Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022

ΓΕΡΩΝ ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ. (+1913-1988)

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ὑπό Μον. Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου

Μετά τά μεσάνυκτα τῆς 8ης Μαΐου 1988 ἐγκατέλειψεν ὁριστικά τά ἐγκόσμια ἕνας ἀπό τούς πιό δραστήριους καί ἐναρέτους Πατέρας τῆς Μονῆς μας, ὁ γέρων Ἀνδρέας.

Μόνο τώρα, μετά τήν ἐν Χριστῶ κοίμησί του, μᾶς εἶναι δυνατόν, νά παρουσιάσουμε μερικές πτυχές ἀπό τήν πεντηκονταετῆ καί πλέον διακονία του στό Μοναστήρι μας, ἀφ᾿ ἑνός γιά νά τιμήσουμε τόν σεβαστό Γέροντα καί ἀφ᾿ ἑτέρου νά διδαχθοῦμε κάτι κι ἐμεῖς οἱ νεώτεροι ἀπό τόν ἰδικό του ἀγῶνα.

Γεννήθηκε στό χωριό Κρυονέριο (πρώην Κουτουλίστια) τῆς Ναυπακτίας τό 1913. Οἱ γονεῖς του, Γεώργιος καί Ἀγαθή ἀπέκτησαν ὡς δῶρα ἀπό τόν Θεό δύο παιδιά, τόν Ἰωάννη καί τήν Μαρία. Ἐπειδή ἔτυχον μιᾶς σπανίας πνευματικῆς παιδείας, ἀκολούθησαν καί τά δύο ἀργότερα τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, γενόμενοι μοναχοί. Τό κορίτσι ὀνόματι Μαρία ἐκάρη μοναχή σέ γειτονικό μοναστήρι τῆς πατρίδος της μέ τό ὄνομα Θεοδούλη.

Τό 1922 ἡ οἰκογένεια αὐτή μεταφέρθηκε στό χωριό Δρέπανο Πατρῶν γιά μιά καλλίτερη ζωή. Ἐκεῖ εἶχαν ἕνα κτῆμα, τό ὁποῖο καλλιεργοῦσαν καί ἐπορεύοντο γιά τά πρός τό ζῆν. Ὁ νεαρός τότε Ἰωάννης, μετά τήν φοίτησι στό δημοτικό σχολεῖο, συνέχισε τίς σπουδές του στό τότε σχολαρχεῖο (σημερινό γυμνάσιο) καί κατόπιν μέ τήν ἄδεια τῶν γονέων του ἐπῆγε στήν Πάτρα νά μάθη κάποια τέχνη. Ἔμαθε τήν ραπτική. Ἐκεῖ ἐκκλησιαζόταν στόν ναό τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης καί παρακολουθοῦσε τά κηρύγματα τοῦ μακαριστοῦ ὁσίου πατρός Γερβασίου.

Ὁ νεαρός Ἰωάννης διαποτισμένος ἀπό τό μέλι τῶν διδαχῶν τοῦ ἁγίου Γέροντος Γερβασίου, δέχθηκε τήν κλῆσι ἀπό τόν Θεό γιά μιά ἐξ ὁλοκλήρου ἀφιέρωσι στόν χρηστό ζυγό τοῦ Κυρίου. Ἔτσι στήν ἡλικία τῶν 22 ἐτῶν ἐγκατέλειψε τόν κόσμο. Μέ τά μέσα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἔφθασε στήν Θεσσαλονίκη. Ἀπό ἐκεῖ ξεκίνησε μέ τά πόδια γιά τό Ἅγιον Ὄρος. Οἱ ταλαιπωρίες του, τίς ὁποῖες μᾶς ἐδιηγεῖτο δέν περιγράφονται. Μέσα ἀπό δάση, κοιλάδες, χωρίς ἐνίοτε νερό καί φαγητό, κινδυνεύοντας ἀπό κακοποιά στοιχεῖα ἔφθασε σ᾿ ἕνα σταυροδρόμι. Δέν ἤξερε ποιό δρόμο νά πάρη. Γονάτισε καί προσευχήθηκε. Μία φωνή ἄκουσε καί τόν πληροφόρησε νά πάρη τό δεξιό μονοπάτι καί θά φθάση στό χωριό Σταυρός Χαλκιδικῆς.

Μέ τό ξυλοκάραβο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἔφθασε στήν Δάφνη, λιμάνι τοῦ Ὄρους. Ἀπό ἐκεῖ κατευθύνθηκε πρός νότο καί ἦλθε μέ ἄλλο πλοιάριο στήν Νέα Σκήτη. Τόν περίμεναν εἰδοποιημένοι ἀπό πρίν οἱ μοναχοί τοῦ Κελλίου τῶν Κυριλλαίων. Δέν ἔμεινε ὅμως μαζί τους, παρά μόνο 15 ἡμέρες. Ἐπειδή ζοῦσαν ἐκεῖ πολλοί Ἀδελφοί, λόγῳ ἐλλείψεως χώρου, μέ τήν εὐλογία τους ἐπῆγε στήν Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων. Τότε ζοῦσε ἐκεῖ ἀνάμεσα σ᾿ ἄλλους ἀσκητές καί ὁ παπᾶ-Δαμιανός, ἄριστος Πνευματικός καί ἀγωνιστής τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Παλαιότερα εἶχε χρηματίσει καί ἡγούμενος τῆς ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας. Στόν Γέροντα αὐτόν  δοκιμάσθηκε ὁ νεαρός Ἰωάννης καί δέχθηκε νά γίνη ρασοφόρος μοναχός, μετά ἀπό διάστημα μερικῶν μηνῶν. Ὠνομάσθηκε Ἰγνάτιος μοναχός. Ἐπειδή ὅμως ἦτο ἀσθενικῆς κράσεως, τόν συμβούλευσε ὁ Γέροντας π. Δαμιανός νά μετοικίση σέ κάποιο κοινόβιο μοναστήρι, ὅπου θά εὕρη ὀλιγώτερη ἄσκησι, ἀλλά καλλίτερη διαμονή.

Πράγματι τό 1936 ἦλθε στήν Μονή Γρηγορίου. Ἡγούμενος τότε ἦτο ὁ μακάριος Γέροντας παπᾶ Ἀθανάσιος. Ζήτησε τήν εὐλογία του νά παραδώση τόν ἑαυτό του στά χέρια του γιά τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ὁ πρᾶος παπᾶ Ἀθανάσιος τόν δέχθηκε στήν συνοδία τῆς Ἀδελφότητός του καί μετά ἀπό ἕνα χρόνο τόν ἐκούρευσε μοναχό ὀνομάζοντάς τον Ἀνδρέα.

