Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

"Η Ορθοδοξία, το μεγαλύτερο θέμα της ζωής μου"

Πάτερ Ραφαήλ, υποθέτω ότι είστε ο πιο κατάλληλος για να μας πείτε πώς μπορεί να φτάσει κανείς στην Ορθοδοξία, όταν περάσει μέσα από πολλές κρίσεις. Είπα ότι είστε ο κατάλληλος, δεδομένου ότι κατά μία έννοια δεν είστε ούτε Ρουμάνος ούτε Άγγλος, και δεν μεγαλώσατε στην Ορθοδοξία.
Είναι ίσως αδιάκριτη ερώτηση, αλλά νομίζω ότι είναι απαραίτητη για μας όλους. Από τι κρίσεις έχετε περάσει, και από ποιες ομολογίες, και πώς ανακαλύψατε τον Θεό ακριβώς στην Ορθοδοξία;
Όλες οι θρησκείες και αιρέσεις υποστηρίζουν κάθε μία χωριστά, ότι έχουν ανακαλύψει τον Θεό και ο δρόμος που δείχνουν αυτές προς αυτόν είναι ο σωστός. Μπορεί λοιπόν η αγιοσύνη σας να μας πει γιατί η Ορθοδοξία είναι ο αληθινός δρόμος, πώς μπορείτε να μας πείσετε γι' αυτό;

Η μεταστροφή προς την αλήθεια, η αναγνώριση της αλήθειας, το κριτήριο το οποίο έψαχνα εγώ, δεν βρίσκεται σ' ένα γενικό πράγμα. Το κριτήριο της αλήθειας αποκαλύπτεται στην καρδιά μέσω μιας μοναδικής λέξης, που απευθύνεται στην καρδιά εκείνη. Ο Θεός έχει μια πολύ προσωπική συζήτηση με κάθε καρδιά. Λοιπόν, αν θα ήσασταν κάτι άλλο εκτός από ορθόδοξοι, δεν νομίζω ότι θα ήξερα τη λέξη που θα έπρεπε να πω, αλλά θα προσπαθήσω με την βοήθεια του Θεού, να βρω μία λέξη που να νοιώθω ότι είναι αληθινή. Πώς να την βρω; Δεν ξέρω.
Θα σας κάνω άλλη μία εξομολόγηση. Η προσευχή μου προς τον Θεό ήταν αυτή: «Θεέ μου, φώτισε με να πω αυτό που πρέπει!» γιατί δεν ψάχνω γενικά και αόριστα. Ο καθένας πρέπει να βρει διά της προσευχής, τι είναι αλήθεια και γιατί αυτή είναι η αλήθεια. Και αυτό μπορούμε να το εκφράσουμε, όπως σας το είπα, δια της προσευχής: «Θεέ μου ποια είναι η αλήθεια, και γιατί είναι έτσι; Πες το στην καρδιά μου.
Τώρα προσπαθώ να πλησιάσω την ερώτηση και θα σας μιλήσω για την πρώτη «κρίση» την οποία θυμάμαι. Το πρόβλημα, αν υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός με απασχόλησε όταν έφτασα στη Δύση και το βίωσα σαν μία κρίση.
Όταν ήμουν παιδί στην πατρίδα, πίστευα και με ικανοποιούσε η απάντηση ότι ο Θεός υπάρχει και πρέπει να πιστεύουμε σ' Αυτόν, έστω κι αν δεν υπάρχει καμία σχετική απόδειξη.
Στην Αγγλία, ίσως και επειδή μεγάλωσα εν τω μεταξύ, άρχισα να αναρωτιέμαι, αν υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός. Έπρεπε να δώσω μιαν απάντηση στον εαυτό μου ναι ή όχι και μπήκα σε κρίση, επειδή καταλάβαινα πως άλλη είναι η ζωή αν ο Θεός υπάρχει και άλλη αν δεν υπάρχει. Εγώ ποια ζωή έπρεπε να ακολουθήσω; Δεν μπορούσα να αποφασίσω, γιατί τότε δεν είχα απόδειξη της υπάρξεως του Θεού.
