Ἦταν ἡ 17η Ἰανουαρίου, ὅταν τό Μοναστήρι μας ὑποδέχθηκε ἀνεπίσημα τόν φημισμένο Πνευματικό τῆς ῾Αγίας ῎Αννης, ῾Ιερομόναχο π. ῎Ανθιμο. ῎Εμεινε μαζί μας δύο ἡμέρας. Δέν εἶχε προγραμματίσει νά ἔλθη στήν Μονή μας, ἀλλά λόγῳ θαλασσοταραχῆς, ἦταν ἀδύνατη ἡ ἀναχώρησίς του γιά τήν Ἁγία Ἄννα, τόν τόπον τοῦ προορισμοῦ του. ῎Ετσι ἐδόθηκε ἡ εὐκαιρία σ᾿ ὅλους τούς ἀδελφούς, παλαιούς καί νεωτέρους, νά πάρουν τήν εὐχή τοῦ Πνευματικοῦ, νά τόν συμβουλευθοῦν σέ διάφορα πνευματικά τους θέματα, καί ὅλοι μας νά τόν ἀκούσωμε ὁμιλοῦντα στήν τράπεζα τῆς Μονῆς, ἀλλά καί τό βράδυ στήν αἴθουσα τῶν συνάξεων.
Γιά νά γνωρίσωμε καί τήν κατά κόσμο καταγωγή τοῦ Γέροντος, τοῦ ἀπευθύναμε τίς ἀνάλογες ἐρωτήσεις:
-Ἀπό ποῦ κατάγεσθε, Γέροντα, καί πῶς ἤλθατε στό ῞Αγιον ῎Ορος;
Γεννήθηκα στό Καλλιάνι Κορινθίας τό 1910. Οἱ γονεῖς μου ἦσαν εὐσεβεῖς, ἀλλά ἡ μητέρα μου, ἄφησε ἐμένα καί τόν ἀδελφόν μου ὀρφανούς, ὅταν ἐγώ ἤμουν ἑπτά ἐτῶν. Τό κοσμικό μου ὄνομα ἦτο Κωνστανίνος Ζαφειρόπουλος. ῾Ο πατέρας μου προερχόταν ἀπό ὀνομαστή οἰκογένεια. Μετά τόν θάνατον τῆς μητέρας μου, παντρεύθηκε πάλι. ῾Η μητρυιά μας, ὄχι μόνον ποτέ δέν μᾶς ἀγάπησε, ἀλλά μᾶς κτυποῦσε ἀλύπητα. Μιά φορά ἀποπειράθηκε νά σκοτώσῃ τόν ἀδελφό μου, ἀλλά τόν γλύτωσε ἀπό τά χέρια της ὁ πατέρας μου. Λόγῳ τῶν βασάνων πού περνοῦσα, ἔφυγα στήν Ἀθήνα σέ ἡλικία 13 ἐτῶν. Ἀγαποῦσα πολύ τά γράμματα καί διάβαζα πολύ στίς βιβλιοθῆκες. Σέ ἡλικία 17 ἐτῶν, ἐξ αἰτίας ἐθνικῶν περιστάσεων, ἔφυγα γιά τό ῞Αγιον ῎Ορος. Δέν ἦλθα ἐδῶ μέ τήν ἐπιθυμία νά μονάσω, ἀλλά νά διαβάζω βιβλία ἀπό τίς βιβλιοθῆκες τοῦ ῎Ορους. ῏Ηλθα καί στήν ῾Αγία ῎Αννα, στό σπίτι πού βρίσκομαι τώρα. Οἱ τότε Γεροντάδες μου, Θεόφιλος καί Γαβριήλ, μέ δέχθηκαν, ὡς ἐπισκέπτη βέβαια. Ἀργότερα, ἐπειδή μ᾿ ἀγάπησαν μοῦ ἔλεγαν:
-Κάθισε ἐδῶ, βρέ Κώστα. Σέ ἀγαπήσαμε καί σέ συνηθίσαμε.
-῎Οχι τούς εἶπα, θά φύγω.
Καθημερινά ὅμως φιλοσοφοῦσα τήν ζωή αὐτῶν τῶν ἀπόκοσμων Μοναχῶν. Γιατί νά κατοικοῦν αὐτοί οἱ Πατέρες ἐδῶ στά βράχια καί καλύβια; Τότε τό 1927, πού ἦλθα, ἡ ῾Αγία ῎Αννα, εἶχε 270 πατέρες. Μέσα μου σιγά-σιγά, ἔνοιωθα ἀποστροφή γιά τήν ματαιότητα τῶν ἀνθρωπίνων ἀπολαύσεων. Ἐχαιρόμουν γιά τήν αἰωνιότητα τῶν ἀφθάρτων ἀγαθῶν καί ἤμουν διχασμένος. Δέν ἤξερα τί νά κάνω. Ἐπήγαινα καί στίς ἀγρυπνίες τοῦ Κυριακοῦ τῆς Σκήτης, καί κυριολεκτικά συναρπαζόμουν ἀπό τίς πρωτάκουστες ἀργές νυκτερινές ψαλμωδίες, καί κάτι μέσα μου μέ παρακινοῦσε νά ἀφιερώσῳ τήν νεανική ζωή μου σ᾿ αὐτό τόν ῞Αγιο Τόπο. Οἱ λογισμοί τῆς φυγῆς, ἀπελπισίας καί ὀλιγοπιστίας μέ βομβάρδιζαν μέχρι πού ἀποφάσισα καί ἔγινα ρασοφόρος Μοναχός. Κατόπιν ἐξαφανίσθηκαν. Πολύ ὠφελήθηκα μέ τήν ἀρετή τοῦ Γέροντός μου Γαβριήλ, τόν ὁποῖον εἶχε ὁρίσει τό Πατριαρχεῖον ὡς Πνευματικό τῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Λόγῳ ὅμως γήρατος, ἐπήγαινε ἀντί αὐτοῦ ὁ ῾Ηγούμενος τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς Διονυσίου ῾Ιερομόναχος Γαβριήλ.
Τό βράδυ ἐκείνης τῆς ἡμέρας, ἦταν προσκεκλημένος ὁ ἁπλοῦς παπᾶ-῎Ανθιμος στήν αἴθουσα τῶν συνάξεων, γιά να ὁμιλήση στούς Πατέρες.
Μᾶς ἐντυπωσίασε ἡ ὁλοπρόθυμη ὑπακοή του σέ ὅ,τι τοῦ ζητούσαμε. Μᾶς ἀπαντοῦσε μέ τό «νἆναι εὐλογημένον». Τόν ρωτούσαμε:
-Μήπως σᾶς κουράσαμε, Γέροντα; Καί ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε:
-Συγχωρέστε με διότι σᾶς ἀνησύχησα μέ τήν παρουσίαν μου. Τόν εὐχαριστήσαμε γιά τά ψυχωφελῆ του λόγια, καί μᾶς ἀπαντοῦσε ἐντελῶς εἰλικρινά καί αὐθόρμητα:
-Συγχωρέστε με, Πατέρες, γιά τίς ἀνοησίες μου καί τήν αὐθάδειά μου.
Τόν ἐβάλαμε νά καθίσῃ στην ἡγουμενική καρέκλα τῆς αἰθούσης.῎Εκανε ὑπακοή, ἀλλά ταπεινά καί χαμηλόφωνα μᾶς ρώτησε:
-Γιατί, Πατέρες, μέ κολάζετε; Μᾶς ἔβαλε ἐδαφιαία μετάνοια λέγοντας:
-Συγχωρέστε με, πατέρες μου, γιά τήν αὐθάδεια καί βατολογία μου. Ζητῶ τάς εὐχάς σας. Κάθισε στήν καρέκλα καί ἄρχισε ὡς ἑξῆς:
Σήμερα ἠθέλαμε να φύγωμε, ἀλλά λόγῳ κακοκαιρίας, οἰκονόμισε ἡ Θεία Πρόνοια νά εὑρίσκωμαι μαζί σας. Πρῶτον νά παρακαλέσωμε τούς ῾Αγίους νά εἶναι ὑπέρμαχοι τῆς Ἐκκλησίας. Καί βέβαια δέν ἐννοοῦμε τά κτίρια τῶν ἐκκλησιῶν, ἀλλά τούς ὀρθοδόξους καί ἀληθινούς Χριστιανούς, πού εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό παρακαλῶ τήν ὁσιότητά σας νά κρατῶμεν ὅλοι ἁρμονία ἀναμεταξύ μας, ὅπως τό σῶμα μας εἶναι ἁρμονικά συνδεδεμένο μέ ὅλα τά μέλη του.
Σήμερα διερχόμεθα τήν χειρότερη κρίσι ἀπό κτίσεως κόσμου. Βλέπετε τούς ἀνθρώπους, ἐνῶ ὁ Θεός ἔδωσε τήν σοφίαν γιά τό ἀγαθό, αὐτοί τήν καταχρῶνται γιά τό πονηρό. ῎Εχουν ἀποθηριωθῆ, πρᾶγμα πού δέν συμβαίνει στά θηρία. Κανένα καλό δέν μποροῦμε νά κάνωμε, χωρίς τήν μετάνοια. ῎Ας ἀνατρέξωμεν στήν Παλαιά Διαθήκη στό ἑξῆς περιστατικό. Λέγει ὁ προφήτης Ἰωνᾶ: «῎Ετι καί μετά τρεῖς ἡμέρας ἡ Νινευί καταστρέφεται». Τί ἔκαναν τότε οἱ Νινευίτες; Μετενόησαν καί ἐνήστευσαν οἱ πάντες, ἀκόμη καί τά ζῶα τους. Τό ἴδιο καί ἡμεῖς, ἅς ὑψώσωμε τούς νοητούς ὀφθαλμούς μας πρός τόν Θεόν, νά ζητήσωμε τό θεῖον ἔλεος γιά μᾶς, τό ῎Εθνος, τήν Ἐκκλησία, τόν κόσμο ὁλόκληρο, λέγοντας: «Κύριε, κατάπεμψον τό ἔλεός σου ἐπί τόν λαόν σου καί συγχώρησον ἡμᾶς τούς ἁμαρτωλούς καί ὅλον τόν κόσμο σου».
Στήν περίοδο τῆς Νέας Διαθήκης, διαβάζουμε γιά τόν Μέγα Βαρσανούφιο, ὅτι ἔβλεπε ὁ ἴδιος νά ξεσπᾷ στόν κόσμο μεγάλο κακό. Τότε τρεῖς ἄνδρες ἐμπόδιζαν νά ξαπλωθῇ στόν κόσμο αὐτό τό κακό. ῾Ο ἕνας ἦταν ἀσκητής στήν Ρώμη, ὁ ἄλλος στήν Κόρινθο καί ὁ τρίτος ὁ ἴδιος ὁ ῞Αγιος Βαρσανούφιος. Οἱ προσευχές αὐτῶν τῶν τριῶν ἀπέτρεψαν τόν δίκαιο θυμό καί την ὀργή τοῦ Μεγάλου Βασιλέως Χριστοῦ.
Πιστεύω ὅτι καί μέχρι σήμερα ὑπάρχουν τέτοιοι ῞Αγιοι πού προσεύχονται. ῎Εχει τόσο ὀργιάσει ὁ σατανᾶς μέ τά ὄργανά του, ὡστε θέλουν νά καταπιοῦν τά πάντα. ῎Ας προσευχώμεθα λοιπόν, ὅλοι, Πατέρες, διότι χανόμεθα.
Ἐπειδή τώρα εἴμεθα στά προπύλαια τῆς Μεγάλης Τεσσαροκοστῆς, ἄς ἑτοιμασθοῦμε μέ προσευχή, νηστεία, καί προπαντός τήν ἀγάπη γιά νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό τό κακό. ῾Η νηστεία μέ τή προσευχή θά μᾶς καθαρίσουν τίς προσβολές τοῦ σατανᾶ καί θά γιγαντώσουν τήν ἀσθένεια τοῦ σώματος.
῾Η ταπείνωσις θά μᾶς ἀναστήση ἀπό κάθε χαμερπῆ διαλογισμό, ὅπως ὁ Κύριος παθών καί σταυρούμενος ἀνεστήθη καί ἐδοξάσθη. Αὐτή (ἡ ταπείνωσις) φέρει τήν μετάνοια, πού προέρχεται ἐκ τοῦ ρήματος μεταμελοῦμαι, δηλαδή αὐτό τό κακό πού ἔκαμα δέν τό ξανακάνω. ῾Ο ἁμαρτωλός, ἐάν μετανοήσῃ, γίνεται ἀναμάρτητος. Καί ὁ Προφήτης Δαβίδ εἶπεν: «῾Ημάρτηκα τῷ Κυρίῳ, καί ὁ Προφήτης Νάθαν τοῦ εἶπεν: «Ἀφείλετο ὁ Κύριος τό ἁμάρτημά σου».
Πατέρες, μή ἐξευτελίζετε τήν αὐθάδειάν μου, ἀλλά νά προσπαθήσωμεν ὅλοι διά τῆς μετανοίας νά κερδίσωμε τήν αἰωνιότητα τῶν ἀγαθῶν. Δύο τόποι ἐντεῦθεν ὑπάρχουν. Αἰώνιος ζωή καί αἰώνια κόλασις. ῞Οσον ἐνάρετοι νά νομίζωμεν ὅτι εἴμεθε, ὅμως ὁ ἀνθρώπινος νοῦς ἐκ νεότητος αὐτοῦ ρέπει στά πονηρά «κἄν μία ὥρα ἡ ζωή ἡμῶν», διότι ἔτσι μᾶς κατήντησεν ἡ ἀπιστία τῶν Πρωτοπλάστων.
Νά ἔχωμε πίστι θερμή, διότι «ὁ πιστεύσας εἰς ἐμέ ζήσεται», λέγει Κύριος καθώς, «ὁ ἀγαπῶν ἐμέ, ἀγαπᾶ τόν ἀποστείλαντά με».
Ἐμεῖς οἱ μοναχοί εἴμαστε τό μικρό καί ἐκλεκτό ποίμνιο γιά τό ὁποῖον ὁ Κύριος εἶπε: «μή φοβοῦ τό μικρόν ποίμνιον εἰς ὅ ὁ Κύριος εὐδόκησε δοῦναι τήν Βασιλείαν». Σ᾿ ἐμᾶς ὁ Κύριος ἐχάρισε τήν θεογνωσίαν ἐν ἀντιθέσει πρός τούς ἀρχαίους φιλοσόφους πού εἶχαν νοῦν, ἀλλά ὄχι ἀληθινή γνῶσι τοῦ Θεοῦ. ῾Η ζωή, χωρίς θεογνωσία, εἶναι γεμάτη σφάλματα καί πλάνες, πρᾶγμα πού συνέβαινε κυρίως στούς προγόνους μας.
Ἐμεῖς φωτιζόμενοι ἀπό τούς Ἀγγέλους, νά γινώμεθα φῶς στούς λαϊκούς. Πῶς θά γίνη αὐτό. ῞Οταν εἴμεθα ὅλοι ἀγαπημένοι, ὅταν ἀνέχεται ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ἀκούει ὁ μικρότερος τόν μεγαλύτερο καί αὐτός στούς ἀρχηγούς τῆς συνοδείας.
-Γέροντα, πρέπει ὁ ὑποτακτικός νά ἐξομολογῆται μέ λεπτομέρεια τούς λογισμούς του στόν Πνευματικό;
Ἐάν δέν τούς ἐξομολογούμεθα θά γίνουν θηρία καί θά μᾶς φᾶνε. ῾Ο γεωργός πού εὗρε τό παγωμένο φίδι καί τὄβαλε στόν κόρφο του, μόλις αὐτό ζεστάθηκε, ἀμέσως τόν δάγκασε. Κι ἐμεῖς, ἐάν δέν τούς ἐξαγορεύσουμε, θά γίνουν ἔργα, «ἡ δέ ἁμαρτία τελεσθεῖσα, λέγει ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος, ἀποκύει θάνατον».
῞Οταν ἐγίναμε μοναχοί ὑποσχεθήκαμε ἀπαγγελλία τῶν κρυπτῶν τῆς καρδίας μας καί ὅσοι ἐβαπτίζοντο εἰς τό βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου ἐξωμολογοῦντο τάς ἁμαρτίας αὐτῶν». ῾Η ὁσία Μαρία, πολύ ἁμάρτησε, ἀλλά τόσο μετενόησε, ὥστε πετοῦσε. Εἴμεθα ὑποχρεωμένοι, Πατέρες μου, νά διαφυλάξωμε τίς ὑποσχέσεις τοῦ ἀγγελικοῦ μας Σχήματος καί ὅπου εὑρισκόμεθα νά ἐκτελοῦμε τά μοναχικά μας καθήκοντα.
Ξέρετε τί ἔκανε ὁ ὅσιος Σάββας ο ἡγιασμένος; ῞Οταν ἐπῆγε στά βασιλικά ἀνάκτορα γιά κάποια ὑπόθεσί του, ζήτησε καί ἰδιαίτερο ἡσυχαστήριο δωμάτιο γιά νά κάνῃ τήν προσευχή του. Σήμερον ἐμεῖς βαλλόμεθα ἀπ᾿ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. ῞Οπως λέγει ἡ Ἀποκάλυψις ὅτι, ὅταν ὁ σατανᾶς ἀντιληφθῇ ὅτι ἐγγίζῃ τό τέλος του, θά πολεμήσῃ μέ περισσότερη λύσσα τό γένος των εὐσεβῶν Χριστιανῶν καί προπαντός τῶν μοναχῶν.
-Πῶς μποροῦμε νά ἐπιτύχουμε μέσα στό Κοινόβιο τήν ἐν Χριστῶ ἀγάπη;
-Ἀκοῦστε, Πατέρες, ἡ ἀγάπη εἶναι ἕνα πολύ μεγάλο πρᾶγμα. Ἀγάπη εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἀγάπησε ἡμᾶς ὁ Χριστός μέχρι θυσίας.῎Ας ἀγαπήσωμε κι ἐμεῖς ὁ ἕνας τόν ἄλλον μέ τήν ἀγάπη τῆς θυσίας. Θέλει βία μιά τέτοια ἀγάπη, καθώς λέγει καί τό Εὐαγγέλιο γιά τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ὅτι «βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν». Ἀρχή καί ὁδός πρός τόν Θεόν νά εἶναι τό «ἀεί βιάζεσθαι ἑαυτόν».
-Πέστε μας κάτι γιά τήν ὑπακοή, Γέροντα.
-῾Η ὑπακοή, Πατέρες, μᾶς ἀνεβάζει στόν Οὐρανό, διότι ἀποβάλλει τήν παρακοή τῶν Πρωτοπλάστων, ἀποβάλλει τήν οἴησι, τήν αὐταρέσκεια καί μᾶς ἐξομοιώνει μέ τόν Θεόν. Πατέρες μου, ἄς ἀγωνισθοῦμε ν᾿ ἀνεβουμε στό καθ᾿ ὁμοίωσι, διότι τό ὅμοιο μέ τό ὅμοιο ἑνώνεται. Νά ἑνωθοῦμε μέ τήν πηγήν τοῦ Φωτός, τῆς ἀρετῆς, τῆς ἀγαθότητος, πού εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Τελοῦμε τίς μνῆμες τῶν ῾Αγίων γιά νά ἀνακαινιζώμεθα ψυχικά καί ν᾿ ἀκολουθοῦμε τό παράδειγμά τους, κατά τό ἀνθρωπίνως δυνατόν. Αὐτοί μᾶς συμπαρίστανται καί ἀνέχονται τίς ἀσθένειές μας. Πρεσβεύουν γιά τήν σωρηρία μας, ἐξαιρέτως δέ ἡ Παναγία Παρθένος καί ὁ σήμερον ἑορταζόμενος ῞Αγιος Ἀντώνιος ὁ Μέγας, ὧν ταῖς πρεσβείαις ἅπαντες σωθείημεν, Ἀμήν.
-Γέροντα, πέστε μας ἀκόμη δύο λόγια γιά τήν σωτηρίαν μας.
-῾Η σωτηρία μας εἶναι τό πρωταρχικόν τῆς εὐδοκίας τοῦ Θεοῦ ἔργο, διότι «πάντας θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν».Δέν ἔχει προσωποληψία ὁ Θεός. ῞Ολους ἐλεεῖ, ἀλλά σώζει τούς πιστούς ὀρθοδόξους Χρστιανούς, διότι ἔχουν τό ἀληθινό βάπτισμα καί τήν ἀληθινή διδασκαλία. Ἐάν θέλουμε τήν σωτηρία μας σημαίνει ὅτι πρέπει νά φυλάξωμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, χωρίς τίς ὁποῖες δέν ἠμποροῦμε ν᾿ ἀγαπήσουμε τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο.
Τό Εὐαγγέλιο μᾶς λέγει: Ἐάν λέγης, ἄνθρωπε, ὅτι ἀγαπᾷς τόν Θεόν, πού δέν βλέπεις καί μισεῖς τόν πλησίον σου πού βλέπεις κάθε ἡμέρα, εἶσαι ψεύστης. ῾Η σωτηρία μας λοιπόν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν στάσι πού θά πάρουμε ἀπέναντι στούς ἄλλους ἀνθρώπους.
-Πῶς ἠμποροῦμε νά ἐπιτύχωμε τήν ἀληθινή προσευχή, Γέροντα;.
-Προσευχή σημαίνει ἐπικοινωνία ἀπ᾿ εὐθείας μέ τόν Θεόν. ῾Ο Ψαλμωδός λέγει: «Ἐκχεῶ ἐνώπιον αὐτοῦ τήν δέησίν μου τήν θλῖψιν μου ἐνώπιον αὐτοῦ ἀπαγγελῶ». Πρό τῆς προσευχῆς χρειάζεται νά αὐτοσυγκεντρωθοῦμε μέ τεταπεινωμένο φρόνημα, ὅπως κάνουμε, ὅταν πᾶμε νά ζητήσουμε βοήθεια ἀπό κάποιον ἀνώτερόν μας. Μέ τήν βοήθεια τῆς προσευχῆς λυτρωνόμεθα ἀπό λογισμούς καί φαντασίες.
῾Η φαντασία εἶναι ἀπάτη τοῦ νοῦ. ῾Ο ἄνθρωπος μολύνεται ἀπό τίς πέντε γνωστές σωματικές αἰσθήσεις καί τίς πέντε ψυχικές, οἱ ὁποῖες, κατά τόν Μέγα Φώτιο, εἶναι: ῾Ο διαλογισμός, ἡ φαντασία, ἡ ἔκστασις, ἡ ἔκπληξις καί ἡ κρίσις. Μέ τήν προσευχή καθαρίζεται πρῶτα ὁ νοῦς ἀπό τούς κακούς λογισμούς καί ὕστερα ἡ καρδία ἀπό τά πονηρά της αἰσθήματα. Γι᾿ αὐτό, ὅταν προσβάλλη στήν ἀρχή ὁ νοητός ἐχθρός διάβολος τόν ἄνθρωπο, πρῶτα προσβάλλει τόν νοῦν του, ἐνῶ ἡ καρδιά του μένει ἀτάραχος. ῎Ετσι, εὔκολα μολύνεται ὁ νοῦς καί εὔκολα καθαρίζεται, ἐνῶ ἡ καρδιά δύσκολα μολύνεται καί δύσκολα καθαρίζεται. ῾Η ἀπόκτησις τῆς καθαρᾶς καρδίας καί καθαρᾶς προσευχῆς εἶναι πολύ δύσκολο ἔργο καί ταυτίζεται μέ τήν ἀπάθεια. Γι᾿ αὐτό μόνον οἱ καθαροί εἶναι ἀπαθεῖς καί μόνον οἱ ἀπαθεῖς ἀξιώνονται τῆς θεωρίας τοῦ Θεοῦ καί τῶν μυστηρίων του.
-Τί πρέπει νά προσέξη περισσότερον ὁ κοινοβιάτης Μοναχός;.
-Δύο πράγματα, κοντά στά ἄλλα, θεωρῶ ἀναγκαιότατα. Τήν ὑπακοή στόν Γέροντα καί στούς μεγαλυτέρους ἀδελφούς καί τήν ταπείνωσι πού ξεκινᾶ ἀπό τήν καρδιά καί ἀλλοιώνει τόν παλαιόν φρόνημα τοῦ ἀνθρώπου.
-Πῶς πρέπει νά ἑτοιμασθοῦμε καλλίτερα γιά τόν θάνατο;.
-Νά ἑτοιμασθοῦμε γιά νά μή πεθάνουμε. ῞Ενα ρητό λέγει: «Ἐάν πεθάνῃς, πρίν πεθάνεις, δέν θά πεθάνῃς ὅταν πεθάνῃς». ῾Η προετοιμασία μας πού θά πρέπει νά γίνεται σ᾿ ὁλόκληρη τήν ζωή μας, συνίστατα στά ἑξῆς τέσσαρα σημεῖα:
α) Νά πεθαίνουμε συνεχῶς ὡς πρός τήν ἁμαρτία.
β) νά μή θαρροῦμε γιά ὅ,τι καλό ἐκάναμε στόν ἑαυτόν μας καί αὐτοεπαινούμεθα.
γ) ὅσο καί ἄν σφάλλουμε νά μή ἀπελπιζώμεθα καί
δ) νά γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός παραχωρεῖ νά ἁμαρτάνουμε γιά νά ταπεινωθοῦμε, ἀλλοιῶς δέν ἠμποροῦμε νά εἰσέλθουμε στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
῾Η παρουσία τοῦ πεπειραμένου Πνευματικοῦ π. Ἀνθίμου στήν Μονήν μας ἦταν μία ὄασις πνευματική καί μιά ξεχωριστή εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Τόν εὐχαριστοῦμεν ἀπό καρδίας καί τόν παρακαλοῦμε νά εὔχεται γιά τήν Ἀδελφότητά μας.
Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου