Τόν ἐγνώρισα ὡς ἀρχοντάρη τό 1975, ὅταν εἶχα ἔλθῃ ὡς δόκιμος Μοναχός στό Μοναστήρι. Μέ ἐντυπωσίαζε ἡ προθυμία του διά τήν καθαριότητα τοῦ διακονήματός του, στό ὁποῖον ὑπηρέτησε ἐπί 20 συνεχῆ χρόνια. Παρά τά 84 χρόνια του, ἦταν τακτικός στήν Ἐκκλησία, ὅπου καί ἔψαλλε μέ τήν ἰσχνή φωνή του. Κάποια φορά ἐπῆγα στό κελλί του. Ἐκεῖνος καθόταν στήν ἁπλωταριά καί βλέποντας πρός τήν θάλασσα, ἐστέναζε καί κινοῦσε θρηνητικά τό κεφάλι του. Τόν πλησίασα, τοῦ ἀσπάσθηκα τό χέρι, καί εἰς ἀδιάκριτη ἐρώτησί μου, διατί στενάζει, μοῦ ἀπήντησε: «῎Αχ παιδί μου, ἐγώ ἔχω ματώσει τήν θάλασσα μέ τά παράνομα ἔργα μου».
Πράγματι, ὁ Γέρο-Μακάριος ἐπέρασε στά νεανικά του χρόνια μία ἀσυνήθιστη δοκιμασία. Ἀλλά, πρίν τήν περιγράψουμε, ἄς ἀρχίσουμε ἀπό τήν καταγωγή του. Γεννήθηκε στό ῎Αργος Πελοποννήσου τό ἔτος 1892, ἀλλά μεγάλωσε στήν Ἀθήνα. Ἐκεῖ ὁ πατέρας του εἶχε γίνει εὐκατάστατος, διότι εἶχε ἀνοίξει ξενοδοχεῖο καί ἑστιατόριο πλησίον τοῦ ῾Αγίου Κωνσταντίνου ῾Ομονοίας. Τό βαπτιστικό του ἦταν Μηνᾶς καί τό πατρώνυμον Ζωϊόπουλος τοῦ Χρήστου. ῏Ηταν μοναχογυιός. Τό ἔτος 1922 ἔφυγε διά νά μονάσῃ στό ῞Αγιον ῎Ορος, καί ἐβύθισε σέ μεγάλο πένθος τούς γονεῖς του καί ἰδιαίτερα τήν μητέρα του, διότι σ᾿ αὐτόν ἐστήριζε ὅλες τίς ἀνθρώπινες ἐλπίδες της.
Ἀφοῦ ἦλθε στό Μοναστήρι, μετά τρία χρόνια ἐκάρη Μοναχός. Τότε ἀρρώστησε καί βγῆκε στήν Θεσσαλονίκη διά νά ὑποβληθῆ σέ ἐγχείρησι κήλης. Τό ἔμαθε ἡ μητέρα του, ὅτι ὁ υἱός της εἶναι ἄρρωστος στήν Θεσσαλονίκη καί ἦλθε ἀμέσως κοντά του. Τόν παρεκίνησε νά κατέβῃ στήν Ἀθήνα γιά νά κάνῃ ἐκεῖ τήν ἐγχείρησι. Πράγματι, χειρουργήθηκε στήν Ἀθήνα, ἀλλά, ἐνῶ ἑτοιμαζόταν νά ἐπιστρέψῃ στήν Μονή, συνάντησε δυναμική θά ἐλέγαμε τήν ἀντίδρασι τῆς μητέρας του. Μέ τά δάκρυά της, τίς παρακλήσεις καί ὑποσχέσεις, τόν κατέπεισε νά μείνῃ στό κόσμο γιά νά γηροκομήσῃ τούς γονεῖς του καί νά κληρονομήσῃ τήν τεράστια πατρική περιουσία.