Ἀπό τότε ὁ μοναχός Ἀνδρέας ἐπιδόθηκε στήν ὑπακοή καί τήν ἄσκησι. Ἀπό τήν νεαρά του ἡλικία δέχθηκε τίς εὐεργετικές γιά τήν ψυχή του συμβουλές τοῦ ἁγίου Γεροντός του καί ἀνέβηκε σταθερά τήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν. Ὅπως μοῦ ἔλεγε ὁ ἴδιος διακονοῦσε στά νειᾶτα του σέ πέντε διακονήματα μέ πρωταρχικό τό διακόνημα τοῦ ράπτη. Παράλληλα δέν ἀπουσίαζε ἀπό τίς ἐκκλησιαστικές Ἀκολουθίες. Ὅλα τά ἔργα του τά ἐξέταζε μέ γνώμονα τί ἀπάντησι θά δώση στό τελευταῖο λεπτό τῆς ζωῆς του στόν Δικαοκρίτη Θεό. Ἦτο ἀπελπισμένος γιά τά ἔργα του κι ἐστήριζε τήν σωτηρία του μόνο στό ἐκχυθέν ἐπί τοῦ Σταυροῦ Αἷμα τοῦ Φιλανθρώπου Χριστοῦ μας.

Τό 1974 ἡ παλαιά Ἀδελφότης τῆς Μονῆς ἀριθμοῦσε μόλις 17 ἄτομα. Τήν ἡμέρα τῆς ταφῆς τοῦ προηγουμένου Γέροντος Βησσαρίωνος, ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ μέ τό νέο Ἡμερολόγιο, ὁ νεαρός Γέροντας π. Γεώργιος μέ τήν μικρή συνοδία του ἀποτελουμένη τότε ἀπό ἕξι Ἀδελφούς εὑρισκόταν στήν Οὐρανούπολι. Ἦτο ἡ ἡμέρα ἐπιστρατεύσεως, λόγῳ τῆς ἐπιθέσεως τῶν Τούρκων στήν Μεγαλόνησο Κύπρο μας.

Μέ τήν συνοδία του μπῆκε στό Ὄρος καί κατευθύνθηκε στήν Ἱερά Μονή Σίμωνος Πέτρας μέ σκοπό κἄπου νά κοινοβιάση. Τότε ὁ Γέρο-Ἀνδρέας ἐνήργησε δραστηρίως σέ συνεργασία καί μέ τούς ἄλλους Γέροντες καί Προϊσταμένους τῆς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου. Μετέβη μέ ἄλλον Ἀδελφό στήν Σιμωνόπετρα καί παρεκάλεσε τόν Γέροντα Γεώργιο νά κατέλθη ὁριστικά στήν Μονή τους καί νά τοῦ ἐνεχειρίσουν προσεχῶς τήν ποιμαντορική ράβδο.

Πράγματι, μετά ἀπό θετικές καί πιεστικές συστάσεις ἐκ μέρους ἐξεχόντων Προσώπων τῆς Ἁγιορειτικῆς Πολιτείας, κατῆλθε στήν Μονή ἡ μικρή συνοδία τοῦ σεβαστοῦ μας Γέροντος. Ἀπό τόν Αὔγουστο τοῦ 1974 ὁ π. Γεώργιος ἐκάρη μεγαλόσχημος μοναχός ἀπό τόν προσωρινό ἡγούμενο π. Διονύσιο ἐνῶ  τόν Ὀκτώβριο τοῦ ἰδίου ἔτους ἐξελέγη παμψηφεί Καθηγούμενος καί Γέροντας τῆς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου.

Τό θεώρησε μεγάλη εὐλογία στήν ζωή του ὁ Γέρο-Ἀνδρέας νά προσφωνήση τόν νέον Καθηγούμενο. Κατωτέρω καταχωροῦμε τήν προσφώνησί του:

Πανοσιολογιώτατε, πάτερ Γεώργιε.

Θείᾳ χάριτι ἠξιώθης πρό ὀλίγων ἡμερῶν νά γίνης τέκνον γνήσιον τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου διά τοῦ Μεγάλου καί Ἀγγελικοῦ Σχήματος.

Νῦν δέ ἡ Μετάνοά σου, Μονή τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου, σέ προήγαγε διά τῶν ψήφων τῶν Πατέρων εἰς τό ἡγουμενικό ἀξίωμα, διότι εἰς αὐτό τό ὀλίγο διάστημα ἐγνώρισε ὅτι ἔχεις τά πρός τοῦτο προσόντα καί ὅτι δύνασαι χάριτι θείᾳ νά ποιμάνης τήν λογικήν ποίμνην τῆς Μάνδρας τοῦ ἁγίου Νικολάου, Ἀρχιεπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας τοῦ Θαυματουργοῦ.

Εὐχόμεθα εἰς τόν Πανάγαθον Θεόν διά πρεσβειῶν τῆς Παναχράντου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, τῆς Προστάτιδος τοῦ Ἁγιωνύμου τούτου Ὄρους, καί τῶν Προστατῶν τῆς Μονῆς μας ἁγίου Νικολάου, Ὁσίου Γρηγορίου καί ἁγίας ὁσιοπαρθενομάρτυρος Ἀναστασίας τῆς

Ρωμαίας, νά διαφυλάττῃ ἐν ὑγείᾳ, ἐνισχύῃ, φωτίζῃ καί κατευθύνῃ τά διαβήματα τῆς Ὑμετέρας Πανοσιολογιότητος ἐπ᾿ ἀγαθῶ τῆς ἱερᾶς ἡμῶν Μετανοίας, πρός προκοπήν καί πρόοδον τῆς ἐν Χριστῶ ἡμῶν Ἀδελφότητος καί δόξαν τοῦ παναγίου ὀνόματος Αὐτοῦ.

Ἰδού βάλε μετάνοιαν εἰς τόν Προστάτην μας ἅγιον Νικόλαον καί λάβε ἐκ τῆς χειρός του τήν ἡγουμενικήν ράβδον".

Ἡ σύνεσις, ἡ διάκρισις, ἡ ἀγάπη καί ἡ φιλαδελφία πρός πάντας τοῦ νέου ἡγουμένου καί Γέροντός μας π. Γεωργίου  ὡδήγησαν σέ πλήρη ἐναρμόνισι τήν παλαιά καί τήν νέα ἀδελφότητα τῆς Μονῆς. Πάντες οἱ Πατέρες, παλαιοί καί νέοι ἦσαν πλέον Ἀδελφοί ἐν Χριστῶ ἑνός πνευματικοῦ πατρός.  Ἔκτοτε διεκόπη καί ἡ συνήθεια νά ἔρχεται ἄλλος Πνευματικός ἀπό κάποια Σκήτη καί νά ἐξομολογῆ τούς Πατέρες. 

