Σάββατο 25 Μαΐου 2024

ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ Η ΘΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΞΕΡΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

 

ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Ἡ διάκριση καὶ ἡ πεῖρα τοῦ πνευματικοῦ

– Γέροντα, στὴν ἐποχή μας, μὲ τὴν τόση ἁμαρτία ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο, δὲν  εἶναι δύσκολη μερικὲς φορὲς ἡ θέση τοῦ πνευματικοῦ;

– Ναί, εἶναι δύσκολη. Γι᾿ αὐτὸ στὴν ἀρχὴ καλὰ εἶναι ὁ πνευματικὸς νὰ προσπαθῆ νὰ διορθώνη τὰ πολὺ σοβαρὰ ἁμαρτήματα, μέχρι νὰ φύγη ἡ πολλὴ ἁμαρτία ἀπὸ τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γίνουν πιὸ δεκτικά. Νὰ φέρεται μὲ ἐπιείκεια, ἀλλὰ συγχρόνως μὲ τρόπο νὰ καθοδηγῆ τὸν ἄνθρωπο ἔτσι, ὥστε νὰ καταλάβη τὰ σφάλματά του καὶ νὰ ζητήση ἀπὸ τὸν Θεὸ συγχώρηση. Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ τονίζη στὸν ἐξομολογούμενο ὅτι χρειάζεται μετάνοια, ἀλλαγὴ ζωῆς, γιὰ νὰ λάβη τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης πολὺ βοηθάει νὰ μιλάη στοὺς ἀνθρώπους μὲ ἀγάπη γιὰ τὴν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὥστε μόνοι τους νὰ φιλοτιμηθοῦν, νὰ αἰσθανθοῦν τὰ λάθη τους καὶ νὰ ἀλλάξουν συνήθειες.

 

Ἕνας νέος πνευματικός, μέχρι νὰ ἀποκτήση πεῖρα, εἶναι καλύτερα νὰ βοηθάη σὲ εὔκολες περιπτώσεις. Μπορεῖ λ.χ. μιὰ δύσκολη ψυχὴ νὰ καθυστερῆ τὴν πνευματική του πρόοδο μὲ τὰ σαμποτὰζ ποὺ θὰ τοῦ κάνη καὶ νὰ τοῦ τρώη ὅλον τὸν χρόνο. Ἂν δὲν προσέξη, μὲ τὴν καλή του διάθεση θὰ δίνη πάντοτε σημασία στὶς σκηνὲς ποὺ θὰ κάνη μιὰ τέτοια ψυχή, θὰ ξοδεύη ἄσκοπα τὶς δυνάμεις του καὶ θὰ ταλαιπωρῆται. Ὅταν ἀποκτήση πεῖρα, θὰ ξέρη πότε πρέπει νὰ δώση σημασία καὶ πότε νὰ ἀδιαφορήση. Νά, τώρα ἐγὼ στὰ γράμματα ποὺ μοῦ στέλνουν ρίχνω μιὰ ματιὰ καί, ἂν εἶναι κάτι σοβαρό, σ᾿ ἐκεῖνο θὰ δώσω προσοχή. Εἶναι καὶ τοῦ πειρασμοῦ πολλὲς φορές. Ἄλλος σοῦ λέει: «δυὸ λεπτά, κάτι θὰ σοῦ πῶ ἐδῶ στὴν πόρτα» καὶ σὲ κρατάει μιὰ ὥρα. Νὰ εἶσαι ἱδρωμένος, νὰ σὲ χτυπάη ἐν τῷ μεταξὺ τὸ ρεῦμα, νὰ τρέμης, καὶ νὰ σοῦ λέη ἱστορίες, σὰν νὰ μὴ συμβαίνη τίποτε. Ἔ, ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι αὐτό; Μετὰ ἀρρωσταίνεις, δὲν μπορεῖς νὰ κάνης προσευχὴ οὔτε γιὰ τὸν κόσμο οὔτε γιὰ τὸν ἑαυτό σου, καὶ ἀχρηστεύεσαι γιὰ μέρες. Ἔρχεται ὕστερα κάποιος ποὺ ὁ καημένος ἔχει πραγματικὴ ἀνάγκη, καὶ δὲν μπορεῖς νὰ τὸν βοηθήσης.

Αὐτοὺς πάλι ποὺ ἔχουν κάποιο σοβαρὸ πρόβλημα, δὲν φθάνει νὰ τοὺς ἀκούσης, νὰ δῆς ὅτι ἔχουν ἕναν πόνο καὶ νὰ τοὺς πῆς: «Πάρε μιὰ ἀσπιρίνη». «Ἕνα λεπτὸ νὰ σὲ ἀπασχολήσω, λένε μερικοί, γιατὶ φεύγει τὸ αὐτοκίνητο», καὶ σοῦ λένε ἕνα σοβαρὸ θέμα. Σὰν νὰ ἔχη κάποιος καρκίνο καὶ νὰ λέη στὸν γιατρό: «Κάνε μιὰ ἐγχείρηση, γιατὶ φεύγω σὲ λίγο μὲ τὸ ἀεροπλάνο!». Κάθε πάθηση θέλει τὸν ἀνάλογο χρόνο. Νὰ δῆς ἀπὸ ποῦ ξεκινάει, τί συμπτώματα ἔχει κ.λπ. Σὲ ἕνα σοβαρὸ θέμα δὲν μπορεῖς νὰ δώσης πρόχειρες λύσεις. Ἕνας δόκιμος μοναχὸς μὲ πλησίασε στὴν λιτανεία ποὺ κάνουν στὸ Ἅγιον Ὄρος τὴν Διακαινήσιμο ἑβδομάδα, ἀκριβῶς μόλις πήραμε μιὰ ἀνηφόρα, καὶ ἤθελε νὰ τοῦ πῶ περὶ νοερᾶς προσευχῆς. Τόσες φορὲς εἶχε ἔρθει στὸ Καλύβι καὶ ποτὲ δὲν ρώτησε γι᾿ αὐτὸ τὸ θέμα, καὶ ἐκεῖ, πάνω στὴν ἀνηφόρα, εἶχε τὴν ἔμπνευση νὰ ρωτήση γιὰ ἕνα τόσο λεπτὸ θέμα! Ἕνα λεπτὸ καὶ σοβαρὸ θέμα δὲν συζητιέται οὔτε στὸ πόδι οὔτε στὸν ἀνήφορο…

Ὁ πνευματικὸς καθορίζει κάθε πότε θὰ κοινωνάη ὁ πιστὸς

– Γέροντα, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Ὁ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει»1. Πότε κοινωνάει κανεὶς «ἀναξίως»;

– Βασικὰ πρέπει νὰ προσερχώμαστε στὴν θεία Κοινωνία ἔχοντας συναίσθηση τῆς ἀναξιότητός μας. Ὁ Χριστὸς ζητᾶ ἀπὸ μᾶς τὴν συντριβὴ καὶ τὴν ταπείνωση. Ὅταν ὑπάρχη κάτι ποὺ ἐνοχλεῖ τὴν συνείδησή μας, πρέπει νὰ τὸ τακτοποιοῦμε. Ἂν π.χ. μαλώσαμε μὲ κάποιον, πρέπει νὰ συμφιλιωθοῦμε μαζί του καὶ ὕστερα νὰ κοινωνήσουμε.

– Γέροντα, μερικοί, ἐνῶ ἔχουν εὐλογία ἀπὸ τὸν πνευματικὸ νὰ κοινωνήσουν, διστάζουν.

– Δὲν θὰ ρυθμίση κανεὶς μόνος του, ἂν θὰ κοινωνήση ἢ ὄχι. Ἂν μόνος του ἀποφασίζη νὰ κοινωνήση ἢ νὰ μὴν κοινωνήση, θὰ τὸ ἐκμεταλλευτῆ ὁ διάβολος καὶ θὰ τοῦ ἀνοίξη δουλειά. Πολλὲς φορὲς νομίζουμε ὅτι εἴμαστε ἄξιοι, ἐνῶ δὲν εἴμαστε, ἢ ἄλλοτε σύμφωνα μὲ τὸν νόμο πράγματι δὲν εἴμαστε ἄξιοι, ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τῶν Ἁγίων Πατέρων χρειάζεται ἡ θεία μετάγγιση γιὰ νοσηλεία καὶ ἡ θεία παρηγοριά, γιατὶ ἀπὸ τὴν πολλὴ συντριβὴ τῆς μετανοίας μπορεῖ νὰ ἔρθη ἀπὸ τὰ δεξιὰ ὁ ἐχθρὸς καὶ νὰ μᾶς ρίξη σὲ ἀπόγνωση.

– Δηλαδή, Γέροντα, κάθε πότε πρέπει νὰ κοινωνάη κανείς;

– Τὸ κάθε πότε πρέπει νὰ κοινωνάη κανεὶς καὶ τὸ πόσο πρέπει νὰ νηστεύη πρὶν ἀπὸ τὴν θεία Κοινωνία δὲν μπαίνουν σὲ καλούπι. Ὁ πνευματικὸς θὰ καθορίζη μὲ διάκριση κάθε πότε θὰ κοινωνάη καὶ πόσο θὰ νηστεύη, ἀνάλογα μὲ τὴν ἀντοχὴ ποὺ ἔχει. Παράλληλα θὰ τὸν ὁδηγῆ καὶ στὴν πνευματικὴ νηστεία, τὴν ἀποχὴ ἀπὸ τὰ πάθη, ρυθμίζοντάς την καὶ αὐτὴν ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματική του εὐαισθησία, ἀνάλογα δηλαδὴ μὲ τὸ πόσο συναισθάνεται τὸ σφάλμα του, καὶ ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν του τὸ κακὸ ποὺ μπορεῖ νὰ κάνη ὁ ἐχθρὸς πολεμώντας μιὰ εὐαίσθητη ψυχή, γιὰ νὰ τὴν φέρη σὲ ἀπόγνωση.

Σὲ πτώσεις λ.χ. σαρκικές, γιὰ τὶς ὁποῖες δίνεται κανόνας σαράντα ἡμερῶν ἀποχῆς ἀπὸ τὴν θεία Κοινωνία, μπορεῖ ὁ διάβολος νὰ ρίξη πάλι τὴν ψυχὴ στὶς τριάντα πέντε ἡμέρες καί, ἂν δοθῆ νέος κανόνας σαράντα ἡμερῶν, ὁ διάβολος θὰ πάρη φαλάγγι τὴν ψυχή, ὁπότε ζαλίζεται καὶ ἀπελπίζεται. Σ᾿ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις μπορεῖ ὁ πνευματικός, μετὰ τὸν πρῶτο κανόνα, νὰ πῆ: «κοίταξε, πρόσεξε μιὰ ἑβδομάδα καὶ νὰ κοινωνήσης», καὶ ὕστερα νὰ κοινωνάη συνέχεια σὲ κάθε θεία Λειτουργία, γιὰ νὰ μπορέση νὰ πάρη ἐπάνω της ἡ ψυχὴ καὶ νὰ πάη ὁ διάβολος πέρα.

Ἕνας πάλι ποὺ ζῆ πνευματικὴ καὶ προσεκτικὴ ζωὴ θὰ προσέρχεται στὸ μυστήριο, ὅποτε αἰσθάνεται τὴν θεία Κοινωνία ὡς ἀνάγκη καὶ ὄχι ἀπὸ συνήθεια, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ θὰ γίνεται μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του.

Ἡ χρήση τῶν ἐπιτιμίων

– Γέροντα, ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν ἐντολῶν βοηθάει νὰ ἔχουμε τὴν αἴσθηση τοῦ Θεοῦ;

– Ποιῶν ἐντολῶν; τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου;

– Ὄχι, τοῦ Εὐαγγελίου.

– Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν βοηθάει, ἀλλὰ ἡ σωστὴ τήρηση, γιατὶ μπορεῖ κανεὶς νὰ τηρῆ τὶς ἐντολὲς καὶ λανθασμένα. Στὴν πνευματικὴ ζωὴ χρειάζεται ἡ θεία δικαιοσύνη καὶ ὄχι ἡ ξερὴ ἐφαρμογὴ τοῦ νόμου. Βλέπουμε καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες μὲ πόση διάκριση ἔλεγαν νὰ ἐφαρμόζωνται οἱ ἱεροὶ κανόνες!

Ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ πιὸ αὐστηρὸς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔχει γράψει τοὺς πιὸ αὐστηροὺς κανόνες, ἀναφέρει τὸν κανόνα ποὺ ἰσχύει γιὰ μιὰ ἁμαρτία, ἀλλὰ μετὰ ὁ ἴδιος προσθέτει: «Μὴν ἐξετάζης χρόνο ἀλλὰ τρόπο μετανοίας»2.

Δηλαδή, ἂν δύο ἄνθρωποι κάνουν τὴν ἴδια ἁμαρτία, ὁ πνευματικός, ἀνάλογα μὲ τὴν μετάνοια τοῦ καθενός, μπορεῖ στὸν ἕναν νὰ βάλη κανόνα νὰ μὴν κοινωνήση δύο χρόνια καὶ στὸν ἄλλον δύο μῆνες. Τόση διαφορὰ δηλαδή!

– Γέροντα, τὸ ἐπιτίμιο βοηθάει νὰ κοπῆ ἕνα πάθος;

– Πρέπει νὰ καταλάβη ὅτι τὸ ἐπιτίμιο θὰ τὸν βοηθήση. Ἀλλιῶς, τί νὰ πῆ κανείς; Ἂν προσπαθῆς νὰ διορθώσης ἕναν ἄνθρωπο μὲ τὸ ξύλο, δὲν κάνεις τίποτε. Τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως ὁ Χριστὸς σ᾿ ἐσένα, ποὺ πῆγες νὰ τὸν διορθώσης διὰ τῆς βίας, θὰ πῆ: «Διοκλητιανὸς ἤσουν;» καὶ σ᾿ ἐκεῖνον θὰ πῆ: «Ὅ,τι ἔκανες, τὸ ἔκανες διὰ τῆς βίας».

Δὲν θὰ τὸν πνίξουμε τὸν ἄλλο, γιὰ νὰ τὸν στείλουμε στὸν Παράδεισο, ἀλλὰ θὰ τὸν βοηθήσουμε νὰ ζητήση μόνος του νὰ κάνη κάποια ἄσκηση. Νὰ φθάση νὰ χαίρεται γιατὶ ζῆ, νὰ χαίρεται γιατὶ πεθαίνει.

Τὰ ἐπιτίμια εἶναι στὴν διάκριση τοῦ πνευματικοῦ. Στοὺς ἐν ψυχρῷ ἁμαρτάνοντας ὁ πνευματικὸς πρέπει νὰ εἶναι ἀνυποχώρητα αὐστηρός. Αὐτὸν ποὺ νικιέται, ἀλλὰ μετανοεῖ, ταπεινώνεται, ζητάει μὲ συστολὴ συγχώρεση, θὰ τὸν βοηθάη μὲ διάκριση νὰ πλησιάση πάλι στὸν Θεό. Ἔτσι ἔκαναν καὶ τόσοι Ἅγιοι.

Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης λ.χ. ὡς πνευματικὸς συνήθως δὲν ἔβαζε κανόνα στοὺς ἀνθρώπους. Προσπαθοῦσε νὰ τοὺς φέρη σὲ συναίσθηση, ὥστε ἀπὸ φιλότιμο νὰ ζητήσουν μόνοι τους νὰ κάνουν ἄσκηση ἢ ἐλεημοσύνες ἢ ἄλλου εἴδους καλωσύνες.

Ὅταν ἔβλεπε κανένα παιδάκι δαιμονισμένο ἢ παράλυτο καὶ καταλάβαινε ὅτι οἱ γονεῖς ἦταν αἰτία ποὺ ταλαιπωρεῖται τὸ καημένο, θεράπευε πρῶτα τὸ παιδὶ καὶ ἔδινε κανόνα στοὺς γονεῖς, γιὰ νὰ προσέχουν στὴν συνέχεια.

 

Μερικοὶ λένε: «Ἄ, ὁ τάδε πνευματικὸς εἶναι πολὺ πατερικός. Πολὺ αὐστηρός! Εἶναι ἔξυπνος, ἔχει μνήμη, ξέρει τὸ Πηδάλιο3 ἀπ᾿ ἔξω». Ἕνας πνευματικὸς ὅμως ποὺ ἐφαρμόζει κατὰ γράμμα τοὺς κανόνες ποὺ ἀναφέρει τὸ Πηδάλιο μπορεῖ νὰ κάνη κακὸ στὴν Ἐκκλησία.

Δὲν βοηθάει νὰ πάρη ὁ πνευματικὸς τὸ Πηδάλιο καὶ νὰ ἀρχίση: «Τί ἁμαρτία ἔκανες ἐσύ; Αὐτή. Τί γράφει ἐδῶ γι᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση; Τόσα χρόνια ἀποχὴ ἀπὸ τὴν θεία Κοινωνία! Ἐσὺ τί ἔκανες; Αὐτό. Τί γράφει ἐδῶ; Αὐτὸν τὸν κανόνα!».

– Πρέπει, Γέροντα, κανεὶς νὰ λαμβάνη ὑπ᾿ ὄψιν του δεκάδες πράγματα.

– Ναί, ἰδίως στὴν σημερινὴ ἐποχὴ δὲν εἶναι νὰ πάη κανεὶς νὰ ἐφαρμόση ὅλον τὸν νόμο τῆς Ἐκκλησίας μὲ μιὰ ἀδιάκριτη αὐστηρότητα, ἀλλὰ πρέπει νὰ καλλιεργήση τὸ φιλότιμο στοὺς ἀνθρώπους. Νὰ κάνη πρῶτα δουλειὰ στὸν ἑαυτό του, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ βοηθάη τὶς ψυχές, ἀλλιῶς θὰ σπάζη κεφάλια.

Τὸ Πηδάλιο λέγεται πηδάλιο, γιατὶ ὁδηγεῖ πρὸς τὴν σωτηρία τὸν ἄνθρωπο πότε μὲ τὸν ἕναν τρόπο καὶ πότε μὲ τὸν ἄλλον, ὅπως ὁ καραβοκύρης πάει τὸ πηδάλιο πότε ἀριστερὰ καὶ πότε δεξιά, γιὰ νὰ βγάλη τὸ καράβι στὴν ἀκτή. Ἂν τὸ πάη ὁλόισια, χωρὶς νὰ στρίψη ὅπου χρειάζεται, θὰ ρίξη τὸ καράβι πάνω στὰ βράχια, θὰ τὸ βουλιάξη  καὶ θὰ πνιγοῦν οἱ ἄνθρωποι. Ἂν ὁ πνευματικὸς χρησιμοποιῆ τοὺς κανόνες σάν… κανόνια, καὶ ὄχι μὲ διάκριση, ἀνάλογα μὲ τὸν ἄνθρωπο, μὲ τὴν μετάνοια ποὺ ἔχει κ.λπ., ἀντὶ νὰ θεραπεύη ψυχές, θὰ ἐγκληματῆ.

Ἡ συγχωρητικὴ εὐχὴ

Μερικοὶ πνευματικοὶ ἔχουν ἕνα τυπικό: Ὅταν δὲν ἐπιτρέπεται ὁ ἐξομολογούμενος νὰ κοινωνήση, δὲν τοῦ διαβάζουν συγχωρητικὴ εὐχή. Ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι ποὺ λένε: «Εἶναι ἡ γραμμή μας νὰ μὴ διαβάζουμε πάντοτε συγχωρητικὴ εὐχή». Αὐτὸ εἶναι κάτι σὰν προτεσταντικό…

Ἦρθε ἕνα παιδὶ στὸ Καλύβι ποὺ εἶχε μερικὲς πτώσεις. Πῆγε, ἐξομολογήθηκε, ἀλλὰ δὲν τοῦ διάβασε συγχωρητικὴ εὐχὴ ὁ πνευματικός. Τὸ καημένο, τὸ ἔπιασε ἀπελπισία. «Γιὰ νὰ μὴ μοῦ διαβάση εὐχὴ ὁ πνευματικός, ἄρα δὲν μὲ συγχωράει καὶ ὁ Θεός», σκέφθηκε καὶ πήγαινε γιὰ αὐτοκτονία. «Νὰ πᾶς, τοῦ λέω, στὸν πνευματικὸ νὰ σοῦ διαβάση εὐχή. Καὶ ἂν δὲν σοῦ διαβάση αὐτός, νὰ πᾶς σὲ ἄλλον πνευματικό».

Χωρὶς συγχωρητικὴ εὐχὴ θὰ ἔχη συνέχεια πτώσεις ὁ ἄνθρωπος, γιατὶ δὲν χάνει ὁ διάβολος τὰ δικαιώματα. Πῶς νὰ παλέψη ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ ὁ διάβολος ἔχει ἀκόμη δικαιώματα; Δὲν εἶναι ἐλευθερωμένος· δέχεται δαιμονικὲς ἐπιδράσεις. Ἐνῶ μὲ τὴν συγχωρητικὴ εὐχὴ κόβονται οἱ ἐπιδράσεις, γίνεται ἀνακατάληψη τοῦ ἐδάφους, ὁπότε ὁ καημένος βοηθιέται καὶ μπορεῖ νὰ παλέψη, νὰ ἀγωνισθῆ, γιὰ νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ τὰ πάθη.

1 Α´ Κορ. 11, 29.

2 Βλ. Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Ἐπιστολὴ 217, παρ. 84, PG 32, 808Β: «Οὐ γὰρ πάντως τῷ χρόνῳ κρίνομεν τὰ τοιαῦτα, ἀλλὰ τῷ τρόπῳ τῆς μετανοίας προσέχομεν».

3 Συλλογὴ Κανόνων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία περιέχει τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τοὺς Ἀποστολικοὺς Κανόνες, καθὼς καὶ τοὺς Κανόνες τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μὲ σύντομη ἑρμηνεία. Τὴν συνέταξαν κατὰ τὸ 1793 ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καὶ ὁ μοναχὸς Ἀγάπιος.

 

ΓΕΡΟΝΤΟΣ  ΠΑΪΣΙΟΥ  ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

ΛΟΓΟΙ Γ’ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ

ΙΕΡΟΝ  ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ – 2001

https://www.entaksis.gr