Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025

Ὁ Μεγαλέξανδρος στὴν Τουρκοκρατία

Χαράλαμπος Μηνάογλου
Σὲ ὅλες τὶς περιόδους τῆς Τουρκοκρατίας ὁ Ἀλέξανδρος προβάλλεται ὡς σύμβολο ἀντίστασης στὸν κατακτητή, καθὼς ἡ ἐπιβολή του ὡς ἀπόλυτου κυρίαρχου στὴν Ἀνατολὴ κατὰ τὸ παρελθὸν γεννᾶ ἐλπίδες γιὰ μία παρόμοια ἐξέλιξη στὸ παρόν. Πέρα ὅμως ἀπὸ αὐτὸ ὁ Μεγαλέξανδρος κατέστη καὶ ὁ συνεκτικὸς δεσμὸς τῶν ἀπανταχοῦ Ἑλλήνων. Λειτούργησε ἐνοποιητικὰ πέρα ἀπὸ τὸν χρόνο καὶ μέσα στὸν χῶρο. τὸ τοπικιστικὸ πνεῦμα, ἀλλοῦ περισσότερο καὶ ἀλλοῦ λιγότερο ὑπῆρχε καὶ κατὰ τὴν Τουρκοκρατία. Φράσεις, ὅμως, σὰν καὶ τὴν ἀκόλουθη ποὺ ἐκστομίζει ὁ Ἀλέξανδρος σίγουρα ἐνίσχυσαν τὴν αἴσθηση τοῦ συνανήκειν τῶν Πελοποννησίων, τῶν Στερεοελλαδιτῶν, τῶν Νησιωτῶν, τῶν Μακεδόνων, τῶν Μικρασιατῶν καὶ τῶν ὑπόλοιπων τοπικῶν ἑλληνικῶν κοινοτήτων : «ὦ θαυμαστοὶ καὶ ἀνδρειωμένοι Μακεδόνιοι καὶ Παμφλαγόνες καὶ Λακεδαιμόνιοι, ἀκούσατε ὅλοι». Ὅλοι ὑπηρετοῦν στὸν ἀγῶνα τοῦ Ἀλέξανδρου κατὰ τῶν Περσῶν, ὅπως ἀκριβῶς στὰ χρόνια τῆς Ἐπανάστασης θὰ ὑπηρετήσουν στὸν Ἀγῶνα κατὰ τῶν Τούρκων. 

Αὐτὸν τὸν Ἀλέξανδρο γνωρίζει ὁ ἑλληνικὸς κόσμος τῆς Τουρκοκρατίας. Πέρα ἀπὸ τοὺς λογίους, καὶ ἁπλοῖ ὀλιγογράμματοι Ἕλληνες, τὸ ἀναγνωστικὸ κοινὸ τῶν ἀλλεπάλληλων ἐκδόσεων τῆς Φυλλάδας, τὸν ἀντιμετωπίζουν ὡς σύμβολο ἀντίστασης καὶ λύτρωσης ἀπέναντι στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία, ἰδίως κατὰ τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 18ο αἰῶνα. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ὡς πρὸς τοῦτο ἡ περίπτωση τοῦ Ἰωάννη Πρίγκου, ἐμπόρου ἀπὸ τὴν Ζαγορά, ὁ ὁποῖος ἔζησε μετά τα μέσα τοῦ 18ου αἰῶνα στὸ Ἄμστερνταμ καὶ ἔβλεπε μὲ συμπάθεια τὴν Ρωσία. Ἐκεῖ συνέταξε τὸ ἀκόμη ἀνέκδοτο Χρονικὸ τοῦ Ἄμστερνταμ. Σὲ ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ ὀγκώδους αὐτοῦ κειμένου, ποὺ εὐτυχῶς ἔχουμε τὴν τύχη νὰ ἔχει ἐκδοθεῖ ἀπὸ παλιά, ὁ Πρίγκος σημειώνει τα παρακάτω ὡς λεγόμενα ἑνὸς Ἕλληνα ποὺ βλέπει τὴν μεγαλοπρέπεια τῆς ὁλλανδικῆς Αὐλῆς τῆς ἐποχῆς του: 

«οἰς κρίμασι Κύριε, εἶπε, καὶ διατὶ ἐμεῖς νὰ εἴμεστε ἀπὸ κάτω ἀπὸ τὸν Τοῦρκο, καὶ διατὶ ἐμεῖς νὰ εἴμεστε ὑπόδουλοι καὶ νὰ μὴ ἔχωμε καθὼς ἐτοῦτοι βασίλειο καὶ ἐλευθερία; ἐλευθέρωσε καὶ ἐμᾶς τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς ἀπὸ τὸν Τοῦρκο ὁ Θεὸς νὰ γίνη καὶ εἰς ἐμᾶς ἔλεος νὰ ἐλευθερωθῇ τὸ γένος ἀπὸ τὸν Ἀγαρινόν, ὁ Θεὸς νὰ ἐννεύση εἰς τὴν καρδίαν τῆς Βασιλείας Ρουσσίας, ὅπου εἶναι ὀμόπιστη, νὰ μᾶς ἐλευθερώση ἀπὸ τὸν ζυγὸν τὸν βαρὺν καὶ τὸν ἀβάστακτον, τὸν ἄδικον, τὸν ἄρπαγον, τὸν ἄπιστον Τοῦρκο, διὰ αὔξησιν, στερέωσιν τοῦ Χριστιανισμοῦ. ναὶ κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν γίνου ἔλεος. Ἕως πότε βασιλεύει αὐτὸ τὸ ἥμισυ φεγγάρι ὅπου κυριεύει τὴν πόλιν τοῦ Κωνσταντίνου; Ἀπὸ τὰ 1454(sic) ἕως τώρα 1768, χρόνοι 314. Φτάνει Θεέ μου ἡ ὀργή σου, μακροθύμησον, ἀκόμη δὲν σώθηκαν οἱ ἁμαρτίες νὰ μᾶς ἐλευθερώσης, Θεέ μου ; Ἐπαραοργίσαμε τὴν καλοκαγαθίαν σου καὶ διὰ τοῦτο μᾶς ἔβαλες σὲ ὑποταγὴ τοιούτου ἀγρίου θερίου τοῦ ἀσεβοῦς Ἀγαρηνοῦ. Θεέ μου, νεῦσον εἰς τὲς καρδιὲς τῶν χριστιανῶν βασιλέων νὰ ὁμονοιάσουν νὰ ἐξαθρακίσουν αὐτὸν τὸν αἱμοβόρον λύκον, αὐτὸ τὸ ἀχόρταγο ζῶο, ὁποὺ ἡ ζωή του εἶναι σὰν τοῦ χοίρου, εἰς τὴν τροφὴν καὶ τὴν τρυφήν, στὴν ἀδικία μὲ τὰ δοσίματά του, βάρη ἀπάνω εἰς βάρη, διὰ νὰ μᾶς λιγάνη, νὰ μᾶς ἀφανίση. Θεέ μου ἀφάνισέ τον, ἂς πάγη αὐτὴ ἡ ὀργὴ ἐκεῖ, ἀπὸ ἐκεῖ ὅπου ἦλθε. Ἀσήκωσε, Θεέ μου, ἕναν ἄλλον Ἀλέξανδρον, ὡς ποτε ἐκεῖνος τοὺς Πέρσας ἔδιωξε ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, ἔτζι καὶ αὐτὸν τὸν τύραννο νὰ τὸν διώξη, νὰ λάμψη πάλε ἡ χριστιανοσύνη στοὺς τόπους τῆς Ἑλλάδος καθὼς καὶ πρῶτα». 

Τὸ ἀπόσπασμα εἶναι ἀποκαλυπτικὸ πέρα ἀπὸ τὴν διάσταση τοῦ Ἀλέξανδρου ὡς τοῦ κατ' ἐξοχὴν συμβόλου πολεμικῆς ἀρετῆς καὶ ἐπικράτησης πάνω στὸν ἐξ Ἀνατολῶν κίνδυνο καὶ γιὰ τὴν παρουσίαση τῆς ἑλληνικῆς διαχρονίας. Στὰ παρακάλια του πρὸς τὸν Θεὸ ὁ Ἕλληνας τοῦ 18ου αἰῶνα ἀπὸ τὸ Ἄμστερνταμ, τὸν Ἀλέξανδρο σκέφτεται πρῶτον, καὶ τὴν ἀνάδειξη ἑνὸς ὁμοίου τοῦ ζητᾶ ἀπὸ τὸν Θεό, ὥστε νὰ λάμψει πάλι ἡ χριστιανοσύνη στὴν Ἑλλάδα. Φαίνεται, λοιπόν, μία ξεκάθαρη σχέση στὴν ἰδεολογία τοῦ προεπαναστατικοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀνάμεσα στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Ἑλλάδα. Μόνο ὡς χριστιανοσύνη νοεῖται ἡ Ἑλλάδα ποὺ μπορεῖ νὰ ἐλευθερωθεῖ. Πρόκειται, δηλαδὴ γιὰ τὴν ἔκφραση στὸ ἐπίπεδο τῆς λαϊκότροπης ἰδεολογίας ποὺ ἐκφράζει ὁ Πρίγκος τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ καὶ τοῦ ἴδιου του Μεγαλέξανδρου, ὅπως αὐτὸς ἔγινε στὴν Φυλλάδα του. Παράλληλα, ὁ Ἀλέξανδρος τοῦ Ἕλληνα τοῦ Ἄμστερνταμ εἶναι αὐτὸς ποὺ θὰ ἀποκαταστήσει τὸ ἑλληνικὸ γένος στὴν προτέρα του εὔκλεια καὶ συγκεκριμένα θὰ ἀνακτήσει τὴν Πόλη τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, τοῦ ἑτέρου βασιλέα συμβόλου. Συνειδητά, ἡ ἀσύνειδα, ὁ ὀλιγογράμματος Πρίγκος κατορθώνει μέσα σὲ λίγες γραμμὲς νὰ συμπυκνώσει τὴν ἱστορικὴ μνήμη τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς ἐποχῆς του, παρουσιάζοντας καὶ τὶς δύο μεγάλες του κληρονομιές, τὴν ἀρχαιοελληνικὴ (Μ. Ἀλέξανδρος), τὴν χριστιανική, καὶ τὸν πρῶτο ἡγέτη ποὺ σύνθεσε τὶς δύο αὐτὲς ποὺ κυριολεκτικὰ ὁρίζουν τὸν Ἕλληνα, τὸν Μ. Κωνσταντῖνο.