Ὅλοι ἀπό τό 1974 μέχρι σήμερα (2005) κατευθύνονται καί καθοδηγοῦνται ἀπό τόν σεβαστό μας Γέροντα π. Γεώργιο διά τόν ὁποῖον εὐχόμεθα ἐγκαρδίως νά ζήση πολλά ἀκόμη χρόνια γιά νά μᾶς ποιμαίνη σθεναρῶς καί θεαρέστως πρός σωτηρίαν τῶν ψυχῶν μας καί ὄφελος τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

Ἡ ἁπλότης καί ὑπακοή τῶν Γερόντων ἦτο παροιμιώδης.

Κάποτε εἶπε στόν ὁ Γέρο-Ἀνδρέας στόν ἅγιο Γέροντα τῆς Μονῆς μας, τόν π. Γεώργιο:

-Γέροντα, ἔλα νά κάνουμε ἕνα δικαστήριο. Ἐγώ θά εἶμαι ὁ ἔνοχος καί σύ ὁ δικαστής. Γνωρίζεις τά παραπτώματά μου, τίς ἀδυναμίες μου, ἀλλά καί τούς ἀγῶνες καί τούς κόπους μου γιά τό καλό τῆς Μονῆς μας καί τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μου. Πές μου σέ παρακαλῶ μέ εἰλικρίνεια, θά σωθῶ  ἤ ὄχι";  Καί ὁ σεβαστός μας Γέροντας τοῦ εἶπε:

-"Πάτερ Ἀνδρέα, πιστεύεις ὅτι θά σωθῆς ἀπό τά ἔργα σου ἤ ἀπό τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ; Ὁ π. Ἀνδρέας τοῦ ἀπήντησε:

-Ἀσφαλῶς ἀπό τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ, Γέροντα.

-Καί ὁ Γέροντας: Νά ξέρης ὅτι θά σωθῆς. Ἄν ὅμως πιστεύης στίς δικές σου δυνάμεις, δέν θά ἐπιτύχης τίποτε. Ἄν ὅμως στηρίζεσαι στήν θεία Χάρι, τότε θά σέ βοηθήση ὁ Χριστός καί πράγματι θά σωθῆς.

Ἔκτοτε ὁ π. Ἀνδρέας ἐταπεινοῦτο περισσότερο, ἀλλά καί ἐφρόντιζε κατά τό ἀνθρώπινο γι᾿ αὐτή τήν τελευταία ὥρα. Ὁ πόθος του νά εὕρη παρηγοριά καί ἐλπίδα ἡ ψυχή του, μετετράπη σέ ἱκεσία πρός πᾶσαν κατεύθυνσι ζητῶντας προσευχές γιά πνευματική βοήθεια. Ὅταν ἔπαθε τό πρῶτο καρδιακό ἔμφραγμα, ἀνησύχησε μήπως πλησίασε τό τέλος του. Γι᾿ αὐτό ἀπό τό γραφεῖο τῆς Μονῆς μέ τό παλαιό τηλέφωνο πού λειτουργοῦσε μέ τό καρέλι ἐπί δύο ἡμέρες τηλεφωνοῦσε πολλά γνωστά καί συγγενικά του πρόσωπα. Ἤμουν παρών. Τούς ἔλεγε τά ἑξῆς:

-Καλημέρα. Εἶσθε καλά; Τί κάνετε; Ἐγώ φεύγω, γειά καί χαρά σας. Κι ἀμέσως ἔκλεινε τό τηλέφωνο.

Κάποτε ἦσαν στήν αἴθουσα τοῦ Ἡγουμενείου ὁ Γέροντας, ὁ Γέρο-Μακάριος καί ὁ Γέρο-Ἀνδρέας. Ὁ τελευταῖος σάν γραμματεύς τῆς Μονῆς ἤθελε νά συντάξη ἕνα γράμμα ἐπίσημο. Γι᾿ αὐτό καί ρωτοῦσε τούς ἄλλους Γεροντάδες:"Ποιός θά συντάξη τό γράμμα αὐτό;

Τότε πετάχθηκε ὁ Γέρο-Μακάριος καί εἶπε στόν π. Ἀνδρέα:

-Ἔχεις τόν κολοσσό δίπλα σου καί σύ ρωτᾶς ποιός θά συντάξη τό γράμμα;...

Ἐργάσθηκε μέ πνεῦμα αὐτοθυσίας γιά τήν ὀργάνωσι τῆς Μονῆς καί τήν πνευματική πρόοδό της. Ὑπηρέτησε ἀόκνως σχεδόν σ᾿ ὅλα τά μοναστηριακά διακονήματα.

Μνημονεύουμε ἰδαίτερα τό ραφεῖο, τόν Κῆπο, τό μαγειρεῖο ἑπτά χρόνια, τήν διακονία στήν ἐκκλησία τρία χρόνια, τό Ἀρχονταρίκι, τό Δοχειό, τό δάσος, τήν γραμματεία τῆς Μονῆς ἐπί ἑπτά χρόνια καί ὡς Ἀντιπρόσωπος τῆς Μονῆς καί Ἐπιστάτης στίς Καρυές δώδεκα χρόνια.

Ὅταν ὑπηρετοῦσε σάν Ἀντιπρόσωπος τῆς Μονῆς στήν Ἱερά Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀγωνίσθηκε σθεναρῶς γιά τά συμφέροντα τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Κατά τήν περίοδο ἑορτασμοῦ τῆς Χιλιετηρίδος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τό 1963, μετέβη στήν Ἀθῆνα μέ ὅλο τό Σῶμα τῶν Ἀντιπροσώπων τῆς Κοινότητος ὡς προσκεκλημένοι ἀπό τόν Βασιλέα Παῦλο. Στό διάστημα τῆς ὑπηρεσίας του στήν Κοινότητα ἦτο τόσο ἀνιδιοτελής καί ἀξιοπρεπής ὥστε δέν ἐπῆρε ποτέ τό μηνιαῖο χρηματικό ἐπίδομα τό ὁποῖο προσέφερε ἡ Ἱερά Κοινότης γιά τόν κάθε Ἀντιπρόσωπο.

Παρακολουθοῦσε τά θέματα τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Πολιτείας καί ἐνεργοῦσε ἀναλόγως. Ὅπου ἐνόμιζε ὅτι θά βοηθήση ἔγραφε ἐπιστολές, ἀκόμη καί σέ ἐξέχοντα πολιτικά πρόσωπα. Ἐάν ἔβλεπε ἀνωφελῆ τήν δι᾿ἐπιστολῶν παρέμβασί του, προσευχόταν στό κελλί του γιά τό συγκεκριμένο θέμα.

Ὅταν ἡ Πολιτεία εἰσήγαγε καί ἐθέσπισε τόν ἐπάραττο νόμο τῶν ἀμβλώσεων, ὁ Γέρο-Ἀνδρέας ἔγραψε γράμμα στόν πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας κ. Χ. Σαρζετάκη, τό ὁποῖον δημοσιεύθηκε καί στήν ἐφημερίδα " Ὀρθόδοξος Τύπος".

Γιά τήν νομιμοποίησι τοῦ πολιτικοῦ γάμου ἔγραψε ἐπιστολές καταδικάζοντάς τον δημοσίως. Καί γιά τό θέμα τῶν νέων Ταυτοτήτων ἔγραψε στόν κ. Σαρζετάκη ζητῶντας νά παραμείνουν οἱ παλιές.

Τό 1986 εἶχε ἔλθει στήν Μονή μας ὁ τότε ὑπουργός τῶν Ἐσωτερικῶν Ἀγαμ. Κουτσόγιωργας. Μετά τήν ὑποδοχή καί τό κέρασμα πού τοῦ προσφέρθηικε στήν ἐπίσημη αἴθουσα τῶν ὑποδοχῶν ὁ Γέρο-Ἀνδρέας ζήτησε ἐξηγήσεις γιά τά νέα νομοθετήματα περί ταυτοτήτων, ἀμβλώσεων καί πολιτικοῦ γάμου. Ἡ ἀπάντησις τοῦ ὑπουργοῦ δέν εὐχαρίστησε τούς Πατέρες, λέγοντας ὅτι τό προϊόν (ἔμβρυον) εἶναι στήν διάθεσι τῆς μητέρας καί ἀποφασίζει αὐτή νά τό κάνη ὅ,τι θέλει. Ὁ Γέρο-Ἀνδρέας τοῦ εἶπε ὅτι οἱ νόμοι τούς ὁποίους θεσπίζει τό Κράτος, ἐάν δέν στηρίζονται στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι νόμοι ἀλλά ἄνομοι καί τό ἔγκλημα πάντα ἔγκλημα θά εἶναι.

Στίς ἀπαντήσεις τοῦ ὑπουργοῦ γιά τόν πολιτικό γάμο ὁ Γέρο-Ἀνδρέας τοῦ ἀπήντησε: "Αὐτοί δέν εἶναι γάμοι, διότι τώρα ἕνας ἄνδρας παίρνει ἕνα κορίτσι καί τό πάει στό σπίτι καί ἀνερυθριάστως νομίζει ὅτι εὐλογήθη ὁ γάμος ὑπό τοῦ νομάρχου ἤ τοῦ δημάρχου ἤ τοῦ προέδρου τῆς Κοινότητος καί πορνεύει, ἐξαπατώμενος ὅτι ἔγινε νόμιμος γάμος. Ὅσοι τέτοιοι γάμοι καί νά γίνουν πάντα ἄνομοι θά εἶναι καί ὁ πολιτικός γάμος θά μένη πορνεία, ἕως ὅτου ἐξομολογηθοῦν καί ὁ γάμος εὐλογηθῆ ὑπό τῆς Ἐκκλησίας".

Φεύγοντας ὁ Ὑπουργός, εἶπε ὁ Γέρο-Ἀνδρέας στούς ἄλλους Πατέρες: Ἔχει μάτια καί βλέπει ὁ Θεός. Θά τό βρῆ ἀπό τήν Παναγία μας...". Πράγματι, ὅταν εἶχε φθάσει ὁ Ὑπουργός στήν Οὐρανούπολι κτυπήθηκε ἀπό ἐγκεφαλικό καί μεταφέρθηκε ἐσπευσμένως στήν κλινική τοῦ νοσοκομείου Ἀχέπα Θεσσαλονίκης.  Δέν τόν καταράσθηκε ὁ Γέρο-Ἀνδρέας, ἀλλά ἀνέθεσε στήν Παναγία τήν ὑπόθεσι καί τόν ὑπεύθυνο αὐτῶν τοῦ ἀνόμων νομοθετημάτων.

Σέ ὑποσήμειωσι ἔγραψε ὁ Γέρο-'Ανδρέας: "Ἔπρεπε νά τά ἀκούση αὐτά καί νά μή νομίζει ὅτι ὅλοι οἱ νόμοι εἶναι νόμιμοι, καθ΄πως τόν κολακεύουν μερικοί καί τά πιστεύει. Ὅταν ὁ νόμος δέν στηρίζεται στό Ἅγιο Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Υἱοῦ λκαί Λόγου τοῦ Θεοῦ Πατρός εἶναι ἄνομοι". "

Ὁ Ἀρχειοφύλαξ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου

Ἀνδρέας Μοναχός Γρηγοριάτης.

 

Ἀπό κάτω ἔγραψε ἕνα δίστιχο:

Στό σχολεῖο τραγουδούσαμε:

Ἕλλην εἶναι τό ὄνομά μου, ὑπερήφανο καί τρανό,

Μάννα ἔχω τήν Ἑλλάδα καί γιά κείνη θά πονῶ.

Ὁ π. Ἀνδρέας διηκόνησε τό μοναστήρι, χωρίς νά φροντίση γιά τό δικό του συμφέρον. Ἠμποροῦσε καί νά ἱερωθῆ, ἀλλά δέν ἐπεδίωξε τό ἀξίωμα, παρά μόνο τήν ἀξία. Λόγῳ τῶν πολλῶν του διοικητικῶν ἐνασχολήσεων, δέν διέπρεψε πολύ στήν νηπτική καί θεωρητική ζωή. Μέ τήν ἁπλότητά του, τήν ἀγωνία του γιά τήν νέα Ἀδελφότητα, τήν διακριτική του συμπεριφορά καί ἀγάπη μᾶς ἐπωκοδόμησε πνευματικά.

Ἀγαποῦσε καί ἐσέβετο ὅλους τούς Πατέρες τῆς Μονῆς. Ἰδιαίτερα ἦτο εὐτυχισμένος πού ἔβλεπε νέους μοναχούς νά πλαισιώνουν τήν παλαιά Ἀδελφότητα καί νά συνεργάζωνται ἁρμονικά μέ τόν νέο ἡγούμενο, τόν σεβαστό Γέροντα π. Γεώργιο. Σ᾿ ὅλους ἔλεγε τόν καλογερικό χαιρετισμό: "Εὐλογεῖτε", ἀκόμη καί στόν τελευταῖο Δόκιμο. Δέν ἤθελε νά σκανδαλίζη κανέναν καί ἀπέφευγε τίς ἀνωφελεῖς συζητήσεις. Σέ ὧρες πού ἐργάζοντο μαζί οἱ Πατέρες, στίς λεγόμενες  Παγκοινιές (ὅλοι ἀπό κοινοῦ) συνιστοῦσε ἀδελφικά νά λέγωνται ἀπό κάποιον Ἀδελφό οἱ Χαιρετισμοί τῆς Θεοτόκου ἤ νά ψάλλουν κάποιο τροπάριο.

Μέ τούς νέους Πατέρας ἔζησε 14 χρόνια. Στό διάστημα αὐτό δέν ἐνώχλησε κανέναν, οὔτε καί ἐμίσησε ἤ κατέκρινε. Τούς ἀγαποῦσε μυστικά καί ποτέ δέν τούς ἐπαινοῦσε δημοσίως, διότι ἔλεγε ὅτι αὐτό δέν εἶναι κατά Θεόν.

Ὅσοι ἀπό τούς Ἀδελφούς εἶχαν κάποιον πειρασμό, προσευχόταν περισσότερο, χωρίς νά τούς τό λέγη. Ἐάν κάποιος ἀρρώσταινε, τόν ἐπισκεπτόταν καί τοῦ ἄφηνε ἀθόρυβα κάποιο γλυκό ἤ ἕνα φροῦτο, διατηρῶντας τήν σοβαρότητά του καί ἀποφεύγοντας τίς λεγόμενες ἀδελφικές διαχύσεις.

Μία φορά εὑρέθηκε γιά διοικητικές ὑποθέσεις στό χωριό Προμύρι τοῦ Βόλου. Ὁ ἄλλος Ἀδελφός καθυστέρησε νά γυρίση. Τόν ἐρώτησε:

-Ποῦ ἤσουν;

Χωρίς νά περιμένη ἀπάντησι τοῦ εἶπε: Ἄϊντε νά φᾶς καί μετά πήγαινε νά ξεκουρασθῆς. Σοῦ ἔκανα ἐγώ τόν κανόνα τῆς προσευχῆς σου καί τό Μικρό Ἀπόδειπνο.

Ἐπειδή συχνά ἔβγαινε στόν κόσμο γιά τά διοικητικά θέματα τῆς Μονῆς, ἀκολουθοῦσε πιστά τόν νεαρό Γέροντά μας σάν μικρό παιδί. Ὁσάκις ἐμπαινε ἤ ἔβγαινε ἀπό τό πλοῖο ἤ ἀπό κάποιο αὐτοκίνητο, τοῦ φιλοῦσε τό χέρι ζητῶντας τήν εὐλογία του.

Ταξιδεύοντας μέ λεωφορεῖο ἀπό Θεσσαλονίκη γιά Ἀθήνα καί τανάπαλιν ἔδινε κασσέτες μέ ἁγιορείτικη μουσική ἤ ὁμιλίες τοῦ Γέροντος γιά νά διδάσκη καί τέρπει πνευματικά καί τούς συνταξιδιῶτες του.

Ἀπέφευγε νά δαπανᾶ ἀλόγιστα, ὅπως ἔλεγε τά χρήματα τῆς Μονῆς. Στήν Ἀθήνα γιά νά πάη στήν Κηφισιά καί νά γυρίση χρησιμοποιοῦσε 4 συγκοινωνίες γιά νά μή ἐπιβαρύνη τό μοναστήρι πληρώνοντας ἕνα ταξί νά τόν μεταφέρη γρογορώτερα καί ἀσφαλέστερα.

Ἀπέναντι στόν σεβαστόν Γέροντά μας, παρότι εἶχαν μία διαφορά 20 καί πλέον χρόνων, ἔτρεφε ἀπέραντο σεβασμό, ἐκτίμησι καί ἀγάπη. Δέν ἐπιθυμοῦσε νά ἔλθη σέ ρῆξι μαζί του γιά ὁποιοδήποτε διοικητικό  ἤ ἄλλο θέμα. Φρόντιζε κάθε θέμα νά διεκπεραιώνεται μέσῳ τῆς ὑπακοῆς πρός τόν Γέροντα.

Τά τελευταῖα 10 χρόνια ἐργάσθηκε σάν γραμματεύς τῆς Μονῆς. Λόγῳ πολλῶν διανοητικῶν ἐργασιῶν του καθυστεροῦσε καί δέν πρόφθανε νά πάη στήν ἐκκλησία γιά τό Ἀπόδειπνο. Πάντοτε ὅμως τό ἔλεγε κατευθυνόμενος ἀπό τό γραφεῖο πρός τό κελλί του. Ἀπό τήν συνεχῆ διανοητική ἐργασία του, τόν ἔπιανε ὑπερέντασι καί εἶχε ἰσχυρούς πονοκεφάλους. Δέν ἀναπαυόπταν ἐάν δέν ἔκανε καί μία "βόλτα"μέσα στόν αὐλόγυρο τῆς Μονῆς. Δέν ἐπιθυμοῦσε νά συνομιλοῦν οἱ νέοι πατέρες μετά τό Ἀπόδειπνο καί μάλιστα μέ λαϊκούς προσκυνητές. Ἐάν συνελάμβανε κάποιον, τόν πλησίαζε ἀπαλά καί ἀθόρυβα καί τοῦ ὑπενθύμιζε: "Αὔριο τό πρωΐ, ἔχομεν Ἀκολουθία..." καί ἀπομακρυνόταν.

Δέν πήγαινε ἀμέσως στό κελλί του. Περνοῦσε πρῶτα ἀπό τό παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Ρωμαίας γιά ν᾿ ἀνάψη τά καντήλια. Μέσα  ἔμπαινε ξυπόλυτος ἀπό εὐλάβεια. Ἐνίοτε ἐδιάβαζε τούς Χαιρετισμούς της ἤ τήν Παράκλησί της.

Παρακαλοῦσε τήν Ἁγία νά τοῦ δώση  δύο  μῆνες πρό τοῦ θανάτου του μία ὀδυνηρή ἀρρώστεια γιά παράδειγμα τήν ὑδρωπικία γιά νά ξεπλυθῆ ἀπό τυχόν ἐξ ἀγνοίας του ἁμαρτήματα. Δέν τήν ἔλαβε ὅμως, διότι προφανῶς δέν τοῦ  χρειάσθηκε. Ἦτο ἕτοιμος καί καθαρός.

Μέ χρήματα πού τοῦ περίσσευαν ἀπό τίς ἐξόδους του στόν κόσμο παρήγγειλε ἀργυρᾶ φωτοστέφανα γιά τούς ἁγίους τοῦ τέμπλου τοῦ ναΐσκου τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας καί τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος στίς Καρυές. Ἀκόμη μέ δικές του οἰκονομίες παρήγγειλε νά τοῦ κατασκευάσουν οἱ χρυσοχόοι "Θωμᾶδες" ἀργυρές Λειψανοθῆκες γιά νά τοποθετήση Λείψανα Ἁγίων καί ἕνα μεγάλο τεμάχιο Λειψάνου τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Ρωμαίας.

Ἐάν κάποιος Ἀδελφός τόν στενοχωροῦσε, ἀντί ἄλλης ἀπαντήσεως ἔβγαζε ἕνα ἐπιφώνημα γεμᾶτο ἔκπληξι καί σιωπηλή διαμαρτυρία καί ἔφευγε...Ἔκτοτε μ᾿ αὐτούς τούς Ἀδελφούς, συνωμιλοῦσε ὀλιγώτερο, ὄχι ἀπό κακία, ἀλλά μόνο καί μόνο γιά νά τούς συνετίση μέ τήν σοβαρή του στάσι.

Ὅταν κάποτε ἐπρόκειτο νά μεταβῆ ὁ Γέροντάς μας στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο γιά τήν ἐπίλυσι διαφόρων ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων, οἱ ἄλλοι Γέροντες τῆς Μονῆς τόν ἐρώτησαν:

-Δέν θά εἰπῆς τίποτε στόν Γέροντα, ἐσύ πάτερ Ἀνδρέα;

-Ὄχι, διότι ὁ Γέροντας κατέχει καλά τά δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἔχω πλήρη ἐμπιστοσύνη στό πρόσωπό του. Θά τά εἰπῆ ὅλα, ὅπως ἔχουν τά πράγματα...

Κάποτε ἐπιφυλάχθηκε γιά τήν χειροτονία δύο ἱερομονάχων τῆς Μονῆς μας. Ὁ Θεός ὅμως γιά νά τόν βοηθήση νά μήν ἀμφιβάλλη γιά τίς ἐνέργειες τοῦ Γέροντος, τοῦ ἔδειξε τό ἑξῆς ὅραμα: Εἶδε κάτω ἀπό τόν Πολυέλεο τόν Γέροντα νά παίρνη Καιρό. Συγχρόνως εἶχε κρεμάσει στό στῆθος του καί δύο Εὐαγγέλια. Ὅταν ἐγύρισε, μαζί μέ τούς ἄλλους Ἱερομονάχους ὁ Γέροντας νά ζητήση κατά τήν τάξιν συγχώρησι, ἐκύτταξε τόν γέροντα Ἀνδρέα. Ἐκεῖνος κατάλαβε....

Συμβουλευόταν τόν Γέροντα καί γιά τά πιό ἀσήμαντα προσωπικά του ζητήματα. Ἔτσι δέν ἔκαμνε τό θέλημά του καί ὅλη τήν φροντίδα τῆς ψυχῆς του τήν εἶχε ἀφήσει στήν ποιμαντική διάκρισι τοῦ Γέροντος.

Συμβούλευε τούς νέους πατέρες: "Προσέχετε τόν Γέροντα. Νά τοῦ ἔχετε τελεία ἐμπιστοσύνη, διότι εἶναι ἀναντικατάστατος"

Στίς συνάξεις τῆς Ἀδελφότητος, πεταγόταν ὁ Γέρο Ἀρσένιος μέ τά διακριτικά του ἀστεῖα γιά νά ἐλέγξη ἀδελφικά τόν γέρο-Ἀνδρέα λέγοντάς του:

-Πάτερ Ἀνδρέα, πάλι ἄστοχα ἐμίλησες σήμερα.

-Ἄχ, ἄν ἦταν αὐτός ὁ Γέροντας κι αὐτοί οἱ ἀδελφοί ἀπό τήν ἀρχή, πού ἤλθαμε κι ἐμεῖς, ἐγώ σήμερα, γέρο-Ἀρσένιε, θά ἤμουν ἅγιος...

Τήν περίοδο τῆς Κατοχῆς ἐργάσθηκε σάν βοηθός μάγειρας κοντά στόν οἰκονόμο τοῦ Μετοχίου Βούλτσιστας, τόν μοναχό π. Νέστορα. Λόγῳ τῆς γερμανικῆς κατοχῆς πεινοῦσε πολύς κόσμος ἀπό τά γειτονικά χωριά. Στό Μετόχι εὕρισκαν καθημερινά ἀγάπη, παρηγοριά καί φαγητό. Ὁ Γέρο Νέστορας ἀναδείχθηκε ὁ προστάτης τῶν πτωχῶν καί τῶν κατατρεγμένων. Ὁ βοηθός του μοναχός Ἀνδρέας εἶχε τήν εὐλογία ἀπό τόν Οἰκονόμο νά δίνη σ᾿ ὅλους τούς ἀνθρώπους ψωμί, φαγητό καί ὅ,τι ἄλλο εἶχαν ἀνάγκη. Καί ὁ μέγας Προστάτης τῆς Μονῆς ὁ ἅγιος Νικόλαος τόσο πολύ εὐχαριστήθηκε, ὥστε εὐλόγησε τό τελευταῖο σιτάρι τῆς Μονῆς καί οἱ Πατέρες ἔπαιρναν ἀπό τήν ἀποθήκη χωρίς αὐτό νά τελειώνη.

Κάποτε τόν ἐρώτησε Ἀδελφός τῆς Μονῆς: Πάτερ Ἀνδρέα, στά χρόνια πού ὑπηρετήσατε στό νοσοκομεῖο τῆς Μονῆς θυμᾶσθε νά μᾶς εἰπῆτε ἱστορίες ἀπό τήν ζωή καί τήν ὁσιακή κοίμησι ἄλλων Γεροντάδων;

-Ἀπό τό 1936 πού ἦλθα στήν Μονή εὑρῆκα 63 Πατέρες πού αὐστηρούς στήν ἄσκησι. Οἱ περισσότεροι προεγνώρισαν τόν θάνατό τους, προειδοποιηθέντες ἀπό τούς Προστάτες τῆς Μονῆς μας, καθώς ἄκουσα καί εἶδα κι ἐγώ ὁ ἴδιος. Ἐκτός ἀπό τόν ἅγιο Γέροντά μου, ὁ ὁποῖος εἰδοποιήθηκε τρεῖς ἡμέρες ἐνωρίτερα ἀπό τήν κοίμησί του, ἦτο καί ὁ παπᾶ Στέφανος στό Γηροκομεῖο τῆς Μονῆς. Αὐτός ἐνώπιον καί ἄλλων Πατέρων μᾶς εἶπε: "Πατέρες αὐτή τήν στιγμή ἦλθε ὁ ἅγιος Νικόλαος καί μοῦ εἶπε νά κάνω ὑπομονή καί σέ λίγο θά ἔλθη νά μέ πάρη". Ἐπίσης ὁ Γέρο-Ἀρτέμιος, καταγόμενος ἀπό τήν Μικρά Ἀσία, πολλά χρόνια ράπτης στήν Μονή μας, ἐνῶ ἦτο ἀσθενής στό νοσοκομεῖο τῆς Μονῆς, ἄνοιξε ἡ πόρτα καί μπῆκε μέσα ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Τοῦ ἔδειξε τούς τύπους τῶν ἥλων, τοῦ εἶπε νά κάνη ὑπομονή, ἔπλησε τήν καρδιά του θείας εὐφροσύνης καί ἀνεχώρησε. Τήν ἑπομένη ἡμέρα, μετά τήν Θεία Κοινωνία ὁ Γέρο-Ἀρτέμιος ἀπῆλθε στά οὐράνια. Ἀλλά καί ὁ μακαριστός Γέρο-Βαρλαάμ δραστήριος μοναχός τῆς Μονῆς μας ἀξιώθηκε νά ἰδῆ τόν φύλακα Ἄγγελό του ἐν ἐγρηγόρσει μέ τήν στολή στρατιώτου, ὁ ὁποῖος καί τοῦ εἶπε: "Θέλημα Θεοῦ εἶναι νά ἔλθω ἐντός ὀλίγου καί νά πάρω ἐσένα, τόν π. Κασσιανό καί τόν π. Ἰωάννη. Γι᾿ αὐτό νά προετοιμασθῆτε". Καί ἔγινε ἄφαντος. Σέ λίγο, πράγματι, ἀσθένησε ὁ π. Κασσιανός, ἔλαβε τά Ἄχραντα Μυστήρια καί ἀνεπαύθη τόν αἰώνιο ὕπνο. Μετά ἀπό ὀλίγες ἡμέρες ἀσθένησε ὁ π. Ἰωάννης. Ἔκοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, καί λέγοντας τούς Χαιρετισμούς τῆς Θεοτόκου, ἀνεπαύθη πρίν τούς τελειώση. Καί ὁ Γέρο-Βαρλαάμ, μετά ἀπό διάστημα ἑνός καί πλέον μηνός, μετά τήν Θείαν Κοινωνίαν ἀνεπαύθη, ὅπως καί τό περίμενε.

Στά τελευταῖα πέντε χρόνια ἀποσύσθηκε ἀπό τήν ἐνεργό συμμετοχή του στά διοικητικά ζητήματα τῆς Μονῆς. Οἱ ἐνοχλήσεις τῆς καρδιᾶς του καί τό ζάχαρο τήν ἀνάγκαζαν νά ἀποφεύγη τίς μετακινήσεις καί νά ἐλέγχη τήν τροφή του. Στό διάστημα αὐτό μέ τήν βοήθεια ἑνός νεωτέρου ἀδελφοῦ τῆς Μονῆς τακτοποίησε τό ὀστεοφυλάκιο, πού εἶναι κάτω ἀπό τόν κοιμητηριακό ναό τῶν Ἁγίων Πάντων. Τοποθέτησε κατά εἶδος τά ὀστᾶ τῶν κοιμηθέντων Πατέρων κι δημιουργήθηκε ἀρκετός χῶρος καί γιά ἄλλα ὀστᾶ.

Δύο χρόνια πρίν ἀπό τήν κοίμησί του ἔγραψε ὁ Γέρο-Ἀνδρέας τήν πνευματική του Διαθήκη καί τήν ἐνεχείρισε στόν Γέροντά μας. Ἐπειδή εἶναι πολύ χαρακτιριστική τήν καταθέτουμε ἐδῶ ὁλόκληρη:

"Σεβαστέ μου Γέροντα, Χριστός Ἀνέστη, εὐλόγησον καί χαῖρε ἐν Κυρίῳ πάντοτε.

Ἐν πρώτοις σέ εὐχαριστῶ δι᾿ ὅσα καλά ἔκαμες γιά μένα ἐπί 11 χρόνια, καί ἐγώ τό κατά δύναμιν σέ ἐβοήθησα εἰς τό ἔργον σου, ὡς καί ὀνειδισμούς ἐδέχθην ὑπό Ἀδελφοῦ, καθώς τά γνωρίζεις.

Τώρα ἦλθε ὁ καιρός νά δείξης τό εὐγενές τῆς ψυχῆς σου. Καί πρῶτον θέλω μετά τόν θάνατό μου ἀμέσως νά γράψης μέσῳ τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος εἰς τό Πατριαρχεῖον, διά νά μοῦ βγάλουν Μετριότητα, τήν ὁποίαν νά διαβάση ἀρχιερεύς εἰς τόν τάφον μου ἤ στήν Θεία Λειτουργία. Πάρε τόν ἅγιον Ροδοστόλου, πού μέ ἀγαπᾶ καί ἐγώ τόν σέβομαι (ἀφοῦ πρῶτα τήν γράψης στήν γραφομηχανή νά διαβάζεται). Κατόπιν, ἐκτός ἀπό τό 40 λείτουργο πού θά μοῦ κάμη τό Μοναστήρι τῆ ἐντολῆ Σου, νά ἀφήσης καί ὅσους μοῦ ἔταξαν μέ τήν εὐλογία Σου νά μοῦ κάμουν καί αὐτοί. Ὁ Θεός θά σᾶς πληρώση ὅ,τι κάμετε γιά μένα. Ἐγώ πάντως ἔκαμα ὅ,τι ἦταν στό χέρι μου. Δέν ξέρω πῶς θά μέ κρίνη ὁ Θεός.

Ζητῶ συγχώρησι ἀπό ὅλους τούς πατέρας γιά ὅ,τι τούς ἐλύπησα μέ τόν ἀπότομο τρόπο μου. Κανέναν δέν ἐμίσησα, ὅλους τούς ἀγαπῶ, ἐκτιμῶ καί σέβομαι ὡς γνησίους ἀδελφούς καί χαίρομαι διότι ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ κανονικῶς. Σᾶς εὐγνωμονῶ διότι κάνατε ὑπομονή στήν κακοφωνία τῆς ψαλτικῆς μου, διότι ἡ παροιμία λέγει:"Πᾶς κακόφωνος καί ψαλτομανής".

Ὅσοι πάλιν μέ ἐλύπησαν ἤ ἐστενοχώρησαν, ὅλους τούς ἔχω συγχωρέσει ἀπό καρδίας, ἀλλά ἀνέκαθεν κάθε βράδυ στήν προσευχή μου λέγω: "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, δῶσε εἰς τούς πατέρας τῆς Μονῆς μας τά πρός σωτηρίαν αἰτήματα καί ζωήν τήν αἰώνιον. Εἰρήνευσον τούς πατέρας τῆς Μονῆς καί τόν κόσμον σου ἅπαντα, τούς δέ ἀπίστους φώτισέ τους νά σέ γνωρίσουν. Δῶσε τήν ὑγείαν εἰς ὅλους τούς ἀσθενεῖς ψυχῆ τε καί σώματι. Ἀνάπαυσον πάντας τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς, ὅπου ἐπισκοπεῖ τό φῶς τοῦ προσώπου Σου, τούς δέ κολασμένους ἐλάφρυνον τάς ὀδύνας τῶν κολάσέων τους, ἵνα δοξάζηταί Σου τό πανάγιον Ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί τέλος ἐλέησον καί μένα...".

 Καθώς γνωρίζεις Γέροντα, καθημερινῶς τραβάω κομποσχοίνια γιά τούς πατέρας τῆς Μονῆς μας, 2 διά τούς Ἀθωνίτας πατέρας καί 3 διά τόν κόσμον ἅπαντα. Ἕνα κομποσχοίνι διά ὅλους τούς αἰχμαλώτους τῆς γῆς, διά τούς ἀσθενεῖς, νά τούς δώση ὁ Θεός ὑγείαν ψυχῆς τε καί σώματος, καί γιά τούς ἐν φυλακαῖς, νά παρηγορήση τούς ἀδίκως φυλακισμένους.

Τέλος ὅ,τι κάμετε καί ἐσεῖς γιά μένα, θά σᾶς πληρώση ὁ καλός Θεός.

Εὔχομαι τό Μοναστήρι μας νά προοδεύη πνευματικῶς καί ὑλικῶς.

Μετά σεβασμοῦ ἀσπάζομαι τήν δεξιάν Σου ὁ ἐν Μοναχοῖς ἐλάχιστος Ἀνδρέας Γρηγοριάτης. 19-5-1986.

Μέ πολλή συγκίνησι ἐνθυμεῖται ὁ Γέροντάς μας τήν τελευταία εὐχή πού τοῦ ἔδωσε ὁ π. Ἀνδρέας, δύο ἡμέρες πρίν ξεψυχήση, ἐνῶ ἑτοιμαζόταν νά ταξιδεύση στό Φανάρι στήν Κωνσταντινούπολι. Τήν εὐχή αὐτή τήν κρατᾶ σάν κειμήλιο καί εὐλογία: "Γέροντα, ἡ Παναγία νἆναι μαζί σου".

Ἀρχές Μαΐου τοῦ 1988 μετέβη στό Μετόχιο τῆς Βούλτσιστας Κατερίνης γιά νά τακτοποιήση τό Ἀρχεῖο. Τήν Κυριακή ἐκκλησιάσθηκε καί κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων στό Μετόχιο τῆς Σταυρουπόλεως. Μετά τήν Θεία Κοινωνία, ἔχασε τίς αἰσθήσεις του καί μεταφέρθηκε στό Ἐπιτροπικό τῆς Ροτόντας. Ἐν συνεχείᾳ στό νοσοκομεῖο Ἀχέπα, ὅπου καί παρέδωσε σέ λίγο τήν ψυχή του στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Μεταφέρθηκε στήν Μονή μας, ὅπου μετά τήν ἐξόδιο Ἀκολουθία, ἐτάφη στό Κοιμητήριο.

Ἡ ψυχή τοῦ γέροντος Ἀνδρέου ἀναπαύεται στίς αἰώνιες μονές, ὅπως καί ὁ ἴδιος ἔλεγε χαριεντιζόμενος ὅτι "ἐμεῖς ἐπάνω ἔχουμε δικό μας Γρηγοριάτικο μοναστήρι". Ἀδελφός τῆς Μονῆς τόν εἶδε στόν ὕπνο του μέ λαμπρή στολή καί φωτεινό πρόσωπο καί τόν ἐρώτησε:

-Τί κάνεις πάτερ Ἀνδρέα;

-Μέ τήν εὐχή σου εὑρίσκομαι στόν παράδεισο.

Ἕνας ἄλλος ἀδελφός τῆς Μονῆς μας, ὁ Γέρο-Σωφρόνιος τόν εἶδε, τρεῖς μῆνες μετά τήν κοίμησί του, ἕνα μεσημέρι ὁλοζώντανον μέσα στήν αὐλή τῆς Μονῆς. Ἦτο  ντυμένος μέ ράσα πεντακάθαρα καί τό πρόσωπο του ἦτο κατάλευκο καί χαμογελαστό. Ἀπ᾿ ἔξω ἀπό τά ράσα του εἶχε ἐπάνω του ἕνα λευκό σεντόνι σάν φαιλόνιο. Ὁ μακαριστός γέρο-Σωφρόνιος μᾶς διηγήθηκε μέ δάκρυα τήν θαυμαστή αὐτή ἐπίσκεψι τοῦ μακαριστοῦ π. Ἀνδρέου. Τόν ἐρώτησα:

-Γιατί ἐμφανίσθηκε σέ σένα, πάτερ ὁ Γέρο-Ἀνδρέας;

-Εἴχαμε κάνει συμφωνία, ὅποιος φύγει πρῶτος, νά ἐμφανισθῆ, μετά τήν κοίμησί του καί νά παρηγορήση τόν ἄλλον.

Ὁ Γέρο Ἀρσένιος ὅμως πού ἔμαθε τήν θαυμαστή αὐτή ἐμφάνεια τοῦ π. Ἀνδρέου, μᾶς εἶπε ὅτι εἶχαν κάποτε οἱ δυό τους σάν ἄνθρωποι ἐνοχληθῆ καί γι᾿ αὐτό ὁ Γέρο-Ἀνδρέας ἦλθε ἀπό τόν οὐρανό νά τοῦ διαμηνύση ὅτι δέν ὑπάρχει κάποιο νεφύδριο καί εἶναι πάντα ἀγαπημένοι καί συμφιλιωμένοι.

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου