Τά βήματά του ἀργά. Σέρνεται. Κι ἡ καρδιά του βαριά, μολύβι. Μέσα του ἕνα δράμα. Ὅλη ἡ δύναμη τῆς γῆς δέν μπορεῖ νά τό σηκώσει. Ὅλες οἱ χαρές τῆς γῆς δέν μποροῦν νά τό γλυκάνουν. Ὅλοι οἱ ἀγαπημένοι του δέν μποροῦν νά τόν βοηθήσουν.
Μπαίνει σέ μιά πόρτα. Κάθεται. Κι ἀρχίζει νά μιλᾶ, νά τά φανερώνει, νά τά λέει ὅλα. Τά λέει σ’ αὐτόν πού κάθεται ἀπέναντί του καί δέν εἶναι συγγενής του οὔτε φίλος. Εἶναι ξένος, μά τόν ἀκούει σάν νά ᾿ναι ὁ πιό δικός του. Τόν ἀφουγκράζεται. Κι ἀφοῦ τά πεῖ, σηκώνεται, σκύβει κάτω ἀπό τό πετραχήλι καί φεύγει. Ἀναστημένος.
«Ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται». Ἦταν ἀπόγευμα τῆς μιᾶς τῶν Σαββάτων. Ὁ Κύριος ἐμφανίζεται καί ἀναγγέλλει στούς μαθητές μιά καινούργια ἐποχή. Τό τέλος τῆς ἐνοχῆς! Ποῦ νά ᾿ξεραν οἱ ἁμαρτωλοί τῆς γῆς τί τούς χάριζε τότε… Μέχρι τότε ζοῦσαν καί πέθαιναν στήν ἁμαρτία… Ἔλειωναν μέσα στό δράμα τους. Τώρα μοιράζεται ἡ ἄφεση. Ὅσα ἔκαναν εἶναι σάν νά μήν ἔγιναν ποτέ. Κι ὅσα θά κάνουν, θά σβήσουν κι αὐτά ἀπό τήν ψυχή τους, ἀκόμα κι ἀπ’ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ. Φθάνει νά ὁδηγηθοῦν μπροστά σ’ αὐτούς πού ὁ Θεός θά᾿ στελνε, καί νά τά ποῦν ὅλα μέ μετάνοια.
Μόνον ἕνας Ἀναστημένος θά μποροῦσε νά ξεχάσει πόσο Τόν κάναμε νά πονέσει. Μόνον ἕνας Ἀναστημένος μπορεῖ νά ξεχνάει πόσο Τόν κάνουμε νά πονάει.
2000 χρόνια τώρα οἱ ἐχθροί ἀρνοῦνται τήν Ἀνάσταση. Κι ἄλλα τόσα οἱ ἁμαρτωλοί ζοῦν μπρός στά πόδια τοῦ πνευματικοῦ. Τήν Ἀνάσταση μπορεῖς νά τή ζήσεις μέσα ἀπό χίλιες μαρτυρίες καί χίλιες ἐμπειρίες. Ὅλες ὅμως συμπυκνώνονται σέ μία: στήν ὥρα τῆς μετανοίας. Τότε βλέπεις «τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευράν» τοῦ Ἰησοῦ. Τόν ἀγγίζεις. Εἶναι ἐκεῖ ζωντανός καί σέ δέχεται. Ἀκουμπᾶ τίς οὐλές τῶν χεριῶν Του πάνω στίς πληγές τῆς ψυχῆς σου καί τίς κλείνει.
Πόσα δάκρυα, πόση συντριβή, πόση ντροπή τήν ὥρα τοῦ μυστηρίου! Καί μαζί πόση παρρησία, πόση δύναμη, λύτρωση! Τό ἐξομολογητήρι εἶναι ὁ κενός τάφος τοῦ Χριστοῦ. Θάβεις μέσα του τό πτῶμα τῆς ἁμαρτίας καί βγαίνεις μαζί μέ τόν Χριστό ἀναστημένος.
Τώρα πιά δέν νιώθουμε τήν ἁμαρτία νά μᾶς πονᾶ. Ζοῦμε τήν εἰρήνη πού μᾶς γλυκαίνει. Τήν εἰρήνη τῆς ἀφέσεως.