Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2023

ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΜΕ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ ΠΕΡΙ ΝΕΚΡΟΜΑΝΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΜΟΥ

Ὑπό Γέροντος Κλεόπα Ἠλίε

Σπουδαστής: Γνωρίζω ὅτι πολλοί ἄνθρωποι, ἐπειδή ἐπόνεσαν ἀπό τόν θάνατο ἀγαπητῶν τους συγγενῶν, κατέφυγαν στόν πνευματισμό ἤ ἐπεδίωξαν νά συνομιλήσουν μέ τούς νεκρούς. Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν πιτρέπει αὐτό τό ἔργο;

Ἱερεύς: Τόσο στήν ἁγία Γραφή, ὅσο καί στούς Ἁγίους Πατέρας ὑπάρχουν πλῆθος μαρτυριῶν ἀπό τίς ὁποῖες ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Θεός τιμωρεῖ αὐτούς πού σχο­λοῦνται μέ τήν νεκρομαντεία (συνομιλία μέ τούς νε­κρούς). Σωτήρ μᾶς διδάσκει ὅτι «μακάριοι οι μή ίδόντες καί πιστεύσαντες» (Ίωάν. 20,29). νῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος δείχνει σέ ἐμᾶς πού πιστεύσαμε στόν Χριστό ὅτι πρέπει νά ζητοῦμε τήν δύναμι τῆς πίστεως καί ὄχι τῆς πα­ρατηρήσεως μέ τά αἰσθητά μας μάτια, διότι λέγει: «Διά πίστεως γάρ περιπατοῦμεν, ού διά εδους» (Β' Κορ. 5,7). λλά οί κατάσκοποι δαίμονες διδάσκουν μερικούς ἀνθρώπους νά μή εἶναι εὐχαριστημένοι μέ τήν διδασκαλία τοῦ Σωτῆρος καί τῶν Ἀποστόλων Του - δηλαδή νά περι­πατοῦν μέ ἐμπιστοσύνη στήν πίστι τοῦ Χριστοῦ -, ἀλλά νά θέλουν μέ κάθε τρόπο νά ἰδούν μέ τά μάτια τους, μέ τρόπο αἰσθητό, αὐτά πού γίνονται προσιτά μόνο μέ τήν πίστι. ὁ ἄνθρωπος πού καταφεύγει στήν νεκρομαντεία εἶναι ἕνας ἔχθρός τοῦ Θεοῦ, πού δέν ὑπακούει στίς εντο­λές Του, δέν εὐχαριστεί γιά τά ὅσα σωτηριώδη διδάγμα­τα τοῦ ἀπεκάλυψε ὁ Θεός μέσῳ τῶν Γραφῶν, ἀλλά ζητεῖ νά έρευνήση διανοητικά, παρακινούμενος ἀπό τούς δαί­μονες στό άνεπίτρεπτο αὐτό ἔργο. Καί ἔτσι, πιστεύοντας σ' αὐτές τίς φαντασίες, απομακρύνεται ἀπό τόν Θεό καί τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.

Μερικοί πού άσχολοῦνται μέ αὐτά καί καλοῦν τά πνεύματα τῶν νεκρῶν φέρουν ὡς μαρτυρία τό παράδειγ­μα τού Σαούλ, ὁ ὁποῖος θά σκοσε αὐτό τό ἔργο μέ τήν ἐπίκλησι τῆς ψυχής τού Σαμουήλ στήν μάγισσα τῆς πόλε­ως Άενδώρ (Α' Βασ. κεφ. 28). Άπ' αὐτούς πού ἀκολουθοῦν τήν πλάνη αὐτή τού Σαούλ, νά γνωρίζουν ἀπό τήν τι­μωρία τοῦ Σαούλ ὅτι γίνονται νοχοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Διότι γι' αὐτήν ἀκριβῶς τήν παρανομία ἔχασε ὁ Σαούλ καί τήν βασιλεία καί τήν ζωή του καί τιμωρήθηκε ἀπό τόν Θεό νά σφαγή μέ τό σπαθί του. Ή τιμωρία τοῦ Σαούλ γιά τήν παράνομη συνομιλία του μέ τούς νεκρούς ἀναφέρεται ὡς ἑξῆς στήν ἁγία Γραφή: «Καί άπέθανε Σαούλ έν ταις ἀνομίαις αὐτού, αίς ήνόμησε τῶ Θεῶ κατά τόν λόγον Κυ­ρίου, διότι οὐκ έφύλαξεν' ὅτι έπη ρώτησε Σαούλ ἐν τῶ έγγαστριμύθω τοῦ ζητῆςαι, καί άπεκρίνατο αὐτῶ Σαμουήλ ὁ προφήτης" καί οὐκ ἐζήτησε Κύριον, καί άπέκτεινεν αὐτόν καί ἐπέστρεψε τήν βασιλείαν τω Δαυίδ υίώ Ίεσσαί» (Α' Παραλ. 10, 13-14).

Θεός διέταξε στήν Παλαιά Διαθήκη τά ἑξῆς: «Οὐκ ἐπακολουθήσετε έγγαστριμύθοις καί τοις έπαοιδοῖς ού προσκολληθήσεσθε» (Λευϊτ. 19,31). Καί ἀλλοῦ: «Καί άνήρ ἤ γυνή, ὁς άν γένηται αὐτῶν έγγαστρίμυθος ή έπαοιδός, θανάτω θανατούσθωσαν ἀμφότεροι' λίθοις λιθοβο­λήσετε αὐτούς, ένοχοι είσι» (Αευϊτ. 20,27). Ή ἐπίκλησις τῶν πνευμάτων τῶν νεκρῶν εἶναι μισητή ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος καί δὲν τῆν ἐπέτρεψε στόν λαό Του (Δευτ. 18, 9-14) καί τήν θεωρεῖ σάν μία ἀπό τίς μεγαλύτερες επα­ναστάσεἰς τοῦ ἀνθρώπου ἐναντίον τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.

μεῖς δέν ἔχουμε ἀνάγκη νά επικοινωνείσουμε μέ τά Πνεύματα τῶν νεκρῶν διότι ὁ Θεός μᾶς ἀπεκάλυψε κάθε τι πού Αὐτός γνωρίζει ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο καί ὠφέλιμο γιά τήν σωτηρία μας. ἐπί παραδείγματι, ή συνομιλία μέ νε­κρούς δέν μπορεῖ νά μᾶς ἀποδείξη ὅτι οί ψυχές τῶν νεκρῶν ζουν, ὅπως ζοσαν στήν παρούσα ζωή. Αὐτό τό ἔργο δέν εἶναι κάτι νέο, ἀφοῦ τό γνωρίζουμε ἀπό τήν θεία άποκάλυψι καί εἶναι ὑπόθεσις πίστεως, χωρίς νά πάρχη ἀνάγκη ἐρεύνης καί ἐλέγχου διά τῶν σωματικῶν μας αι­σθήσεων. θεία ἀποκάλυψις μᾶς προσφέρει κάθε γγύησι τῆς ἀληθείας, τήν ὁποία άν θελήση κάποιος νά τήν λέγξη καί ψηλαφήση μέ τίς ὁρατές του αἰσθήσεις, σημαί­νει νά θέση σέ ἀμφιβολία τίς ἀλήθειες πού ἀποκαλύφθηκαν ἀπό τόν Θεό. Κατόπιν, δέν ὑπάρχει μέ κανένα τρόπο σιγουριά ὅτι στίς πνευματιστικές συναντήσεις θά ἐμφανισθῆ νά ὁμιλήση τό Πνεῦμα τοῦ νεκροῦ πού έπικλήθηκε, δεδομένου ὅτι καί τά κακά Πνεύματα, οί δαίμονες, μπο­ροῦν νά άντικαταστήσουν τά ἀγαθά Πνεύματα, ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Αὐτός γάρ ὁ σατανᾶς μετασχηματίζεται εις ἄγγελον φωτός» (Β' Κορ. 11,14). Καί ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς λέγει τά ἑξῆς: «Αγα­πητοί, μή παντί Πνεύματι πιστεύετε, ἀλλά δοκιμάζετε τά Πνεύματα εί ἐκ τοῦ Θεοῦ έστιν» (Α' Ίωάν. 4, 1-3).

κόμη καί οἱ ἅγιοι Πατέρες λέγουν ὅτι στήν περίπτωσι τοῦ Σαούλ μέ τήν μάγισσα τῆς Άενδώρ, δέν ἦταν τό Πνεῦμα τοῦ Σαμουήλ πού εἶχε φανερωθῆ, ἀλλά ἕνα διαβολικό τό ὁποῖο άντικατέστησε τό Πνεῦμα τοῦ Σαμου­ήλ. ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης λέγει ὅτι τό Πνεῦμα ἦταν τόσο φοβερό καί ἀπαίσιο, ὥστε ἡ μάγισσα έτρόμαξε άπ' αὐτό. ἐπίσης ὁ Θεός καλεῖ τόν Ἀδάμ στό ὕψος τῆς θεώσεως, ἀλλά ἐκεῖνος πλανηθείς ἀπό τόν διάβολο, ἔπεσε ἀπό τήν χάρι τοῦ Θεοῦ καί κρύφθηκε μέ τήν Εὔα. πάρχουν καί ἄλλα παραδείγματα τῆς Γραφῆς ἀπό τά ὁποῖα γνωρίζουμε ὅτι ἀπό τήν πλάνη τοῦ διαβόλου, κληρονομεῖται ὁ θάνατος ἀντί τῆς ζωῆς, τό ψεῦδος ἀντί τῆς ἀληθείας, ή κακία ἀντί τοῦ ἀγαθο.

Λόγω τοῦ κινδύνου τῆς ἀπάτης ἀπό οράματα καί ὄνειρα, μερικοί ἀπό τούς ἁγίους Πατέρας δέν δέχονται κα­νένα εἶδος οράματος, πρίν κάνουν ἕνα πολύ προσεκτικό ἔλεγχο. νῶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέγει: «ποιος δέν πιστεύει σέ δράσεις καί νειρα αὐτός εἶναι πνευματικός φιλόσοφος», καί ὅταν οί δαίμονες τῆς κενο­δοξίας καί ὑπερηφανείας πειράζουν τούς άδυνάτους δελφούς μέ οράματα καί ὄνειρα, τούς κάνουν προφήτας (Λόγος 8ος).

Σπουδαστής: Οί πνευματισταί λέγουν ὅτι ἡ ἁγία Γραφή ἀναφέρει περιπτώσεις ἐμφανίσεως ἀνθρώπων νεκρῶν ή μερικῶν ἀγγέλων, ὅτι πιστοποιεί (ή Γραφή) τήν άδυναμία μας νά έπικοινωνεῖσουμε κατ' εύθεῖαν μέ τούς νε­κρούς, ὁπότε ἐπεται ὅτι ἡ νεκρομαντεία δέν εἶναι ξένη πρός τόν χριστιανισμό καί, προπαντός, δέν εἶναι κάτι τό άντιχριστιανικό.

Ἱερεύς: Πράγματι στήν ἁγία Γραφή μᾶς ἀναφέρεται ὅτι στήν Μεταμόρφωσι τοῦ Σωτῆρος ἐμφανίσθηκαν ὁ Μωῦσῆς καί ὁ Ἠλίας (Ματθ. 17,3), ἐνῶ μετά τήν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ ἀναστήθηκαν πολλοί νεκροί ἀπό τούς τάφους (Ματθ. 27, 52-53). ἐπίσης έπιβεβαιοῦται ή έμφάνισις μερικῶν ἀγγέλων, ὅπως στήν εἴδησι γιά τήν γέννησί τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ (Λουκ. 1, 11-20) καί τήν γέννησί τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ (Λουκ. 2, 9-15), στήν ἀνάστασι τοῦ Κυρίου (Ματθ. 28, 2-7) κλπ., καθώς καί ἡ έπέμβασίς τῶν στήν ὑπηρεσία μερικῶν δικαίων καί ἁγίων τῆς Παλαιᾶς καί Νέας Διαθήκης. Αὐτοί έπεκοινώνησαν μέ ἀνθρώπους πρόσωπο πρός πρόσωπο καί ἄλλοτε μέ ὄνειρα (Ματθ. 1,20 καί 2,13). ἀλλά αὐτές οί ἐμφανίσεις δέν ἔγιναν μέ τήν θέλησι καί ἐπίκλησι τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά μέ ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Αὐτές πιστοποιοῦν τήν ἀθανασία τῶν ψυχῶν τους καί τήν δύναμί τους νά ἐμφανίζωνται στούς ἀνθρώπους κατά τρόπο ἐξαιρετικό, ὅμως δέν επι­βεβαιώνουν τό δικαίωμα τοῦ ἀνθρώπου νά ζητή επικοινω­νία μέ τούς νεκρούς.

Σπουδαστής: Στήν Παλαιά Διαθήκη ἐξασκήθηκε ή νεκρομαντεία, ὅπως φαίνεται στήν περίπτωσι τοῦ Σαούλ μέ τήν μάγισσα τῆς Άενδώρ καί ἄλλο. Στήν χριστιανικἡ Ἐκκλησία, ὁμοίως, έξασκεῖται αὐτό πού ὀνομάζουμε πίκλησι ἁγίων καί ἀγγέλων, ἡ ὁποία κατά βάσιν δέν εἶναι παρά μία ἐπίκλησις τῶν ἀγαθών ψυχῶν τους μία συνομιλία μέ τούς νεκρούς, μέ σκοπό νά βοηθήσουν τούς ζών­τας σέ κάποια ἀνάγκη τους. Μέ αφορμή αὐτά τά ἔργα, ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Πνευματισμός ἐκπροσωπεί μία Αγιο­γραφική διδασκαλία πού ἀναγνωρίζεται ἀκόμη στήν πρξι ἀπό τήν Ἐκκλησία.

Ἱερεύς: Ή ἀλήθεια γιά τόν Σαούλ καί τήν μάγισσα τῆς Άενδώρ διασαφίσθηκε στά ἀνωτέρω. "Οσον ἀφορᾶ τήν ἐπίκλησι τῶν ἁγίων καί ἀγγέλων, μέ κανένα τρόπο δέν εἶναι τό ἴδιο ἔργο μέ τήν νεκρομαντεία. ἐμεῖς, κα­λοῦντες τούς ἁγίους καί ἀγγέλους, δέν ἔχουμε τήν πρόθεσι καί άξίωσι νά ομιλήσουμε μέ τούς Ἁγίους κατά τρόπο αἰσθητό, νά τούς ίδοῦμε ή ν᾿ ἀκούσουμε τήν φωνή τους ἤ νά ἐμφανισθοῦν μπροστά μας αἰσθητά γιά νά μᾶς ἀποκαλύψουν κάποια μυστήρια, τά ὁποῖα προορίζονται ἀπό τόν Θεό νά μείνουν ἀπόρρητα γιά τούς ἀνθρώπους. μεῖς ὁμιλοῦμε μέ τούς ἁγίους καί ἀγγέλους στήν προσευχή μας, μέσῳ τῶν νοερών οφθαλμών μας καί τῆς πίστεώς μας, χωρίς νά ἔχουμε τήν άπαίτησι νά τούς ίδοῦμε ἤ νά τούς κούσωμε αἰσθητς.

