(Αφιερώνεται στους υγειονομικούς που είναι σε αναστολή)
(Βασισμένο σε αληθινά γεγονότα)
Μόλις είχε τελειώσει η διαμαρτυρία έξω από το υπουργείο υγείας. Ο υπουργός είχε φύγει πριν λίγο, μέσα σε έντονες αποδοκιμασίες.
Οι συγκεντρωμένοι μετά από λίγη ώρα διαλύθηκαν ήσυχα, ανάμεσα στους άντρες των ΜΑΤ που τους κοίταζαν αδιάφορα.
Ένας απ’ αυτούς, ο Ίωνας Φωκάς έσερνε τα βήματα του κουρασμένος και απογοητευμένος .
Μόλις πέρασε από ένα περίπτερο, έψαξε τις τσέπες του για ψιλά και βρίσκοντας ένα δίευρο αγόρασε μια πορτοκαλάδα.
Σήκωσε το πέτο του σακακιού του και
προσπάθησε να κρύψει μάταια το κεφάλι του. Όχι δεν κρύωνε, ήθελε να
κρυφτεί από την πραγματικότητα που βίωνε. Αν μπορούσε να μην βλέπει το
τι συνέβαινε γύρω του.
– Θα’χω πάλι τη γκρίνια της, ψιθύρισε.
-Να μπορούσα να φύγω, να πετάξω, να ξεφύγω για να λίγο από αυτή την κατάσταση.
Μια σκέψη για άλλη μια φορά του έρχεται στο μυαλό.
“Κάντο να τελειώνουμε από όλα αυτά. Να
ξαναπάς επιμελητής στο νοσοκομείο σου. Να ξεφύγεις απ’ αυτή τη μιζέρια.
Να μπορείς να ζήσεις την οικογένειά σου όπως πρώτα χωρίς να ντρέπεσαι”.
Όχι ρε δεν θα το κάνω, μονολόγησε τώρα δυνατά.
Ο υπομείνας εις τέλος, ούτως σωθήσεται. Θα το πάω μέχρι τέλους κι ότι γίνει.
Άλλαξε δύο λεωφορεία και έφτασε στο σπίτι του, αφού είχε ήδη νυχτώσει.
Μόλις μπήκε, έτρεξαν να τον υποδεχτούν
τα παιδιά του. Η Μικαέλα η μεγάλη και τα δίδυμα αγόρια, ο Αχιλλέας και ο
Τηλέμαχος. Τα αγκάλιασε με περίσσια λαχτάρα.
Η γυναίκα του η Τζωρτζίνα, κάτι ετοίμαζε στην κουζίνα.
-Άργησες και τα παιδιά σε περίμεναν, του είπε, μόλις τον αντίκρυσε χωμένο στην αγκαλιά των παιδιών.
– Ναι, αργήσαμε σήμερα, της ψιθύρισε.
– Τι θα καταφέρετε όλοι εσείς οι
πεισματάρηδες; Χάσατε τις δουλειές σας για ένα πείσμα. Και καλά εσείς, τα
παιδιά σας τι φταίνε; Αν το ‘κανα κι εγώ έτσι τι θα γινόταν;
Δεν μίλησε μα αρκέστηκε να φιλήσει τα κεφάλια των παιδιών και να αλλάξει κουβέντα, ρωτώντας την, τι έφτιαξε.
– Ό,τι αντέχει πλέον το βαλάντιό μας, του είπε.
Η Μικαέλα έτρεξε και του έφερε ένα χαρτί.
Μόλις το διάβασε τα μάτια του άστραψαν χαρούμενα.
-Μπράβο κορίτσι μου, της είπε. Είμαι περήφανος για σένα!
Ήταν το άριστα στο διαγώνισμα της φυσικής.
– Μπαμπά, μου έχεις υποσχεθεί πως θα μου πάρεις τάμπλετ τα Χριστούγεννα, αν φέρω καλούς βαθμούς στο τρίμηνο.
Και σε μένα ένα τηλεσκόπιο, λέει ο
Αχιλλέας. Και μένα μου είπες ότι θα μου πάρεις την γη και σελήνη σε
τρισδιάστατη, πετιέται ο Τηλέμαχος.
Ένας κόμπος κάθησε στον λαιμό του.
– Καλά παιδιά, θα δούμε ψιθύρισε.
– Ο μπαμπάς παιδιά είναι άνεργος και δεν έχει χρήματα να σας πάρει παιχνίδια.
Ελάτε να φάτε και να πέσετε για ύπνο. Η ώρα πέρασε, άκουσε την μητέρα τους να λέει.
Προσποιούμενος πως θέλει
τουαλέτα, άνοιξε την πόρτα και μπήκε. Πάτησε το καζανάκι και άνοιξε την
βρύση για να κάνουν θόρυβο και έκλαψε πικρά.
Την επόμενη είχαν συγκέντρωση στο πάρκο Ελευθερίας, δίπλα στο Μέγαρο μουσικής.
Είχε πολλούς ομιλητές και ένας από
αυτούς ήταν και ο φίλος του ο Κοσμάς ο καρδιολόγος. Σήμερα ήταν
περισσότεροι υγειονομικοί από χθές και είχε ένταση μεγάλη και παλμό. Ο
Κοσμάς που ήταν και συντονιστής από την αρχή των κινητοποιήσεων ήταν
ευχαριστημένος από την συμμετοχή των συναδέλφων του.
Στην πορεία προς το Σύνταγμα τον πλησίασε.
– Υπάρχει κάτι ρε Κοσμά; Καμμιά δουλειά ό,τι να’ναι.
– Ίωνα δεν έχω κάτι. Στο επίπεδό σου τίποτα. Μόνο για αποκλειστική σ’ ένα γέροντα.
– Θα πάω, δωσ’μου στοιχεία.
– Καλά ρε σύ, θα φτάσεις στο σημείο να ξεσκατίζεις ηλικιωμένους;
– Ναι αδελφέ.
Η δουλειά δεν είναι ντροπή, φτάνει να μην ντρέπομαι τα παιδιά μου.
Πάρε τηλέφωνο σε παρακαλώ και πες τους πως θα πάω. Δωσ’μου τα στοιχεία του.
Πήρε τηλέφωνο και διεύθυνση και χωρίς
να περιμένει καθόλου κατευθύνθηκε στην περιοχή του Χολαργού. Προτίμησε
να πάει να χτυπήσει την πόρτα, παρά να τηλεφωνήσει.
Του άνοιξε μια κυρία, που του συστήθηκε νύφη του ηλικιωμένου.
Τον πήγε σε ένα δωμάτιο, όπου
αντίκρυσε έναν γέροντα ξαπλωμένο. Είχε πολύ ταλαιπωρημένα
χαρακτηριστικά, ωχρό πρόσωπο και βρισκόταν σε λήθαργο. Είχε μακρυά
γενειάδα και ολόλευκα μαλλιά, αν και φορούσε πιτζάμα κατάλαβε πως ήταν
ιερέας.
Αναρωτήθηκε πώς θα ήταν δυνατόν να αγγίξει και να καθαρίσει έναν τέτοιο άνθρωπο, που μόνο σεβασμό προκαλούσε.
-Τι έχει; Ρώτησε την γυναίκα. Τον βλέπω ταλαιπωρημένο.
-Ναι, κάνει εμετούς και έχει πρόβλημα με την καρδιά του. Θα σας τα πει καλύτερα ο σύζυγος όταν έρθει που είναι και γιατρός.
– Ααα ωραία, ελπίζω να έχετε κάποιο ιστορικό και κάποιες εξετάσεις του γέροντα. Θα ήθελα να τις δω.
– Τι να τις κάνετε; Εσείς για άλλη δουλειά ήρθατε. Αλλά γι αυτά θα σας πει ο σύζυγός μου.
– Ξέρετε γιατρός είμαι, παθολόγος, αν δεν σας πειράζει θα ήθελα να τις δω.
– Γιατρός; Και πως; Δηλαδή δεν δουλεύεις;
– Δούλευα, αλλά δεν έκανα εκείνο το
σκεύασμα και είμαι σε αναστολή. Αν δεν θέλετε έναν ανεμβολίαστο να
προσέχει τον παππούλη και φοβάστε, πες τε το να μην συνεχίσουμε την
συζήτηση.
Τον κοίταξε περίεργα και είπε αλλάζοντας συζήτηση:
– Να σας φέρω τις εξετάσεις αν θέλετε να τις δείτε. Ο σύζυγός μου σε λίγο θα είναι εδώ.
Κάθησε σε έναν καναπέ να τον περιμένει και κοίταξε και τα χαρτιά που του έφερε με τις εξετάσεις.
Πριν τελειώσει την ανάγνωση, ήρθε ο σύζυγος της κυρίας και γιός του ασθενή.
Ήταν ορθοπεδικός σε ιδιωτικό νοσοκομείο.
Αφού συστήθηκαν, ο άλλος τον ρώτησε ευγενικά:
– Ανεμβολίαστος ε;
Πριν πάρει απάντηση συνέχισε:
-Κι εγώ δεν ήθελα αλλά υπέπεσα στον
εκβιασμό. Η Μαίρη φανατική, είπε σιγά, δείχνοντας με το μάτι τη σύζυγό
του. Από τη μια θα έμενα χωρίς δουλειά κι από την άλλη θα είχα την
γκρίνια της.
– Κάτι μου θυμίζει, του είπε χαμογελώντας.
Αλλά εγώ προτίμησα να τα υποστώ και τα
δύο. Ας έρθουμε στα δικά μας. Συμφωνείτε να αναλάβω τον πατέρα σας; Στο
ωράριο και στην αμοιβή θα τα βρούμε.
– Κύριε συνάδελφε και βέβαια συμφωνώ. Δεν νομίζω να βρίσκαμε καλύτερο.
– Ωραία! Τι προβλήματα υγείας έχει; Γιατί είναι σε αυτή την κατάσταση;
Του ανέφερε ότι επιδεινώθηκε η υγεία
του κατά την διάρκεια του Αυγούστου, στα μέσα περίπου. Είχε υπόταση και
αρρυθμίες. Παράλληλα έχασε πολλά κιλά και έκανε συνέχεια εμετούς.
Όταν ρώτησε πως τα
αντιμετώπισαν, απάντησε με φαρμακευτική αγωγή. Όμως δεν είχε αποτέλεσμα.
Στις εξετάσεις δεν έδειξε να έχει κάποιο σοβαρό καρδιακό πρόβλημα. Πάμε
σε συντηρητική αγωγή και ελπίζουμε να συνέλθει.
– Θα μου επιτρέψεις να του γράψω μερικές εξετάσεις ακόμα. Θα του πάρω αίμα και θα το δώσουμε για μερικές ειδικές αναλύσεις.
Το ζάχαρο του πως ήταν;
-Στην τελευταία εξέταση καλό.
Τι άλλο να ψάξουμε, ότι ήταν να
κάνουμε το κάναμε. Δεν ξέρω. Ο πατέρας μου νομίζω δεν θα τα καταφέρει.
Έχει μεγάλη κατάπτωση μέρα με τη μέρα, του είπε.
– Κοίτα, με όλα αυτά που μου λες, δεν
δικαιολογείται να έχει αυτή την εικόνα. Άσε να του κάνουμε ακόμα μερικές
εξετάσεις και θα δούμε.
Συμφώνησαν να πηγαίνει τα πρωινά και να παίρνει πενήντα ευρώ μεροκάματο.
Την πρώτη μέρα κιόλας που πήγε του
πήρε αίμα και ούρα και τα έδωσε για ανάλυση, γράφοντας τι εξετάσεις
ήθελε να δεί. Κάτι υποψιαζόταν.
Το αποτέλεσμα δεν άργησε να έρθει. Ο
άνθρωπος έπασχε από βαριά ευγλυκαιμική κετοξέωση, η οποία προήλθε από
την εξαντλητική του νηστεία τον Δεκαπενταύγουστο. Εξήγησε στον έκπληκτο
γιο του πως από την νηστεία και τους εμέτους μετά, η κατάσταση διαρκώς
επιδεινωνόταν με την μειωμένη έκκριση ινσουλίνης και μετά όλα έγιναν
αλυσίδα προς το χειρότερο.
Η γλυκόζη του αίματος ήταν σε χαμηλά επίπεδα λόγω ασιτίας και οδήγησε σε λάθος διάγνωση.
Είδαμε του είπε και την παρουσία
καιτοναιμίας και αυξημένο χάσμα ανιόντων 14. Όλα αυτά μείωσαν την
καρδιακή παροχή και προκάλεσαν αρτηριακή αγγειοδιαστολή, υπόταση και
προδιάθεση για αρρυθμίες.
Πιστεύω σε μερικές μέρες ο πατέρας σου θα έχει σταθεί στα πόδια του με την κατάλληλη αγωγή.
Η έκπληξη και η χαρά στο πρόσωπο του γιου του ήταν έκδηλη. Σε ευχαριστώ συνάδελφε, είπε και σκούπισε τα μάτια του.
Τις επόμενες μέρες του χορηγήθηκε
ενδοφλέβια χορήγηση διαλύματος γλυκόζης με ινσουλίνη και άλλα φάρμακα
που διορθώνουν τα υγρά και τους ηλεκτρολύτες.
Ο γιατρός Ίωνας Φωκάς έκανε το καθήκον του, όπως το έκανε πάντα. Είχε σώσει έναν άνθρωπο από βέβαιο θάνατο.
Σε πέντε μέρες σηκώθηκε ο παππούλης από το κρεβάτι και πήγε στην τουαλέτα μόνος του.
Ο θαυμασμός ήταν έκδηλος στα μάτια όλων για τον Ίωνα κάθε που πήγαινε στο σπίτι.
Την τελευταία όμως μέρα, ο γιος του ο γιατρός, μετά από κάποια συμπτώματα τις προηγούμενες ημέρες, του είπε ότι έχει κοβιντ.
Γρήγορα κόλλησαν η γυναίκα του και ο γέροντας ιερέας πατέρας του.
Ο Ίωνας με αυταπάρνηση τους κούραρε
όλους και γρήγορα έγιναν καλά. Κόλλησε όμως και ο ίδιος, αλλά ευτυχώς
ανάρρωσε γρήγορα στην απομόνωση του σπιτιού του. Μόλις ανάρρωσε τον
ειδοποίησε ο γέρο παπάς να περάσει από το σπίτι του, γιατί την τελευταία
μέρα έφυγε βιαστικά χωρίς να πληρωθεί.
Πήγε γιατί ήθελε και ο ίδιος να τον δεί.
Του άνοιξε ο γιος του.
– Έλα, σε περιμένει. Χθες πήγε στην
τράπεζα και έβγαλε από το λογαριασμό του όλα σχεδόν τα χρήματα. Έχει
φαίνεται σκοπό να αρχίσει πάλι τις φιλανθρωπίες όπως έκανε πάντα. Πάντως
είναι πολύ καλά και αυτό το οφείλουμε σε σένα, του είπε και τον πήγε
μέχρι το δωμάτιο του πατέρα του.
-Παιδί μου, ευλογημένος να είσαι για
ό,τι έκανες στην οικογένειά μου και για μένα τον αμαρτωλό λευΐτη, του είπε
ταπεινά μόλις τον είδε.
Όσο μου μένει ακόμα να ζήσω, θα προσεύχομαι για σένα. Άνοιξε το συρτάρι του κομοδίνου σε παρακαλώ.
Πήγε κοντά στο συρτάρι και το άνοιξε. Αντίκρυσε πολλές δεσμίδες 50ευρα.
Πάρε σε παρακαλώ όσα θέλεις και πάλι λίγα θα είναι, γιατί αυτό που έκανες δεν πληρώνεται με όλο το χρυσάφι της γης.
Έβαλε το χέρι του και πήρε ένα 50ευρο. Όσο ήταν το μεροκάματο που του χρωστούσε.
Έπιασε αυθόρμητα το χέρι του ιερέα να το φιλήσει.
Όμως τον πρόλαβε ο παπάς και του φίλησε το δικό του, πριν προλάβει να το τραβήξει.
Έφυγε σκεφτόμενος πόσο πλούσια τον αντάμειψε ο Θεός. Μια αισιοδοξία για την συνέχεια εξέπεμπαν τα μάτια του.
Θα πάρει τα δώρα των παιδιών του και όχι μόνο.
Από την επόμενη θα εργαζόταν στο νοσοκομείο του για ένα εξάμηνο, λόγω νόσησης.
Κι ύστερα πάλι έχει ο Θεός.
Β. Κ. Νοέμβρης 2022.