Κυριακή 2 Ιουνίου 2019

Ο Αχμέτ που έγινε Αλέξανδρος

Ο Γέροντάς μου, μια φορά την εβδομάδα, κάνει μία πνευματική συνάντηση. Δεν είναι κάτι κλειστό. Μπορεί νάρθει όποιος θέλει και γίνεται στο ναό που υπηρετεί ως εφημέριος.
Στην τελευταία συνάντηση, αφού τελείωσε η συζήτηση, είπε: "έλα επάνω Αλέξανδρε" και ένας μελαχροινός άνδρας κάθισε συνεσταλμένα δίπλα του. Μας είπε πως ο Αλέξανδρος είναι νεοφώτιστος χριστιανός και γνωρίστηκαν όταν του ζήτησε να πει το "Πάτερ ημών" στη λειτουργία, όπου πηγαίνει καθημερινά (για να κυριολεκτούμε, φτάνει στο ναό από τις εξήμισυ το πρωί, πριν τον ιερέα...).
Ο Αλέξανδρος μίλησε με φωτεινό, παιδικό ύφος για την αναζήτηση της Αλήθειας και για την αδημονία του να βαπτισθεί. 
" Όταν ο φίλος που με βάπτισε είπε πως θα πάμε στο Άγιο Όρος να γίνει η βάφτιση, του είπα θα αργήσουμε, τώρα δεν γίνεται; Να εδώ έχετε θάλασσα, έχουμε νερό, ας βαπτισθώ"(!)
Μας είπε πως καιρό πριν αποφασίσει να μπει στο ναό, καθόταν στα παγκάκια του προαυλίου "Ντρεπόμουν" είπε (κι'εγώ ντράπηκα για την δική μου ευκολία να μπαινοβγαίνω στις εκκλησιές, δίχως συστολή, χωρίς δέος...).
Κάποτε όμως το αποφάσισε και από τότε δεν έφυγε από την αυλή του Κυρίου...
Ξεροβήξαμε, τάχα πνιγήκαμε, και το ομαδικό χειροκρότημα έδωσε διέξοδο στην συγκίνησή μας.
Καλοστεριωμένος να είσαι Αλέξανδρε στην πίστη του Χριστού μας.
Σήμερα βρήκα λεπτομέρειες γιαυτόν στο φιλικό μπλογκ "Αγιορείτικες Μνήμες" και σας τις παραθέτω, προς δόξαν Θεού και ενδυνάμωση της δικής μας πίστης.
"Ο Άχμετ γεννήθηκε και μεγάλωσε σ’ ένα χωριό του Αφγανιστάν, μέσα στον πόλεμο. Οι παιδικές του αναμνήσεις είναι σκόνη, φτώχεια, υποχρεωτική ισλαμική εκπαίδευση σε ιεροδιδασκαλεία και πόλεμος.
-Δεν θυμάμαι πια ποιοί πολεμούσαν με ποιούς, πάντως μονίμως υπήρχε πόλεμος. 
Για χρόνια δούλευε για τους Ταλιμπάν, κάνοντας διάφορα πράγματα... Μουσουλμάνος, φανατικός, ανήκε στο λεγόμενο ριζοσπαστικό ισλάμ. 
Κάποια στιγμή όμως δεν άντεξε άλλο αυτή τη ζωή, τη μιζέρια, τη φτώχεια, τη βία, τον πόνο, τον θάνατο που τον έζωνε από παντού.

Στα 23 του, πέρασε από τα δύσβατα βουνίσια περάσματα της οροσειράς (που για χρόνια έκρυβε τον διαβόητο Οσάμα Μπιν Λάντεν) στο Πακιστάν και από εκεί στο Ιράν. Το μόνο του «διαβατήριο» ήταν η κοινή γλώσσα. Τα «φαρσί»...
Δούλεψε 2 χρόνια εκεί και πάντα «χωρίς χαρτιά» έφτασε στα παράλια της Μικρασίας στην Τουρκία που γι αυτόν ήταν...η Πύλη για τον Παράδεισο της Δύσης.
Ένα χειμωνιάτικο βράδυ, 9 χρόνια πριν, με ένα φουσκωτό απ’ αυτά που παίζουν τα παιδιά στις παραλίες, δύο κουπιά-παιχνίδια και 4-5 μπουκάλια νερό, έπεσε στη θάλασσα απέναντι από τη Μυτιλήνη που του φαινόταν τόσο κοντά...
-Η θάλασσα ήταν κατάμαυρη, διαλέξαμε μια νύχτα χωρίς φεγγάρι μέσα στο χειμώνα με πολύ αέρα. Δεν ξέραμε καθόλου κολύμπι. Τα κύματα μας φαινόταν βουνά. Κάπου στο βάθος ένα κόκκινο φανάρι αναβόσβηνε...Η βάρκα καρυδότσουφλο στα κύματα....Σε λίγο κατάλαβα ότι δεν ήταν ούτε κοντά, ούτε εύκολο το ταξίδι για τον παράδεισο...
Μετά από περίπου 10 ώρες, βγήκαμε σε μια απόκρημνη ακτή με βράχια. Μας έπιασε απελπισία γιατί δεν ξέραμε αν θα τα καταφέρναμε να ανέβουμε, τόσο κοφτερά ήταν...Τελικά ανεβήκαμε και βγήκαμε σ’ ένα χωματόδρομο. 
Σε λίγη ώρα συναντήσαμε μια ηλικιωμένη μαυροφορεμένη γυναίκα με ένα μαντήλι -νομίσαμε ότι ήταν μουσουλμάνα- με ένα παιδάκι. Ο φίλος μου μιλούσε λίγα αγγλικά, η γυναίκα τίποτε. Με νοήματα μας έδειξε προς έναν δρόμο ασφαλτοστρωμένο και μας έδωσε μερικά κέρματα που καταλάβαμε ότι ήταν όλα της τα χρήματα για να πάρουμε το λεωφορείο για την πόλη. 
Πήγαμε στο λιμάνι για να μπούμε στο πρώτο καράβι για τον Πειραιά. Στην πόρτα μας έπιασαν. Μετά από 3 μήνες σε ένα μικρό κέντρο υποδοχής μεταναστών που είχε πολλούς ανθρώπους σαν εμάς, μας έδωσαν ένα χαρτί και μας έδιωξαν για την Αθήνα. Έμαθα ελληνικά, δούλεψα σε διάφορες δουλειές μέχρι που βρήκα μια κανονική δουλειά σαν εργάτης σε εταιρία που τοποθετούσε ηλικακά συστήματα. Με πλήρωναν καλά, με έγραψαν στο Ι.Κ.Α. έκανα τα χαρτιά μου για πολιτικό άσυλο...Δούλεψα στην Αθήνα, στην ίδια εταιρία 6 χρόνια.
Όλα αυτά τα χρόνια μετά τη δουλειά πήγαινα στην αρχή έξω από τις εκκλησίες -κάτι με τράβαγε εκεί- και μετά άρχισα να μπαίνω και μέσα. Γαλήνευα...Καθώς τα ελληνικά μου γινόταν όλο και καλύτερα, θέλησα να μάθω περισσότερα για το Χριστό. 
Βρήκα μια Καινή Διαθήκη που όμως ήταν σε μια γλώσσα που δεν καταλάβαινα...(σημ. Αρχαία Ελληνικά). Τελικά βρήκα μία μπλέ στα ελληνικά που είχα μάθει. Άρχισα να τη διαβάζω.
Αποφάσισα πως θέλω να γίνω Χριστιανός. 
Έφυγα από την Αθήνα όταν η εταιρία έκλεισε και πήγα στην επαρχία κάνοντας διάφορες αγροτικές δουλειές. 
Τελικά βρήκα ένα μικρό υπόγειο διαμερισματάκι στην πόλη εκεί κοντά. 
Είχε θάλασσα. Μου άρεσε η θάλασσα πολύ στην Ελλάδα. 
Λίγο πριν το Πάσχα του 2013 αποφάσισα  να ζητήσω να γίνω χριστιανός...
Την Τετάρτη 5 Ιουνίου, το απόγευμα, της Μεσοπεντηκοστής με το παλαιό ημερολόγιο, σ’ένα μπαλκόνι ενός Αγιορείτικου κελιού, πάνω από τις Καρυές, κοιτάζοντας την Σκήτη του Αγίου Ανδρέα, (Σαράϊ) και το ατέλειωτο γαλάζιο του Αιγαίου, κοιτάζοντας την ίδια θάλασσα που ένα βράδυ διέσχισε από την αντίθετη κατεύθυνση, κάτω από έναν πανέμορφο ουρανό  και με ένα ολόλαμπρο ήλιο, ο Άχμετ έγινε Χριστιανός.
Πήρε το όνομα Αλέξανδρος..
Για την ιστορία, η βάφτιση έγινε στο Ιερό Χιλανδαρινό Κελλί «Γενέσιον της Θεοτόκου» - Μαρουδά, στις 5 το απόγευμα της Τετάρτης 23/5-5/6 από τον Γέροντα Ιερομόναχο Μακάριο και τον Ιερομόναχο Παύλο με ανάδοχο τον Ραφαήλ μ., παρουσία 10 προσκυνητών του Κελίου. 
Κοινώνησε για πρώτη φορά των Αχράντων Μυστηρίων την επομένη το πρωί στην Θεία Λειτουργία. 
Το όνομα που του εδόθη είναι του Αγίου Αλεξάνδρου του Νεομάρτυρος του εις Θεσσαλονίκην μαρτυρήσαντος κατά το έτος 1794 στις 26/5, που επονομάζεται Άγιος Αλέξανδρος «ο Δερβίσης». Την παραμονή της βάφτισης (που συνέπεσε με την επίσκεψη του Πατριάρχου Μόσχας και Πασών των Ρωσιών στο Άγιον Όρος) ο κατηχούμενος Άχμετ πήρε την ευχή του Αγίου Πρώτου π. Μάξιμου Ιβηρίτου."