Λοιπόν,
εἴχαμε ἀρχίσει τήν προηγούμενη φορά, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά λέμε γιά
τό τί εἶναι ὁ Γέροντας, ὁ Πνευματικός∙ καί ὅτι εἶναι ἕνα ἀπαραίτητο
στοιχεῖο στήν θεραπευτική τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Δηλαδή χωρίς Γέροντα,
χωρίς Πνευματικό ὁδηγό, δέν γίνεται θεραπεία τῆς ψυχῆς μας. Κι αὐτό τό
τόνιζε πάρα πολύ ὁ π. Πορφύριος, γιατί τό θέμα μας εἶναι ἡ θεραπεία τῆς
ψυχῆς, ἤ πιό σωστά ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Γέροντα Πορφύριου. Καί μέσα στήν
ἀνθρωπολογία εἶναι καί ἡ σωτηριολογία, τό πῶς κανείς σώζεται, πῶς
θεραπεύεται ἡ ψυχή του. Καί θεραπεία ἴσον σωτηρία.
Ὁ
Γέροντας λοιπόν ἔλεγε -μᾶλλον δίδασκε- μέ τήν ζωή του. Ὅπως ἔλεγε,
ἔκανα χαρούμενη καί ἄκρα ὑπακοή. Αὐτές οἱ λέξεις ἔχουνε τεράστια
σημασία. Γιατί δέν πρέπει νά βλέπουμε τήν ὑπακοή σάν ἕναν καταναγκασμό.
Ἔλεγε καί ὁ π. Παΐσιος, δέν μπορεῖ νά βλέπεις τόν Γέροντα σάν ἕναν
Διοκλητιανό!.. ὁ ὁποῖος θά σοῦ πάρει τό κεφάλι, ἀλλά πρέπει νά τό κάνεις
ὡς ἀνάγκη. Νά τό ἔχεις καταλάβει δηλαδή ὅτι εἶναι ἀνάγκη. Πῶς εἶναι
ἀνάγκη νά φᾶς καί τρῶς καί χαίρεσαι πού τρῶς, γιατί ἔχεις μετά τίς
προϋποθέσεις γιά νά ἔχεις ὑγεία, ἀνθρωπίνως βεβαίως, ἔτσι καί
πνευματικά, γιά νά ἔχεις ὑγεία, χρειάζεσαι τήν ὑπακοή. Γιατί; Γιατί
ἀκριβῶς αὐτό μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός. Καί ὅ,τι ἔκανε ὁ Χριστός, ὅ,τι ἔγινε
στόν Χριστό, γιά μᾶς ἔγινε. Λοιπόν, ὁ Χριστός εἶναι ὁ πρῶτος καί ὁ
τέλειος ὑποτακτικός τοῦ Οὐρανίου Πατρός. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἴδιος λέει, «δέν
ἦρθα νά κάνω τό θέλημα τό ἐμόν, ἀλλά τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με
πατρός»[1]. Βλέπετε; Ὁ Θεός, ὁ Θεάνθρωπος, κάνει ὑπακοή! Πόσο μᾶλλον ὁ
ἄνθρωπος πρέπει νά κάνει ὑπακοή στόν Θεάνθρωπο!
Καί
αὐτή ἡ ὑπακοή ἔχει πολύ ἄμεσα, θά ἔλεγα θεραπευτικά ἀποτελέσματα, πάρα
πάρα πολύ ἄμεσα! Διότι εἶναι ταπείνωση καί ἀμέσως ἔρχεται ἡ Χάρη τοῦ
Θεοῦ στόν ταπεινό ἄνθρωπο. Ἕνας ἄνθρωπος δηλαδή πού ὑποτάσσεται, πού
ρωτάει, πού δέν ἐμπιστεύεται τόν λογισμό του, πού δέν θέλει νά κάνει τό
θέλημά του, ἀλλά κάθε στιγμή εἶναι ἕτοιμος ν΄ ἀκούσει τί νά κάνει, νά
ρωτήσει γιά νά κάνει πρίν κάνει, αὐτός ὁ ἄνθρωπος, ἔλεγε ὁ Γέροντας,
ἀλλάζει πολύ γρήγορα σέ ὅλα τά πράγματα. Ἀλλάζει
πρός τό καλύτερο. «Μέ τήν ὑπακοή ἀλλάζεις σ' ὅλα. Γίνεσαι γρήγορος,
ἔξυπνος, πιό γερός, γίνεσαι σέ ὅλα νέος»[2]. Αὐτός μιλάει ἐκ πεῖρας, ἀπό
τήν ὑπακοή πού ἔκανε στό μοναστήρι. Θά πεῖτε, ἐμᾶς τώρα πού εἴμαστε
μέσα στόν κόσμο, εἴμαστε λαϊκοί χριστιανοί, δέν εἴμαστε μοναχοί, ἰσχύει
τό ἴδιο; Ἰσχύει τό ἴδιο, βέβαια! Ἐξάλλου ἔχουμε πεῖ ὅτι καί ἡ οἰκογένεια
εἶναι ἕνας μικρός χῶρος ἄσκησης, πού ἄς ποῦμε ἔχει μία ἀντιστοιχία μέ
τό μοναστήρι. Ὅπως στό μοναστήρι ἔχεις τόν Γέροντά σου, ἔτσι καί στήν
οἰκογένεια ἔχεις τόν πατέρα σου, τήν μητέρα σου, ἄν εἶσαι ἔγγαμος, τόν
σύζυγό σου, τήν σύζυγό σου, τά παιδιά σου, ἐνδεχομένως καί κάποιους
ἄλλους, πεθερούς, πεθερές, δέν ξέρω τί.. ὅλους αὐτούς θά πρέπει νά τούς
βλέπεις ὡς -θά ἔλεγα- γεροντάδες σου. Νά ἔχεις διάθεση δηλαδή νά κόψεις
τό θέλημά σου σέ ὅλους αὐτούς. Θά πεῖτε, ποῦ τό λέει αὐτό; Τό λέει ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος: ὑπακούετε ἀλλήλοις. Νά ὑπακούετε ὁ ἕνας στόν ἄλλον.
Εἶναι σαφής ἡ ἐντολή. Δέν εἶναι ὑπακοή μόνο στόν Πνευματικό μας. Βεβαίως
καί ἐκεῖ, κατεξοχήν. Ἀλλά καί σέ ὁποιοδήποτε ἄλλον ἐν Χριστῷ ἀδελφό,
ἀλλά καί σέ ὁποιοδήποτε ἄνθρωπο, ἐκτός φυσικά ἁμαρτίας. Ὄχι νά σοῦ λέει
κάνε ἁμαρτία, κάνε ὑπακοή! Ἐκεῖ δέν κάνω ὑπακοή. Ὅπως λένε κάποιοι
ἐξυπνάκηδες, εἶσαι καί τῆς Ἐκκλησίας καί δέν κάνεις αὐτό πού σοῦ λέω..
Μά βέβαια, δέν τό κάνω! Ἀφοῦ αὐτό πού μοῦ λές εἶναι ἁμαρτία.. καί πάει
νά μᾶς ρίξει στήν κατάθλιψη, διότι ἔπρεπε νά τό κάνουμε.. γιατί ὁ
ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὑποτακτικός σέ ὅλα.. Δέν εἶναι ὑποτακτικός
σέ ὅλα! Εἶναι ὑποτακτικός στόν νόμο τοῦ Θεοῦ.
Καί
αὐτή ἡ ὑπακοή σέ κάνει πιό ἔξυπνο, πιό γερό, πιό νέο. Ξέρετε, ὁ
ἄνθρωπος πού ἔχει διάθεση νά κάνει ὑπακοή καί κάνει ὑπακοή, κατεξοχήν
βέβαια αὐτό γίνεται στό μοναστήρι, μετά ἔχει καθαρό νοῦ. Δηλαδή δέν ἔχει
λογισμούς, δέν ἔχει σκοτοῦρες αὐτό πού λέει ὁ λαός. Γιατί; Γιατί σοῦ
λέει, ἐγώ γιατί νά σκεφτῶ; Ὁ Γέροντας θά σκεφτεῖ γιά ὅλα. Ἐγώ θά ρωτήσω
τί νά κάνω ἐδῶ, τί νά κάνω ἐκεῖ καί τελείωσε! Αὐτό ἔχω νά κάνω. Δέν ἔχω
νά ἀγχωθῶ γιά ὁτιδήποτε. Ὁπότε μετά ἔχω ὅλες τίς προϋποθέσεις νά κάνω
καθαρή προσευχή. Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο τῆς ὑπακοῆς. Γι’ αὐτό στό
μοναστήρι κανείς προοδεύει πολύ.
Ἀλλά
τό ἴδιο -σέ ἕναν βαθμό τέλος πάντων- μπορεῖ νά γίνει καί στό σπίτι. Νά
πεῖ ὁ σύζυγος, ἐγώ θά κάνω ὑπακοή στήν σύζυγο. Ἐντάξει, ἔχουμε διάφορα
καθημερινά. Γιατί νά κάθομαι ἐγώ νά σπάω τό κεφάλι μου; Νά ρωτήσω. Καί
ἐπειδή ἀκριβῶς ταπεινώνεσαι, δέν λέω ὅτι θά τό βάλεις σέ ἀχρηστία κι ἐσύ
τό μυαλό σου! Θά σκέφτεσαι, ἀλλά θά ἔχεις τήν διάθεση αὐτό πού ἐσύ
σκέφτηκες, νά τό θυσιάσεις, νά τό ἀρνηθεῖς, προκειμένου νά κάνεις τό
ἄλλο πού θά σοῦ πεῖ ἡ σύζυγος. Θά δεῖτε πολλές φορές, νά μήν πῶ πάντα,
ἄν τό κάνεις, θά βγεῖ σέ πολύ καλό καί γιά τήν σύζυγο καί γιά σένα καί
γιά τά παιδιά καί γιά ὅλους. Καί διατηρεῖται ἡ ἁρμονία καί εἶναι
χαρούμενος καί ὁ ἄλλος πού τοῦ κάνεις τό θέλημα∙ δέν ὑπάρχει σύγκρουση
καί ἐσύ εἶσαι ἀμέριμνος. Ἐκτός φυσικά, ἄν σοῦ πεῖ νά κάνεις κάποια
ἁμαρτία. Ἐκεῖ θά πεῖς, δέν γίνεται αὐτό.
Ξαναλέω,
δέν καταργοῦμε τήν δική μας κρίση καί τήν λογική, ἀλλά κάνουμε τό
θέλημα τοῦ ἄλλου γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ, μιμούμενοι τόν Χριστό. Ὁπότε
κερδίζουμε πάρα πολύ στό θέμα πού λέγεται εἰρήνη, στό θέμα πού λέγεται
ἀγάπη καί στό θέμα πού λέγεται ταπείνωση. Ὁπότε κερδίζουμε σέ Χάρη. Ἐνῶ
βλέπετε, κοσμικά ὁ ἄλλος σοῦ λέει, τί θά ἀφήσω τόν ἄλλον νά μοῦ κάνει
κουμάντο στή ζωή μου;.. ἐγώ θά τοῦ κάνω κουμάντο! Νά πατήσει ἡ γυναίκα
τό πόδι τοῦ ἄντρα στόν γάμο, γιά νά μήν τῆς πάρει τόν ἀέρα ὁ ἄντρας ἄς
ποῦμε! Ἀνόητα πράγματα. Ὄχι μόνο ἀνόητα, εἶναι καί νοσογόνα. Γιατί ἅμα
ἀρχίζεις ἔτσι τόν γάμο σου, πῶς νά κυριαρχήσεις στόν ἄλλον, ἑπόμενο
εἶναι πολύ γρήγορα νά διαλυθεῖ ὁ γάμος. Ὅπως καί γίνεται. Ἐνῶ, ἄν
ἀρχίζεις μέ διάθεση νά ὑποταχτεῖς στόν ἄλλον καί κάνεις ὑπακοή, ὅπως
κάνει ὁ Χριστός στόν Θεό Πατέρα, τότε εἶναι πού θά στεριώσει ὁ γάμος,
γιατί θά ἔρθει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί θά σᾶς κρατήσει ἑνωμένους γιά πάντα.
Καί αὐτό ὄχι μόνο στόν γάμο καί γενικότερα στήν οἰκογένεια μέσα. Καί
μετά ἔχεις μεγάλη ὠφέλεια ἐσύ προσωπικά.
Γι’
αὐτό, ξέρετε, ὑπάρχει μιά ἱστορία στό Γεροντικό, μέ τέσσερις μοναχούς,
οἱ ὁποῖοι πῆγαν σέ ἕναν σπουδαῖο Γέροντα καί ὁ καθένας εἶπε τήν ἐργασία
τοῦ ἄλλου. Δηλαδή, γιά νά μήν ποῦνε ὁ καθένας τί ἔκανε ὁ ἴδιος, ἔλεγε ὁ
ἄλλος γι’ αὐτόν. Καί ἦταν ὁ ἕνας, ὁ ὁποῖος ἦταν ἡσυχαστής. Πολλά χρόνια
ἔμενε μόνος του μέ μόνο τόν Θεό, προσευχή κ.λ.π. Ὁ ἄλλος ἤτανε πάλι
μοναχός, ὁ ὁποῖος εἶχε τό χάρισμα νά διακονεῖ σέ ἀρρώστους, νά
φιλοξενεῖ, νά κάνει ἔργα φιλανθρωπίας. Πολύ σπουδαῖο κι αὐτό! Ἤτανε ἕνας
ἄλλος, ὁ ὁποῖος ἦταν ἄρρωστος καί πολλά χρόνια ἔκανε ὑπομονή στήν
ἀρρώστια του. Καί ἤτανε καί ἕνας τέταρτος, πού ἦταν ὑποτακτικός σέ ἕναν
Γέροντα περίπου τριάντα χρόνια.
Λοιπόν,
ὁ Γέροντας τούς ἐπαίνεσε ὅλους. Λέει, ὅλοι ἔχετε στεφάνι, ὅλα πού
κάνετε εἶναι καλά, ἀλλά αὐτός πού κάνει ὑπακοή, ἔχει ἕνα στεφάνι
παραπάνω ἀπ’ ὅλους σας! Γιατί; Γιατί αὐτός πού κάνει ὑπακοή, δέν κάνει
τό θέλημά του! Ἐνῶ οἱ ἄλλοι κάνανε καλά ἔργα, ἀλλά τά κάνανε μέ τό
θέλημά τους, τούς ἀρρώστους κ.λ.π. ὅ,τι κάνανε. Ἐκεῖνος δέν ἔκανε τό
θέλημά του. Καί ἡ πιό μεγάλη θυσία, ξέρετε, στόν ἄνθρωπο, δέν εἶναι τόσο
νά δώσεις τά λεφτά σου. Τό κάνεις! Τά ροῦχα σου, ξέρω ’γώ, τήν
περιουσία σου.. ἤ ἀκόμα-ἀκόμα, ἄν θέλετε, καί τή ζωή σου! Εἶναι μεγάλη
θυσία αὐτό! Ἀλλά ἐκεῖνο πού δέν θέλεις νά δώσεις εἶναι τό θέλημά σου,
τήν ἐλευθερία σου, τήν ψυχή σου δηλαδή. Καί τό κυριότερο στοιχεῖο τῆς
ψυχῆς μας εἶναι τό αὐτεξούσιο, ἡ ἐλευθερία πού ἔχουμε. Κι αὐτό δέν
θέλεις νά τό δώσεις πουθενά, μέ τίποτα! Ἀλλά στόν Θεό πρέπει νά τό
δώσεις, νά τό καταθέσεις τό αὐτεξούσιό σου καί νά πεῖς, Θεέ μου, κάνε
Ἐσύ ὅ,τι θέλεις, νά γίνει τό δικό Σου θέλημα στή ζωή μου! Δέν
κατακρεουργεῖσαι, δέν κάνεις ἄς ποῦμε μία ἀναπηρία στήν ψυχή σου, δέν
κόβεις.. τό λέμε «κόβω τό θέλημά μου», ὄχι μέ τήν ἔννοια νεκρώνω καί
παύω νά ἔχω θέλημα, ἀλλά τί; Αὐτό τό θέλημα, αὐτό τό αὐτεξούσιο τό δίνω
στόν Θεό καί τό ταυτίζω μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό βέβαια ἔχει πόνο
πολλές φορές, ἔχει κόπο. Γιατί ἔχουμε μάθει νά ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό
μας καί νά νομίζουμε ὅτι θά γίνουμε δυστυχισμένοι ἄν δώσουμε τό θέλημά
μας στόν Θεό. Καί τό λένε πολλοί, μήν πᾶς πολύ μέσα στήν Ἐκκλησία, ὄχι
πολύ μέ τούς παπάδες, γιατί θά χάσεις τήν προσωπικότητά σου κ.λ.π.
κ.λ.π. Διάφορα πλανεμένα πράγματα, πού μᾶς λέει ὁ διάβολος δηλαδή, μᾶς
τά σφυρίζει, γιά νά μήν πᾶς 100% καί μέ ἀπόλυτο τρόπο στόν Θεό καί νά
πᾶς ἔτσι μισός-μισός∙ νά μήν εἶσαι θερμός, νά εἶσαι χλιαρός. Καί ὁ Θεός
νά σέ κάνει ἐμετό. Ὅπως λέει στήν Ἀποκάλυψη, «τούς χλιαρούς τούς κάνω
ἐμετό»[3].
Ὁ
Γέροντας, ἔλεγε ὁ π. Πορφύριος, γίνεται «ἕνα» μέ τόν ὑποτακτικό. Αὐτό
εἶναι ἕνα μυστήριο πάλι. Γίνεται στόν μοναχισμό. Ἀλλά, θά ἔλεγα, καί
μέσα στόν κόσμο ἡ σχέση τοῦ πνευματικοῦ παιδιοῦ μέ τόν Πνευματικό
Πατέρα, ὅταν ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀγάπη ἡ ἐν Χριστῷ καί ἡ διάθεση γιά ὑπακοή, ὁ
ὑποτακτικός γίνεται ἔνα μέ τόν Γέροντα, σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου
«ἵνα ὧσιν ἕν»[4]. Γι’ αὐτό τόν λόγο προσευχήθηκε ὁ Χριστός στήν
τελευταία του προσευχή, τήν λεγόμενη ἀρχιερατική. Παρακάλεσε τόν Θεό
Πατέρα «ἵνα ὧσιν ἕν»[5], νά εἶναι ὅλοι ἕνα.
Αὐτή
ἡ ἀγάπη ἡ τέλεια, ἡ ἀνιδιοτελής, ἡ θυσιαστική, ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη, πού
ἀναπτύσσεται ἀνάμεσα στόν Γέροντα καί τόν ὑποτακτικό εἶναι ἡ πραγμάτωση
τοῦ βαθύτερου πόθου τοῦ Θεοῦ γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα: Νά γίνουμε ὅλοι οἱ
ἄνθρωποι ἕνα. Αὐτός εἶναι ὁ βαθύτερος πόθος τοῦ Θεοῦ, θά λέγαμε, γιά
ὅλους τούς ἀνθρώπους. Θέλει ὅπως ἐκεῖνοι οἱ τρεῖς, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί
τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἕνα, ἔτσι νά γίνουμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Γι’ αὐτό
ἔχουν σημασία τά δόγματα, γιατί τά δόγματα μᾶς δείχνουν τί πρέπει νά
κάνουμε∙ εἶναι συνταγές τῆς σωτηρίας. Θέλεις νά σωθεῖς; Θά πρέπει νά
μοιάσεις στόν Θεό. Ὁ Θεός πῶς εἶναι; Μιά τέλεια ἀγάπη, τρία πρόσωπα ἕνας
Θεός. Θέλεις νά σωθεῖς; Θά πρέπει κι ἐσύ νά μοιάσεις σ’ αὐτή τήν ἀγάπη,
δηλαδή καί ἐσύ μέ τούς συνανθρώπους σου νά ἔχεις αὐτή τήν ἐπιθυμία νά
γίνεις ἕνα, καί μέ τούς ἐχθρούς καί μέ τούς φίλους. Καί μέ αὐτούς πού σέ
ἀγαπᾶνε καί μέ αὐτούς πού σέ μισοῦνε νά ποθεῖς νά γίνεις ἕνα καί τότε
σώζεσαι. Νά, τί σημασία ἔχει τό Τριαδικό δόγμα ἄς ποῦμε! Νά, γιατί δέν
πρέπει νά πετάξουμε τά δόγματα. Εἶναι ὁ μπούσουλας πού σοῦ δείχνει ποῦ
πρέπει νά πᾶς.
Αὐτό
λοιπόν τό μυστήριο τῆς ἑνότητας ἐπιτυγχάνεται κατεξοχήν στή σχέση
ὑποτακτικοῦ-Γέροντα καί θά λέγαμε εἶναι ἡ ἔλευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ
ἐδῶ καί τώρα! Γι’ αὐτό καί γίνεται ἄς ποῦμε μιά πολύ ὄμορφη κατάσταση!
Ὅταν λειτουργεῖ σωστά ὁ ὑποτακτικός καί ὁ Γέροντας βέβαια μέσα στό
μοναστήρι ζεῖς τόν παράδεισο, ζεῖς τή ζωή τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γίνεσαι ἕνα
μέ τόν Γέροντα, ταυτίζεσαι, καί εἶναι αὐτό πολύ μεγάλη χαρά, πολύ
μεγάλη ἀγαλλίαση. Μετέχεις στήν μακαριότητα τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλά
τό ἴδιο μπορεῖ νά γίνει καί στήν οἰκογένεια, ὅταν ὁ ἄντρας ζεῖ τήν
σύζυγο σάν γερόντισσά του καί ἀντίστοιχα ἡ γυναίκα ζεῖ τόν ἄντρα σάν
γέροντά της καί πεῖ θά κάνω ὑπακοή, καί τό πεῖ καί ὁ ἄντρας, γίνεται
παράδεισος πάλι, γίνονται ἕνα! Τότε γίνονται ἕνα, ἕνα πνεῦμα. Γιατί καί
οἱ δυό κάνουν ὑπακοή στόν Χριστό βέβαια, ἐννοεῖται αὐτό. Ὄχι νά σοῦ κάνω
τά ἁμαρτωλά θελήματα, νά σέ ἐξυπηρετήσω. Τότε βέβαια γίνεσαι μία σάρκα,
γίνεσαι ἴσως μιά ψυχή, ἀλλά ποτέ δέν γίνεσαι ἕνα πνεῦμα. Ἤ θά γίνεις
πνεῦμα δαιμονικό. Ἀλλά αὐτό δέν σοῦ δίνει χαρά.
Ὁ
π. Πορφύριος, πού εἴπαμε ἔκανε χαρούμενη καί ἄκρα ὑπακοή, ἐλεγε τό
ἑξῆς: «Ὅταν ἔχεις τόν Γέροντα καί τόν ζεῖς, τόν ἀγαπάεις τόν Γέροντα. Κι
ὅταν ὁ Γέροντας σ' ἀγαπάει κι ἐκεῖνος καί εἶστε ὁμόψυχοι, τότε γίνεσθε
ἕνα. «Οὗ γάρ εἰσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμί ἐν
μέσῳ αὐτῶν»[6]»[7]. Ἐκεῖ εἶναι ὁ Χριστός, ἐπειδή καί οἱ δυό ἔχουνε πάει
γιά τόν Χριστό. Καί ὅταν καί οἱ δυό ζοῦν τόν Χριστό, τότε ζοῦν καί τήν
ἑνότητα μεταξύ τους. Καί τό ἴδιο γίνεται καί στήν οἰκογένεια. Γι’ αὐτό ὁ
Θεός ὅρισε τήν οἰκογένεια. Καί ἡ οἰκογένεια εἶναι πολύ εὐλογημένο
πράγμα, γιατί εἶναι ἀκριβῶς ἕνα μικρό μοναστηράκι πάλι. Ἄν ζοῦνε καί ὁ
σύζυγος καί ἡ σύζυγος τόν Χριστό, τότε γίνονται καί ἕνα μεταξύ τους, ἕνα
πνεῦμα. Καί μετά στό ἴδιο πνεῦμα μπαίνουν καί τά παιδιά, ἄν
ὑπάρξουν-προκύψουν μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ παιδιά. Καί ἀνάμεσά τους εἶναι ὁ
Χριστός.
«Σ'
αὐτή τήν κατάσταση δέν ὑπάρχουν ἀποστάσεις», ἔλεγε ὁ Γέροντας. «Ὅπου κι
ἄν βρισκόμαστε, εἴμαστε ἑνωμένοι ἐν Χριστῷ καί προσευχόμαστε κι ἔτσι ἡ
Χάρις τοῦ Θεοῦ μᾶς ἐπισκέπτεται καί μᾶς τονώνει διαρκῶς»[8]. Βλέπετε, ἡ
ἀδιάλειπτη προσευχή πού εἶναι στοιχεῖο τοῦ χριστιανοῦ, ἑνώνει ὄχι μόνο
τόν χριστιανό μέ τόν Χριστό, ἀλλά καί τούς χριστιανούς μεταξύ τους.
Γιατί προσεύχεσαι στόν Χριστό καί μέσα στόν Χριστό εἶναι ὅλοι. Ὁπότε
προσεύχεσαι καί γιά ὅλο τόν κόσμο καί γίνεσαι ἕνα μέ ὅλους.
«Ἔτσι
ζοῦμε τήν ἑνότητα μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἔχουμε τό αἴσθημα τοῦ «ἑνός»,
δηλαδή ὅτι εἴμαστε ἕνα. Ἔτσι ζοῦσαν τά παλαιά τά χρόνια οἱ Γέροντες καί
οἱ ὑποτακτικοί». Καί πράγματι, σᾶς τό λέω, αὐτό εἶναι βίωμα παραδείσου.
Αὐτήν τήν ἕνωση τήν βίωσε σάν ὑποτακτικός σέ τέλειο βαθμό μέ τούς
Γεροντάδες του στά Καυσοκαλύβια. Εἶχε δύο Γεροντάδες καί ἔκανε καί στούς
δυό ἄκρα ὑπακοή. «Τό μόνο πού μέ ἀπασχολοῦσε», ἔλεγε, «ἦταν πῶς θά
ὑπηρετήσω, πῶς θά εὐχαριστήσω τούς Γέροντές μου σέ ὅλα. Ὅ,τι μοῦ λέγανε,
τό ἔκανα. Τό τηροῦσα ἐπακριβῶς»[9]. Βλέπετε; Νά ἔχεις μέσα στό σπίτι,
μέσα στήν οἰκογένεια, μέ τήν σύζυγο ξέρω ’γώ, μέ τά παιδιά, μέ τά
πεθερικά, αὐτή τήν ἔννοια. Ποιά; Πῶς θά τούς εὐχαριστήσεις. Ὄχι πῶς θά
τήν βολέψεις ἐσύ, γιά τήν πάρτη σου ὅπως λέει ὁ κόσμος κι ἄς γίνουν ὅ,τι
θέλουν οἱ ἄλλοι.. δέν μέ νοιάζει.. νά κάνω πάσα στούς ἄλλους στά
διακονήματα καί τίς δουλειές καί ἐγώ νά καλοπεράσω.. Τό ἀντίθετο! Νά
προσπαθεῖς ἐσύ νά κάνεις ὅλα καί νά μήν κουραστοῦν οἱ ἄλλοι.
Ξέρετε,
αὐτό πού ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, ὅταν τόν ρώτησαν ποιός κάνει τίς δουλειές
στό σπίτι, ποιός πρέπει νά κάνει τίς δουλειές στό σπίτι ὁ ἄντρας ἤ ἡ
γυναίκα; Μερικοί λένε, ἡ γυναίκα.. εἶναι ὑποχρεωμένη στό σπίτι,
νοικοκυρά εἶναι! Ἐν τῷ μεταξύ τῆς ἔχουνε φορτώσει καί ὅλες τίς δουλειές
τῶν ἀνδρῶν τώρα, ἀφοῦ σοῦ λέει ἰσότητα ἔχουμε.. ἔχει καί τά παιδιά, τά
ὁποῖα ἀρέσκονται στήν μητέρα περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι στόν πατέρα βέβαια,
ἀφοῦ εἶναι πιό γλυκομίλητη κ.λ.π., ὁπότε τί θά κάνει κι αὐτή ἡ
καημένη;.. στό τέλος, ἐξουθενώνεται τελείως καί παραδίδει τά ὅπλα.
Λοιπόν, τί ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος; Ὅποιος προλάβει, ἔλεγε. Οὔτε ὁ ἄντρας
οὔτε ἡ γυναίκα, ὅποιος προλάβει. Τέτοιο πνεῦμα πρέπει νά ἔχουμε, νά
προλάβω τόν ἄλλον. Ὄχι νά λέω δέν εἶναι δική μου δουλειά.. νά τήν κάνει ἡ
ἄλλη! Ἔτσι δέν στεριώνει ἡ οἰκογένεια καί ἡ εὐτυχία στήν οἰκογένεια.
Γι’ αὐτό βλέπετε σήμερα, ὁ κανόνας στίς οἰκογένειες εἶναι τό μάλωμα,
εἶναι ὁ τσακωμός, εἶναι οἱ φωνές, οἱ διαφωνίες, καί τό ξύλο πολλές
φορές! Καί τελικά τό διαζύγιο. Γι’ αὐτό ὅλοι εἶναι μέ δύο καί μέ τρεῖς
γάμους. Γιατί ὅλο αὐτό; Γιατί ἀκριβῶς δέν ζοῦμε αὐτή τήν ἐν Χριστῷ
ἑνότητα καί προσπαθοῦμε νά κάνουμε κάτι πράγματα τελείως ἄς ποῦμε
ἐπιφανειακά. Καί στό βάθος δέν ὑπάρχει ἑνότητα.
«Ὅ,τι
μοῦ λέγανε, τό ἔκανα. Τό τηροῦσα ἐπακριβῶς»[10]. Τοῦ δίνανε κάτι
συμβουλές, πῶς θά σκαλίζει ἄς ποῦμε, καί γιά νά μήν τούς στενοχωρήσει,
τήν νύχτα πού πήγαινα, λέει, νά κοιμηθῶ, ἔκανα μέσα μου ἐπανάληψη τό
μάθημα∙ πῶς θά πάρω τό ξύλο, πῶς θά τό πλανήσω, πῶς θά τό βερνικώσω, τί
πρέπει νά κάνω, ὅλη τήν διαδικασία. Μή τυχόν καί ξεχάσει κάτι καί
στενοχωρήσει τούς Γεροντάδες του πού τό ξέχασε! Τόσο λεπτότητα εἶχε!
Ἔτσι ἀπό τότε ἀπόκτησε μία ἄκρα ἀγάπη πρός ὅλους τούς συνανθρώπους του·
ἀπόκτησε μιά ἄκρα εὐαισθησία καί λεπτότητα ὥστε, ὅπως ἔλεγε, νά μήν
μπορεῖ νά λυπήσει κανέναν ἄνθρωπο. Πολύ ὡραῖο αὐτό, νά μήν μπορεῖς νά
λυπήσεις. Νά πᾶς νά κάνεις καί νά μήν μπορεῖς! Αὐτή εἶναι μιά ὡραία -ἄς
τό ποῦμε ἔτσι- ἀδυναμία. Μακάρι νά ἔχουμε τέτοιες ἀδυναμίες! Ὁ κόσμος
θεωρεῖ δυνατούς αὐτούς οἱ ὁποῖοι βρίζουνε, ἐπιβάλλουν τήν γνώμη τους,
«ξέρουν νά μιλᾶνε» κ.λ.π. Ἡ μεγάλη δύναμη εἶναι νά μήν μπορεῖς νά κάνεις
τό κακό. Νά μήν μπορεῖς νά λυπήσεις τόν ἄλλον! Λέει, νά τόν βάλεις στή
θέση του τόν ἄλλον. Δέν εἶναι νά τόν βάλεις στή θέση του∙ νά τόν βγάλεις
ἀπό τήν θέση του! Καί γιά νά τόν βγάλεις ἀπό τήν θέση του, πρέπει νά
τοῦ δείξεις ἀγάπη, καλοσύνη. Θυμηθεῖτε τό παράδειγμα μέ τόν ἄνεμο καί
τόν ἥλιο ἄς ποῦμε, καί τήν κάπα τοῦ βοσκοῦ. Ἡ καλοσύνη εἶναι πού βοηθάει
τούς ἀνθρώπους καί ἡ ἀγάπη.
Αὐτή
λοιπόν εἶναι ἡ σχέση τοῦ Γέροντα καί τοῦ ὑποτακτικοῦ καί αὐτό εἶναι τό
μυστήριο τῆς ἑνότητας πού ζοῦμε καί στό μοναστήρι καί στήν οἰκογένεια.
Πρέπει νά τό ζοῦμε. Γι’ αὐτό καί ἡ οἰκογένεια λειτουργεῖ θεραπευτικά,
πότε; Ὅταν λειτουργεῖ ἔτσι. Ὅταν καί οἱ δυό ἔχουνε Πνευματικό, ἔχουνε
Γέροντα καί κάνουνε ὑπακοή στόν Γέροντά τους, δηλαδή στόν Θεό, ὁπότε
ἑνώνονται καί μεταξύ τους. Γιατί ὅπως λέγαμε, ὁ Γέροντας εἶναι ὁ Μωυσῆς,
ὁ προσωπικός Μωυσῆς πού σέ παίρνει ἀπό τήν Αἴγυπτο τῶν παθῶν καί σέ
πάει στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ἀφοῦ περάσεις ἀπό τήν ἔρημο, δηλαδή ἀφοῦ
ἐρημωθεῖς ὡς πρός τά πάθη, νεκρώσεις τά πάθη σου.
Τελειώσαμε
καί μέ αὐτό τό κεφάλαιο γιά τόν Πνευματικό Πατέρα. Μήπως θέλετε κάτι
πάνω σ’ αὐτό, πρίν πᾶμε στό ἑπόμενο θεραπευτικό μέσο, πού συνιστοῦσε ὁ
Γέροντας, μιά πού μιλᾶμε γιά πνευματικά φάρμακα;
Λοιπόν,
τό ἑπόμενο, πού ἔλεγε ὁ Γέροντας εἶναι τό ὅτι δέν πρέπει νά πολεμᾶμε τό
κακό. Ἀκούγεται λίγο παράδοξο, ἀλλά θά δεῖτε πῶς τό ἐννοεῖ ὁ Γέροντας.
Γιά νά θεραπευτεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἔλεγε ὁ Γέροντας, θά πρέπει νά κατευθύνει
τήν δύναμη πού ἔχει βάλει ὁ Θεός στήν ψυχή του νά πρός τό καλό, πρός τόν
Χριστό. Νά μήν ἀσχολεῖται μέ τά ἀγκάθια τοῦ ψυχικοῦ του κήπου ἀλλά μόνο
μέ τά λουλούδια. Ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση τοῦ κακοῦ δέν εἶναι ὁ πόλεμος,
εἶναι ἡ περιφρόνηση, δηλαδή ἡ μή ἐνασχόληση. Εἰ δυνατόν, νά ξεχάσουμε
τελείως καί αὐτήν τήν ὕπαρξή του. Γι’ αὐτό, ξέρετε, οἱ Ἅγιοι μᾶς λένε,
νά μήν μαθαίνεις κἄν τίς εἴδησες τοῦ κόσμου, τίς εἰδήσεις τοῦ κόσμου,
τήν κακία τοῦ κόσμου. Οὔτε κἄν τίς λέξεις νά λές πού περιγράφουνε τίς
ἁμαρτίες, τίς διάφορες ἁμαρτίες πού κάνει ὁ κόσμος. Οὔτε τίς λέξεις! Νά
τό ἀφήσεις τελείως καί σάν μνήμη τό κακό.
«Δέν
χρειάζεται», ἔλεγε ὁ Γέροντας, «ν’ ἀσχολεῖσθε μέ τ' ἀγκάθια. Μήν
καταπιάνεσθε μέ τήν ἐκδίωξη τοῦ κακοῦ. Ἔτσι μᾶς θέλει ὁ Χριστός, νά μήν
ἀσχολούμαστε μέ τά πάθη καί μέ τόν ἀντίθετο. Κατευθύνετε τό νερό, δηλαδή
ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς σας, πρός τά λουλούδια καί θά χαίρεσθε τήν
ὀμορφιά, τήν εὐωδία, τήν δροσιά τους»[11].
Κάθε
ἄνθρωπος ἔχει μία ψυχική δύναμη, μιά ψυχική ὁρμή, αὐτό πού τό λέει ὁ
Γέροντας «νερό». Καί ἐξαρτᾶται τώρα ποιόν θά ποτίσει, τόν παλαιό ἄνθρωπο
ἤ τόν καινούριο ἄνθρωπο, τά πάθη ἤ τίς ἀρετές; Λέει ὁ Γέροντας, ὅλο τό
νερό, ὅλη τήν ψυχική σου δύναμη, ὅλη τήν ὁρμή, τό θυμικό σου, τό
ἐπιθυμητικό σου, τήν σκέψη σου, τό λογιστικό σου, νά τά ρίξεις στίς
ἀρετές, στά λουλούδια, στό καλό, στόν Θεό. Ὁπότε θά ἀπολαμβάνεις μετά,
λέει, τήν εὐωδία πού βγάζουν αὐτά τά λουλούδια∙ καί παραλλήλως τά
ἀγκάθια θά μαραίνονται, ἀφοῦ δέν τά ποτίζεις. Ἐνῶ ὅσο ἀσχολούμαστε μέ τό
κακό, ἔστω καί ἀρνητικά, κυνηγώντας το, τόσο τό τρέφουμε. Γιατί ὁ
διάβολος θέλει νά ἀσχολούμαστε μαζί του. Εἶναι τόσο ἐγωιστής, ὅπως καί
κάποιοι ἄνθρωποι, πού κάνει σκάνδαλα σκόπιμα, γιά νά ἀσχολούμαστε μαζί
του. Θυμηθεῖτε τόν Νέρωνα, πού λένε ὅτι ἔβαλε φωτιά στή Ρώμη σκόπιμα,
γιά νά ἀσχοληθοῦνε μαζί του, νά ἀποκτήσει μιά δόξα! Ἤ ὁ Ἡρόστρατος
-ποιός ἦταν;- πού ἔκαψε μιά βιβλιοθήκη στήν Ἀλεξάνδρεια γιά νά
ἀσχοληθοῦν μαζί του! Καί σήμερα κάποιοι κάνουν τρελά πράγματα, καί
ἐγκλήματα ἀκόμα, γιά νά τούς βγάλουν στίς ἐφημερίδες, γιά δημοσιότητα..
Τόση διαστροφή ὑπάρχει! Τέτοια ἀκριβῶς διαστροφή ἔχει καί ὁ διάβολος καί
κάνει ὅλα αὐτά τά σκάνδαλα πού κάνει γιά νά ἀσχολούμαστε μαζί του. Τοῦ
τρέφεται ὁ ἐγωισμός ἔτσι.. Ἔ λοιπόν, δέν θά τοῦ τήν κάνουμε τήν Χάρη!
Δέν θά ἀσχοληθοῦμε μαζί του! Αὐτό εἶναι ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση τοῦ
διαβόλου.
Τό
κακό, ἔλεγε ὁ Γέροντας, δέν τό πολεμᾶμε ἀπευθείας, δέν ἀντιστεκόμαστε
δηλαδή «κατά μέτωπον», ἀλλά τό περιφρονοῦμε. Τό «κοίταγμα» πρός τόν
Χριστό, μᾶς κάνει νά περπατᾶμε πάνω στά «κύματα» τῶν παθῶν καί νά μήν
βουλιάζουμε σ' αὐτά. Θυμηθεῖτε τόν Ἀπόστολο Πέτρο∙ ὅσο κοιτοῦσε πρός τόν
Χριστό, περπατοῦσε πάνω στά κύματα! Μετά, πού πῆρε τό μάτι του ἀπό τόν
Χριστό καί εἶδε τά κύματα, εἶδε καί τόν ἀέρα πόσο δυνατός ἦταν,
βούλιαξε. Ἔτσι κι ἐμεῖς, τά κύματα ὑπάρχουν, τά πάθη ὑπάρχουν. Δέν θά
βλέπεις τά πάθη. Μήν ἀσχολεῖσαι μ’ αὐτά. Θά βλέπεις τόν Χριστό, Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησέ με∙ καί θά περπατᾶς πάνω στά πάθη. Καί κάποια
στιγμή θά ἠρεμήσουν καί τά πάθη, θά γαληνέψει ἡ θάλασσα, γιατί θά εἶσαι
μέ τόν Χριστό.
«Δέν
γίνεσθε ἅγιοι κυνηγώντας τό κακό. Ἀφῆστε τό κακό. Νά κοιτάζετε πρός τόν
Χριστό κι Αὐτός θά σᾶς σώσει. Ἀντί νά στέκεσθε ἔξω ἀπ' τήν πόρτα καί νά
διώχνετε τόν ἐχθρό, περιφρονῆστε τον. Ἔρχεται ἀπό ἐδῶ τό κακό; Δοθεῖτε
μέ τρόπο ἁπαλό ἀπό ἐκεῖ»[12]. Μήν ἀσχολεῖστε μέ τό κακό. Ὅπως εἶναι ἕνας
ἐριστικός τύπος, ἔρχεται συνέχεια, σοῦ κολλάει πού λέμε. Ἄν γυρίσεις νά
τόν ἀντιμετωπίσεις, τί θά γίνει; Σύγκρουση. Ἄν ὅμως φύγεις ἐσύ ἀπό
ἀλλοῦ, κάνεις πώς δέν τόν εἶδες, δέν ἀσχολεῖσαι μαζί του, τελειώνει. Μιά
δυό, θά σέ παρατήσει! Ἔτσι εἶναι καί μέ τόν διάβολο.
«Νά
κοιτάζετε πρός τόν Χριστό. Ἔρχεται νά σᾶς προσβάλει τό κακό; Ἐσεῖς
δῶστε τήν ἐσωτερική σας δύναμη στό καλό, στόν Χριστό. Παρακαλέστε:
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Ξέρει Ἐκεῖνος πῶς νά σᾶς ἐλεήσει, μέ
τί τρόπο. Κι ὅταν γεμίζετε ἀπ' τό καλό, δέν στρέφεσθε πιά πρός τό κακό.
Γίνεσθε μόνοι σας, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καλοί. Ποῦ νά βρεῖ τόπο τότε τό
κακό; Ἐξαφανίζεται!»[13]. Μετά δέν μπορεῖς νά κάνεις τό κακό! Ὅπως ἔλεγε
ὁ Γέροντας, δέν μπορῶ νά λυπήσω ἄνθρωπο! Γιατί τά πάθη ἐξαφανίζονται,
ὅταν ὁ Χριστός μπεῖ στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἔλεγε ὁ Γέροντας, καί τότε
ξεπερνιέται καί ὁ φόβος τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος εἶναι βασικός φόβος,
κυρίαρχος φόβος. Σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ θανάτου.
Καί ἔτσι αὐτό ἐκμεταλλεύονται καί οἱ δικτάκτορες καί ὅλοι αὐτοί πού μᾶς
πιέζουν τώρα ἄς ποῦμε. Ἕνας χριστιανός δέν φοβᾶται κανέναν, οὔτε τό ΔΝΤ
οὔτε ὁποιαδήποτε δικτακτορία. Γιατί ἔχει ὑπερβεῖ τόν θάνατο. Δέν τόν
νοιάζει καί νά πεθάνει. Ἐντάξει, τί μπορεῖ νά μᾶς κάνουνε; Νά μᾶς
πάρουνε καί τή ζωή μας; Ἄς τήν πάρουνε! Τήν ψυχή μας δέν μποροῦν νά τήν
πάρουνε. Τόν Χριστό δέν μποροῦν νά μᾶς Τόν πάρουνε! Ἐμεῖς μέ τόν Χριστό
θέλουμε νά ’μαστε. Κι ἅμα χρειαστεῖ, θά γίνουμε καί μάρτυρες! Ἀλλά γιά
νά τό πεῖς αὐτό, πρέπει νά ἔχεις τόν Χριστό μέσα σου. Νά ἔχεις ξεπεράσει
τά πάθη, ὁπότε ἔχεις ὑπερβεῖ καί τόν φόβο τοῦ θανάτου.
Ὁ
ἄνθρωπος πού μπαίνει στόν τάφο τῆς μετανοίας καί τῆς ταπεινώσεως μαζί
μέ τόν Χριστό, αὐτός καί συνανίσταται μαζί Του. Γιατί ὁ Χριστός δέν
μπορεῖ νά μείνει στόν τάφο, ἀνασταίνεται. Ἄν λοιπόν εἶσαι μαζί μέ τόν
Χριστό, κατεβαίνεις κι ἐσύ σέ ἕναν τάφο πού εἶναι ἡ μετάνοια καί ἡ
ταπείνωση, ἀνασταίνεσαι. Ὅσο ὅμως δέν θέλεις νά κατέβεις στόν τάφο, δέν
ἔχεις καί ἀνάσταση. Κινεῖσαι στό ὁριζόντιο βιολογικό ἐπίπεδο τῶν ζώων.
Ἄν ταπεινωθεῖς καί μπεῖς καί ἐσύ στόν τάφο, τότε ἀκολουθεῖ καί ἡ
ἀνάσταση. Καί τότε μπορεῖς νά πεῖς ὅτι εἶδα τήν Ἀνάσταση∙ ὅπως τό λέμε
«Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον, Κύριον, Ἰησοῦν..».
Τό λέμε μέν, ἀλλά πόσο ἀλήθεια εἶναι γιά μᾶς προσωπικά; Τήν εἴδαμε τήν
Ἀνάσταση; Θά πρέπει νά τήν ἔχουμε δεῖ μέσα μας ὡς προσωπικό βίωμα.
Τότε
ὁ ἄνθρωπος διά τοῦ Θείου Ἔρωτος «πατεῖ τόν θάνατον». Αὐτό συμβαίνει
διότι βλέπει τόν Χριστό καί τόν συνάνθρωπο ὄχι πλέον σάν «ἀπειλή» ἀλλ΄
ὡς «ἀδελφό» καί ὡς «φίλο». Συνήθως οἱ ἄνθρωποι βλέπουμε τούς ἄλλους ὡς
ἀπειλές, δυνάμει ἐχθρούς. Γιατί ἀκριβῶς ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ θανάτου καί
δέν νιώθουμε ἄνετα μέ ἕναν ἄγνωστο. Ὅταν ὅμως ὑπερβεῖς τόν θάνατο, τότε
τούς βλέπεις ὅλους ὡς «ἀδελφούς», ἤ ἔστω δυνάμει «ἀδελφούς», ἄν εἶναι
ἀκόμη μακριά ἀπό τόν Χριστό.
Ἔλεγε
ὁ Γέροντας: «Ὅταν μπεῖ ὁ Χριστός στήν καρδιά, τά πάθη ἐξαφανίζονται.
Δέν μπορεῖς οὔτε νά βρίσεις, οὔτε νά μισήσεις, οὔτε νά ἐκδικηθεῖς, οὔτε,
οὔτε, οὔτε...». Κακό πράγμα δέν μπορεῖς νά κάνεις. Γιατί εἶναι ὁ
Χριστός πλέον μέσα σου. Ὁ Χριστός δέν μπορεῖ ν’ ἁμαρτήσει! «Ποῦ νά
βρεθοῦν τά μίση, οἱ ἀντιπάθειες, οἱ κατακρίσεις, οἱ ἐγωισμοί, τά ἄγχη,
οἱ καταθλίψεις; Κυριαρχεῖ ὁ Χριστός. Καί ἡ λαχτάρα τοῦ ἀνεσπέρου φωτός.
Αὐτή ἡ λαχτάρα σέ κάνει νά αἰσθάνεσαι ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἡ γέφυρα, πού
θά τήν περάσεις σέ μιά στιγμή, γιά νά συνεχίσεις τή ζωή τοῦ
Χριστοῦ»[14]. Δέν σέ νοιάζει ὁ θάνατος, ὅπως δέν σέ νοιάζει καί μιά
γέφυρα. Πᾶς στόν δρόμο, πᾶς.. ἐντάξει καί μιά γέφυρα.. Δέν φοβᾶσαι νά
τήν περάσεις καί τήν γέφυρα! Ἔτσι εἶναι ὁ θάνατος στόν χριστιανό. Ἤ ὅπως
τό λέμε, εἶναι ἕνας μεγάλος ὕπνος. Φοβᾶσαι νά κοιμηθεῖς; Δέν φοβᾶσαι,
πέφτεις καί κοιμᾶσαι. Ἔτσι εἶναι καί ὁ θάνατος. Ἤ ὅπως ἔλεγε ὁ π.
Πορφύριος, εἶναι σάν νά ἀνοίγεις τήν πόρτα καί νά πᾶς στό διπλανό
δωμάτιο. Αὐτό εἶναι ὁ θάνατος. Ὅπως θά εἶσαι ἐδῶ, θά εἶσαι καί στό
διπλανό δωμάτιο. Αὐτό πρέπει νά μᾶς νοιάζει, πῶς εἴμαστε ἐδῶ; Eἴμαστε
σωστά; Eἴμαστε μέ τόν Χριστό ἐδῶ; Ἄν εἴμαστε μέ τόν Χριστό ἐδῶ, θά
εἴμαστε καί στό ἄλλο δωμάτιο μέ τόν Χριστό.
«Δέν
χρειάζεται», ἔλεγε ὁ Γέροντας, «κόπος γιά τό καλό. Ἀρκεῖ νά στρεφόμαστε
πρός τόν Χριστό καί ἀμέσως ἔρχεται ἡ χάρις Του». Τό συνεχές ἄνοιγμα τῆς
ὕπαρξής μας πρός τόν Χριστό, αὐτό εἶναι ἀρκετό γιά νά ἔλθει Ἐκεῖνος,
πού μᾶς ἀγαπάει ἄπειρα· καί ὅταν ἔρχεται μᾶς κατακλύζει ἄκοπα μέ τήν
χάρη Του. «Ὅλα σύν Χριστῷ εἶναι δυνατά», ἔλεγε. «Ποῦ εἶναι ὁ κόπος καί ἡ
προσπάθεια, γιά νά γίνεις καλός; Τά πράγματα εἶναι ἁπλά»[15]. Δέν
χρειάζεται κόπος γιά νά γίνεις καλός. Γιατί τό κάλλος εἶναι τό φυσικό
μας. Εἶναι πλασμένος νά μοιάσει μέ τόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ προοπτική του,
αὐτό εἶναι τό ἐσωτερικό του πρόγραμμα θά λέγαμε. Ἐνῶ τό δύσκολο εἶναι νά
εἶσαι κακός, νά πᾶς ἀντίθετα στό προσωπικό σου σχεδιασμό, σ’ αὐτόν τόν
σχεδιασμό πού ἔχει βάλει ὁ Θεός μέσα σου, στήν προοπτική σου.
«Τά
πράγματα εἶναι ἁπλά. Θά καλεῖτε τόν Θεό κι Ἐκεῖνος θά μεταβάλλει τά
πράγματα πρός τό καλό. Ἄν δώσετε σ' Ἐκεῖνον τήν καρδιά σας, δέν θά
μείνουν περιθώρια γιά τ΄ ἄλλα»[16]. Εἴδατε, «υἱέ μου, δός μοι σήν
καρδίαν»[17], ἐντολή ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, τοῦ Θεοῦ! Στίς Παροιμίες:
Παιδί μου, δῶσ΄ μου τήν καρδιά σου (23ο κεφάλαιο). Παιδί μου, δέν λέει
δοῦλε μου, παιδί μου, δῶσ΄ μου ὄχι τά λεφτά σου, ὄχι τήν λαμπάδα σου,
ὄχι τό τάμα σου, ἀλλά τί; Τήν καρδιά σου. Ὄχι τά γύρω ἀπό σένα, οὔτε τά
δικά σου, ἀλλά ἐσένα τόν ἴδιο. Βλέπετε; Ὁ Θεός εἶναι ἀπαιτητικός, εἶναι
ἀπόλυτος καί θέλει τό κέντρο τῆς ὕπαρξής μας. Τό ψυχοσωματικό μας κέντρο
εἶναι ἡ καρδιά. Σοῦ ζητάει τήν καρδιά σου. Γιατί τό κέντρο τοῦ ἀνθρώπου
εἶναι ἡ καρδιά. Σήμερα ἔχουμε χάσει αὐτό τό κέντρο, γι’ αὐτό μιλᾶμε γιά
ἐγκεφαλικό θάνατο καί ὄχι γιά καρδιακό θάνατο. Γιατί τό κέντρο τοῦ
πολιτισμοῦ δέν εἶναι ἡ καρδιά, εἶναι ὁ ἐγκέφαλος. Καί ὅλα τά κρίνουμε μέ
βάση τήν λογική, δηλαδή τήν σκέψη, δηλαδή τόν ἐγκέφαλο. Καί ἐκεῖνο πού
μᾶς νοιάζει εἶναι νά λειτουργεῖ αὐτό.. καί ὄχι αὐτό.. Γι’ αὐτό καί
ἔχουμε γίνει σκληροί καί ἄπονοι καί ἄκαρδοι καί ὑποκριτές. Ἡ μέγιστη
ὑποκρισία! Ἀσχολιόμαστε μέ τίς φάλαινες καί μέ τίς χελῶνες.. δέν λέω,
κακό δέν εἶναι.. μέ τά γατιά, ἀλλά σκοτώνουμε κάθε μέρα πόσα ἑκατομμύρια
παιδιά μέ τίς ἐκτρώσεις; Δέν ξέρω ἄν διαβάσατε στό ἱστολόγιο χθές ἔβαλα
ἕνα ἄρθρο: γιατρός ὑπολογίζει σέ μία γέννηση ἀντιστοιχοῦν 25 ἐκτρώσεις!
Φαντάζεστε; Κυκλοφοροῦμε ἀνάμεσα σέ φονιάδες καί φόνισσες δηλαδή! Τό
μέγιστο ποσοστό τῆς ἀνθρωπότητας.. καί μετά λέμε, γιατί πᾶμε ἔτσι ὅπως
πᾶμε! Μόνο αὐτό τό ἁμάρτημα εἶναι ἀρκετό γιά νά εἴμαστε ἔτσι ὅπως
εἴμαστε, νά ἔχουμε τά χάλια πού ἔχουμε καί τίς καταθλίψεις πού ἔχουμε
καί ὅλα αὐτά.
Λοιπόν,
ὁ Χριστός εἶναι τό κέντρο. Τό κέντρο εἶναι ἡ καρδιά. Ὅταν λοιπόν δώσεις
τήν καρδιά σου στόν Χριστό, τότε ὁ Χριστός τά μεταβάλλει ὅλα. Καί
γίνεσαι πολύ εὔκολα καλός. Γιατί δέν τό κάνεις ἐσύ, τό κάνει ὁ Χριστός.
Σήμερα δυστυχῶς πολλές φορές ἀκούω, τί δύσκολα αὐτά πού λές, πάτερ; Πολύ
δύσκολα αὐτά πού μᾶς λές.. δέν γίνονται αὐτά σήμερα.. Καί ξέρετε πόσο
λυπᾶμαι; Λυπᾶμαι πάρα πολύ. Γιατί; Γιατί δέν ἔχουμε καταλάβει τό πολύ
ἁπλό, ὅτι αὐτά δέν τά κάνεις ἐσύ, τά κάνει ὁ Χριστός. Ἀλλά χρειάζεται
κάτι: νά Τοῦ τό ἐπιτρέψεις. Νά Τοῦ ἀνοίξεις τήν καρδιά σου καί νά πεῖς,
ἔλα νά μπεῖς μέσα, νά γίνεις Ἐσύ βασιλιάς. Ὄχι πλέον νά κάνω ὅ,τι θέλω
ἐγώ, ἀλλά ὅ,τι θέλεις Ἐσύ. Αὐτό σημαίνει «δῶσε μου τήν καρδιά σου», δῶσε
μου τήν θέλησή σου, δῶσε μου τήν ἐλευθερία σου, αὐτό λέει ὁ Χριστός,
καί δῶσ’ μου καί τίς ἁμαρτίες σου γιά νά τίς ἐξαλείψω.
Ἄν
δώσεις λοιπόν στόν Χριστό τήν καρδιά σου, δέν ὑπάρχει περιθώριο γιά
τίποτα ἄλλο. Ἐξοστρακίζεται ὁ διάβολος. «Ὅταν ἐνδυθεῖτε τόν Χριστό, δέν
θά κάνετε καμιά προσπάθεια γιά τήν ἀρετή. Ἐκεῖνος θά σᾶς τήνε
δώσει»[18]. Καί γιά νά σᾶς τό πῶ πιό ἀκριβέστερα, ἤδη μᾶς τήν ἔχει δώσει
τήν ἀρετή. Ὅλη τήν ἀρετή μᾶς τήν ἔχει δώσει. Ξέρετε πότε; Ἀπό τήν
στιγμή πού βαφτιστήκαμε, ἔχουμε ὅλη τήν ἀρετή μέσα μας, ὅλο τό καλό, τήν
ἁγιότητα. Ἀφοῦ ἔχουμε τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅλη τήν ἁγιότητα τήν ἔχουμε. Ἀλλά
θά πεῖς, γιατί δέν τήν φανερώνουμε, γιατί δέν εἴμαστε ἅγιοι; Γιατί
ἀκριβῶς ὑπάρχουν αὐτά τά μπάζα, πού ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, τά πάθη. Βγάλε
τά μπάζα καί θά φανεῖ ἡ ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ πού ὑπάρχει μέσα σου ἀπό τήν
στιγμή πού βαφτίστηκες. Γι’ αὐτό δέν χρειάζεται κανένας κόπος γιά νά
γίνεις καλός. Ἤδη εἶσαι καλός! Ἁπλῶς θέλει νά φανερώσεις αὐτή τήν
καλοσύνη πού σοῦ ἔχει βάλει ὁ Θεός μέσα σου. Καί αὐτό πάλι ἐσύ δέν τό
κάνεις∙ ὁ Θεός τό κάνει κι αὐτό. Ἐσύ ἁπλῶς νά θέλεις νά μπεῖ ὁ Χριστός
μέσα σου καί νά κάνει τήν κάθαρση.
«Σᾶς
πιάνει φοβία κι ἀπογοήτευση; Στραφεῖτε στόν Χριστό. Ἀγαπῆστε Τον ἁπλά,
ταπεινά, χωρίς ἀπαίτηση, καί θά σᾶς ἀπαλλάξει ὁ Ἴδιος. Νά στραφεῖτε πρός
τόν Χριστό καί νά πεῖτε μέ ταπείνωση καί ἐλπίδα σάν τόν Ἀπόστολο Παῦλο:
«Τίς με ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;»[19]». Ποιός θά μέ
γλιτώσει ἀπό αὐτό τό σῶμα τοῦ θανάτου, τόν παλαιό ἄνθρωπο; «Θά
κινηθεῖτε, λοιπόν, πρός τόν Χριστό κι Ἐκεῖνος ἀμέσως θά ἔλθει. Ἀμέσως θά
ἐνεργήσει ἡ χάρις Του»[20].
Δέν
πρέπει, ἔλεγε ὁ Γέροντας, νά σκεπτόμαστε τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας.
Τά πάθη, οἱ διάφορες ἁμαρτίες, δέν πρέπει νά μᾶς ἀπασχολοῦν τήν σκέψη.
Τό κακό δέν τό πολεμᾶμε ἄμεσα, μέ ἀντίθετους λογισμούς, ἀλλά τό
περιφρονοῦμε. Δέν κάνουμε, αὐτό πού λένε κάποιοι Πατέρες, ἀντιρρητικό
πόλεμο. Κάποιοι τό κάνανε, ἀλλά ἦταν πολύ προχωρημένοι στόν πνευματικό
ἀγώνα. Ἐμεῖς, ὡς ἀρχάριοι, δέν πρέπει νά κάνουμε ἀντιρρητικό πόλεμο, νά
φέρνουμε ἀντίρρηση δηλαδή στούς λογισμούς τοῦ διαβόλου μέ ἀντίθετους
λογισμούς. Νά μήν ἀσχολεῖσαι καθόλου μέ τούς λογισμούς καί νά στρέφεις
τόν νοῦ σου στήν προσευχή. Δέν εἶναι «συμφέρον» πνευματικά νά χάνουμε
καιρό μέ σκέψεις καί λογισμούς, πού ἀργά ἤ γρήγορα θά μᾶς «πνίξουν», ἄν
δέν τούς περιφρονήσουμε ἀφοσιούμενοι στήν προσευχή καί τόν Θείο ἔρωτα.
Οἱ ἀδυναμίες καί τά πάθη θά φύγουν ἀπό μόνα τους, ὅταν ἀγαπήσουμε
ἀληθινά τόν Χριστό.
Ἔλεγε
ὁ Γέροντας: «Ὁ σκοπός εἶναι νά ζεῖτε, νά μελετᾶτε, νά προσεύχεσθε, νά
προχωρᾶτε στήν ἀγάπη, στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, στήν ἀγάπη τῆς Ἐκκλησίας».
Πρέπει ν’ ἀγαπήσουμε τήν Ἐκκλησία πού εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. «Αὐτό
εἶναι τό ἅγιο καί ὡραῖο, πού εὐφραίνει καί ἀπαλλάσσει τήν ψυχή ἀπό κάθε
κακό, ἡ προσπάθεια νά ἑνωθεῖ κανείς μέ τόν Χριστό. Ν' ἀγαπήσει τόν
Χριστό, νά λαχταρήσει τόν Χριστό, νά ζεῖ ἐν τῷ Χριστῷ, σάν τόν Ἀπόστολο
Παῦλο πού ἔλεγε: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός»[21]. Αὐτό νά
εἶναι ὁ στόχος σας. Οἱ ἄλλες προσπάθειες νά εἶναι μυστικές, κρυμμένες.
Ἐκεῖνο πού θά πρέπει νά κυριαρχεῖ εἶναι ἡ ἀγάπη στόν Χριστό. Αὐτό νά
ὑπάρχει μές στό μυαλό, στή σκέψη, στή φαντασία, στήν καρδιά, στή
βούληση. Αὐτή ἡ προσπάθεια νά εἶναι ἡ πιό ἔντονη, πῶς θά συναντήσετε τόν
Χριστό, πῶς θά ἑνωθεῖτε μαζί Του, πῶς θά Τόν ἐνστερνισθεῖτε μέσα σας.
Τίς ἀδυναμίες ἀφῆστε τις ὅλες, γιά νά μήν παίρνει εἴδηση τό ἀντίθετο
πνεῦμα καί σᾶς βουτάει καί σᾶς καθηλώνει καί σᾶς βάζει στή
στενοχώρια»[22]. Γιατί ὅσο ἀσχολεῖσαι μέ τίς ἀδυναμίες, δίνεις χέρι στόν
ἔξω ἀπό δῶ νά σέ βουτήξει καί νά σέ ρίξει στήν κατάθλιψη. Γιατί αὐτό
προσπαθεῖ ὁ διάβολος, νά μᾶς ἀπελπίσει. Καί ἰδίως, ξέρετε, τούς
σύγχρονους ἀνθρώπους τούς πολεμάει πάρα πολύ μέ τήν ἀπόγνωση ὁ διάβολος.
Ὁ
κόπος πού χρειάζεται νά κάνουμε, ἔλεγε ὁ Γέροντας, εἶναι νά
προσπαθήσουμε νά κατανοήσουμε καί νά ἐνστερνισθοῦμε αὐτά πού μελετᾶμε.
Κάποτε, παίρνοντας ἀφορμή ἀπό αὐτά πού διάβασε, δίδασκε (ἔλεγε ὁ
Γέροντας Πορφύριος): «Ἀκοῦστε τί λέει ὁ Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ στό
βιβλίο του «Υἱέ μου, δός μοι σήν καρδίαν»[23]». Ὑπάρχει ἕνα τέτοιο ὡραῖο
βιβλίο πού μιλάει καί γιά τήν νοερά προσευχή. «Πᾶσα ἐργασία σωματική τε
καί πνευματική», κάθε ἐργασία εἴτε σωματική εἴτε πνευματική, «ἡ ὁποία
δέν ἔχει πόνο ἤ κόπο, οὐδέποτε καρποφορεῖ σ’ αὐτόν πού τήν μετέρχεται,
γιατί ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι βιαστή καί οἱ βιαστές τήν
ἁρπάζουν»[24]». Αὐτοί πού ἀσκοῦνε δηλαδή ἐθελούσια πίεση στόν ἑαυτό
τους, ἁρπάζουν τήν Βασιλεία. Βία ἐννοεῖ τήν σέ ὅλα ἐπίπονη ἄσκηση. «Ὅταν
ἀγαπάεις τόν Χριστό, κάνεις κόπο, ἀλλά εὐλογημένο κόπο. Ὑποφέρεις, ἀλλά
ὑποφέρεις μέ χαρά». Γιά νά ἐνστερνιστεῖς τόν Χριστό, γιά νά κατανοήσεις
αὐτά πού διαβάζεις, γιά νά προσευχηθεῖς σωστά, θέλει καί λίγο κόπο.
Αὐτός ὁ κόπος σέ βγάζει στόν Θεῖο ἔρωτα. Καί αὐτός ὁ κόπος ἐπιβεβαιώνει
τόν Θεῖο ἔρωτα καί τήν ἀγάπη στόν Χριστό. Γιατί πῶς θά δείξεις ὅτι
ἀγαπᾶς τόν Χριστό; Κάνοντας λίγο κόπο. Βλέπετε στά ἀνθρώπινα, ὅταν
ἀγαπᾶς κάποιον, θέλεις νά κουραστεῖς λίγο, νά τοῦ δείξεις τήν ἀγάπη σου
κάνοντας μιά μικρή θυσία. Τό ἴδιο εἶναι καί μέ τόν Χριστό. Ὑποφέρεις,
ἀλλά μέ χαρά. «Κάνεις μετάνοιες, προσεύχεσαι, γιατί αὐτά εἶναι πόθος,
Θεῖος πόθος. Καί πόνος καί πόθος καί ἔρωτας καί λαχτάρα καί ἀγαλλίαση
καί χαρά καί ἀγάπη... Χρειάζεται προσοχή καί προσπάθεια, γιά νά κατανοεῖ
κανείς αὐτά πού μελετάει καί νά τά ἐνστερνίζεται. Αὐτός εἶναι ὁ κόπος
πού θά κάνει ὁ ἄνθρωπος»[25] καί ὁ ἄλλος ὁ ἀσκητικός κόπος πού εἴπαμε.
Αὐτά μᾶς βοηθᾶνε στήν προσευχή καί κατ’ ἐπέκταση στήν ἀγάπη στόν Θεό,
στόν Θεῖο ἔρωτα.
Καί
ἔτσι κανείς νικάει τό κακό, μέ τό νά μήν ἀσχολεῖται, ἀλλά νά προσπαθεῖ
νά δείχνει τήν ἀγάπη στόν Χριστό, νά ἀγαπάει ὅλο καί πιό πολύ τόν
Χριστό, νά κοπιάζει γιά τόν Χριστό καί νά κοπιάζει χαρούμενα. Ἔρχεται
νηστεία ἄς ποῦμε, ἔρχεται Σαρακοστή, καί μερικοί σοῦ λένε, ὤχ.. πάλι
Σαρακοστή τώρα, πάλι νηστεία.. Πρέπει νά τό κάνουμε χαρούμενα. Νά
δείξουμε τήν ἀγάπη μας μέσα ἀπ’ αὐτό τόν μικρό κόπο. Πού τί κόπος εἶναι;
Τώρα ἔχουμε καί ἕνα σωρό νηστίσιμα πράγματα! Εἶναι μιά ἀλλαγή δίαιτας
κυρίως. Ἤ νά κάνεις τόν κανόνα σου, νά κάνεις λίγες μετάνοιες, νά κάνεις
τό κομποσκοίνι σου, εἶναι χαρά! Νά τόν κάνεις μέ χαρά αὐτόν τόν λίγο
κόπο, γιά νά δείξεις τήν ἀγάπη στου στόν Χριστό. Καί νά νικήσεις, ἀπό
τήν ἄλλη, τούς ἀλλόφιλους λογισμούς, πού συνεχῶς ἔρχονται σάν βόμβες ἀπό
τόν διάβολο γιά νά μᾶς δηλητηριάσουνε καί νά μᾶς ρίξουνε στήν ἀπόγνωση.
Αὐτά
ἤθελα νά σᾶς πῶ γιά σήμερα, συμπληρωματικά ἑπομένως γιά τόν Πνευματικό
Πατέρα καί τό ἄλλο φάρμακο, νά μήν ἀσχολούμαστε μέ τό κακό, ἀλλά νά
στρεφόμαστε πρός τόν Χριστό μέ τόν Θεῖο ἔρωτα. Δέν ξέρω ἄν θέλετε κάτι
πάνω σ’ αὐτά.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ.: ………… κάποιος κόπος χρειάζεται καί κάποιος δέν χρειάζεται.. Ποιός εἶναι..;
Ἀπ.
: Ναί, ἐκεῖνος ὁ κόπος πού κάνουμε ἀπό ἀγάπη στόν Χριστό, αὐτός δέν
εἶναι κόπος. Μέ αὐτή τήν ἔννοια τό λέει ὁ Γέροντας. Δηλαδή, ὅταν
ἀγαπήσεις, θά κάνεις εὔκολα καί τίς μετάνοιες καί τίς νηστεῖες. Θά πεῖς,
μέχρι νά Τόν ἀγαπήσω ὅμως τί γίνεται; Ἔ, κι αὐτό ὅμως γίνεται, ἄν
θέλεις, καί πολύ γρήγορα. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθεῖ καί τό ἀποφασίσει,
εἶναι θά λέγαμε ἕνα κλίκ μέσα μας. Ἕναν ἄνθρωπο θέλεις πολύ γιά νά τόν
ἀγαπήσεις; Στά ἀνθρώπινα μιλᾶμε τώρα.. ἕνα κλίκ κάνεις μέσα σου, ἀφήνεις
τήν καρδιά σου ἐλεύθερη καί ἐρωτεύεσαι ἄς ποῦμε, (ὅπως τό λένε σήμερα
οἱ ἄνθρωποι). Λοιπόν, μετά θεωρεῖς κόπο νά πᾶς μαζί του, ξέρω ’γώ, μιά
βόλτα κι ἄς εἶσαι καί κουρασμένος; Τό χαίρεσαι! Εἶναι ἕνας κόπος πού τοῦ
δείχνεις τήν ἀγάπη σου. Ἔ, κάπως ἔτσι εἶναι καί μέ τόν Χριστό. Μετά δέν
σέ νοιάζει. Ἀλλά πρέπει ν’ ἀφήσουμε τήν καρδιά μας νά κάνει αὐτό τό
κλίκ, νά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό. Ὁπότε ἀλλάζει ὅλη ἡ θέαση, ξέρετε, τῆς
ἄσκησης καί δέν τόν βλέπεις πλέον τόν κανόνα σάν ἕνα καταναγκαστικό
ἔργο, ἀλλά σάν μία ἐκδήλωση ἀγάπης. Χαίρεσαι πού κουράζεσαι γιά τόν
Χριστό! Ὅταν σκεφτεῖς τί ὑπέφερε ὁ Χριστός γιά μᾶς, καί πεῖς, Θεέ μου,
καί ἐγώ κάτι..
Βλέπετε,
μικρό παιδάκι ἦταν ὁ π. Πορφύριος καί παρακαλοῦσε τόν Χριστό νά τοῦ
δώσει καρκίνο. Γιατί ὅμως; Ὄχι γιατί ἦταν μαζοχιστής, ἀλλά γιατί λέει,
Χριστέ μου, Ἐσύ τόσα ὑπέφερες γιά μένα, πόνεσες γιά μένα, θέλω καί ἐγώ
λίγο νά πονέσω γιά Σένα σάν ἀνταπόδοση στόν δικό Σου πόνο! Καί ἀπό μικρό
παιδάκι ζητοῦσε νά τοῦ δώσει καρκίνο ὁ Θεός καί ὅταν τοῦ τόν ἔδωσε στά
80 του, τό εἶπε στόν προσωπικό του γιατρό, τόν Παπαζάχο, μέ πολλή χαρά!
Καί λέει, νά σοῦ πῶ κάτι.. λέει, ἔχω καρκίνο! Μοῦ τήν ἔκανε ὁ Θεός κι
αὐτή τήν χάρη! Καί πανηγύριζε δηλαδή!
Ἐρ.: ………… ἄν ἔχουμε κάποιον πειρασμό, εἶναι λάθος νά τό σχολιάζουμε καί νά λέμε εἶχα κάποιο πειρασμό;…
Ἀπ.
: Ναί, λάθος εἶναι. Ἀσχολούμαστε μέ αὐτόν καί τοῦ δίνουμε μία ὀντότητα,
ξέρετε, ἐνῶ ἄν τό ἀφήναμε, θά περνοῦσε ξώφαλτσα θά λέγαμε καί «ἀβρόχοις
ποσί». Ὅσο τό σκέφτεσαι τό κακό, μπορεῖ νά εἶναι ἕνας πειρασμός, ὅσο τό
σκέφτεσαι, καί τό κουβεντιάζεις μέ ἄλλους ἀκόμα χειρότερα, τοῦ δίνεις
μία ὀντότητα καί τό μεγενθύνεις. Ἄς ποῦμε κάνει ζέστη. Ὤχ, ζέστη.. πώ,
σκάσαμε!.. Λοιπόν, μόνο πού τό λές, ἀρχίζεις νά παθαίνεις πνίξιμο.. πῶς
νά τό πῶ;.. μπορεῖ νά πᾶς καί στό νοσοκομεῖο, σιγά-σιγά ἔτσι ὅπως
φορτίζεις τόν ἑαυτό σου! Ἔτσι εἶναι σέ ὅλα. Καί στά πνευματικά, σοῦ
ἔρχεται ἕνας λογισμός.. ἐντάξει, ἄστον νά φύγει! Μήν ἀσχολεῖσαι. Ἄ, πάλι
ἦρθε καί γιατί νά ἔρθει.. καί γίνεσαι τρισχειρότερα μετά. Καί ἕνα
μυρμήγκι γίνεται ἐλέφαντας μετά. Εἶναι αὐτό πού λέμε «μυρμηγκολέοντας».
Αὐτός εἶναι ὁ διάβολος.
[1] Ἰωάν. 5, 30.
[2] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[3] Ἀποκ. 3, 16.
[4] Ἰωάν. 17, 11.
[5] Ὅ.π.
[6] Ματθ. 18, 20.
[7] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[8] Ὅ.π.
[9] Ὅ.π.
[10] Ὅ.π.
[11] Ὅ.π.
[12] Ὅ.π.
[13] Ὅ.π.
[14] Ὅ.π.
[15] Ὅ.π.
[16] Ὅ.π.
[17] Παρ. 23, 26.
[18] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[19] Ρωμ. 7, 24.
[20] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[21] Γαλ. 2, 20.
[22] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[23] Υἱέ μου, δός μοι σήν καρδίαν, Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, ἔκδ. Ὀρθοδόξου Πνευματικοῦ Κέντρου Λεμεσοῦ, Ἀθήνα 1989.
[24] Ματθ. 11, 12.
[25] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.