφος του αναφέρει ότι στο όρος της Νιτρίας είδε τον Μέγα Παΐσιο, ενώ ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός που έγραψε το βίο του Μεγάλου Παϊσίου, περιγράφει τις συνομιλίες του Μεγάλου Παϊσίου «μετά του μεγάλου εν τοις Σύροις ασκηταίς Πατρός». «Ην παρ’ ημίν ενταύθα άνθρωπος του Θεού, Σύρος, γέρων μέγας εν τοις πατράσι, πεφωτισμένος τον τε νουν και την καρδίαν» λέει ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός. Ο Όσιος Εφραίμ επισκέφθηκε και άλλους ονομαστούς αββάδες και ασκητές της Αίγυπτου, και άφησε μνήμη «ανδρός φωτισμένου από το Άγιον Πνεύμα», έγραψε μάλιστα και παραινετικές διδασκαλίες για την ωφέλεια των μοναχών της Αίγυπτου, αλλά και ο ίδιος διδάχθηκε πολλά απ’ αυτούς. Η άφιξη του Οσίου στην Αίγυπτο ήταν άφιξη Διδασκάλου της Αληθούς Πίστεως. Ο Σύρος Πατήρ έλεγξε την κακοδοξία των Αρειανών και στήριξε τους ασθενείς κατά την πίστη.
Μετά την επιστροφή του από την Αίγυπτο επισκέφθηκε την Καισάρεια της Καππαδοκίας (370 περίπου) για να δει τον Μέγα Βασίλειο. Τη συνάντησή του με τον μέγα Ιεράρχη περιγράφει πολύ παραστατικά ο ίδιος ο Όσιος στο Εγκώμιον εις τον Μέγαν Βασίλειον· η συνάντηση αυτή έγινε στο ναό μετά την ευχαριστιακή σύναξη. «Προφάσεως συμβάσης ελεών εν τινι πόλει», διηγείται ο Όσιος, «εκείσε ακήκοα φωνής λεγούσης προς με· ανάστηθι, Εφραίμ, και φάγε νοήματα. Και αποκριθείς είπον εν πολλή αγωνία· πόθεν εγώ, Κύριε, φάγομαι; Και είπε προς με· ιδού εν τω οίκω μου το βασιλικόν σκεύος (εννοεί τον Μ. Βασίλειο) χορηγήσει σοι την βρώσιν. Θαυμάσας δε μεγάλως επί τοις λεγομένοις, αναστάς κατέλαβον τον ναόν του Υψίστου, και ηρέμα επιβάς επί το προαύλιον και προκύψας τω πόθω επί τα προπύλαια, είδον εις τα άγια των αγίων το σκεύος της εκλογής (Μ. Βασίλειο) λαμπρώς τεταννυμένον έμπροσθεν του ποιμνίου, λόγοις θεοπρεπέσι πεποικιλμένον, και πάντων τους οφθαλμούς αυτώ ατενίζοντας… Μετά δε το ακροατήριον εκ Πνεύματος Αγίου εγνώσθη τω ανδρί περί εμού, και μεταστειλάμενος την εμήν ευτέλειαν, δια του ερμηνέως επυνθάνετο, λέγων μοι· Συ ει Εφραίμ, ο κλίνας καλώς τον αυχένα, και αράμενος τον ζυγόν του σωτηρίου λόγου; Και αποκριθείς είπον· Εγώ είμι Εφραίμ, ο υστερίσας εαυτόν του ουρανίου δρόμου. Επιλαβόμενος δε μου ο θεσπέσιος ούτος, εκύρωσεν εις εμέ το άγιον αυτού φίλημα· παραθείς τε τράπεζαν εκ των εδωδιαίων της σοφής και αγίας και πιστής αυτού ψυχής, ου κεκαρυμένην φθαρτοίς εδέσμασιν, αλλά την πεπλησμένην αφθάρτοις νοήμασι… Και θρηνήσας, εβόησα και είπον· Αυτός, πάτερ, φρούρησον τον χαύνον και ράθυμον αυτός επί την ορθήν τρίβον κατεύθυνόν με· αυτός την λιθώδη μου καρδίαν κατάνυξον· προς σε γαρ απέρριψέ με ο των πνευμάτων Θεός, ίνα μου ιατρεύσης την ψυχήν· αυτός μου κατεύνασον την ολκάδα της ψυχής επί ύδατος αναπαύσεως». Η διήγηση αυτή της συνάντησης του Μ. Βασιλείου και του Οσίου Εφραίμ, που διέσωσε ο Όσιος στο Εγκώμιό του εις τον Μέγαν Βασίλειον, φανερώνει την υψηλή κατάσταση και τα πνευματικά μέτρα στα οποία έφθασαν οι δύο άνδρες.
Από τον Ανώνυμο βιογράφο του Οσίου παραδίδεται και τούτο· ότι ο Μ. Βασίλειος ρώτησε ακόμη τον Όσιο, γιατί όταν μπήκε στο ναό άρχισε να τον ευφημεί «μεγάλη τη φωνή»· και ο Όσιος αποκρίθηκε· «Εν τούτω επέ- μενον κράζων και ευφημών σε, ότι εθεώρουν περιστεράν άσπιλον εστώσαν εις τον δεξιόν σου ώμον και προς το ους σου λαλούσαν».
Η πληροφορία, ότι ο Ιεράρχης της Καππαδοκίας Βασίλειος ήθελε να τον προχειρίσει σε πρεσβύτερο, αλλά ο ταπεινός δούλος του Θεού Εφραίμ δε θέλησε να δεχθεί το μέγα αξίωμα της Ιερωσύνης, και ότι τελικά ο Βασίλειος αρκέστηκε να τον προχειρίσει σε διάκονο, δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί. Ο Παλλάδιος διασώζει αυτή τη μαρτυρία και αποκαλεί τον Εφραίμ «διάκονον της Εδεσσηνών εκκλησίας», έχει μάλιστα σύμφωνο με τη μαρτυρία αυτή και τον Ιερώνυμο. Μόνο το Μηνολόγιο του Βασιλείου αναφέρει ότι ο Εφραίμ προχειρίσθηκε σε πρεσβύτερο από τον Ιεράρχη της Καισαρείας. Αυτό πιθανώς προήλθε από παρερμηνεία των λόγων του άγιου Γρηγορίου, Επισκόπου Νύσσης, στο Εγκώμιο για τον Όσιο, ότι αυτός (ο Εφραίμ) «του εν δικαίοις πρώτου Άβελ την θεόλεκτον ως ιερεύς εκμιμησάμενος προσφοράν…». Εδώ ίσως στηρίχθηκαν και μερικοί από τους νεώτερους βιογράφους του που δέχονται ότι ο Εφραίμ προχειρίσθηκε στο αξίωμα του πρεσβυτέρου από τον Μ. Βασίλειο.
Ο Σύρος βιογράφος του Οσίου, αλλά και ο Σωζόμενος, μας πληροφορούν και για το γεγονός της εκλογής του Εφραίμ στο αξίωμα του επισκόπου. Ο Όσιος καταρχήν αρνήθηκε την τιμή, και όταν αντιλήφθηκε ότι προσπαθούσαν να τον συλλάβουν για να τον οδηγήσουν στη χειροτονία, προσποιήθηκε τον παράφρονα· «εις την αγοράν ενέβαλε, και οία παραπαίουν εδείκνυ εαυτόν, ατάκτως βαδίζων, και την εσθήτα επισύρων, και δημοσία εσθίων». Με τον τρόπο αυτό ματαίωσε τη σύλληψή του, και «καιρόν ευρών απέδρασε, και μέχρι έτερος εχειροτονήθη, διέλαθε». Ο Σωζόμενος αναφέρει κυρίως το γεγονός για να δείξει τον αγώνα του Οσίου κατά του πάθους της κενοδοξίας.
Ο Θεοδώρητος, επίσκοπος Κύρου, στην Εκκλησιαστική του Ιστορία, αναφερόμενος στον Όσιο Εφραίμ υπογραμμίζει ότι διέπρεπε με τους λόγους του κατά των αιρετικών διδασκαλιών. Στη Μεσοποταμία μάλιστα περισσότερο από τις άλλες αιρέσεις διαδόθηκαν η αίρεση του Βαρδησάνου και η αίρεση του Αρείου. Η δοκιμασία της ορθής πίστεως στο χώρο της Εκκλησίας των Εδεσσηνών, που οφείλονταν στη σημασία της μεγάλης πόλεως και του επισκοπικού της θρόνου, ο οποίος μπορούσε να έχει επιρροή σε όλη τη Μεσοποταμία, ανέδειξε τον Εφραίμ υπέρμαχο της αλήθειας. Παρόλο που δεν είχε γνωρίσει τη δογματική διδασκαλία των Ελλήνων Πατέρων της εποχής του, ο πνευματέμφορος Εφραίμ έλεγξε την πλάνη των διαφόρων ειδωλολατρών και απογύμνωσε την ασθένεια κάθε αιρετικής επιχειρηματολογίας, καταφεύγοντας στις Άγιες Γραφές· «Βρήκα, έγραφε σε μια από τις ωδές του, ένα βιβλίο του Βαρδησάνου, και ταράχθηκα για λίγο από τη θλίψη· γιατί το βιβλίο αυτό εμόλυνε την ακοή μου και την καρδιά μου με τη δυσωδία των βλασφημιών του… Για να διαλύσω το σκοτάδι από τις πλάνες κατέφυγα στην Αγία Γραφή».
Ο Όσιος έβλεπε το θράσος και την ασέβεια των οπαδών του Αρείου, και ετρόμαζε με την επιχειρούμενη νόθευση της ορθής πίστεως, και συχνά για να στηρίξει τους ελέγχους του έδειχνε στο λαό τις σύγχρονες φοβερές κρίσεις του Θεού, με τις ερημώσεις των πόλεων από τους Πέρσες, ως θείες τιμωρίες. «Είναι ολοφάνερο το πράγμα, έγραφε, το βλέπετε και σεις οι ίδιοι, πως μας τιμωρεί ο Θεός δια μέσου των ασεβών. Αντί να είμαστε σιτάρι, γίναμε σκόνη, και να! ξαφνικός άνεμος από την Ανατολή μας σκόρπισε. Δε ζητήσαμε καταφυγή στο μοναδικό καταφύγιο της σωτηρίας, και γι’ αυτό δε μας έσωσαν οι καλά οχυρωμένες πόλεις μας. Οι ποιμένες μας από μα- ταιοδοξία επιθυμούν ανώτατες θέσεις, και να! κείτονται νεκροί στο έδαφος η σύρονται αιχμάλωτοι στη χώρα των Μάγων».
Τους αγώνες του Αγίου Εφραίμ υπέρ της αλήθειας μαρτυρεί η θαυμαστή σταθερότητα των Εδεσσηνών στην Ορθοδοξία και μετά το θάνατό του. Για τους αγώνες αυτούς ο Όσιος υπέμεινε κόπους και παθήματα.
