Η σκηνή στο Κιλκίς, έξω από τράπεζα, σφίγγοντας υπομονετικά τα δόντια, τους «τραπεζίτες» μου, και περιμένοντας την σειρά μου. Δίπλα μου δύο «λαδικά», ηλικιωμένες, πάνω από τα 70, παντελονοφορούσες, με ξεχειλισμένα και κρεμασμένα τα «στεατοπυγικά» τους, κρατώντας στο χέρι τους ένα λουρί που καταλήγει σε σκυλί. Άθελα ακούω. «Τι είναι το δικό σου, αγοράκι ή κοριτσάκι; Τι όμορφο! τι χαριτωμένο! Πώς το βάφτισες;». (Δεν θυμάμαι τα …βαφτιστικά τους). Αν δεν τις έβλεπα, θα νόμιζα ότι μιλούν για τα εγγονάκια τους. Δίπλα μου μια νεαρή γυναίκα με το όντως χαριτωμένο παιδάκι της. Τα «λαδικά» σημασία. Μπερδευόταν στα ποδάρια τους το μικρό παιδί και αυτές το μάτι τους, με λαγνεία και θαυμασμό, στα τετράποδα ζώα. Και δώσ’ του οι αγκαλιές και τα χαϊδέματα και τα φιλιά και οι φιλοφρονήσεις για τα αξιολάτρευτα «αγοράκια» και «κοριτσάκια» τους. Έφυγα, γιατί άρχισαν «να καπνίζουν τα μάτια μου» από οργή.
Η παρακμή μας είναι βαθιά και ίσως αθεράπευτη. Σκέφτομαι ότι, αν την ίδια προσοχή και αγάπη δείχναμε για τα παιδιά μας (και τα εγγόνια), παρά για τα σκυλιά μας και λοιπά ζώα συντροφιάς, όπως τα ονομάζουν, θα ήμασταν σε πολύ καλύτερη θέση. Εξάλλου οι νόμοι κοστολογούν ακριβότερη την ζωή των σκυλιών από των ανθρώπων. (Αν τα σκυλιά καταλάβαιναν την «αξία» τους, θα κυβερνούσαν την Ελλάδα).
Αυτές τις ημέρες παρακολουθούμε τις ανεπίτρεπτες αντιμαχίες σε σχολείο της Θεσσαλονίκης. Νέοι αγριεμένοι «αλληλοσκοτώνονται». Οι αριστερόμυαλοι, βυθισμένοι στην επιπολαιότητά τους, αναζητούν ταγματασφαλίτες. Οι «αλλόμυαλοι», όντες εξουσία, με την ίδια ρηχότητα, καλούν εισαγγελείς. (Κάποτε παραιτούνταν για λόγους ευθιξίας οι υπουργοί, όταν συνέβαινε κάτι ντροπιαστικό στο πεδίο ευθύνης τους. Ευθιξία; τι είναι αυτό; τρώγεται;).
Κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να ερμηνεύσει τα αίτια. Τι είναι αυτό που οδηγεί τους νέους να φέρονται βίαια, χωρίς αγκυλώσεις εσωτερικές, ανενδοίαστα πριν, δίχως τύψεις μετά, όπως βλέπουμε να συμβαίνει και μες στα σχολεία πια;
Κι ένα ακόμη ερώτημα, εις επίρρωσιν των προηγουμένων. Πού εντοπίζεται το λάθος ή καλύτερα το έγκλημα: στην ανατροφή των παιδιών, στην οικογένεια ή στην παρεχόμενη στο σχολείο εκπαίδευση; Για την πολιτεία δεν ομιλώ. Τους πολιτικούς, ως γνωστόν, πλην των τιμητικών εξαιρέσεων, δεν τους ενδιαφέρουν οι επόμενες γενεές, αλλά οι επόμενες εκλογές.
«Τις πταίει», λοιπόν, και έγιναν οι πολιτείες μας λημέρια της βίας και καταντήσαμε «των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι» για να θυμηθούμε και τον Παλαμά.
Πρώτον: «Πάρε τις λέξεις μου και δώσ’ μου το χέρι σου», γράφει χαριτωμένα ο ποιητικός λόγος. «Οι νέοι κάνουν διάλογο, επικοινωνούν, αλλά με λόγια του αέρα. Τους δώσαμε τον λόγο, χωρίς να τους δώσουμε τις λέξεις», έλεγε σοφός καθηγητής. Όταν δεν συνομιλείς, δεν συν-ζητάς, τότε αναλαμβάνουν τα χέρια ή οι ύβρεις να λύσουν τις διαφορές. Καταφεύγουν οι νέοι- και όχι μόνο- σε πράξεις βίας, οι οποίες θα μπορούσαν να αποφευχθούν μόνο με τον διάλογο.
Υπάρχουν πολλές αιτίες που ωθούν την καταφυγή στην βία. Και οι σοβαρότερες είναι η οικογενειακή και σχολική ανατροφή και εκπαίδευση. Στα σπίτια κυριαρχεί το «πρέπει» και όχι το «πρέπον». Το «πρέπει» είναι απρόσωπο ρήμα, το «πρέπον» είναι μετοχή, συμμετοχή, συζήτηση και παράδειγμα. Στα σχολεία, οι εκπαιδευτικοί, εφαρμόζουν την προτροπή «όποιος είναι έξυπνος κάνει τον χαζό». Τόλμα να κάνεις αυστηρή παρατήρηση σε μαθητή του Λυκείου γιατί, για παράδειγμα, βρίζει ασυστόλως; Ίσως κινδυνεύσεις να χάσεις την εργασία σου… Οι λέξεις πειθαρχία, σεβασμός, τιμωρία, είναι προγραμμένες από το σχολικό λεξιλόγιο και τα βιβλία. Μόνο κάτι τσιρίδες ακούμε για αντιρατσισμό, διαφορετικότητα, σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, αξιολόγηση και δικαιώματα των παιδιών.
Δεύτερον: Η καταστρεπτική επίδραση της εικόνας, της τηλεόρασης, του διαδικτύου, οι μάστιγες της εποχής μας. Γι’ αυτήν την επιβλαβή έκθεση ευθύνονται κυρίως οι γονείς, που πολλές φορές κληροδοτούν την προσωπική τους εξάρτηση και στα παιδιά. Η τωρινή τηλεόραση-μείγμα λάσπης, σπέρματος και αίματος- κονιορτοποιεί προσωπικότητες και εξαθλιώνει ψυχικά μικρούς και μεγάλους.
Τρίτον: Τα παιδιά δεν παίζουν σαν παιδιά -στα διαλείμματα «παίζουν ξύλο»- κι αυτό «ανεπαισθήτως» τα εξοργίζει. Παραπέμπω όμως σ’ ένα θαυμάσιο κείμενο του αείμνηστου δασκάλου μας, Σαράντου Καργάκου, σε άρθρο του, στις 24-1-2014, στην έγκριτη εφ. «ΕΣΤΙΑ». «Ο φιλόσοφος Αναξαγόρας, ο δάσκαλος του Περικλή, ο καλούμενος από τους συγχρόνους του "Νους", διότι έθετε τον νουν άξονα των πάντων, διωγμένος από την Αθήνα, κατέφυγε στη Λάμψακο, αποικία των Φωκαέων στον Ελλήσποντο. Οι "εν τέλει" της πόλεως, δηλαδή οι άρχοντες της Λαμψάκου, το θεώρησαν μεγάλη τιμή που ένας τέτοιος σοφός πήρε την απόφαση να περάσει τα στερνά του βίου του στη δική τους γη. Κι έκαναν το παν για να τον ευχαριστήσουν. Τον ερώτησαν κάποτε, ποια θα ήταν η πιο μεγάλη -ίσως η τελευταία του- επιθυμία, που θα ήθελε να ικανοποιήσουν. Και ο φιλόσοφος τους αποκρίθηκε: "Τους παίδας εν ω αν αποθάνω μηνί κατ' έτος παίζειν συγχωρείν" (= Ν' αφήνετε τα παιδιά να παίζουν κάθε χρόνο το μήνα που θα πεθάνω). Οι Λαμψακινοί τήρησαν την υπόσχεσή τους επί αιώνες. Όπως διαβάζουμε σε κείμενο του 3ου μ.Χ., δηλαδή σε κείμενο που γράφτηκε 600 και πλέον χρόνια μετά το θάνατο του Αναξαγόρα, "εφυλάττετο το έθος και νυν". Διότι είχαν κατανοήσει πως, όταν το παιδί δεν παίξει, δεν "παιδιαρίσει", θα αρχίσει να παιδιαρίζει, όταν θα πρέπει ν' αρχίσει το ωρίμασμά του». Και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο…
Τέταρτον: Η περιρρέουσα ατιμωρησία. Βρέθηκαν σε Λύκειο της Θεσσαλονίκης, καδρόνια, μολότωφ, μαχαίρια και αεροβόλα πιστόλια. Έγιναν συλλήψεις. Τι θα συμβεί; Θα προσφύγουν στα καταστρεπτικά ελαφρυντικά. «Είναι έφηβοι, βράζει το αίμα τους, θα διαρρηγνύουν οι γονείς τα ιμάτιά τους για το πόσο καλά παιδιά είναι, φωτοστεφανωμένα, παρασύρθηκαν, κακές παρέες, είναι «ημιπιτσιρικάδες», όπως θα έλεγε και ο Βούτσης πατήρ, για τον 35χρονο υιό του, θα πέσουν και τα σχετικά τηλέφωνα από επωνύμους, κρατικούς και παρακρατικούς, παράγοντες και θα την γλιτώσουν με τις πάρα πολύ αυστηρές «ποινές» του τύπου, «να μην ξαναγίνει αυτό», «θα φωνάξω την μαμά σου», όπως συνηθίζουμε και στο Δημοτικό.