[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 25-3-1983]
Τώρα την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, αγαπητοί μου, πολύ συχνά ακούεται η μικρά, εκείνη, κατανυκτική προσευχή του αγίου Εφραίμ, η οποία συνοδεύεται και με γονυκλισία: «Κύριε
καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας καί
ἀργολογίας, μή μοι δῷς. Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς
καί ἀγάπης, χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ. Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ
ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου».
Η όλη προσευχή, όπως αντιληφθήκατε, αρχίζει με μίαν επίκλησιν προς τον Κύριον της ζωής: «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου». Πραγματικά
έχει πάρα πολλή σημασία αυτό, διότι μόνον ο Κύριος της ζωής είναι ο
γνώστης της ανθρωπίνης κατασκευής. Κανείς δεν γνωρίζει, ούτε ο ιατρός,
ούτε ο φιλόσοφος, ούτε ο κοινωνιολόγος, ούτε εγώ ο ίδιος τον εαυτό μου.
Κανείς δεν γνωρίζει τόσο, όσο γνωρίζει ο κατασκευαστής μου. Και ο
κατασκευαστής μου είναι ο Κύριος της ζωής μου. Είναι Αυτός ο Οποίος με
δημιούργησε. Γι΄αυτό αγαπητοί μου, πολλές φορές, όταν αναρωτιόμαστε τι
ωφελεί τον άνθρωπο ή τι είναι ικανό να τον κάνει να αρρωστήσει, βεβαίως
δεν θέλω να πω ότι θα απορρίψομε την γνώμη μιας πείρας που έχουν οι
άνθρωποι, αλλά εφόσον όμως αυτή η πείρα που έχουν οι άνθρωποι, όπως η
ιατρική πείρα, η κοινωνική πείρα κ.ο.κ. εφόσον αυτή η πείρα θα έρχεται,
θα απορρέει από αυτό το οποίον λέγει και εντέλλεται ο Θεός δημιουργός
μου.
Ένα μικρό παράδειγμα. «Πρέπει ή δεν πρέπει
-συνηθισμένο ερώτημα για έναν νέον άνθρωπο, κυρίως για τον έφηβο- να
μείνω εν παρθενία στα νεανικά μου χρόνια;». Η απάντησις: Ο κόσμος λέγει
«Όχι». Πάρα πολλοί ιατροί, όχι όλοι -δόξα τω Θεώ- λέγουν «Όχι». Πολλοί
κοινωνιολόγοι και εκπαιδευτικοί και ψυχολόγοι, όχι όλοι ευτυχώς, λέγουν
«Όχι». Τι λέγει ο Χριστός; Ο κατασκευαστής μου; Ο κατασκευαστής μου, ο
Οποίος γνωρίζει την μάρκα μου και τη δομή μου και την λειτουργία μου όσο
κανένας άλλος, μου λέγει: «Θα μείνεις εν παρθενία μέχρι τον γάμο σου».
Ποιον θα ακούσω; Προφανώς τον Κύριο της ζωής μου. Συνεπώς αποτείνομαι
προς τον Κύριο της ζωής μου. «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου…». Διότι
εσύ μου έδωσες σήμερα την φυσικήν ζωήν, σε Σένα ελπίζω ότι θα μου δώσεις
και την πνευματικήν ζωήν, και την αιωνίαν ζωήν. Διότι ποια η αξία το να
επιτύχω την φυσικήν ζωήν, την βιολογικήν ζωήν, με τα εντάλματα των
ανθρώπων, και χάσω την αιωνίαν ζωήν, που σε Σένα υπάρχει;
Καλό,
λοιπόν, θα ήταν να αρχίσομε αυτήν την προσευχήν, από το κλειδί της
επιτυχίας της, που είναι η αυτογνωσία. Διότι αν θέλει ο Θεός, στην σειρά
των Παρασκευών, της ακολουθίας των Χαιρετισμών προς την Θεοτόκον, θα
αναλύσομε αυτήν την προσευχήν. Γι΄αυτό, κάνοντες αρχή από απόψε,
ερωτούμε:
Αγαπητοί μου, ξέρετε ότι ο άνθρωπος εξερευνά τα βάθη των ουρανών- εννοείται των φυσικών ουρανών-, εξερευνά την γην, τα βάθη των θαλασσών, εισχωρεί μέσα σε ζούγκλες και άβατους τόπους, που ποτέ άνθρωπος δεν επάτησε· κι όμως δεν έχει εξερευνήσει αυτόν τον ίδιο τον εαυτόν του. Καταρχάς η ανθρωπότητα δεν εξερεύνησε αυτό το ον που λέγεται άνθρωπος. Και ύστερα, ο κάθε άνθρωπος δεν έχει εξερευνήσει αυτήν την «terra incognita», αυτήν την άγνωστη γη, την άγνωστη χώρα. Δεν την έχει εξερευνήσει. Ανεξαιρέτως. Μας το λέγει η Ψυχολογία ότι ο άνθρωπος δεν έχει εξερευνήσει τον εαυτόν του. Μας το λέγει όμως και ο λόγος του Θεού. Κυρίως ο λόγος του Θεού.
