Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2020

Πές μου παππού μου, Ἡρόδοτε, ποιὰ εἶναι τὰ θεμέλια γιὰ ἕνα Ἔθνος;

Ἀνιστόρητα τὰ μηνύματα τῆς πολιτειακῆς καί πολιτικῆς ἡγεσίας

– Πές μου παππού μου, Ἡρόδοτε, ποιὰ εἶναι τὰ θεμέλια γιὰ ἕνα Ἔθνος;
– Παιδί μου, τὸ ὅμαιμον, τὸ ὁμόγλωσσον, τὸ ὁμότροπον καὶ τὸ ὁμόθρησκον (Ἡροδότου Ἱστ. 8. 144. 2).
Κυρία Πρόεδρε,
Μὲ μεγάλη προσοχὴ παρακολούθησα τὸ μήνυμά σας γιὰ τὴν Ἐθνική μας Παλιγγενεσία ποὺ ἀπευθύνατε στὸν ἀπόδημο Ἑλληνισμό. Ἔμεινα δὲ ἔκπληκτος μὲ μία τοποθέτηση, ἡ ὁποία κατὰ τὴ γνώμη πολλῶν ἱστορικῶν εἶναι ἐσφαλμένη -εὔχομαι νὰ παρεισέφρησε στὸ μήνυμά σας ἐκ παραδρομῆς. Συγκεκριμένα ἀναφέρατε: «Μὲ μεγάλη χαρὰ ἀπευθύνομαι σήμερα σὲ ἐσᾶς, τοὺς ἀπόδημους Ἕλληνες, γιὰ πρώτη φορά ἀπὸ τὴν ἔναρξη τῆς θητείας μου, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐθνική μας ἐπέτειο. Στὶς 25 Μαρτίου τοῦ 1821, οἱ Ἕλληνες ἐπαναστάτησαν γιὰ νὰ ἀποτινάξουν τὸν ὀθωμανικὸ ζυγό, νὰ ἀνακτήσουν τὴν πολύτιμη ἐλευθερία τους καὶ νὰ οἰκοδομήσουν ἕνα σύγχρονο, ἐλεύθερο καὶ δημοκρατικὸ κράτος, ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τῆς ἀμερικανικῆς καὶ τῆς γαλλικῆς ἐπανάστασης».

Ἆραγε, οἱ σκλαβωμένοι Ἕλληνες ἐπαναστάτησαν, ἐπειδὴ μιμήθηκαν τὴν ἀμερικανικὴ καὶ τὴ γαλλικὴ ἐπανάσταση; Ἐὰν δεχθοῦμε τὸν παραπάνω ἰσχυρισμό, σημαίνει πὼς ἀπὸ τὴν πτώση τῆς Πόλεως (1453) μέχρι τὴν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης (1821) οἱ Ἕλληνες δὲν εἶχαν ἐξωγενῆ πρότυπα ἐπαναστάσεων καὶ ἑπομένως γιὰ τέσσερις αἰῶνες δὲν ἔκαναν καμμία μικρὴ ἢ μεγάλη κίνηση γιὰ ἀποτίναξη τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ. Ὅμως, δὲν συνέβη κάτι τέτοιο. Οἱ πάντες –ἐπαΐοντες καὶ μὴ– γνωρίζουν πὼς κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας εἴχαμε δεκάδες ἐπαναστατικὰ κινήματα. Ἑπομένως, ποιὲς ξένες ἐπαναστάσεις καὶ ξένα κινήματα μιμήθηκαν οἱ προσπάθειες τῶν Ἑλλήνων γιὰ Ἐθνικὴ Ἀνεξαρτησία ποὺ προηγήθηκαν τοῦ 1821;
Βέβαια, ὅπως ἐπιβάλλουν οἱ κανόνες τῆς ἱστορικῆς ἐπιστήμης, ὅταν μελετοῦμε γεγονότα ποὺ χάνονται πίσω στοὺς αἰῶνες, πρέπει νὰ λαμβάνουμε ὑπ’ ὄψιν τί λέγουν οἱ ἴδιοι οἱ αὐτόπτες καὶ αὐτήκοοι μάρτυρες. Εἰ δὲ μή, θὰ φανοῦμε ἄδικοι δικαστὲς τῆς Ἱστορικῆς Ἀλήθειας.
Ἀπὸ τοὺς πολλοὺς μάρτυρες ὑπεράσπισης τῆς Ἱστορικῆς Ἀλήθειας, λοιπόν, ἂς φωνάξουμε γιὰ ἀκρόαση ἕνα σεβάσμιο γέροντα, τὸν Θεόδωρο τὸν Κολοκοτρώνη:
– Μάρτυς, πότε καὶ ποῦ γεννηθήκατε;
– Ἐγεννήθηκα εἰς τὰ 1770, Ἀπριλίου 3, τὴν Δευτέραν τῆς Λαμπρῆς. Ἐγεννήθηκα εἰς ἕνα βουνό, εἰς ἕνα δένδρο ἀποκάτω, εἰς τὴν παλαιὰν Μεσσηνίαν, ὀνομαζόμενον Ραμαβούνι.
– Γιὰ πές μας μάρτυς περὶ τοῦ θέματος ποὺ συζητιέται σ’ αὐτὸ τὸ φτωχὸ χαρτί, πές μας τί γνωρίζεις.
– Ἡ ἐπανάστασις ἡ ἐδική μας δὲν ὁμοιάζει μὲ καμμιὰν ἀπ’ ὅσες γίνονται τὴν σήμερον εἰς τὴν Εὐρώπην. Τῆς Εὐρώπης αἱ ἐπαναστάσεις ἐναντίον τῶν διοικήσεών των εἶναι ἐμφύλιος πόλεμος. Ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦτον ὁ πλέον δίκαιος, ἦτον ἔθνος μὲ ἄλλο ἔθνος… (Ἀπὸ τὰ «Ἀπομνημονεύματά» του).
– Σ’ εὐχαριστοῦμε μάρτυς, μπορεῖς νὰ ἀπέλθεις.
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Παρακολούθησα καὶ τὸ δικό σας μήνυμα γιὰ τὴν Ἐθνική μας Ἐπέτειο καὶ ἔμεινα ἐνεός! Σὲ κάποιο σημεῖο δηλώσατε πώς: «Πρὶν ἀπὸ 200 χρόνια οἱ Ἕλληνες διεκδίκησαν καὶ ἔγιναν ἀπὸ ὑπόδουλοι ἐλεύθεροι. Καὶ ἀπὸ ὑπήκοοι, πολίτες. Συγκρότησαν Ἔθνος. Καὶ ἵδρυσαν κράτος δημοκρατίας καὶ δικαιοσύνης».
Ἡ ἄποψη αὐτὴ –ἡ ὁποία εὔχομαι νὰ συμπεριλήφθηκε ἐκ παραδρομῆς στὸ μήνυμά σας– εἶναι ἡ σημαία καὶ τὸ λάβαρο τῶν λεγόμενων «ἐθνομηδενιστῶν», οἱ ὁποῖοι διατείνονται πὼς τὸ ἔθνος τῶν Ἑλλήνων σταματᾶ στὰ Ἀρχαῖα χρόνια καὶ ξεκινᾶ πάλι μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ ’21.
– Ἂς φωνάξουμε, λοιπόν, ξανὰ τὸν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη νὰ μᾶς πεῖ.
– Γιὰ πές μας μάρτυς περὶ τοῦ θέματος ποὺ συζητιέται σ’ αὐτὸ τὸ φτωχὸ χαρτί, πές μας τί γνωρίζεις;
– Θὰ σᾶς πῶ αὐτὸ ποὺ εἶπα στὰ παιδιὰ τοῦ Γυμνασίου τῶν Ἀθηνῶν πρὶν ἀπὸ χρόνια: Εἰς τὸν τόπον, τὸν ὁποῖον κατοικοῦμε, ἐκατοικοῦσαν οἱ παλαιοὶ Ἕλληνες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους καὶ ἡμεῖς καταγόμεθα καὶ ἐλάβαμε τὸ ὄνομα τοῦτο. Αὐτοὶ διέφεραν ἀπὸ ἡμᾶς εἰς τὴν θρησκείαν, διότι ἐπροσ­κυνοῦσαν τὲς πέτρες καὶ τὰ ξύλα (Ἐφημερίδα «Αἰὼν» 13.11.1838)
– Δηλαδὴ μάρτυς, καταγόμαστε μόνο ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους ἡμῶν προγόνους;
– Τοῦ Ἄγγλου ναυάρχου, Ἄμιλτον ποὺ μᾶς ζητοῦσε νὰ συμβιβαστοῦμε μὲ τοὺς Τούρκους (ὢ Ἀγγλία, πάντοτε ἴδια!) τοῦ εἶχα πεῖ: Ἐμεῖς, καπιτὰν Ἄμιλτον, ποτὲ συμβιβασμὸ δὲν ἐκάμαμε μὲ τοὺς Τούρκους. Ἄλλους ἔκοψε, ἄλλους σκλάβωσε μὲ τὸ σπαθὶ καὶ ἄλλοι, καθὼς ἡμεῖς, ἐζούσαμε ἐλεύθεροι ἀπὸ γενεὰ εἰς γενεά. Ὁ βασιλεύς μας ἐσκοτώθη (σ. ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος), καμμία συνθήκη δὲν ἔκαμε (σ. «τὸ δὲ τὴν Πόλιν σοὶ δοῦναι…»), ἡ φρουρά του εἶχε παντοτινὸ πόλεμο μὲ τοὺς Τούρκους καὶ δύο φρούρια ἦτον πάντοτε ἀνυπότακτα». Μὲ εἶπε: «Ποία εἶναι ἡ βασιλικὴ φρουρά του, ποία εἶναι τὰ φρούρια;» -«Ἡ φρουρὰ τοῦ βασιλέως μας εἶναι οἱ λεγόμενοι Κλέφται, τὰ φρούρια ἡ Μάνη καὶ τὸ Σούλι καὶ τὰ βουνά». Ἔτσι δὲν μὲ ὡμίλησε πλέον» (Ἀπὸ τὰ «Ἀπομνημονεύματά» του).
– Σ’ εὐχαριστοῦμε μάρτυς, μπορεῖς νὰ ἀπέλθεις.
Εὐτυχῶς γιὰ τοὺς Νεοέλληνες, τὰ λόγια ποὺ μᾶς κληροδότησε ὁ Ἀρχιστράτηγος εἶναι καθάρια καὶ δὲν ἐπιδέχονται παρερμηνεῖες καὶ «παραθυράκια», ὅπως ἔχουμε συνηθίσει νὰ βλέπουμε στὸ νομικό μας «πολιτισμό»…
Ζήτω ἡ αἰωνία Ἑλλάς!
Μὲ τιμή,
Νικόλαος Παν. Ἀντωνόπουλος, M. Ed.
Δάσκαλος 45ου Δημοτικοῦ Σχολείου Πατρῶν