Και τότε, μέσα στη βαθιά κρίση, βρήκα ικανοποίηση στη σκέψη ότι στο κάτω κάτω εμένα μου άρεσε να ζω σαν να υπάρχει ο Θεός και όχι σαν να μην υπάρχει.
Προς το παρόν θα ζήσω σαν να υπάρχει και αν υπάρχει στ' αλήθεια, ίσως βρει τρόπο, να μου το δείξει.
Τότε δεν σκέφθηκα να κάνω την προσευχή μου, αυτήν που αργότερα, σύστησα και σε πολλούς άλλους, αλλά τη βρήκα και στον Άγιο Σιλουανό: «Θεέ μου, αν υπάρχεις, να βρες Εσύ τρόπο να μιλήσεις στην καρδιά μου». Αλλά τότε δεν ήξερα να το πω αυτό. Ο Θεός όμως κατανοούσε τι δεν ήξερα εγώ να πω στη βλακεία μου και στην ανημποριά μου, στην αμαρτία και στο σκοτάδι στο οποίο κολυμπούσα. Μετά από ένα ενάμισι χρόνο, νομίζω, μου δίνει μια απόδειξη, για την ύπαρξή Του στην δημιουργία, η οποία δεν ήταν τόσο σημαντική. Αλλά τότε στην κατάσταση που ήμουν είχε πεποίθηση η καρδιά μου και κατάλαβα ότι ο Θεός υπάρχει. Από τότε η πίστη μου δεν έχει κλονιστεί πια. Αυτή ήταν η πρώτη κρίση.
Συνέχισα να προσεύχομαι έτσι: «Θεέ μου πώς είσαι Εσύ; Πού να σε βρω; Δείξε μου εσύ τα μονοπάτια». Στην αρχή, στις αναζητήσεις μου, δεν ήξερα αν υπάρχουν ή όχι διαφορές στον τρόπο, για να δοξαστεί ο Θεός. Πήγα πολλές φορές στην Αγγλικανική εκκλησία εκεί που πήγαινε η μητέρα μου, αφού ήταν αγγλικανή. Αλλά εκεί δεν με τράβηξε ποτέ τίποτα. Γύρισα κάποια στιγμή όλες τις εκκλησίες, που βρίσκονταν γύρω στην περιοχή που ζούσαμε στο Λονδίνο, έτσι γνώρισα τους πεντηκοστιανούς, τους προτεστάντες, και πολλές άλλες αιρέσεις. Και στο τέλος αυτό συνέβη στη ζωή μου. Κάποιος με πήγε στην εκκλησία των βαπτιστών όπου έμεινα για ενάμισι, δύο χρόνια περίπου. Έμεινα εκεί γιατί με τράβηξε το κήρυγμα του ιερέα. Ένας άνθρωπος για τον οποίο τρέφω και τώρα μεγάλη εκτίμηση. Εν τω μεταξύ διέκοψα τις σπουδές μου.
Ένας καλός φίλος του πατέρα μου και της οικογένειάς μας, βλέποντας, ότι είμαι χαμένος στη ζωή και από φιλία για τον πατέρα μου και για μένα, σκέφτηκε να κάνει κάτι να με βοηθήσει να μπορέσω να γυρίσω στο σχολείο. Με κάλεσε στο σπίτι του στη Γαλλία και μου υποσχέθηκε, ότι αν γυρίσω στις σπουδές μου μπορούσε να μου βρει υποτροφίες για να κάνω κάτι σοβαρό στη ζωή μου. Μετά από δύο χρόνια πνευματικής περιπλάνησης, βρισκόμουν σ' ένα δρόμο χωρίς επιστροφή και με χαρά δέχθηκα την πρότασή του.
Αλλά υπήρχε ένα πρόβλημα. Είχα αρχίσει να έχω μια προτεσταντική θεολογία και περιφρονούσα να προσκυνήσω τις εικόνες. Ήταν για μένα ένα είδος ειδωλολατρίας. Και σκεφτόμουν μήπως ο δαίμονας θα με εκμεταλλευτεί και θα με κάνει να πάω στο Παρίσι, να ζήσω αυτή τη φορά στη Ρουμανική κοινότητα. Στο Λονδίνο υπήρχαν λίγοι Ρουμάνοι, ούτε εκκλησία δεν υπήρχε, ενώ στο Παρίσι η Ρουμανική προσφυγιά ήταν πολύ δυνατή, οπότε σκέφτηκα και θα με γυρίσει στην «Ορθόδοξη αίρεση», επειδή ήξερα ότι είχα κάποιο σπόρο μέσα μου. Ήμουν βαπτισμένος ορθόδοξος. Και άφησα τον εαυτό μου στο θέλημα του Θεού, Του Παντοδύναμου.
Υπάρχουν πολλές θαυμάσιες λεπτομέρειες, τις οποίες δεν μπορώ, να σας τις περιγράψω, γιατί δεν υπάρχει χρόνος. Θα ήθελα, όμως, να σας πω, ότι ο Θεός πότε - πότε δείχνει ότι έχει χιούμορ. Πρέπει να έχει, εφ' όσον υπέφερε για να γεννηθώ κι εγώ!
Και δεν μπορούσα να λύσω αυτήν την κρίση, να μπορέσω να προστατευτώ από την Ορθοδοξία. Κι ένα βράδυ με φόβο μη τυχόν πέσω από αυτήν την «καθαρή» πίστη, που μου την αποκάλυψε ο Θεός, άρχισα να προσεύχομαι με πάθος να με κρατήσει ο Θεός, όπου και νά 'ναι, για να μην πέσω πάλι στην «αίρεση». Και όπως προσευχόμουν μια σκέψη ήλθε σαν φίδι και μου λέει. «Κι αν η Ορθοδοξία είναι αληθινή και ο προτεσταντισμός είναι πλάνη;» Δεν δέχθηκα να απαντήσω, γιατί δεν πρόβλεψα τι απάντηση να δώσω αλλά προσπάθησα ασκητικά. «Όχι πρέπει να μείνω πιστός στο Θεό», και διώχνω τη σκέψη. Αλλά έρχεται από την άλλη μεριά «ο Θεός τα ξέρει όλα! Εσύ δεν τα ξέρεις». «Αν Αυτός ξέρει ότι η Ορθοδοξία είναι αληθινή;»
Σκέφτηκα και απάντησα μόνον αυτό: «Δεν μπορεί, ο Θεός μου το έδειξε, άσε τις βλακείες». Κι έτσι έδωσα μάχη, μέχρι που δεν μπορούσα, να γλιτώσω απ' αυτό το φίδι που έρχεται λίγο από δεξιά, λίγο από αριστερά (γλιστερό όπως είναι) και με έπιασε πανικός. Σαν να ήταν γύρω από το λαιμό μου και λέω: «Θεέ μου για Σένα θα μείνω πιστός, αν πράγματι η Ορθοδοξία είναι αληθινή και ο Προτεσταντισμός δεν είναι, πρέπει να με πείσεις. Να με πείσεις Εσύ θεϊκά, εσύ σαν Θεός να μιλήσεις στην καρδιά μου, να μιλήσεις μ' ένα τρόπο να καταλάβω εγώ ο βλάκας όχι άλλος. Αν δεν το κάνεις, θα επιμείνω πολύ σ' αυτό».
Λοιπόν, πήγα στο Παρίσι και η ιστορία μπορεί να γίνει εκτενής, αλλά εγώ θα την κοντύνω, εκεί με πέρασε ο Θεός από μια κρίση. Ήθελα να συζητήσω με κάποιον ορθόδοξο, τον οποίο ήξερα και τον εκτιμούσα πολύ, επειδή με όλα αυτά που ήξερα για την προτεσταντική θεολογία αισθανόμουν πιο δυνατός, ήθελα κάποια επιχειρήματα τουλάχιστον, με τα οποία να καταλάβω με τη λογική την Ορθοδοξία. Σκεφτόμουν και το άλλο, «ότι, ίσως ο Θεός, μέσα από μένα «τον ταπεινό» να φωτίσει και τον άλλον». Πώς να μείνει ο καημένος ορθόδοξος, ένας τόσο σοφός άνθρωπος, ο οποίος ήξερε την Αγία Γραφή τόσο καλά.