Γι'αυτό τον λόγο πρέπει να έχομε μία στροφή προς τα μέσα. Αυτή η στροφή προς τα μέσα θα μας κάνει να δούμε ακριβώς ποια είναι η κατάστασίς μας, ποιος είμαι εγώ. Να ανακαλύψω το εγώ μου. Το αφήνω και ενεργεί, όπως ενεργεί, παθιασμένο, κουβαλάει μαζί του όστρακα και κελύφη και του κόβουν την ταχύτητά του στον δρόμο του, εμφανίζεται κακομοιριασμένο, κακοποιημένο, που μπορεί ακόμη να δημιουργήσει και το γέλιο των άλλων ανθρώπων, κι όμως εγώ ποτέ δεν έκανα τον κόπο να κοιτάξω αυτό το «εγώ» μου, να ιδώ ποιος είμαι και πώς κινούμαι, πώς με βλέπουν οι άλλοι άνθρωποι, πώς με βλέπει ο Θεός. Είναι η επιστήμη των επιστημών και η τέχνη των τεχνών, να γνωρίσω τον εαυτό μου!
Όταν, όμως, θα ξεκινήσω, αγαπητοί μου, να ερευνώ τον εαυτό μου, αναμφισβήτητα δεν θα πρέπει να υποστώ μίαν… θα λέγαμε, έτσι, λάμψη στα μάτια μου, από κάτι που υπάρχει μέσα στην ανθρώπινη ψυχή και εκ της κατασκευής της λάμπει. Να αρχίσω φερ’ ειπείν να γοητεύομαι με τας πολυπλόκους λειτουργίας του μυαλού μου. Αν μάλιστα τύχει να είμαι και μορφωμένος άνθρωπος, βλέπω τις δαιδαλώδεις σκέψεις που κάνω. Και αρχίζω να υφίσταμαι ένα είδος ναρκισσισμού, να αυτοθαυμάζομαι. Αυτό δημιουργεί μια κατάσταση ψευδή, βεβαίως, αυτογνωσίας. Δεν είναι αληθινή αυτογνωσία.
Δεν θα αρκεστώ να μείνω στη συνείδησή μου· εις το τι έπραξα και δεν έπραξα. Αλλά θα κατέβω και εις τα εφέσεις της ψυχής μου και εις τις ροπές της ψυχής μου, που είναι κάτω από την συνείδησή μου, ή δίπλα στην συνείδησή μου. Γιατί, όπως ξέρετε, από την στιγμή που ο Αδάμ ημάρτησε, δημιουργήθηκε το διαβόητον υποσυνείδητον. Υποσυνείδητον δεν είχε ο Αδάμ. Είχε μόνο συνείδηση. Από την στιγμή που είπε στον Θεό: «Όχι εγώ… η γυναίκα που μου έδωσες, αυτή μου έδωσε τον καρπό και έφαγα» σημαίνει ότι την ενοχή της συνειδήσεώς του δεν την παραδέχτηκε, αλλά την επέρριψε εις τον Θεόν και συνεπώς αφού επέρριψε εις τον Θεόν την ενοχή του σημαίνει ότι πια την έβαλε πλάι στην συνείδηση, την ενοχή, δηλαδή την στιγμή εκείνη, εκείνη τη στιγμή δημιουργήθηκε η παρασυνείδησις. Δηλαδή αυτό που λέμε σήμερα υποσυνείδητο.
Θα ερευνήσω και αυτό. Είναι εκείνο που σας είπα προηγουμένως ότι δημιουργεί η συνείδηση μηχανές για να κρύπτει το υποσυνείδητο. Αλλά και τον εαυτό της ακόμα να κρύπτει. Θα κατεβώ και εις αυτό το υποσυνείδητο για να κρίνω τον εαυτό μου. Και τότε θα πω: «Αθανάσιε, είσαι αυτός· και λυπούμαι για λογαριασμό σου, που είσαι και κληρικός· λυπούμαι. Έχεις αυτό, εκείνο, εκείνο, αυτό το πάθος, εκείνο το πάθος, εκείνο το πάθος, αυτήν την έφεσιν, εκείνη, εκείνη, αυτήν την ροπήν, εκείνη, εκείνη. Ίσως να μην το διέπραξες ποτέ, αλλά είσαι ακάθαρτος».
Βέβαια, βέβαια, θα σωθώ εάν δεν διέπραξα εκείνο που έπεφτε εις το συνειδητό μου ή εις την συνείδησή μου. Θα σωθώ. Αλλά για να γίνω άγιος πρέπει να καθαρίσω και την συνείδηση και το υποσυνείδητον.
Αυτό έκαναν εξάλλου εις την έρημο οι άγιοι. Και εκεί κατηνάλωσαν την ζωή των. Στο να καθαρίσουν την συνείδηση και το υποσυνείδητο. Αν ήταν δυνατόν να το εξαλείψουν. Και να επανέλθουν εις την αρχέγονο κατάσταση, τον προ-πτωτικόν Αδάμ. Και ο προπτωτικός Αδάμ είναι ο Ιησούς Χριστός. Ο νέος Αδάμ. Είναι ο εν Χριστώ άνθρωπος. Αυτός είναι ο εν Χριστώ άνθρωπος. Και ελάτε να μου πείτε αν έχομε να κάνομε δουλειά ή όχι... Και ελάτε να μου πείτε αν η υπόθεσις το να ζήσω πνευματική ζωή –μην απογοητευόμεθα όμως, μην απογοητευόμεθα- αν είναι εύκολη… Κι αν είναι υπόθεσις μιας ημέρας ή ενός έτους…Έτσι πραγματικά θα αρχίσω να βλέπω τον εαυτό μου.Αλλά το να δω τον εαυτό μου, αγαπητοί μου, πρέπει να πούμε ότι δεν είναι μόνο δικό μου έργον. Είναι και έργον του Θεού. Είναι έργον της χάριτός Του. Γι’ αυτόν τον λόγο κάνω προσευχή και Του λέγω:
Είναι ανάγκη λοιπόν να παρακαλέσομε τον Κατασκευαστή μας να μας δώσει την χάρη Του, να μπορούμε να βλέπουμε εκείνα τα οποία υπάρχουν μέσα μας. Γι'αυτό πρέπει να προσευχόμεθα. Θα έλεγα εμπόνως, επιμόνως, μετά δακρύωνΑυτό το «ὁρᾶν», «δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα», αυτό το «ὁρᾶν», το βλέπειν, δηλαδή αυτό το μάτι της ψυχής, πρέπει να έχει υγεία. Γι'αυτό πρέπει να παρακαλάμε τον Θεό να μας δίνει υγιές μάτι ψυχής. Αυτό το υγιές μάτι της ψυχής είναι θεμελιώδους σημασίας, θεμελιώδους, όπως ακριβώς το να πρέπει να γίνω καλλιτέχνης ή άνθρωπος επιστήμης και παρατηρήσεως και πειράματος, και να μην έχω μάτια. Ε, πώς είναι δυνατόν… Είπα παρατηρήσεως και να μην έχω μάτια. Είναι αδιανόητο πράγμα. Πρέπει, λοιπόν, να έχω μάτια και μάλιστα καλά μάτια. Και μάλιστα μάτια που να μη μου δίνουν ψευδαισθήσεις. Αλλά να έχω μάτια που να βλέπουν εξ αντικειμένου, σωστά, με ακρίβεια. Λοιπόν, αυτό το μάτι της ψυχής, «δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα», το να βλέπω τα πταίσματά μου, τα αμαρτήματά μου, είναι, όπως σας εξήγησα, ανάγκη να είναι υγιές.
Πώς θα ξεκινήσει αυτό; Πώς δηλαδή θα γίνει το μάτι υγιές; Αν υποτεθεί ότι δεν είναι υγιές. Εκείνο που κάνει το μάτι της ψυχής υγιές είναι η ταπεινοφροσύνη! Είναι η ταπεινοφροσύνη.
Αλλά εάν δω τον πραγματικό μου εαυτό, τότε θα αντιληφθώ ότι έχω πολλά πράγματα να κοιτάξω. Και τότε… ω, τότε, τότε δεν έχω καιρό να κοιτάξω τον άλλον άνθρωπο. Κι αν δεν έχω καιρό να κοιτάξω τον άλλον άνθρωπο, τότε δεν θα κατακρίνω. Ή, από μία στοιχειώδη αυτογνωσία, στοιχειώδη, θα πω: «Μα κι εγώ είμαι το ίδιο πράγμα, αν αυτός κάνει σήμερα αυτό, γιατί εγώ δεν θα το κάνω αύριο; Ποιος μου το εξασφαλίζει; Κι αν ακόμη ψάξω, θα βρω ότι κι εγώ έχω στοιχεία, που, αν βρεθώ στις συνθήκες που αυτός βρέθηκε, δεν ξέρω κι εγώ τι μπορεί να κάνω. Διαβάζω για ένα έγκλημα, για μία κλοπή, για μία πράξη βίας, οποιασδήποτε φύσεως, ποιος μου λέει εμένα, εάν βρεθώ κάτω από τις ίδιες συνθήκες, δεν θα κάνω το ίδιο;».
«Για όλους τους ανθρώπους είναι όλα δυνατά. Εγώ μπορώ να κάνω εγκλήματα; Γιατί δεν μπορώ να κάνω; Εάν με εγκαταλείψει η χάρις του Θεού, αν, αν, γιατί δεν μπορώ να κάνω;». Γι'αυτό τον λόγο ας λέμε: «Όλα μπορώ να τα κάνω. Μόνο η χάρις του Θεού αν με φυλάξει, τότε δεν θα κάνω εκείνα τα οποία σήμερα βλέπω στον άλλον και τρομάζω».Θα ΄λεγα για μια καλή γυναίκα, που ΄ναι νοικοκυρά, που έχει στο σπίτι της πολλή δουλειά να κάνει, όταν κάθεται και φτιάχνει το σπιτικό της και πάντα έχει μία απασχόληση, θα εξετάσει της γειτόνισσας το σπίτι σε ποια κατάσταση καθαριότητος βρίσκεται ή όχι; Αναμφισβήτητα όχι. Γιατί; Έχει να κοιτάξει το δικό της το σπίτι. Γιατί ακριβώς έχει πολλή δουλειά να κάνει.
Έτσι κι εδώ. Δεν θα ερευνήσω τον άλλον, δεν θα ψάχνω τον άλλον. Τον εαυτό μου, τον εαυτόν μου μόνο θα βλέπω, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι αν δω κάτι στον άλλον δεν θα του το διορθώσω. Διότι αυτήν την στιγμή, εάν εγώ επί παραδείγματι ως πνευματικός σου πω ότι «Αυτό το πράγμα έχεις· δεν σε κατηγορώ. Σου λέγω απλώς ότι έχεις κάτι για να το διορθώσεις κι εσύ· που το βλέπω εγώ και δεν το βλέπεις εσύ». Σημαίνει λοιπόν ότι εξετάζω τον εαυτό μου και μένω στον εαυτό μου, δεν σημαίνει ότι δεν θα βοηθήσω τον άλλον να διορθωθεί. Άπαγε, κάθε άλλο. Αλλά όταν ακριβώς μπορώ να βλέπω τον εαυτό μου, όπως είναι η παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, θυμηθείτε την, ο Τελώνης έβλεπε μόνο τον εαυτόν του, ο Φαρισαίος έβλεπε τον άλλον και όχι τον εαυτό του! Είναι φοβερό πράγμα…
Όταν τελικά αποκτήσω την αυτογνωσία, τότε αναμφισβήτητα οδηγούμαι, αγαπητοί μου, στο να αποκτήσω όλες τις αρετές. Την πίστη, την ελπίδα, την αγάπη, την προσευχή. Αναφέρω τις κεφαλαιώδεις αυτές και θεολογικές αρετές.Λέγει ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: «Οὐδὲν κρεῖττον τοῦ γνῶναι τὴν οἰκείαν ἀσθενείαν καὶ ἀγνωσίαν, οὐδὲν χεῖρον τοῦ ταῦτα ἀγνοεῖν». «Δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα από του να γνωρίζεις ποιος είσαι, την δική σου ασθένεια. Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από του να αγνοείς ποιος είσαι. Δεν υπάρχει…».
Τέλος, πρέπει να σας πω και κάτι. Ο αληθινός, ο ταπεινός άνθρωπος, όταν κοιτάζει τον εαυτό του και βρίσκει τα ελαττώματά του… έχει βεβαίως και αρετές, δεν τίθεται θέμα, τι κάνει; Όπως κοιτάζει τον εαυτόν του, ο Θεός κάνει το εξής: βάζει το χέρι Του μπροστά και κρύβει τα καλά. Του λένε οι άλλοι άνθρωποι: «Κοίταξε, έχεις αυτό το καλό». Έχει βάλει το χέρι Του εκεί όμως ο Θεός και δεν βλέπει αυτός. Για να μην υψηλοφρονήσει, τον προστατεύει ο Θεός και του κρύπτει τα καλά. Ή μικραίνει τα καλά. Εάν οι άνθρωποι επιμένουν στο σημείο αυτό, του να του λέγουν τα καλά του, τότε είναι ως να του ρίπτουν εις τα χέρια του διαβόλου τον άνθρωπον αυτόν.
Και, τέλος, ο όσιος πατήρ Θεόδωρος λέγει τα εξής θαυμάσια: «Τὸ δεσποτικὸν λόγον ἐπὶ νοῦν ἔχε, τὸ δοῦλος ἀχρεῖος εἶναι καὶ μήπω τὴν ἐντολὴν πεπληρωκέναι (:έχε πάντα στον νου σου αυτό που είπε ο Χριστός: ‘’Είμαι δούλος αχρείος και οφείλω να εκπληρώσω τις εντολές του Θεού’’) τῷ ὄντι, τῷ ὄντι γάρ, ἐφ΄ ὅσον ἐν τῷ παρόντι βίῳ ἐσμέν (:όσο ακόμη είμεθα εις τον παρόντα βίο) οὔπω τῆς ἐξορίας ἀνακεκλήμεθα, ἀλλ’ ἀκμὴν ἐπὶ τὸν ποταμὸν Βαβυλῶνος καθεζόμεθα (:όσο ακόμη ζούμε, δεν έχομε ανακληθεί από την εξορία την βαβυλωνιακή, είμαστε ακόμη εις τις ακτές της Βαβυλώνος, του Ευφράτου ποταμού και κλαίμε την εξορία μας) ἀκμὴν περὶ τὴν Αἰγύπτιον πλινθουργίαν ταλαιπωροῦμεν, μήπω τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας θεασάμενοι (:ακόμη είμαστε στη γη της σκλαβιάς, την Αίγυπτον, την πνευματική Αίγυπτο και τα έργα μας είναι η πλινθουργία, όπως τότε οι Εβραίοι ως δούλοι στον Φαραώ, και εργαζόμεθα τα έργα τα καθημερινά και είμεθα σκλάβοι. Όσο, λοιπόν, ακόμη είμεθα στην παρούσα ζωή και η γη της επαγγελίας είναι μακράν, ας ταπεινοφρονούμε. Ας έχομε, λοιπόν, αυτήν την αυτογνωσία, ας λέμε ότι είμεθα δούλοι αχρείοι). Ἐπειδὴ οὔπω ἐξεδυσάμεθα τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, τὸν φθειρόμενον κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης, οὔπω ἐφορέσαμεν τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου· ἔτι γὰρ τὴν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ φοροῦμεν· οὐκ ἔχομεν τοίνυν ὁδὸν καυχήσεως, ἀλλὰ δακρύειν ὀφείλομεν, δεόμενοι τοῦ δυναμένου σώζειν ἡμᾶς (:Φορούμε ακόμα την εικόνα του χοϊκού, του χωματένιου ανθρώπου· δεν ντυθήκαμε ακόμα την εικόνα και την φορεσιά του επουρανίου ανθρώπου. Πώς, λοιπόν, θα καυχηθούμε, τι θα πούμε; Ότι είμεθα ότι… Τίποτα… Να κλάψομε, να στραφούμε στον εαυτό μας, να δούμε τον πραγματικό εαυτό μας, για να μπορέσουμε να σωθούμε)».
Αγαπητοί μου, πράγματι είναι αναγκαιοτάτη αυτή η στροφή προς την αυτογνωσία. Λέγει πάλι ο Ησύχιος ο πρεσβύτερος, το θαυμάσιο που είναι και αγιογραφικό: «Οὐαὶ τοῖς ἀπολωλεκόσι τὴν καρδίαν, φησὶ· καὶ τί ποιήσουσιν, ὅταν ἐπισκέψηται Κύριος; (:Αλίμονο σε κείνους που έχασαν την καρδιά τους. Και την χάνουν όταν δεν έχουν αυτογνωσία. Και όταν θα έρθει ο Θεός να κρίνει την καρδιά, τι θα κάνουν τότε;)». «Δι' ὃ σπουδαστέον ἡμῖν, ἀδελφοί»· «Γι΄αυτό, αγαπητοί μου αδελφοί», λέγει, εδώ ο όσιος Ησύχιος, «είναι ανάγκη να φροντίσουμε να κατακτούμε δια της αυτογνωσίας την καρδιά μας».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/xairetismoi/xairetismoi_011.mp3