Παρ᾿ ὅτι ὡς ἄνθρωπος ὑπέκυψε σ᾿ αὐτόν τόν πειρασμό τῆς μητέρας του, ὅμως δέν ἔπαυε καθημερινῶς νά ἐκτελῇ τόν μοναχικό του κανόνα, τά κομβοσχοίνια του καί τίς προσευχές του. Αὐτή ἡ ἀγαθή προαίρεσίς του, συνεκίνησε τόν Θεόν καί τοῦ ἑτοίμασε τήν ὁδόν τῆς ἐπιστροφῆς, ὅπως τόν ἄσωτο υἱό.῾Ο πόθος τῆς μετανοίας εἶχε ἀνάψει στήν καρδιά του, ἀλλά πῶς τώρα παντρεμένος μέ ἕνα παιδάκι 7 ἐτῶν, θά ἐγκαταλείψῃ τήν οἰκογένειά του, τήν περιουσία του, τούς φίλους καί συγγενεῖς του γιά νά πάρῃ τόν δρόμον τοῦ χαμένου παραδείσου; Τά ἀδύνατα παρ᾿ ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστίν. Τρία συγκλονιστικά γεγονότα προεκάλεσαν τήν ἐσπευσμένη ἀπαγκίστρωσί του ἀπό τά γήϊνα μέ τά ὁποῖα ἦταν τόσο σφυκτά δεμένος ἐπί 9 χρόνια.
Κάποια φορά πιεζόμενος ἀπό τό πάθημά του, ἐπεσκέφθηκε τόν ἐνάρετο χριστιανό καί μεγάλο λογοτέχνη Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη γιά νά πάρῃ τήν συμβουλή του.
Κύριε Ἀλέξανδρε, τοῦ εἶπε, ἔχω νά σᾶς εἰπῷ κάτι.
Εὐαχαρίστως ὅ,τι θέλετε.
Ἐμένα ὅπως μέ βλέπετε καί μέ ξέρετε, δέν εἶμαι ὁ κύριος Μηνᾶς Ζωϊόπουλος, ἀλλά ὁ Μοναχός Μακάριος Γρηγοριάτης. Τί πρέπει νά κάνῳ γιά νά σωθῷ; 'Από τήν μιά πλευρά οἱ ἰσχυροί οἰκογενειακοί δεσμοί, καί ἀπό τήν ἄλλη ὁ ἔλεγχος τῆς συνειδήσεως καί ὁ φόβος τῆς αἰωνίου κολάσεως μέ ἔχουν φέρει σέ ἀδιέξοδο. Δέν ξέρω, τί νά κάνῳ; Τί μέ συμβουλεύετε;
῾Ο κ. Ἀλέξανδρος ἔβγαλε ἀπό τό συρτάρι του τό Μέγα καί Ἀγγελικό Σχῆμα τῶν Μοναχῶν, τό ἀσπάσθηκε μπροστά του καί τοῦ εἶπε:
Βλέπεις αὐτό τό Σχῆμα; Κάθε ἡμέρα τό ἀσπάζομαι τώρα ἐπί 12 χρόνια, καί περιμένω πότε νά ἔλθῃ ἡ εὐλογημένη ὥρα νά τό φορέσῳ, καί ἐσύ μέ ἐρωτᾶς τί νά κάνῃς; Νά γυρίσῃς ἀμέσως πίσω. ῾Υπάρχει μετάνοια καί σωτηρία. ῾Η ἀγωνία ὅπου ἔχεις γιά τήν ψυχική σου σωτηρία, εἶναι σημεῖον τοῦ Θείου ἐλέους. Καί διά τήν οἰκογένειάν σου μή μεριμνᾶς, θά φροντίσῃ δι᾿ αὐτήν ὁ Θεός.
Τό δεύτερο γεγονός εἶναι τό ἑξῆς: ῾Ο γέροντάς του ὁ παπᾶ Γεώργιος, δέν ἔπαυε ἀπό τό Μοναστήρι νά τοῦ στέλλῃ γράμματα καί νά τόν παρακαλῇ νά γυρίσῃ πίσω. Κάποια φορά ἕνα ἀπό αὐτά ἔπεσε στά χέρια τῆς γυναικός του, ἡ ὁποία μέχρι τότε δέν ἤξερε ὅτι ὁ ἄνδρας της ἦταν πρίν Μοναχός ἁγιορείτης. Τό ἤξερε μόνον ὁ ἀδελφός της μέ τόν ὁποῖον ὁ ἀδελφός Μακάριος συνεργαζόταν στίς ξενοδοχειακές του ἐπιχειρήσεις.
῞Οταν τό βράδυ ἦλθε στό σπίτι ὁ δυστυχής Μακάριος, ἄκουσε κατάπληκτος ἀπό τήν γυναῖκα του τά ἑξῆς λόγια: «῎Ησουν πρίν Μοναχός καί μοῦ τό ἔκρυβες ἔεε: Λοιπόν ἀπό σήμερα διακόπτουμε κάθε συζυγική σχέσι».
'Εν τῷ μεταξύ στίς ἐπιχειρήσεις του δέν ἔβλεπε ποτέ «ἄσπρη ἡμέρα». Χρεωκοποῦσε ἀπό τήν μία, ἄνοιγε μέ τόν κουνιάδο του ἄλλη. Καί σ' αὐτήν ἀποτύγχανε. Κάποτε ἐπῆγε στόν Πύργο τῆς Ἠλείας καί ἄνοιξε μέ τόν συνεργάτη του κινηματογράφο. Τόν ἔκλεισε ὅμως γρήγορα, διότι δέν εἶχε πελατεία. ῎Αν καί ἔκαιε καντήλι στό σπίτι του καί στό εἰκόνισμα εἶχε ῞Αγια Λείψανα, ἐν τούτοις ὅλα τοῦ ἤρχοντο ἀνάποδα. Τόν κυνηγοῦσε ὁ Θεός μέ ἀνθρώπινες ἀποτυχίες διά νά τόν ἀναγκάσῃ νά θυμηθῇ τίς ὑποσχέσεις του καί νά ἐργασθῇ, ὅπως πρῶτα διά τήν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς του.
Τό τρίτο πλέον συνταρακτικό γεγονός ἦταν τό ἑξῆς:
῞Ενα βράδυ καθώς ἦταν κουρασμένος, ἐξάπλωσε στό κεραβάτι του. Μαζί του ἐπάνω εἰς τό στῆθος του ἐπῆρε καί τό παιδάκι του μέ τό ὁποῖο ἔπαιζε, τό χάϊδευε καί τό φιλοῦσε. Ξαφνικά βλέπει τό παιδί ἐπάνω στό στῆθος τοῦ πατέρα του, ἐνῶ φοροῦσε ἄσπρο ὑποκάμισο, κόκκινα γράμματα. Ἦταν τά γράμματα τοῦ Ἀγγελικοῦ του Σχήματος, τό ὁποῖον σάν σφραγίδα παραμένει ἀνεξίτηλο ἀπό τή ζωή κάθε Μεγαλόσχημου Μοναχοῦ. Μπαμπά, δός μου καί ἐμένα ἀπό αὐτά τά ὡραῖα κόκκινα στολίδα πού ἔχεις μπροστά σου; ῾Ο πονεμένος Γέρο-Μακάριος κατάλαβε, ὅτι τόν ἀγαπᾶ ἀκόμα ὁ Θεός, ἀφοῦ στό μικρό παιδάκι τοῦ ἀπεκάλυψε, ὅτι εἶναι ἀκόμα Μοναχός καί Μοναχός θά πεθάνῃ. Ἀπεφάσισε ἀμέσως νά ἐπιστρέψῃ.
Χωρίς νά ἐνημερώσῃ τήν σύζυγόν του, τούς ἄλλους συγγενεῖς του, ἐφίλησε μέ κλάμματα τό παιδάκι του καί μέ τό βραδυνό τραῖνο ἔφθασε κατ᾿ εὐθείαν στήν Θεσσαλονίκη. Τήν ἄλλη ἡμέρα μέ τό πλοιάριο ἦλθε στήν μετάνοιά του, τήν Μονή τοῦ ῾Οσίου Γρηγορίου. Ἐδῶ ὁ Θεός τοῦ προβάλλει ἄλλη δοκιμασία καί παιδαγωγική τιμωρία διά νά τόν δοκιμάσῃ. Πλησιάζοντας εἰς τήν πύλη τῆς Μονῆς, μία δύναμις τόν ἐμποδίζει. Ἐπιχειρεῖ καί πάλιν νά εἰσέλθῃ, ἀλλά ἀδύνατον. Ἐπί τρεῖς φορές ἐπιχειρεῖ, καί ὁ Θεός τῆς ἀγάπης ἀρνεῖται. Περιμένει κάποια μεγάλη τώρα ὑπόσχεσι, τήν ὁποίαν ὁ ἀδελφός Μακάριος δέν ἄργησε νά δώσῃ στόν φιλάνθρωπο Δεσπότη Χριστό. Τοῦ εἶπε: «Δέσποτα Ἰησοῦ Χριστέ καί ῞Αγιε Νικόλαε, Προστάτα τῆς Μονῆς μας, δεχθῆτε με στό Μοναστήρι σας, καί σᾶς ὑπόσχομαι δέν θά βγῷ πάλι στόν κόσμο μέ τό θέλημά μου». Πράγματι ἀφέθη ἐλευθέρα ἡ εἴσοδος, καί μεγάλη χαρά ἔγινε στήν Μονή «ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῶ μετανοοῦντι, ὅτι νεκρός ἦν καί ἀνέζησε, ἀπολωλός ἦν καί εὑρέθη».
῎Εκτοτε ἔζησε στό Μοναστήρι ἐπί 41 χρόνια μέ θερμή μετάνοια καί δάκρυα, καθημερινῶς ἐνθυμούμενος τό ὀλίσθημα πού ὡς ἄνθρωπος ἔπεσε, καί ὡς υἱός τοῦ Θεοῦ ἐπανῆλθε καί ἀνεστήθη. ῾Η ἄπειρη εὐσπλαχνία του, καθώς μοῦ ἔλεγε, τοῦ τρυποῦσε τά στήθη καί τοῦ προκαλοῦσε πολλά δάκρυα εὐγνωμοσύνης καί εὐχαριστίας.
῾Υπηρέτησε μέ πνεῦμα θυσίας καί αὐταπαρνήσεως ὡς βοηθός δοχειάρης, παρηγουμενιάρης καί προπαντός ὡς ἀρχοντάρης. Οἱ προσκυνηταί εύχαριστοῦντο ἀπό τήν ἀγάπη καί τήν φιλοξενία του. ῾Η καθαριότης τοῦ ἀρχονταρικίου ἦταν παροιμιώδης ἐπί τῆς ἐποχῆς του. Οἱ Πατέρες τῆς ἐρήμου, ὁσάκις ἤρχοντο γιά δουλειές ἤ γιά τίς πανηγύρεις τῆς Μονῆς, ἔβλεπαν τόν Γέρο-Μακάριο μέ τό πινέλο στό χέρι. ῾Η προϋπηρεσία του ὡς ξενοδόχου στόν κόσμο, τόν εἶχε διδάξει πολλά γιά τή διοίκησι καί φιλάδελφη διακονία τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Τί δέ νά διηγηθῇ κανείς γιά τίς κηπουρικές του ἀσχολίες; Μέ τό ζῆλο καί τήν σωματική ἀντοχή πού εἶχε, ἔσπασε τόν βράχο καί μετέστρεψε πρός ἄλλη κατεύθυνσι τήν κοίτη τοῦ χειμάρου γιά νά ἐκμεταλλευθῇ λίγα τετραγωνικά γῆς. Ἐκεῖ στήν ἄκρη τῶν κρεμαστῶν κήπων, δεξιά τοῦ Κοιμητηρίου, ἔφτιαξε δέκα μικρά πεζουλάκια. Μετέφερε χῶμα καί ἐφύτευσε ἐλιές, συκιές καί πορτοκαλλιές. Λόγῳ ὑπερκοπώσεως ἔπαθε κήλη καί μετεφέρθηκε καί πάλι στήν Θεσσαλονίκη γιά τήν περίθαλψί του.
Τότε ἦλθε ἔνταλμα συλλήψεως τοῦ Γέρο-Μακαρίου διά τά χρέη πού ἄφησε, λόγῳ χρεωκοπίας τῶν ἐπιχειρήσεών του. Τόν καλοῦσε ἡ ἀστυνομία νά δικασθῇ στήν Θεσσαλονίκη. Ἐπενέβη ὁ δυναμικός οἰκονόμος καί προϊστάμενος τῆς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου Γέρο-Βαρλαάμ καί εἶπε στούς δικαστικούς: "ὁ Γέρο-Μακάριος δέν ἔχει τίποτα στό ὄνομά του διά νά πληρώσῃ τούς ὀφειλέτες του καί τό Κράτος. Ἐάν τόν φυλακίσετε θά πληρώνετε καί τό φαγητό του καί τίς ἄλλες ἀνάγκες του, χωρίς κάποια πιθανή ἐπίλυσι τοῦ χρέους του μελλοντικά. Εἶναι συμφερώτερο νά τόν ἀφήσετε ἥσυχο στό Μοναστήρι του. Αὐτός θά προσεύχεται καί δι᾿ ἐσᾶς καί θά βρῆτε ψυχική ὠφέλεια στήν καρδιά σας!!. ῎Ετσι ἀφέθηκε ὁ Γέρο-Μακάριος καί ὅλα τά χρέη του τά ἀπέσβεσε ἡ Πολιτεία.
῾Ο Γέρο-Μακάριος ἐπρωτοστάτησε καί διά τήν ἐπάνδρωσι τῆς Μονῆς, ἡ ὁποία ἔγινε τόν Ἰούλιο τοῦ 1974, μέ ἐπικεφαλῆς τόν ῾Ιερομόναχο τότε Γεώργιον καί νῦν ῾Ηγούμενο τῆς Μονῆς μας, ὁ ὁποῖος ἦλθε μέ ἕξ (6) ἀδελφούς ἀπό ἕνα Μοναστήρι τῆς περιοχῆς Φύλλα τῆς Εὐβοίας. Μέ τούς ἄλλους Προϊσταμένους ἐκάλεσαν τήν νέα συνοδεία καί τῆς προσέφεραν ἀγάπη, ἐκτίμησι, ἐμπιστοσύνη γιά νά συνεχισθῇ ἡ λειτουργία τῆς Μονῆς.
Τό καλοκαλίρι τοῦ 1975, λόγω γηρατειῶν καί τῆς ἀσθενείας του, ἔπεσε στό κρεβάτι. Εἶχε πνευμονικό οἴδημα, γαστρορραγία καί ἀπόφραξι τῆς οὐροδόχου ὁδοῦ. ῾Ο Γέροντας τῆς Μονῆς Καθηγούμενος π. Γεώργιος, ἔδωσε ἐντολή τήν ἐπαύριον νά πάῃ στήν Θεσσαλονίκη. Τό πρωῒ ὁ Γέρο-Μακάριος ἐκάλεσε τόν ῾Ηγούμενο καί τοῦ εἶπε: «Γέροντα τήν νύκτα στό ὕπνο μου εἶδα τόν Χριστό καί μοῦ εἶπε: «Χάρις στίς προσευχές τῶν Πατέρων θά σέ ἀφήσω νά ζήσῃς ἀκόμη 45 ἡμέρες».
῞Οταν ἐτελείωνε τό διάστημα αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, ἡ κατάστασίς του ἐχειροτέρευσε καί ὁ Γέροντας π. Γεώργιος ἔδωσε ἐντολή νά γίνῃ Εὐχέλαιο καί ἀμέσως νά φύγῃ γιά Θεσσαλονίκη γιά νά τοῦ παρασχεθῇ κάποια βοήθεια γιά νά μήν ὑποφέρῃ.
Οἱ Γέροντες Ἀνδρέας καί Δαμιανός, συνώδευσαν τόν Γέρο-Μακάριο στήν Θεσσαλονίκη. Στό χωριό Γαλάτιστα παρέδωσε τήν ψυχή του στά χέρια τοῦ Θεοῦ, μέσα στό ταξί πού τόν μετέφερε. Σημεῖο εὐαρεστήσεως τοῦ Θεοῦ, εἶνα τό γεγονός ὅτι μέσα στό ταξί μέ τήν κοίμησί τοῦ παπποῦ, ξεχύθηκε ἄφθονη εὐωδία. ῎Οχι μόνον οἱ δύο Ἀδελφοί πού τόν συνώδευαν, ἀλλά καί ὁ ὁδηγός μᾶς τό ἐπεβεβαίωσε.
Τελείωσε τόν τρικυμιώδη βίο του ὁ Γέρο-Μακάριος, ἀλλά ἐν μετανοίᾳ καί ἐξουδενώσει γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τήν σωτηρίαν τῆς ἀθανάτου ψυχῆς του στό λιμάνι τοῦ Θεοῦ στό Μοναστήρι ἀπ᾿ ὅπου ἔδωσε τίς φρικτές ὑποσχέσεις τῆς κουρᾶς του. ῾Ο Θεός δέχτηκε τήν μετάνοιά του καί συγκαταρρύθμισε τόν Ἀδελφό μας στίς τάξεις τῶν σεσωσμένων καί ἁγιασμένων ψυχῶν.
Εἶναι ἄξιον σημειώσεως τό γεγονός ὅτι, ἀφ᾿ ὅτου ἦλθε ἐν μετανοίᾳ στήν Μονή, δέν ἐπέστρεψε πάλι στήν Ἀθήνα νά ἰδῇ τό παιδί του ἤ νά στείλῃ κάποια βοήθεια. ῾Η Μονή, κατ᾿ ἐντολήν τοῦ Καθηγουμένου, ἔστελνε ἄλλους Μοναχούς ὡς πληρεξουσίους νά ὑπογράφουν χαρτιά μέ ὑποθέσεις τῶν περιουσιακῶν του στοιχείων. Κάποια φορά, ὅταν ὁ γιός του ἦταν παλληκάρι 20 ἐτῶν, εἰδοποίησε ὅτι θά ἔλθῃ στήν Μονή νά γνωρίσῃ τόν πατέρα του. ῾Ο Γέρο-Μακάριος ὅταν τό ἔμαθε, ἔφυγε ἀπό τήν Μονή καί κρύφθηκε στό δάσος, γιά ὅσες ἡμέρες θά ἦταν στήν Μονή ὁ γυιός του. Τέτοια ξενητεία καί αὐταπάρνησι ἔδειξε ὁ ὄντως φερώνυμος Μακάριος Γρηγοριάτης.
Ἡ Ιερά Μονή μας ἀνέλαβε τήν παροχή κατά μῆνα οἰκονομικῆς βοηθείας γιά τήν οἰκογένεια τοῦ Γέροντος Μακαρίου. Ὁ γυιός του μεγάλωσε, δημιούργησε οἰκογένεια καί μέχρι τόν θάνατό του δεχόταν ἀνελλειπῶς τήν ἐνίσχυσι ἀπό τό Μοναστήρι μας.
Εὐχαριστοῦμε τόν Γέρο-Μακάριο διότι μᾶς ἔδωσε ἕνα λαμπρό παράδειγμα θερμοτάτης μετανοίας, τήν ὁποίαν ἐπεσφράγισε μέ τό ὁσιακό τέλος του.
Αἰωνία σου ἡ μνήμη Ἀδελφέ μας Πάτερ Μακάριε.
Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου