«ΠΑΣΧΑ τοῦ Κυρίου, Πάσχα, καὶ πάλι θὰ πῶ Πάσχα, πρὸς τιμὴ τῆς Ἁγίας Τριάδας. Αὐτὴ εἶναι ἡ γιορτὴ τῶν γιορτῶν καὶ τὸ πανηγύρι τῶν πανηγυριῶν, ποὺ ξεπερνᾶ τόσο πολὺ ὅλες τὶς ἄλλες, ὄχι μόνο τὶς ἀνθρώπινες καὶ ἀπὸ τὰ κάτω προερχόμενες, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὶς γιορτὲς τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ καὶ αὐτὲς ποὺ τελοῦνται πρὸς τιμήν Του, ὅσο ξεπερνᾶ ὁ ἥλιος τοὺς ἀστέρες… Σήμερα αὐτὴν τὴν Ἀνάσταση γιορτάζουμε, ὄχι πιὰ ὡς κάτι ποὺ ἐλπίζουμε, ἀλλ’ ἤδη ὡς γεγονός, ποὺ συνάζει κοντά της ὅλον τὸν κόσμο. Ὁ καθένας λοιπὸν ἂς προσφέρει ὡς καρπὸ κάτι διαφορετικὸ τὸν καιρὸ αὐτό, καὶ ἂς φέρει δῶρο γιορτινό, ἢ μικρὸ ἢ μεγάλο, ἀπ’ ὅσα εἶναι πνευματικὰ κι ἀγαπητὰ στὸ Θεό, ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις του.
Γιατί, δῶρο ἀντάξιο πρὸς τὴ γιορτή, μόλις καὶ μετὰ βίας θὰ μποροῦσαν νὰ πετύχουν καὶ οἱ ἄγγελοι, οἱ πρῶτοι νοεροὶ καὶ καθαροί, καὶ ἐπόπτες καὶ μάρτυρες τῆς θεϊκῆς δόξας, ἔστω κι ἂν εἶναι ἐφικτὸ σ’ αὐτοὺς κάθε εἶδος ὑμνολογίας. Ἐμεῖς θὰ προσφέρουμε λόγο, τὸ πιὸ ὡραῖο καὶ πολύτιμο ἀπ’ ὅσα ἀγαθὰ ἔχουμε ὑμνώντας τὸ Λόγο καὶ μ’ ἄλλον τρόπο, γιὰ τὴν εὐεργεσία του πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Θ’ ἀρχίσω δὲ ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτό. Γιατί δὲν ἀνέχομαι νὰ προσφέρω θυσία τοὺς λόγους, γιὰ τὸ μεγάλο θῦμα καὶ τὴ μέγιστη ἡμέρα καὶ νὰ μὴν ἀνατρέξω πρὸς τὸ Θεὸ καὶ νὰ ξεκινήσω ἀπὸ κεῖ. Καθαρίστε πρὸς χάρη μου καὶ τὸ νοῦ καὶ τὴν ἀκοὴ καὶ τὴ διάνοια, ὅσοι ἐντρυφᾶτε στὰ τέτοια πράγματα (ἐπειδὴ γιὰ τὸ Θεὸ καὶ θεϊκὸς εἶναι ὁ λόγος), ὥστε νὰ φύγετε, ἀφοῦ ἐντρυφήσετε πράγματι σ’ αὐτὰ ποὺ δὲν τελειώνουν ποτέ…»!