Δευτέρα 29 Απριλίου 2024

Ἰωσὴφ ὁ Πάγκαλος: «Πῶς ποιήσω τὸ ρῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο καὶ ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ;»

Πρωτοπρεσβυτέρου πατρὸς Κωνσταντίνου Παπαγιάννη (2014). Ἱερὰ ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Θεσσαλονίκη: Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας.
Γιὰ μᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ἡ ἱστορία τοῦ Ἰωσὴφ ἔχει μεγάλη σημασία, γιατί ὁ Ἰωσὴφ εἶναι τύπος τοῦ Κυρίου. Ὅπως ὁ Ἰωσὴφ ἦταν τὸ ἀγαπητὸ παιδὶ τοῦ Ἰακώβ, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος εἶναι «ὁ Υἱὸς ὁ ἀγαπητός» τοῦ ἐπουρανίου Πατρὸς (Ματθ. Γ΄ 17)· κι ὅπως ὁ Ἰωσὴφ ἔγινε ἀντικείμενο φθόνου ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς του, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος φθονήθηκε καὶ μισήθηκε ἀπὸ τοὺς ὁμοφύλους του. Ἀλλὰ καὶ ἡ ταπείνωσις, τὰ παθήματα καὶ ἡ ἀνεξικακία τοῦ Ἰωσὴφ καὶ ἡ δόξα, στὴν ὁποία τελικῶς ὠδηγήθηκε, τὸν κάνουν νὰ εἶναι ὁ κατ΄ ἐξοχὴν τύπος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γι΄ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ τὴ μνήμη του τὴ Μεγάλη Δευτέρα, τὴν πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου.

…Στὴν ἱστορία τοῦ Ἰωσὴφ βρίσκουμε κι ἄλλες ὁμοιότητες μὲ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου. Ἡ πώλησις τοῦ Ἰωσὴφ ἦταν ἀσφαλῶς προτύπωσις τῆς πωλήσεως τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν Ἰούδα γιὰ τριάντα ἀργύρια, καὶ τὸ ρίξιμό του στὸν λάκκο προεικόνιζε τὴν ταφὴ καὶ τὴν ἀνάστασί του. Αὐτὴ τὴν ἑρμηνεία δίνει στὰ γεγονότα αὐτὰ ὁ ποιητὴς τοῦ μεγάλου κανόνος λέγοντας: «Ὑπὸ τῶν συγγόνων ἡ δικαία ψυχὴ δέδοτο, πέπρατο εἰς δουλείαν ὁ γλυκὺς εἰς τύπον τοῦ Κυρίου». Καὶ σ΄ ἄλλο τροπάριο: «Εἰ καὶ λάκκῳ ὤκησε ποτὲ Ἰωσήφ, Δέσποτα Κύριε, ἀλλ΄ εἰς τύπον τῆς ταφῆς καὶ τῆς ἐγέρσεώς σου» (ε΄ ὠδὴ Μεγ. Κανόνος).

…Ὅλα καλὰ λοιπὸν ὡς ἐδῶ γιὰ τὸν Ἰωσὴφ στὸ σπίτι τοῦ Πετεφρῆ. Ἀλλὰ στὸ σπίτι αὐτὸ ἐπρόκειτο νὰ δοκιμάση κι ἕναν μεγάλο καὶ φοβερὸ πειρασμό, ποὺ ὁ Θεὸς τὸν ἐπέτρεψε, γιὰ νὰ φανῇ ὁ ἀδαμάντινος χαρακτήρας τοῦ Ἰωσήφ. Ἡ ἁγία Γραφὴ ἀρχίζει τὴν ἐξιστόρησι τῆς  περιπετείας αὐτῆς μὲ μία λεπτομέρεια: ὅτι ὁ Ἰωσὴφ ἦταν «καλὸς τῷ εἴδει καὶ ὡραῖος τῇ ὄψει σφόδρα» (Γέν. λθ΄ 6), ἦταν δηλ. πάρα πολὺ ὄμορφος. Ἡ ὀμορφιὰ του αὐτὴ προκάλεσε πονηρὴ καὶ ἀνήθικη ἐπιθυμία στὴν ψυχὴ τῆς κυρίας του, τῆς γυναίκας τοῦ Πετεφρῆ. Σ΄ αὐτὸ βέβαια δὲν ἔφταιγε ὁ Ἰωσήφ, ἀλλὰ ἡ κυρία του, ποὺ ἦταν, ὅπως ἔδειξαν τὰ πράγματα, ὄχι ἁπλῶς ἀκόλαστη, ἀλλὰ σατανικὴ γυναίκα. Ἂν ὅμως ὁ Ἰωσὴφ δὲν ἦταν ἀκέραιος χαρακτήρας καὶ δὲν εἶχε φόβο Θεοῦ, ἡ ὀμορφιά του θὰ εἶχε γίνει γι΄ αὐτὸν μία παγίδα. Γιατί, ὅταν ἡ ὀμορφιὰ τοῦ σώματος δὲν συνοδεύεται κι ἀπὸ ὡραιότητα τῆς ψυχῆς, δὲν ἀποτελεῖ πλεονέκτημα, ἀλλὰ μειονέκτημα καὶ κίνδυνο σοβαρὸ καὶ γιὰ κεῖνον ποὺ τὴν ἔχει καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους.