Οί νεκρομάντεις ἔχουν σκοπό καί άπαίτησι νά καλέ­σουν τά Πνεύματα τῶν νεκρῶν (ἐγώ πιστεύω ὅτι, πράγματι, εἶναι τά Πνεύματα τῶν δαιμόνων τά ὁποῖα ἐμφανίζονται μέ τήν μορφή τῶν πνευμάτων τῶν νεκρῶν) γιά νά τούς ἀποκαλύψουν συγκεκριμένα μυστικά πού ἔχουν σχέσι μέ τό μέλλον τῶν νεκρῶν ἤ ἄλλες άνεπίτρεπτες περιέργειες στόν νόμο τοῦ Θεοῦ. "Ακουσε τί λέγει ἡ Ἁγία Γραφή: «Οὐχί ἔθνος πρός Θεόν αὐτοῦ ἐκζητήσουσι; τί ἐκζητοῦσι περί τῶν ζώντων τούς νεκρούς; νόμον γάρ εις βοήθειαν έδωκεν» (Ήσ. 8, 19-20). νῶ, ὅταν ὁ ἄσπλαγχνος πλού­σιος παρακάλεσε τόν Ἀβραάμ νά στείλη τόν Λάζαρο στό σπίτι τοῦ πατρός του καί νά κοινοποίηση τήν κατάστασι στήν ὁποία εὑρισκόταν αὐτός καί νά ἐπιστρέψη μέ τήν μετάνοια τούς ἀδελφούς του, ὁ Ἀβραάμ τοῦ απήντησε ὅτι στούς ζώντας εἶναι ἀρκετή ή ἀποκάλυψις τοῦ Νόμου (Μωῦσῆς καί Προφήται) καί δέν ἔχουν ἄλλη περισσότερη ἀνάγκη. Πράγματι, μέ τήν Θεία ἀποκάλυψι πού μᾶς δό­θηκε μέ τήν ἁγία Γραφή καί τήν Ἱερά Παράδοσι ἔχουμε κάθε τι πού πρέπει νά γνωρίζουμε γιά τήν σωτηρία μας καί δέν ἔχουμε ἀνάγκη νά έρωτήσουμε τούς νεκρούς, κα­λύτερα λέγε, τούς δαίμονες, γιά τήν ὠφέλεια τῆς σωτη­ρίας μας.

ταν ὁ Θεός μᾶς στέλνει προφήτας καί δέν μᾶς ποκαλύπτεται κατ' εύθείαν, αὐτό σημαίνει ὅτι δέν θέλει νά κάνη ἄλλες ἀποκαλύψεις, γνωρίζοντας ὅτι δέν μᾶς εἶναι ὠφέλιμες, "ὅταν ἕνας πού προφητεύει δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό, χωρίς ἀμφιβολία εἶναι ἀπό τόν διάβολο, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι οί αναφερόμενοι στήν ἁγία Γραφή ψευδοπροφται, οἱ ὁποῖοι δέν στάλησαν ἀπό τόν Θεό. Αὐτοί άνἀγγέλλουν ψευδείς ὁράσεις, κενόδοξες καί φανταστικές προφητεῖες, σύμφωνα μέ τήν καρδιά τους. Καί άν ἀκόμη μᾶς είποῦν τήν ἀλήθεια, δέν πρέπει νά τούς πιστεύσουμε, διότι δὲν τῆν λέγουν μέ σκοπό νά ὠφελήσουν, ἀλλά ἀπό πονηρία αποβλέπουν νά μᾶς ὁδηγήσουν στήν ἀπάτη. Βλέπε, τήν κόρη μέ τό ἀκάθαρτο Πνεῦμα τοῦ πύθωνος, τῆς πόλεως τῶν Φιλίππων Μακεδονίας. "Ολα ὅσα ἔλεγε τό πονηρό Πνεῦμα μέ τό στόμα της ἦταν ἀληθινά, καί ὅμως ὁ ἀπόστολος Παῦλος τήν ἐπετίμησε νά σιωπήση καί τῆς ἔβγαλε τό διαβολικό Πνεῦμα (Πράξ. 16, 16-18).

Ὅπως ἀναφέρθηκε ἀνωτέρω, μέ τήν ἐπίκλησι τῶν ἁγίων καί ἀγγέλων δέν ἔχουμε περιέργεια τί θά ίδοῦμε ἤ τί θά ἀκούσουμε άπ' αὐτούς κατά τρόπο αἰσθητό, ὅπως κά­νουν οί μάγοι Πνευματισταί στήν ἐπίκλησι τῶν πνευμάτων, τά ὁποῖα τούς φανερώνονται καί ὁμιλοῦν μέ αὐτά καί μερικοί λέγουν ὅτι καί τά έφωτογράφησαν. μεῖς ζητοῦμε μέσῳ τῶν ἁγίων ἀπό τόν Θεό, αὐτά πού θέλει νά μᾶς δώση ὁ Θεός γιά τήν σωτηρία μας, ἐνῶ οί πνευματισταί ζητοῦν ἀπό τά δαιμόνια πού ἐμφανίζονται μέ τήν μορφή νεκρῶν ἀνθρώπων, αὐτά πού θέλουν καί τοῦτο μόνο ἀπό περιέργεια.

μεῖς δέν πρέπει ποτέ νά προσευχώμεθα στόν Θεό ή τούς Ἁγίους μέ σκοπό νά ίδοῦμε κάποιον ἅγιο ή ἄγγελο στήν ὥρα τῆς προσευχής μας καί νά μιλήσουμε μέ αὐτούς ἤ νά τούς ἀκούσουμε κατά τρόπο αἰσθητό, διότι αὐτή ή σκέψις εἶναι παράλογη καί διαβολική ὑπερηφάνεια, ἡ ὁποία συχνά, κατά τούς Ἁγίους Πατέρας, ὁδηγεί στήν άπώλεια τοῦ νο.