Και εγώ σαν προτεστάντης άρχισα να την διαβάζω και ήθελα ένα σωρό συζητήσεις, τις οποίες αρχίσαμε κιόλας, αλλά όπως συνήθως οι συζητήσεις σε επίπεδο διανοούμενων δεν οδήγησαν πολύ μακριά, είχανε βέβαια ενδιαφέρον, αλλά μόνον αυτό. Και κατάλαβα τώρα όπως και τότε, ότι δεν έβγαινε πουθενά. Ο Θεός όμως τα 'φέρε έτσι, ώστε αυτός λόγω της δουλειάς του κι εγώ λόγω του σχολείου να μην μπορούμε να ειδωθούμε για ένα διάστημα. Οπότε ο Θεός με πέρασε από μια κρίση και εν τω μεταξύ, μια μέρα αισθάνθηκα κάτι που δεν μπορώ να το εκφράσω λεπτομερώς.
Θα μπορούσα ν' αναφέρω πολλές τέτοιες στιγμές. Αλλά μια μέρα, ιδιαίτερα, αισθάνθηκα ένα φως μέσα στην ψυχή μου, μαζί και τη σκέψη να γυρίσω στην Ορθοδοξία. Και άρχισα να συνηθίζω όλο και περισσότερο στην σκέψη αυτή, χωρίς να βρω μια λογική εξήγηση.
Κάτι μέσα μου είχε συνηθίσει σ' αυτήν την σκέψη, μέχρι που δεν άντεξα άλλο και ζήτησα από το Θεό να κάνει κάτι να δω το φίλο μου. Ειδωθήκαμε, και όλη μέρα προσπάθησα να μιλήσω μαζί του, για τα θεολογικά μου προβλήματα και περίμενα ν' ακούσω απ' αυτόν μια λέξη ή μια ιδέα, για να καταλάβω, ότι έπρεπε να γυρίσω στην Ορθοδοξία. Απλός και ταπεινός όπως ήταν δεν ήθελε να με ζορίσει με τίποτα, μέχρι που δεν άντεξα άλλο και τον ρώτησα. «Τι νομίζεις, μήπως πρέπει να γυρίσω στην Ορθοδοξία;»
Δεν θυμάμαι ακριβώς τι λέγαμε, αλλά όλες οι συζητήσεις ήταν προς εκείνη την κατεύθυνση. Και με τη βοήθειά του γύρισα μέσω εξομολογήσεως και θείας κοινωνίας, έτσι αισθάνθηκα, ότι έπρεπε να γυρίσω. Να εξομολογούμαι και κοινωνώ. Προς μεγάλη μου έκπληξη εκείνες τις ημέρες, δεν θυμάμαι αν μόνο την πρώτη, αλλά και τις άλλες μέρες, είχα μια τέτοια θεία χαρά που δεν μπορώ ούτε να την περιγράψω. Αλλά έτσι με ένα άνοιγμα, ένα φωτισμό, κατάλαβα ότι η Ορθοδοξία δεν είναι τίποτ' άλλο, εκτός από την ίδια φύση του ανθρώπου.
Τώρα σκέπτομαι έτσι, τότε δεν ήξερα πώς να το εκφράσω, αλλά έτσι το αισθανόμουν. Ο άνθρωπος εκ φύσεως είναι Ορθόδοξος, είτε είναι Κινέζος είτε Λιβανέζος είτε μαύρος από την Αφρική ή με δέρμα κόκκινο, ό, τι και νάναι, από τη φύση του είναι Ορθόδοξος.
Δεν μιλάω αν η Ορθοδοξία είναι πιο αληθινή, από τον Προτεσταντισμό, ή απλά η πιο ορθή, πιο βαθιά, πιο δίκαιη κ.τ.λ. Η Ορθοδοξία είναι η μόνη πραγματικότητα του ανθρώπου! Είναι στη φύση του ανθρώπου. Αυτή η φύση λίγο λίγο απόκτησε συναίσθηση, που ο άνθρωπος την είχε χάσει, δια της πτώσεως στην αμαρτία. Και ο ψαλμός λέει ότι ο άνθρωπος είναι ψεύτης». Πρέπει όμως να το καταλάβουμε όπως είναι στη σλαβική μετάφραση: «Όλος ο άνθρωπος είναι ψέμα». Ο άνθρωπος αν δεν έχει βρει για να μιλάμε στη σύγχρονη γλώσσα, την ταυτότητα του, μένει μες στο ψέμα. Ο άνθρωπος είναι ψέμα, μέχρι που με τον Χριστό γίνεται αλήθεια. Διότι ο Χριστός είναι η Αλήθεια.
Ο άνθρωπος για να βρει τη λεγόμενη ταυτότητά του, να επανέλθει στη φύση του, έπρεπε ο Ίδιος ο Θεός να σαρκωθεί να γίνει άνθρωπος, να ζήσει τις αθλιότητες μας, να ζήσει όλη τη μιζέρια της πτώσης μας, μέχρι και το θάνατο, μέχρι και την κόλαση. Έκαμε αυτό, που ο πρώτος Αδάμ δεν το ήξερε, επανήλθε δια της Αναστάσεως στη ζωή. Μπόρεσε ν' ανυψωθεί στους ουρανούς και να καθίσει στα δεξιά του Πατρός, συμπληρώνοντας τον δρόμο της φύσεως του ανθρώπου ή αν θέλετε την οδό της επιστροφής στη φύση του ανθρώπου, μέχρι να καθίσει στα δεξιά του Πατρός. Μόνο δια του Χριστού, ο άνθρωπος μπορεί να επανέλθει στην αληθινή του φύση, στις ρίζες του, στην καταγωγή του. Μόνο κατ' αυτόν τον τρόπο θα ξαναβρεί την αληθινή του φύση, έτσι όπως την έχει αντιληφθεί ο Θεός προαιωνίως, όταν σκέφτηκε να κάνει τον άνθρωπο κατ' εικόνα και ομοίωση Του.
Τώρα θα τολμούσα να πω, αν μου το επιτρέπει ο Θεός, η επιστροφή στη φύση του ανθρώπου έγινε, ιστορικά πριν 2000 χρόνια, γεωγραφικά στην Ιερουσαλήμ, πολιτισμικά δια μέσου της Ελληνικής γλώσσας και απ' όλο τον πνευματικό πλούτο που αποκόμισε η Ελληνική γλώσσα από τους φιλοσόφους.
Αν και ο Χριστιανισμός στην αρχή ήταν μια μικρή ομάδα ανθρώπων, που την βλέπανε σαν μια «αίρεση» ξεχωριστή, όπως το βλέπουμε και στις Πράξεις των Αποστόλων, η οποία συνέτεινε κάπως στο διχασμό της ιστορίας. Να μην ξεχνάμε, ότι ο Θεός διά της Σταυρώσεως λύτρωσε τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος, όμως, μέσα από την λογική απαιτεί υπερφυσικά σημεία, για να πιστέψει, ότι η μόνη αλήθεια, η μόνη πραγματικότητα της φύσης του ανθρώπου πήρε μια ιστορική μορφή, πήρε ένα όνομα στην ιστορία, που λέγεται Ορθοδοξία.
Κι όταν τη βιώνεις, (την είχα ζήσει κι εγώ τότε με έκπληξη, με απέραντη χαρά και τώρα καταλαβαίνω αυτό το αίσθημα, τη φλόγα, που σου δίνει ο Θεός) η Ορθοδοξία είναι η ανακάλυψη της φύσεως του ανθρώπου! Επειδή μιλάμε για παραπλάνηση θα συνεχίσω να σας εξομολογούμαι πως είχα ζήσει εγώ την παραπλάνηση. Βρισκόμουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Την ατμόσφαιρα εκεί μέσα, την ξέρουμε. Βρισκόμουν στο σπίτι του Πατρός μου, αλλά ξένος. Και έζησα με πόνο και χαρά αυτή την κατάσταση, όπως ο Άσωτος Υιός. Με πόνο, γιατί έχασα τόσο χρόνο. Έζησα την παραπλάνηση, αλλά χωρίς αυτή την παραπλάνηση, ίσως δεν θα έβρισκα τον δρόμο (στην ζωή μου αφήνω μόνο το Θεό να το κρίνει).
Μόνον ο Θεός ξέρει σε τι βαθμό ήταν η παραπλάνηση και σε τι βαθμό ήταν η πρόνοιά Του, σ' αυτό που ονομάζω εγώ παραπλάνηση ... Αν δεν ζούσα την Ορθοδοξία, σαν κάποιος που άλλαξε τη θρησκεία, ίσως δεν θα μπορούσα ποτέ να δω τη λαμπρή της ομορφιά, σαν τη μόνη αλήθεια της ιστορίας. Δεν έπρεπε να έχει όνομα, δεν έπρεπε να έχει γεωγραφία, αλλά έτσι ήτανε. Πιστεύω, ότι πρώτα απ' όλα ο άνθρωπος πρέπει να απολαμβάνει σεβασμό, έστω κι αν περιπλανιέται, έστω κι αν επαναστατεί. Επειδή, ποιος ξέρει, ποια είναι η αιτία ή πού είναι η πληγή. Πολλές φορές η πληγή είμαστε εμείς, που έχουμε παρεξηγήσει αυτό που πιστεύουμε. Ταπείνωση λοιπόν!
Και όταν ο άνθρωπος έχει ανάγκη από μια κουβέντα, από καθοδήγηση, γενικά σε τέτοιες περιπτώσεις μιλάω κάπως έτσι: «Δεν μπορεί να σε πείσει ο άνθρωπος. Μη ζητάς από τους ανθρώπους. Αρχίζεις με την προσευχή, να ζητάς από το Θεό να πείσει την καρδιά σου. Εγώ μπορώ να πω χίλια πράγματα, αλλά δεν θέλω από μένα να πείσεις τον εαυτό σου, από έναν άνθρωπο, γιατί αργότερα μπορεί, να κλονιστείς, ειδικά σήμερα όταν είσαι βομβαρδισμένος με ένα σωρό ιδεολογίες, φιλοσοφίες, και με όλες τις αδικίες της ιστορίας».
Γενικά, η Ορθόδοξη Εκκλησία κράτησε την έννοια της λέξης «υπόσταση», το πρόβλημα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε υποστατικά, προσωπικά. Γι' αυτό κάθε πρόσωπο πρέπει να μπει σε διάλογο με το Θεό.
Πολλοί προτεστάντες και καθολικοί μού έχουν διηγηθεί την επιστροφή τους στην Ορθοδοξία ή προς τον Θεό γενικά. Γνώρισα πάρα πολλούς, που γίνανε ορθόδοξοι και αναγνώρισα τη στιγμή εκείνη της εμπειρίας τους, που την πέρασα κι εγώ, όταν ο Θεός μου έδωσε να καταλάβω ότι Αυτός υπάρχει και πως η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αληθινή. Εκείνη τη στιγμή την αναγνώρισα στις μαρτυρίες τους, έστω κι αν εμένα αυτά τα στοιχεία δεν θα ήταν αρκετά για να με πείσουν. Είδα, όμως, ότι είχαν πείσει τους άλλους. Κατάλαβα ότι ήταν η ουσιώδης στιγμή γι' αυτούς, ο άνθρωπος είναι πρωτότυπος και η εμπειρία του καθενός είναι πρωτότυπη έστω κι αν είναι διαφορετική. Ο Θεός κάνει προσωπικό διάλογο με κάθε άνθρωπο.
Απόσπασμα από το βιβλίο: Ομιλίες με τον π. Ραφαήλ Νόικα
και π. Συμεών, εκδόσεις ΣΠΗΛΙΩΤΗ