Στη Λαυσαϊκή Ιστορία ο Παλλάδιος, αναφερόμενος στον «Εφραίμ τον διάκονον της Εδεσσηνών Εκκλησίας» επαινεί τον άνδρα και τον τρόπο της βιοτής του. Ο Εφραίμ κατά τον Παλλάδιο «αξίως την του πνεύματος οδόν εξανύσας και μη εκτραπείς της ευθείας» αξιώθηκε να λάβει το χάρισμα της φυσικής γνώσεως, την οποία ακολουθεί η θεολογία και η έσχατη μακαριότητα. Αξιοπρόσεκτη είναι η μαρτυρία του Παλλαδίου που θέλει τον Όσιο να εγκαταλείπει το βίο της ησυχίας και της ασκήσεως, για να έρθει να διακονήσει τους συνανθρώπους του. Αιτία έγινε ο μεγάλος λιμός που έπεσε στην πόλη της Έδεσσας (372). Ο Εφραίμ δοκίμασε μεγάλη λύπη, όταν είδε να καταστρέφεται η ύπαιθρος, και οι άνθρωποι της υπαίθρου να κινδυνεύουν να αφανισθούν. Ο Όσιος παρουσιάζεται στους πλούσιους και τους ελέγχει μ’ αυτά τα λόγια· «Για ποιο λόγο δε σπλαχνίζεσθε τους ανθρώπους που χάνονται, αλλά αφήνετε να σαπίζει ο πλούτος σας, και έτσι επισύρετε κατάκριση για τις ψυχές σας;». Εκείνοι δεν αψήφησαν τον έλεγχό του, και του αποκρίθηκαν, κατά τον Παλλάδιο, ότι δεν έχουν σε ποιόν να εμπιστευθούν τις προσφορές τους για τις ανάγκες των πεινασμένων· διότι όλοι εκμεταλλεύονται τις καταστάσεις. Τότε ο Όσιος τους ερωτά· «Τι γνώμη έχετε για μένα;». Και κείνοι στο ερώτημά του καταθέτουν τη μαρτυρία τους· «Ανθρωπόν σε οίδαμεν Θεού». Αυτή η δημόσια αναγνώριση και εμπιστοσύνη προσφέρει στον Όσιο την ευκαιρία που περίμενε· «Ουκούν εμοί εμπιστεύσατε· ιδού δι’ υμάς χειροτονώ εμαυτόν ξενοδόχον». Άμεμπτος σε όλα «ο άνθρωπος του Θεού» δέχεται τις προσφορές που του εμπιστεύονται, και υπηρετεί το λαό που δοκιμάζεται· «στήσας κλίνας ως τριακοσίας ενοσοκόμει τους λιμώττοντας, τους μεν εκλιμπάνοντας θάπτων, τους δε ελπίδα έχοντας ζωής νοσοκομών, και απλώς πάσι τοις επιχωριάζουσι του λιμού ένεκεν ξενοδοχίαν και υπηρεσίαν καθ’ ημέραν παρέχων εκ των χορηγουμένων αυτώ».
Όταν πέρασε το δύσκολο έτος του λιμού (372), ο Όσιος Εφραίμ αποσύρθηκε στο κελλί του, και το επόμενο έτος (9 Ιουνίου 373) εκοιμήθη εν Κυρίω σε ηλικία εξήντα επτά ετών, αφού ο Θεός του πρόσφερε, κατά τον Παλλάδιο, στα έσχατα της ζωής του την ευκαιρία αυτή «ως στέφανον». Επειδή μάλιστα αισθάνθηκε να πλησιάζει το τέλος της επίγειας ζωής του, συγκέντρωσε τους μαθητές του και πολλούς από τους κατοίκους της Έδεσσας για να τους ανακοινώσει τις τελευταίες του παρακαταθήκες τις οποίες πληροφορούμαστε από τη Διαθήκη του.
Η άποψη ότι η κοίμηση του Οσίου συνέβη το 379, ένα μήνα μετά την κοίμηση του Μ. Βασιλείου, στηρίζεται βέβαια στην υπόθεση ότι ο Λόγος στον Μ. Βασίλειο εκφωνήθηκε μετά την κοίμηση του Ιεράρχου της Καισαρείας, αλλά δε γίνεται δεκτή από τη νεώτερη έρευνα.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Οσίου Πατρός Εφραίμ του Σύρου στις 28 Ιανουάριου.
ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
Ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος απέκτησε πολύ ενωρίς μεγάλη φήμη και αναγνωρίσθηκε Διδάσκαλος της Οικουμένης. Τα συγγράμματά του άρχισαν σε κάποιες εκκλησίες να αναγινώσκονται μετά την Αγία Γραφή, και το όνομά του το ανέφεραν με θαυμασμό οι Χριστιανοί, διότι κατά τον Γρηγόριο Νύσσης «εις πάσαν την γην το φέγγος του βίου και της θεωρίας (αυτού) εξέλαμψεν…».
Ο Άγιος Ιερώνυμος που γνώρισε τον Όσιο Εφραίμ μόνο από τις ελληνικές και λατινικές μεταφράσεις των συγγραμμάτων του αναγνωρίζει τη δύναμη και την οξύτητα του πνεύματός του, καθώς και τη συγγραφική ικανότητα του Σύρου Πατρός. Αλλά και ο Γρηγόριος Νύσσης όχι μόνο εξυμνεί τη συγγραφική ικανότητα του Οσίου, αλλά και ομολογεί την ευεργετική επίδραση που ασκούν οι λόγοι του σ’ εκείνους που τους μελετούν.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην ομιλία του Εις τους ψευδοπροφήτας, αναφερόμενος στον Όσιο Εφραίμ πλέκει το εγκώμιό του, απαριθμώντας την ποικιλία των πνευματικών χαρισμάτων που έλαβε από τον Θεό· «Που Εφραίμ ο πολύς, η παραμυθία των αθυμούντων, η παιδαγωγία των νέων, η χειραγωγία των μετανοούντων, η κατά των αιρετικών ρομφαία, το δοχείον του Πνεύματος;».
Ο Όσιος Εφραίμ έγραψε πολλά και ποικίλα συγγράμματα. Ο Σωζόμενος αναφέρει ότι ο Σύρος Πατήρ εγραψε «αμφί τας τριακοσίας μυριάδας επών»στίχων), ενώ ο Μέγας Φώτιος στη Μυριόβιβλό του ανεβάζει τα συγγράμματα του Οσίου, βασιζόμενος στις μαρτυρίες των Σύρων βιογράφων του, σε λόγους «υπέρ τας χιλιάδας».
Αλλά ο Σύρος Πατήρ έδρασε και ως δογματικός Διδάσκαλος της ορθοδόξου πίστεως, γι’ αυτό και άφησε πολλά δογματικά συγγράμματα που αφορμή της συγγραφής τους ήταν οι πλάνες της εποχής του, και είναι κυρίως λόγοι κατά των αιρετικών. Τα συγγράμματα αυτά δε μεταφράστηκαν στην Ελληνική, εκτός από ελάχιστα, διότι οι Έλληνες Πατέρες με τη δογματική τους διδασκαλία κάλυπταν πλήρως τις ανάγκες των Εκκλησιών του Ελληνικού χώρου.
Ο αρχαίος βιογράφος του Οσίου αναφερόμενος στους αγώνες του κατά των αιρετικών και συγκεκριμένα κατά του Βαρδησάνου και των οπαδών του, επισημαίνει τη στροφή του Σύρου Πατρός στη μουσική και τη μελωδία. Επειδή ο Όσιος είδε ότι οι Εδεσσηνοί γοητεύονταν από τη μουσική και τη μελωδία, αποφάσισε να τους απαλλάξει από την επίδραση που ασκούσαν οι ασεβείς μελωδίες των αιρετικών. Για το σκοπό αυτό συνάθροισε ευσεβείς και αγνές κόρες, και τις δίδαξε ωδές και άσματα που τα έψαλλαν εν χορώ. Το περιεχόμενο των ασμάτων αναφερόταν στη Γέννηση του Χριστού, στο Άγιο Βάπτισμα, στη Νηστεία, στην οικονομία του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων, στο Πάθος, την Ανάσταση και την Ανάληψη του Χριστού, αλλά και στους Μάρτυρες της πίστεως, στη Μετάνοια, στους Κεκοιμημένους. Οι χοροί των Παρθένων κατά τις μεγάλες και λαμπρές Δεσποτικές εορτές, κατά τις εορτές των Μαρτύρων, και κατά τις συνάξεις των Κυριακών, εκτελούσαν τα άσματα και τις ευσεβείς μελωδίες με χοράρχη τον Όσιο.
Η αρχαία αυτή πληροφορία στηρίζεται και σε μαρτυρίες των συγγραμμάτων του Εφραίμ. Στο τέλος του 65ου Ύμνου, που αναφέρεται στην πίστη, βρίσκεται σχετική μαρτυρία. Αλλά και ο Σωζόμενος και ο Θεοδώρητος Κύρου αναφέρουν ότι ο Εφραίμ συνέθεσε τις ωδές του στα ποιητικά μέτρα των ωδών του Αρμονίου, μαθητή του αιρεσιάρχη Βαρδησάνου.
Όλα τα δογματικά συγγράμματα του Οσίου Εφραίμ έχουν γραφεί σε στίχους ασμάτων, και είναι γνωστές οι υμνωδίες του στη Γέννηση του Χριστού, που έχουν πανηγυρικό χαρακτήρα και πρόσφεραν ευφροσύνη στις εκκλησιαστικές λατρευτικές συνάξεις. Επίσης γνωστή είναι και κάποια ωδή στο Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού, αλλά δε διασώθηκαν οι ωδές στις Δεσποτικές εορτές, όπως στη Βάπτιση, την Ανάληψη, και στη Νηστεία και τους Μάρτυρες, για τις οποίες κάνουν λόγο ο Σύρος βιογράφος του Οσίου και ο Θεοδώρητος Κύρου. Ξεχωριστή θέση στο έργο του κατέχουν και οι νεκρώσιμες ωδές, ωδές στους κεκοιμημένους, που συνέθεσε, αντιτιθέμενος σ’ εκείνους που απέρριπταν τις Ευχές υπέρ των τεθνεώτων, και υπερασπιζόμενος την αρχαία παράδοση κατά την οποία το μνημόσυνο αποτελούσε μέρος της εκκλησιαστικής λειτουργίας. Για εκκλησιαστική επίσης χρήση συνέθεσε και τις παραινετικές ωδές του, που ήταν προτροπές για μετάνοια και είχαν βαθιά κατανυκτικό χαρακτήρα.
…
Με τα συγγράμματά του ο Όσιος Εφραίμ αναδεικνύεται όχι μόνο έγκυρος Ερμηνευτής των Αγίων Γραφών, υπέρμαχος της αληθείας και πολέμιος των αιρέσεων, αλλά και Διδάσκαλος του χριστιανικού βίου και κήρυκας της μετάνοιας και της εγρηγόρσεως. Τα συγγράμματα μάλιστα του είδους αυτού φανερώνουν το ιδιαίτερο γνώρισμα της ψυχής του Οσίου. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης στο Εγκώμιό του για τον Όσιο σημειώνει· «Ως πάσιν ανθρώποις έμφυτον το αναπνείν και αεί ενεργούμενον, ούτως Εφραίμ το δακρυρροείν. Ου γαρ ημέρα, ου νυξ, ου μεσονύκτιον, ούχ ώρα, ου στιγμής το λεπτότατον, οτε ξηρός ο τούτου ανύστακτος οφθαλμός καθωράτο». Ο ίδιος ο Εφραίμ λέει για τον εαυτό του· «Όταν ξαπλώσω να αναπαυθώ, Κύριε, η αγάπη σου προς τους ανθρώπους έρχεται στο νού μου, και εγείρομαι τα μεσάνυχτα, για να Σε ευχαριστήσω. Αλλά η ανάμνηση των αμαρτιών μου με τρομάζει, και αρχίζω να χύνω δάκρυα· θα έπεφτα μάλιστα σε απελπισία, αν δεν έσπευδε να ενισχύσει εμένα τον ημιθανή ο Ληστής, ο Τελώνης, η Αμαρτωλή, η Χαναναία, η Αιμορροούσα, η Σαμαρείτιδα».
Κυρίαρχο βίωμα της καρδίας του Εφραίμ είναι το βίωμα της «ενδεκάτης ώρας». «Ο καιρός της ματαίας ζωής μου είναι στην ενδεκάτη ώρα» ομολογεί με συντριβή ο Όσιος.
Αυτό το βίωμα κινεί τον Εφραίμ στον έλεγχο του εαυτού του, στην αυτομεμψία, στη συντριβή και τη μετάνοια, ως πορεία επιστροφής προς τον Θεό. Γι’ αυτό το λόγο συνηθισμένη υπόθεση των ομιλιών του είναι η συντριβή και η μετάνοια, η μνήμη του θανάτου και της κρίσεως, ο φόβος του Θεού, η προσοχή, η ταπεινοφροσύνη και η κατάνυξη. Όσες φορές κάνει λόγο για συντριβή και για μετάνοια έχει την αίσθηση ότι τον κατακλύζει το πέλαγος του ελέους και της φιλανθρωπίας του Θεού, και γι’ αυτό ανυψώνει το νού του προς την αγαθότητα του Θεού και αναπέμπει ευχαριστία και αίνο στον Σωτήρα Κύριο. Για τον Όσιο ο μόνος ασφαλής και απλανής τρόπος να ανταποκριθεί στην αγάπη του Θεού είναι η τήρηση των εντολών του.
Ρεῖθρον ἄυλον, ἐν τὴ ψυχή σου, τὸν ζωήρρυτον, πλουτήσας φόβον,
κατανύξεως κρατὴρ ἀναδέδειξαι, ὅθεν ἠμᾶς πρὸς ἠθῶν τελειότητα, τοὶς ἱεροίς…
ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΕΡΓΑ-ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ (σελ. 15-30)
Εισαγωγή – Κείμενο – Μετάφραση – Σχόλια Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά, Φιλολόγου
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ
ΣΗΜΕΙΩΣΗ Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου
Τούτου του Aγίου τα συγγράμματα είναι εκδεδομένα εις έξι τόμους, τρεις μεν, ελληνιστί και λατινιστί, τρεις δε, συριστί και λατινιστί. Όθεν ας λάβουν πρόνοιαν να εξηγήσουν και τους άλλους τρεις τόμους εις το ελληνικόν, ή εις το απλούν, όσοι από τους Γραικούς έχουν είδησιν της λατινίδος φωνής. Και ας μη αμελούν και αφίνουν να υστερούνται οι ομογενείς των Γραικοί, τοιαύτα αξιόλογα συγγράμματα του Οσίου, τα οποία είναι εξηγητικά της Πεντατεύχου, του Ιησού, των Κριτών, των τεσσάρων Βασιλειών, του Ιώβ, Ησαΐου, Ιερεμίου, Θρήνων, Ιεζεκιήλ, Δανιήλ, Ωσηέ, Ιωήλ, Aμώς, Aβδιού, Μιχαίου, Ζαχαρίου, και Μαλαχίου. Eν τούτοις δε περιέχονται και ένδεκα λόγοι εξηγητικοί εις τους εκλεκτούς τόπους της Γραφής. Και δεκατρείς λόγοι εις την Γέννησιν του Κυρίου. Και λόγοι δώδεκα περί του εν Eδέμ Παραδείσου, και άλλα αξιόλογα και ωφέλιμα. Eάν γαρ αμελήσουν, έχουν να κατακριθούν ως ο πονηρός δούλος, ο κρύψας το τάλαντον του κυρίου αυτού εν τη γή. Λέγουσι δέ τινες, ότι ο Άγιος Eφραίμ συνέγραψε συριακά τρία μιλλιώνια στίχους. Και ο Ιερώνυμος μαρτυρεί εν τω καταλόγω των εκκλησιαστικών συγγραφέων, ότι τα βιβλία του έφθασαν εις τόσην δόξαν και προτίμησιν, ώστε οπού, εις πολλάς Eκκλησίας μετά τας Aγίας Γραφάς ανεγινώσκοντο. (Όρα τον Μελέτιον, τόμ. α΄, της Eκκλησιαστικής Ιστορίας, σελ. 398.) Διά να μάθης δε πόσην κατάνυξιν προξενούσι τα βιβλία του Πατρός τούτου Eφραίμ, όρα εις το Συναξάριον του Οσίου Ευαρέστου, κατά την εικοστήν έκτην του Δεκεμβρίου. Σημείωσαι, ότι Γρηγόριος ο Νύσσης εν τω εις τον Άγιον Eφραίμ εγκωμίω του λέγει περί αυτού· «O μέγας Πατήρ ημών και της οικουμένης Διδάσκαλος Eφραίμ». Τούτου τον Βίον ελληνιστί συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Eφραίμ ο θαυμάσιος». (Σώζεται εν τω τέλει της βίβλου του Aγίου Eφραίμ, και εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις.) Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005