άν ὅμως, κατόπιν ἐντολής τοῦ Θεοῦ, κάποιος ἀπό τούς ἁγίους ή ἀγγέλους ἤθελε νά μᾶς ἐμφανισθῆ κατά τρόπο αἰσθητό, ἐμεῖς γι' αὐτό δέν ἔχουμε καμμία ἁμαρτία, διότι δέν ἐπιθυμήσαμε αὐτό τό πρᾶγμα, οὔτε τό ἐζητήσαμε. λλά καί σ' αὐτές τίς περιπτώσεις εἶναι ἀνάγκη νά εἴμεθα πολύ προσεκτικοί, ταπεινοί, συνετοί καί φο­βούμενοι τόν Θεό, διότι πιθανὡς καί νά εἶναι φαντασία τοῦ διαβόλου, διότι γνωρίζουμε ὅτι καί ὁ σατανᾶς λαμβά­νει τήν μορφή ἀγγέλου (Β' Κορ. 11, 14-15). Μάλιστα, καί ὅταν ἀκόμη ή οπτασία εἶναι ἐκ τοῦ Θεοῦ, εἶναι πολύ κα­λύτερο νά μἤ τήν δεχθοῦμε καί ὁ Θεός δέν θά λυπηθῆ, ὅταν κάνουμε αὐτό τό ἔργο μέ ταπείνωσι, διότι γνωρίζει ὅτι φυλαγόμεθα νά μή δεχθοῦμε μέσα μας λύκο, ἀντί ποι­μένα. ἐμεῖς δέν ἔχουμε βέβαια ἀνάγκη νά βλέπουμε τούς Ἁγίους καί τούς ἀγγέλους, ἀλλά νά προσευχώμεθα μόνο μέ πίστι καί έσωτερική ένόρασι, χωρίς παραστάσεις καί φαντασίες τῶν ἁγίων μορφῶν τους. ὁ ἅγιος Νείλος ὁ Α­σκητῆς λέγει: «Μακάριος εἶναι ὁ νος ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος έφθασε στό σημεῖο νά προσκυνά τόν Θεό, χωρίς νά σχηματίζη στό νοῦ τήν Μορφή Του».

Σπουδαστής: Οι πνευματισταί ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ ἐκ νέου γέννησις ή επάνοδος στήν ζωή εἶναι παραδεκτή, κα­τά τήν διδασκαλία τῆς "Ἁγίας Γραφῆς, ἡ ὁποία μνημο­νεύει τήν περίπτωσι τῆς επανόδου ἐκ νέου του Προφήτου Ήλιοῦ στό πρόσωπο τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Διότι εἶπε ὁ ἄγγελος στόν Ἰωάννη: «καί αὐτός προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ έν Πνεύματι καί δυνάμει Ήλιοῦ» (Λουκ. 1,17). ἐνῶ παρόμοια ώμίλησε ὁ Σωτήρ στόν Ἰωάννη: «καί εί θέλετε δέξασθαι, αὐτός έστιν Ἠλίας ὁ μέλλων έρχεσθαι» (Ματθ. 11,14), δηλαδή ἐκεῖνος γιά τό ὁποῖο άποκαλύφθηκε ἀπό τούς προφήτας ὅτι πρέπει νά ἔλθη (Μαλαχ. 4,4). "Αλλη φορά οί μαθηταί ερώτησαν τόν Κύ­ριο «τί ούν οί γραμματείς λέγουσιν ὅτι Ήλίαν δεί έλθέῖν πρῶτον; ὁ δέ Ἰησοῦς ἀποκριθείς εἶπεν αὐτόίς' Ἠλίας μέν ἔρχεται πρῶτον καί ἀποκαταστῆςει πάντα* λέγω δέ ύμίν ὅτι Ἠλίας ἤδη ἦλθε, καί οὐκ έπέγνωσαν αὐτόν, ἄλλ' ε­ποίησαν έν αὐτῶ ὅσα ήθέλησαν...». Καί παρακάτω λέγει ή Γραφή: «τότε συνήκαν οί μαθηταί ὅτι περί Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοίς» (Ματθ. 17, 10-13). Συνεπῶς ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής εἶναι ὁ Ἠλίας πού ἔρχεται πάλι στήν γῆ. Ἑπομένως ὁ Ίησοῦς Χριστός ἐδίδαξε ὅτι ὑπάρ­χει γέννησις ἐκ νέου. Ποιά ἄραγε  εἶναι ἡ ἀλήθεια;

Ἱερεύς: Πράγματι, ὁ προφήτης Μαλαχίας έπροφή­τευσε τήν ἐμφάνισι τοῦ Ἠλία, ἀλλά αὐτή δέν συνέβη πρίν ἀπό τήν γέννησι τοῦ Μεσσίου, ἀλλά θά γίνη προτοῦ νά ἔλθη ή μεγάλη καί έπιφανής ἡμέρα τοῦ Κυρίου (Μαλ. 3,23), καί αὐτό σημαίνει τήν ἀρχή τοῦ τέλους τοῦ κόσμου.

Μέ τά λόγια τοῦ ἀγγέλου ὅτι ὁ Ἰωάννης θά ἔλθη μέ τό Πνεῦμα καί τήν δύναμι τοῦ Ήλιοῦ, πρέπει νά εννοή­σουμε ὅτι θά εἶναι τῆς δυνάμεως τοῦ Ήλιοῦ, ὅσον ἀφορᾶ τήν ἀποστολή του στόν κόσμο μέ τό κήρυγμα τῆς μετα­νοίας, τόν ζῆλο, τήν δραστηριὁτητά του, τούς κόπους καί τήν ενδυμασία του (Δ' Βασιλ. 1,8).

Τά λόγια τοῦ Σωτῆρος (Ματθ. 11,14 καί 17, 10-13) θά έφαίνοντο ὅτι, πράγματι, πιστοποιοῦν τήν ἐπιστροφή του Ἠλία στό πρόσωπο τοῦ Ἰωάννου καί ὅτι θά γίνη τότε καί ὄχι στό τέλος τοῦ κόσμου. "Ωστόσο, μέ βάσι τό Πνεῦμα τῆς διδασκαλίας τοῦ Σωτῆρος δέν γίνεται ὁ Ἰωάννης νά ταυτισθῆ μέ τόν Ἠλία πού θά πανέλθη, ἀλλά θά εἶναι μόνο ὅμοιος μέ αὐτόν. Τρανή καί φωτεινή ἀπόδειξις γι' αὐτό εἶναι τό γεγονός ὅτι στήν ἐρώτησι τῶν Ἰουδαίων τῆς Ἱερουσαλήμ, πού απευθυνόταν στόν Ἰωάννη μέσψ τῶν ἱερέων καί λευϊτῶν, ἐάν  εἶναι ἡ ὄχι ὁ Ἠλίας, αὐτός τούς άπήντησε κατηγορηματικά «οὐκ ειμί» (Ίωάν. 1,21). ἀποκλείεται ὁ Ἰωάννης νά άντιλέγη πρός τόν Σωτήρα, άρνοῦμενος τήν ταὐτότητά του μέ τόν Ἠλία. άν ὁ Ἠλίας θά έπανερχόταν στό πρόσωπο τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτι­στοῦ, Πῶς θά μποροῦσε αὐτός νά ἐμφανισθῆ μαζί μέ τόν Μωῦσή στό ὄρος Θαβώρ, στήν Μεταμόρφωσι τοῦ Κυρίου (Ματθ. 17,3);

ἐκ νέου γέννησις γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ ὁ Σωτήρ (Ίωάν. 3, 3-7), δέν εἶναι σωματική επαναφορά, ἀλλά ά­νωθεν πνευματική ἀναγέννησις έξ ὕδατος καί Πνεύματος, δηλαδή διά τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος. Τό ἴδιο τό κείμενο άποκλείει τήν ἔννοια μιάς ἐκ νέου σωματικής γεννήσεως, ύποστηρίζοντας ὅτι δέν γίνεται λόγος, ὅπως έσφαλμένα εἶχε καταλάβει ὁ Νικόδημος, μιάς δευτέρας σωματικής, φυσικής γεννήσεως.

λλά οὔτε καί ὁ φρόνιμος νοῦς δέν παραδέχεται τήν δυνατότητα καθορισμού ταὐτότητος μέ τόν πανερχόμενον Ἠλία καί οὔτε, ὅπως λέγει ή πνευματιστική διδασκα­λία, συμφωνοῦμε ὅτι αὐτή ή επάνοδος γίνεται μέ τόν σκοπό τῆς ἠθικής καθαρότητος καί τελειοποιήσεως, διότι ὁ Ἠλίας δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἠθική καθαρότητα καί τελειοποίησι. Κατά τήν χριστιανική διδασκαλία ὑπάρχει έπάνοδος μετά θάνατον τῆς ψυχής στό ἴδιο σῶμα, ἀλλά μόνο μία, στό τέλος τοῦ κόσμου, ὅταν θά ἀναστηθον ὅλοι καί τότε τό ὑλικό σῶμα θά μεταμορφωθῆ γιά νά συμμετάσχη στήν αἰώνιο ζωή.

Σπουδαστής: Σέ σχέσι μέ αὐτά, εὑρήκα ἀκόμη στήν ἁγία Γραφὴ ἕνα δύσκολο κείμενο, ὅσον ἀφορᾶ τήν θερα­πεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλού, πού έπλύθηκε καί ἐθεραπεύθηκε στήν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, ὅταν οἱ Ἀπόστολοι ερώτησαν μέ τί ἁμαρτίες βαρύνεται αὐτός ὁ ἄνθρωπος, ὥστε νά τιμωρήται μέ τήν άορασία, μέ τίς ιδικές του ή τῶν γονέων του (Ίωάν. 9,2). ἀπό ἐδῶ θά προκύπτη ὅτι ὁ τυφλός μποροῦσε νά ξεπληρώση προφανὡς τίς ιδικές του ἁμαρτίες, πού ἔκανε παλαιότερα. Αὐτά ἰσχυρίζονται με­ρικοί πνευματισταί.

Ἱερεύς: πως εἴπαμε μία θά  εἶναι ἡ περί τό τέλος τοῦ κόσμου έπανασύστασις τοῦ σώματος μετά τῆς ψυχής γιά τήν τελική κρίσι καί αὐτή ή συγχώρησις προσωπικών ἁμαρτιῶν ή τῶν γονέων τοῦ τυφλού εἶναι κάτι τό τελείως διαφορετικό. Στήν περίπτωσι πού ανἔφερες δέν γίνεται λόγος γιά τό ποιός ἁμάρτησε καί τιμωρεῖται ὁ τυφλός, ὅπως εσφαλμένα ύποψιάσθηκαν οἱ Ἀπόστολοι, διότι ὁ Σωτήρ παραμέρισε αὐτή τήν γνώμη τους, λέγοντας ὅτι αὐτός ὁ τυφλός δέν βαρύνεται γιά τίς ἁμαρτίες του, ἀλλά γιά νά φανερωθοῦν τά ἔργα τοῦ Θεοῦ (Ίωάν. 9,3), δηλαδή γιά νά ἐκδηλώση τήν θεραπευτική του δύναμι. Στήν διδα­σκαλία τοῦ Χριστοῦ δέν ὑπάρχει πουθενά μία τιμωρία ὡς καρπός δικαίας άντιμισθίας, άπ' αὐτήν ἀκόμη τήν ζωή. Ή λύσις καί συγχώρησις τῶν ἁμαρτιῶν γίνεται καί στήν ζωή αὐτή, ἀλλά ή ὁριστική λύσις ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας γίνεται μετά τήν Μέλλουσα κρίσι καί τότε θά γίνη ὄχι γιά ἐξαγνισμό, ἀλλά ὡς μισθός. Ή ἐξαγορά ἔγινε μόνο ἀπό τόν Σωτήρα γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους καί κανείς δέν μπορεῖ μέ κανένα τρόπο νά συγχωρήση τίς ἁμαρτίες του. "Ολες οἱ ἄλλες πνευματιστικές διδασκαλίες εἶναι τε­λείως άντιχριστιανικές, ὅπως καί οί ἐκτεθειμένες άνωτέρω πού ἀποκαλύφθηκε τό προσωπείο τους ἀπό τήν διδα­σκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία μας δι­δάσκει ὅτι:

—Οί ψυχές ἔχουν δημιουργηθῆ κατ' εύθείαν ἀπό τόν Θεό.

—Γιά τήν προῦπαρξι τῶν ψυχῶν, κατά τήν διδασκα­λία τῆς Ἐκκλησίας μας, δέν μπορεῖ κατ' ούδένα τρόπο νά γίνη λόγος.

—Τά σώματα εἶναι δημιουργημένα ἀπό τόν Θεό καί ὄχι ἀπό τούς ἀγγέλους.

—Περί πνευματικών ἀποχρώσεων, ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ Ἱερά Παράδοσις δέν κάνει καμμία ύπὁμνησι.

—Ὁ τόπος τῆς τιμωρίας εἶναι ὁ ἅδης, τοῦ ὁποίου ή κατάστασις εἶναι μόνιμος καί πιστοποιεῖται ἀπό τά λόγια τῆς θείας ἀποκαλύψεως.

—Ο δαίμονες δέν μποροῦν νά σωθοῦν.

—Δέν ὑπάρχει παρά μία ἀνάστασις καί επαναφορά τῆς ψυχής στό ἀναστημένο σῶμα πού θά γίνη στό τέλος τοῦ κόσμου γιά τήν τελική κρίσι.

Δέν μπορεῖ κανείς ἀπό τούς ἀνθρώπους νά ἀναγκάση μία ψυχή νά ἔλθη ἀπό τόν παράδεισο στήν κόλασι ἤ καί τό ἀντίθετο, καθώς πιστεύουν οί πλανεμένοι πνευματισταί. Πῶς θά μποροῦσε νά γίνη κάτι τέτοιο, ὅταν ἐμεῖς γνωρίζουμε πολύ καλά ὅτι οἱ ψυχές τῶν δικαίων εἶναι στό χέρι τοῦ Θεοῦ; Γνωρίζουμε ἀκόμη ὅτι μεταξύ ζώντων καί νεκρῶν «μέγα χάσμα έστήρικται» καί δέν μπορεῖ κανείς ἀπό ἐκεῖ νά ἔλθη ἐδῶ σέ ἐμᾶς (Λουκ. 16,26). Μπορεῖ ἄραγε κάποιος ἀπό τούς ἀνθρώπους νά πάρη μία ψυχή ἀπό τό χέρι τοῦ Θεοῦ, χωρίς τήν θέλησί Του, καί νά τήν καλέση γιά νά συνομιλήση μαζί του; Μπορεῖ ἄραγε κάποιος νά περάση αὐτό τό άδιαπέραστο χάσμα, ὅπως μᾶς λέγει τό ἱερό Εὐαγγέλιο, καί νά φέρη μέ τίς έπικλήσεις του μία ψυχή ἀπό τόν ἄλλο κόσμο ἐδῶ στήν γῆ; Καί ἀκόμη, ἐάν ὑποθέσουμε ὅτι ὠφελούμεθα ἀπό ἕνα τέτοιο μέσον, Πῶς νά τό δεχθοῦμε ἀφοῦ εἶναι μισητό στόν Θεό (Δευτερ. 18, 9-13) καί βδέλυγμα;

λλά μπορεῖ νά σάς είπή κάποιος ὅτι, πράγματι, οι ψυχές τῶν δικαίων εἶναι στό χέρι τοῦ Θεοῦ, ἀλλά οί πνευματισταί στίς συνεδριάσεις τους δέν επικαλοῦνται τίς ψυ­χές τῶν δικαίων, ἀλλά τῶν ἁμαρτωλών, πού δέν εἶναι στό χέρι τοῦ Θεοῦ, ἀλλά στόν ἅδη.