Ἡ γυναίκα λοιπὸν τοῦ Πετεφρῆ ἔβλεπε μὲ ἐμπάθεια τὸν ὄμορφο Ἰωσήφ. «Ἐπέβαλε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς ἐπὶ Ἰωσὴφ» (Γέν. λθ΄ 7). Δὲν ξεκολλοῦσε τὰ μάτια της ἀπὸ πάνω του. Καὶ ἀπὸ τὰ ἐπίμονα αὐτὰ καὶ ἀπρόσεκτα βλέμματα γεννήθηκε στὴν ψυχὴ της πονηρὴ ἐπιθυμία, ἀληθινὸ πάθος γιὰ τὸν Ἰωσήφ. Γιατί τὰ μάτια, ποὺ εἶναι μεγάλο καὶ ἀνεκτίμητο δῶρο τοῦ Θεοῦ, ὅταν τὰ ἀφήνουμε νὰ βλέπουν ἀπρόσεκτα καὶ περίεργα, γίνονται «θυρίδες», ἀπὸ τὶς ὁποῖες μπαίνει ὁ θάνατος στὴν ψυχὴ (Ἱερεμ. Θ΄ 21). Κυριευμένη ἀπὸ τὸ πάθος ἡ γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ δὲν ἐδίστασε νὰ προκαλέσῃ τὸν Ἰωσὴφ λέγοντάς του: «Κοιμήθητι μετ΄ ἐμοῦ» (Γέν. λθ΄ 7). Κι ἔκανε τὴν ἀνήθικη καὶ ἀδιάντροπη αὐτὴ πρότασι ὄχι μία φορά, ἀλλὰ πολλές, καθημερινὰ καὶ ἐπίμονα. Ὁ πειρασμὸς ἦταν μεγάλος γιὰ τὸν Ἰωσήφ. Γιατί ἐκεῖνος μὲν ἦταν στὴν ἀκμὴ τῆς νεότητός του, ἐκείνη δὲ ποὺ τὸν προκαλοῦσε ἦταν ἡ κυρία του, ποὺ σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους τῆς ἐποχῆς εἶχε ἀπόλυτη ἐξουσία ἐπάνω του καὶ μποροῦσε νὰ τὸν ἐξυψώσῃ ἢ νὰ τὸν χαντακώσῃ, χωρὶς νὰ δώσῃ λόγο σὲ κανέναν. Ἀντιμετώπιζε λοιπὸν ὁ Ἰωσὴφ φοβερὸ δίλημμα: νὰ ὑποχωρήσῃ στὶς προτάσεις τῆς κυρίας του καὶ νὰ ἔχῃ τὴν εὔνοιά της ἢ νὰ ἀρνηθῇ καὶ νὰ πέσῃ στὴ δυσμένειά της. Χωρὶς κανένα δισταγμὸ προτίμησε τὸ δεύτερο. Ἀρνήθηκε σταθερὰ νὰ ὑποκούσῃ, λέγοντας στὴν κυρία του ὅτι δὲν ἤθελε νὰ φανῇ ἀχάριστος στόν κύριό του, ποὺ τοῦ εἶχε δείξει τόση ἐμπιστοσύνη, καὶ προσθέτοντας τὰ ἀξιομνημόνευτα ἐκεῖνα λόγια: «Πῶς ποιήσω τὸ ρῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο καὶ ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ;» (Γέν. λθ΄ 9). Εἶχε δηλ. ὁ Ἰωσὴφ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ συναίσθηση τῆς πανταχοῦ παρουσίας καὶ τῆς παγγνωσίας τοῦ Θεοῦ· κι αὐτὰ τοῦ ἔδωσαν τὴ δύναμη νὰ ἀντισταθῇ στὸν πειρασμό. Γιατί ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ συναίσθησις ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι παντοῦ καὶ βλέπει τὰ πάντα, εἶναι σωτήρια χαλινάρια, ποὺ μᾶς συγκρατοῦν ἀπὸ πολλὲς καὶ μεγάλες ἁμαρτίες.

Ἡ Αἰγυπτία ὅμως ἦταν ἀδύνατο νὰ συγκρατήσῃ τὸ πάθος της. Κι ὅταν κάποια μέρα ὁ Ἰωσὴφ μπῆκε στὸ σπίτι γιὰ τὶς συνηθισμένες δουλειές του καὶ δὲν βρισκόταν κανεὶς ἄλλος ἐκεῖ, ἐκείνη τὸν ἔσυρε ἀπὸ τὸ ροῦχο του, λέγοντάς του καὶ πάλι: «Κοιμήθητι μετ΄ ἐμοῦ» (Γέν. λθ΄ 12). Φοβερὸς ἦταν ὁ πειρασμός· μία μόνο διέξοδος ὑπῆρχε: ἡ φυγή. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἔκανε ὁ Ἰωσήφ. Ἐκείνη τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τό ροῦχο· κι αὐτός, ἀφήνοντάς το στὰ χέρια της, ἔφυγε μακρυά της. Βγῆκε σχεδὸν γυμνός, ἀλλὰ λαμπρότερος καὶ ὡραιότερος. Καί, ὅπως λέει ὁ ὑμνογράφος, «καταλιπῶν τὸν χιτώνα, ἔφυγε τὴν ἁμαρτίαν, καὶ γυμνὸς οὐκ ᾑσχύνετο, ὡς ὁ πρωτόπλαστος πρὸ τῆς παρακοῆς» (δοξαστικὸ ἀποστίχων Ὄρθρου Μ. Δευτέρας). Ὅταν ὁ πειρασμὸς μᾶς προσβάλλῃ τόσο δυνατὰ καὶ ἐπικίνδυνα, ἡ μόνη λύσις εἶναι ἡ φυγή. Δὲν εἶναι ἥττα ἡ φυγὴ αὐτή, ἀλλὰ νίκη καὶ σωτηρία.

Ἔφυγε λοιπὸν ὁ Ἰωσὴφ μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, χωρὶς νὰ ὑπολογίσῃ τὶς συνέπειες τῆς ἐνεργείας του. Καὶ οἱ συνέπειες ἦταν πολὺ δυσάρεστες.

http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2024/04/blog-post_42.html#more