Ἔχουν μολύνει ὅλη τὴν ἀτμόσφαιρα. Βλέπεις, χειμώνας καιρός καὶ πῶς μυρίζουν τὰ σκουπίδια! Σκέψου τὸ καλοκαίρι τί γίνεται! Καὶ δὲν πάει καὶ τὸ ἀεροπλάνο νὰ ρίξη λίγο φάρμακο! Εὐτυχῶς ποὺ ὁ Θεὸς ἔχει κάνει τὰ λουλούδια ποὺ εὐωδιάζουν. Τόσα λουλούδια ποὺ ὑπάρχουν, τέτοια ποικιλία, μικρά‐μεγάλα, ἐξουδετερώνουν τὴν βρωμιά ποὺ ὑπάρχει. Ἄν δὲν εὐωδίαζε ἔτσι ἡ ἀτμόσφαιρα, τί θὰ γινόταν; βλέπεις, ἕνα ψοφίμι ὑπάρχει κάπου καὶ βρωμάει ὁ τόπος! Πῶς μᾶς οἰκονομάει ὁ Θεός! Ἄν δὲν μᾶς οἰκονομοῦσε, τί χάλια θὰ εἴχαμε! Σκέψου νὰ μήν ὑπῆρχαν λουλούδια, βότανα... Ἔτσι σκεπάζεται ἡ δυσοσμία ἡ δική μας. Διασκεδάζεται μὲ τὰ ἀρώματα.
Μὲ ρώτησε ἕνας λαϊκός στὸ Καλύβι: «Καλά, τί κάνεις ἐσύ ἐδῶ; Μέρα‐νύχτα τί κάνεις;». Ἦταν γύρω ἀνθισμένες οἱ σουσοῦρες, ὅλη ἡ πλαγιά γεμάτη λουλούδια. Μο‐σχοβολοῦσε ὁ τόπος! «Τί τραβάω, τοῦ λέω, ὅλη τὴν ἡμέρα νὰ ποτίσω καὶ νὰ περιποιηθῶ ὅλα αὐτὰ ποῦ βλέπεις! Καὶ στὸν οὐρανό βλέπεις τὴν νύχτα πόσα κανδήλια ἀνάβω! Δὲν προλαβαίνω νὰ τὰ ἀνάψω ὅλα!». Μὲ κοίταζε! «Τὴν νύχτα, λέω, δὲν βλέπεις κανδήλια ἐπάνω; Ἐγώ τʹ ἀνάβω!!! Προλαβαίνω; Δὲν εἶναι ἁπλό σὲ τόσα κανδήλια νὰ βάζης κανδηλῆθρες, λάδι!!». Τάχασε ὁ καημένος.
Μὲ ρώτησε ἕνας λαϊκός στὸ Καλύβι: «Καλά, τί κάνεις ἐσύ ἐδῶ; Μέρα‐νύχτα τί κάνεις;». Ἦταν γύρω ἀνθισμένες οἱ σουσοῦρες, ὅλη ἡ πλαγιά γεμάτη λουλούδια. Μο‐σχοβολοῦσε ὁ τόπος! «Τί τραβάω, τοῦ λέω, ὅλη τὴν ἡμέρα νὰ ποτίσω καὶ νὰ περιποιηθῶ ὅλα αὐτὰ ποῦ βλέπεις! Καὶ στὸν οὐρανό βλέπεις τὴν νύχτα πόσα κανδήλια ἀνάβω! Δὲν προλαβαίνω νὰ τὰ ἀνάψω ὅλα!». Μὲ κοίταζε! «Τὴν νύχτα, λέω, δὲν βλέπεις κανδήλια ἐπάνω; Ἐγώ τʹ ἀνάβω!!! Προλαβαίνω; Δὲν εἶναι ἁπλό σὲ τόσα κανδήλια νὰ βάζης κανδηλῆθρες, λάδι!!». Τάχασε ὁ καημένος.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»