λλά ἄραγε οί ψυχές τῶν σεσωσμένων καί κολα­σμένων εὑρίσκονται ἔξω ἀπό τήν ἐπιτήρησι τοῦ Θεοῦ; Ἄκουσε τί λέγει ὁ Κύριος στήν ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννου, ὅσον ἀφορᾶ αὐτά: «Μή φοβοῦ, ἐγώ είμι ὁ πρῶτος καί ὁ έ­σχατος καί ὁ ζών καί έγενόμην νεκρός, καί ἰδού ζών είμι εἰς τους αιώνας τῶν αἰώνων, καί ἔχω τάς κλείς τοῦ θανά­του καί τοῦ άδου» (ἀποκ. 1, 17-18).

Συνεπῶς, ὅπως εἶναι οί ψυχές τῶν δικαίων στό χέρι τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καί τῶν ἁμαρτωλών τῆς βασιλείας τοῦ ά­δου εἶναι ὑπό τήν ἄπειρον καί άπερίγραπτον ἐξουσία τοῦ Θεοῦ καί δέν εὑρίσκονται στήν διάθεσι μερικῶν πνευμα­τιστῶν, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά τούς καλοῦν ὅταν θέλουν γιά νά τούς ὑπηρετοῦν στά άνεπίτρεπτα ἔργα τους. άν μέ τά «μέντιουμ» ἐμφανίζωνται Πνεύματα τά ὁποῖα καί καλοῦν, άς γνωρίζουν ὅτι αὐτά δέν εἶναι τά Πνεύματα τῶν συγγενῶν ἤ φίλων τους, ἀλλά τά ἀκάθαρτα Πνεύματα τοῦ σκότους τά ὁποῖα μέχρι τήν μέλλουσα κρίσι θά εἶναι ἀπό τόν Θεό ἐλεύθερα νά πειράζουν τούς ἀνθρώπους καί τῶν ὁποίων κατοικία, κατά τήν μαρτυρία τῶν ἁγίων Γραφῶν, εἶναι ὁ αιθέρας (Έφεσ. 6,12) καί ἐναντίον τῶν ὁποίων μάχονται οί χριστιανοί μέ τά ὁπλα τοῦ Θεοῦ (Έφεσ. 6, 11, 13-17).

Σπουδαστής: Μπορεῖτε νά μᾶς μιλήσετε γιά τήν διδασκαλία τῶν πνευματιστῶν;

Ἱερεύς: Ή διδασκαλία τῶν πνευματιστῶν εἶναι πολύ ποικιλόμορφη, σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες τῶν αρχηγών τοῦ Πνευματισμού. ἰδού έν γενικαίς γραμμαίς:

ρνοῦνται τό δόγμα τῆς "Ἁγίας Τριάδος καί τό αντικαθιστοῦν μέ ἕνα ανώτερο Θεό καί μέ ἄλλους ήλιακούς Θεοῦς ὡς υιούς αὐτοῦ ή μέ ἄλλους πλανήτας πού τούς παρὁμοιάζουν μέ τό "Αγιο Πνεῦμα καί ὅλοι εἶναι ώρ- γανωμένοι ίεραρχικὡς.

Μερικοί θεωροῦν ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι ὁ δημιουρ­γός τοῦ κόσμου, ἀλλά μόνο ὁ διοργανωτῆς του.

Λέγουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἕνα ἀνώτερο Πνεῦμα καί ὁ ήλιακός μας Θεός, ὁ ὁποῖος καθὁδηγεί τόν ἄνθρωπο, ἀλλά δέν τόν σώζει. Ή ἀληθινή ἀποκάλυψις γίνεται μέ τά Πνεύματα τά ὁποῖα ἐμφανίζονται στους ἀνθρώπους μέσῳ τῶν «μέντιουμ».

Πιστεύουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος ἀπό σῶμα καί περιβεβλημένος μέ τό Πνεῦμα" ὅτι ἡ ψυχἡ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει περίβλημα, μπορεῖ νά άφήση τόν ὁρατό κόσμο καί μετά θάνατο νά έπικοινωνεῖ μέ τούς ζωντα­νούς, ὅταν αὐτοί εἶναι ἄξιοι καί πιστεύουν.

Λέγουν ὅτι ἡ σωτηρία ἐπιτυγχάνεται μέ τήν έξέλιξι γιά τό ἀγαθό καί τήν μετεμψύχωσι. Οί Πνευματισταί δέχονται ἕνα ἄπειρο Θεό ἔχοντας ὑπό τήν ἐξουσία του καί ἄλλους μικροτέρους, οἱ ὁποῖοι κυβερνούν ὡρισμένους πλανήτας καί περιοχές τοῦ οὐρανοῦ, βοηθοῦμενοι ἀπό τούς ἀγγέλους. Τό σύμπαν κατοικεῖται ἀπό Πνεύματα πλανητῶν, ζῶα καί λογικές ὑπάρξεις. Τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου εκμηδενίζεται, ἀλλά τό περίβλημα καί τό Πνεῦμα εἶναι αἰώνια. Οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι ἀγαθοί ἔχουν μέσα τους τό ἀγαθό Πνεῦμα, ἐνῶ οί κακοί μεταβαίνουν σέ ἄλλο σῶμα μέχρι νά γίνουν καί αὐτοί ἀγαθοί καί οὕτω καθεξῆς.

Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης

 Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου