Από το νέο βιβλίο: «Μαγεία, Δαιμονισμός και Απολύτρωσις (Αρχιμ. Σάββα Αχιλλέως)»
Όλη η
αγωνία του π. Σάββα ήταν να μας δείξει ποιος είναι ο πραγματικός αόρατος
εχθρός των ανθρώπων. Κάποια στιγμή κατά την ώρα του διαβάσματος των
ευχών, την ώρα που ένα από τα δαιμόνια καιγόταν και χτυπιόταν από την
χάρη του Θεού, ο πάτερ εξέφρασε στον Κύριό μας αυτή του την επιθυμία και
αφού στράφηκε προς τον δαίμονα του είπε: «Βρε τρισκατάρατε, να μπορούσα να σε δέσω και να σε δείξω σε όλον τον κόσμο, ότι υπάρχεις…»
Ως απάντηση ακούστηκαν οι ειρωνείες του διαβόλου:
«Βρε έτσι που τους έχω κάνει όλους, και να με δουν δεν πιστεύουν…»
Τότε ο Γέροντας, αφού έπιασε με το χέρι του το κεφάλι (πρόσωπο) της κοπέλας, που είχε το δαιμόνιο, τον διέταξε:
«Βγές τρισκατάρατε, βγες εις το Όνομα του Χριστού μας, να σε δει όλος ο κόσμος…»
Δεν θα ξεχάσουμε στη ζωή μας ποτέ αυτή την σκηνή, για τρεις νύχτες δεν κλείσαμε μάτι με αυτό που αντικρύσαμε. Δεν μπορούσε ποτέ ο νους μας να διανοηθεί ότι το πρόσωπο του ανθρώπου μπορεί έτσι να αλλοιωθεί και να παραμορφωθεί ολόκληρο το σχήμα του ανθρώπινου κρανίου. Το κεφάλι της κοπέλας έγινε τεράστιο και πεπλατυσμένο σαν κολοκύθι, το χρώμα του προσώπου έγινε μπλε-πράσινο, από τα μάτια χάθηκε τελείως η κόρη του ματιού και έμεινε μόνο το λευκό. Η γλώσσα, η οποία επιμηκύνθηκε υπερβολικά, βγήκε έξω από το στόμα και κινούνταν δεξιά-αριστερά σαν φίδι. Όλο το σώμα είχε πάρει μια απειλητική, παράξενη στάση, στεκόταν πάνω στις μύτες των ποδιών, τα χέρια πήραν τη στάση θηρίου έτοιμου να μπήξει τα γαμψά του νύχια στο θύμα του. Το περίεργο ήταν ότι στεκόταν εκεί μπροστά μας, σαν κάποιο επικίνδυνο τέρας, που το έχουν εγκλωβίσει μέσα σε ένα αόρατο κλουβί.
Μας κοίταζε απειλητικά, ακόμα και που ήταν ανύπαρκτες οι κόρες των ματιών, εμείς νιώθαμε ότι γύριζε το «βλέμμα του» και μας κοιτούσε με μίσος και δυσαρέσκεια όλους μαζί και έναν έναν ξεχωριστά.
Δεν γνωρίζουμε πόσος χρόνος πέρασε και κάποια στιγμή ο π. Σάββας τον διέταξε εις το Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και τότε έφυγε όλη εκείνη η ασχήμια και απειλή και επανήλθε η μορφή της κοπέλας στην κανονική της κατάσταση…
Ως απάντηση ακούστηκαν οι ειρωνείες του διαβόλου:
«Βρε έτσι που τους έχω κάνει όλους, και να με δουν δεν πιστεύουν…»
Τότε ο Γέροντας, αφού έπιασε με το χέρι του το κεφάλι (πρόσωπο) της κοπέλας, που είχε το δαιμόνιο, τον διέταξε:
«Βγές τρισκατάρατε, βγες εις το Όνομα του Χριστού μας, να σε δει όλος ο κόσμος…»
Δεν θα ξεχάσουμε στη ζωή μας ποτέ αυτή την σκηνή, για τρεις νύχτες δεν κλείσαμε μάτι με αυτό που αντικρύσαμε. Δεν μπορούσε ποτέ ο νους μας να διανοηθεί ότι το πρόσωπο του ανθρώπου μπορεί έτσι να αλλοιωθεί και να παραμορφωθεί ολόκληρο το σχήμα του ανθρώπινου κρανίου. Το κεφάλι της κοπέλας έγινε τεράστιο και πεπλατυσμένο σαν κολοκύθι, το χρώμα του προσώπου έγινε μπλε-πράσινο, από τα μάτια χάθηκε τελείως η κόρη του ματιού και έμεινε μόνο το λευκό. Η γλώσσα, η οποία επιμηκύνθηκε υπερβολικά, βγήκε έξω από το στόμα και κινούνταν δεξιά-αριστερά σαν φίδι. Όλο το σώμα είχε πάρει μια απειλητική, παράξενη στάση, στεκόταν πάνω στις μύτες των ποδιών, τα χέρια πήραν τη στάση θηρίου έτοιμου να μπήξει τα γαμψά του νύχια στο θύμα του. Το περίεργο ήταν ότι στεκόταν εκεί μπροστά μας, σαν κάποιο επικίνδυνο τέρας, που το έχουν εγκλωβίσει μέσα σε ένα αόρατο κλουβί.
Μας κοίταζε απειλητικά, ακόμα και που ήταν ανύπαρκτες οι κόρες των ματιών, εμείς νιώθαμε ότι γύριζε το «βλέμμα του» και μας κοιτούσε με μίσος και δυσαρέσκεια όλους μαζί και έναν έναν ξεχωριστά.
Δεν γνωρίζουμε πόσος χρόνος πέρασε και κάποια στιγμή ο π. Σάββας τον διέταξε εις το Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και τότε έφυγε όλη εκείνη η ασχήμια και απειλή και επανήλθε η μορφή της κοπέλας στην κανονική της κατάσταση…