- Λέγει ο Απ. Παύλος: «Τα γαρ όπλα της στρατείας ημών ου σαρκικά αλλά δυνατά τω Θεώ προς καθαίρεσιν οχυρωμάτων· λογισμούς καθαιρούντες και παν ύψωμα επαιρόμενον κατά της γνώσεως του Θεού, και αιχμαλωτίζοντες παν νόημα εις την υπακοήν του Χριστού» (Β Κορ. ι 4-5).
- Ο θείος Χρυσόστομος στην Ομιλία του «Εις τον ΡΚΓ Ψαλμόν» μας συμβουλεύει: «πατάτε επάνω σε φίδια και σκορπιούς και επάνω σ’ όλην την δύναμη του εχθρού» (Λουκ. 10, 19). Γιατί δεν γίνεται η μάχη κατά φυσικό τρόπο, ούτε οι αντίπαλοι είναι ίσοι, αλλ’ ο μεν διάβολος είναι κάτω πεσμένος ύπτιος, ενώ εσύ στέκεσαι όρθιος, πολεμώντας τον από πάνω. Εκείνος μεν είναι αποδυναμωμένος, ενώ εσύ ισχυρός. Πως λοιπόν νικά πολλές φορές; Εξ αιτίας της δικής μας οκνηρίας και ραθυμίας εκείνων που κοιμούνται. Ώστε αν θελήσης να σταθής αντιμέτωπός του, δεν τολμά να σε αντιμετωπίση. Αν σε νικά, ενώ κοιμάσαι, αυτό οφείλεται όχι στη δύναμή του, αλλά στη δική σου αδιαφορία. Γιατί ποιός θα ήταν δυνατό να μη νικήση εκείνον που κοιμάται, κι αν ακόμη είναι ασθενέστερος από όλους;
- Στην Φιλοκαλία (τόμος Α) διαβάζουμε: «Ρώτησε ο αββάς Γερμανός τον αββά Μωυσή: “Από που προέρχεται αυτό; Πολλές φορές χωρίς να θέλουμε, μας παρενοχλούν πολλές ενθυμήσεις και πονηροί λογισμοί και σχεδόν χωρίς να το γνωρίζουμε, μας εξαπατούν, μπαίνοντας κρυφά και χωρίς θόρυβο στο νου μας, ώστε όχι μόνο να μη μπορούμε να τους εμποδίσουμε να έρχωνται, αλλά και να έχουμε μεγάλη δυσκολία στο να τους διακρίνουμε ακριβώς. Θέλουμε να μάθουμε αν είναι δυνατό να μείνη η διάνοια εντελώς ελεύθερη από αυτούς τους λογισμούς και να μη ενοχλήται διόλου”».
Σ’ αυτά ο αββάς Μωυσής αποκρίθηκε: «Το να μη ενοχλήται η διάνοια από
τις ενθυμήσεις αυτές είναι αδύνατο. Το να τις δέχεται όμως και να τις
μελετά η να τις απορρίπτη, είναι δυνατό σ’ εκείνον που προσπαθεί. Το να
δημιουργούνται μέσα μας δεν προέρχεται από μας, το διώξιμο τους όμως
είναι στην εξουσία μας, και η διόρθωση της διάνοιάς μας εξαρτάται από
την προαίρεση και την επιμέλειά μας. Όταν με σύνεση και συνεχώς
μελετούμε το νόμο του Θεού, και καταγινόμαστε σε ψαλμούς και ύμνους,
νηστείες και αγρυπνίες, και θυμόμαστε συνεχώς τα μέλλοντα, τη βασιλεία
των ουρανών και την κόλαση του πυρός, και όλα τα έργα του Θεού, οι
πονηροί λογισμοί λιγοστεύουν και δεν βρίσκουν τόπο. Όταν όμως
ασχολούμαστε με κοσμικές φροντίδες και σαρκικά πράγματα και παραδίνουμε
τους εαυτούς μας σε μάταιες και ανώφελες συναναστροφές, τότε πληθαίνουν
μέσα μας οι πονηροί λογισμοί. Όπως ο νερόμυλος είναι αδύνατο να
σταματήση όσο τρέχει το νερό, και είναι στην εξουσία του μυλωνά να αλέση
σιτάρι η ζιζάνια, έτσι και η διάνοιά μας, επειδή είναι αεικίνητη, δεν
μπορεί να μείνη αργή από λογισμούς. Και είναι στην εξουσία μας να της
δώσουμε ή πνευματική μελέτη ή σαρκική εργασία».
- Στον Ευεργετινό (τομ. Δ) τονίζονται τα εξής:
1. «ΑΔΕΛΦΕ ΜΟΥ, γνώριζε ότι εφ’ όσον ζώμεν εις αυτήν την προσωρινήν
ζωήν, διερχόμεθα δια μέσου πολλών παγίδων· δι’ αυτό πρέπει πάντοτε να
προσέχωμεν μήπως πέσωμεν εις καμμίαν θανατηφόρον παγίδα. Είναι δε φόβος
να πέσωμεν εις αυτάς τας παγίδας του πονηρού, διότι συγκαλύπτονται από
παραπλανητικήν γλυκύτητα, ώστε να μη δύναται η ψυχή να αντιληφθή τον
ενεδρεύοντα εις αυτάς ψυχικόν θάνατον. Αποκρύπτει λοιπόν αυτάς διαρκώς
από την ψυχήν ημών ο διάβολος, δια να την παγιδεύση και να την
καταβαραθρώση εις την αιώνιον κόλασιν. Διότι είναι πάρα πολύ βλαβερόν
και επικίνδυνον να παραλύη η προς αντίστασιν διάθεσις της ψυχής, εξ
αιτίας της επιθυμίας ημών να εξετάζωμεν φιληδόνως τους ενοχλούντας ημάς
πονηρούς λογισμούς και να επιτρέπωμεν εις αυτούς την είσοδον εις την
ψυχήν μας
2. Προσοχή λοιπόν, δια να μη αποχαυνωθώμεν από την αποπλανώσαν
γλυκύτητα των παγίδων του θανάτου και παρασυρθώμεν εις προσεκτικήν
μελέτην των πονηρών λογισμών. Διότι πρέπει να γνωρίζωμεν ότι εάν ο
πονηρός λογισμός κατορθώση και εισέλθη εις την ψυχήν ημών, τότε
γλυκαίνει την αίσθησιν της ψυχής με την ενασχόλησιν εις πονηράν μελέτην,
και, εφ’ όσον δεν εκδιωχθή με επίπονον ευχήν(1) και θερμά δάκρυα,
αποβαίνει, δια την ψυχήν αυτήν, θανατηφόρος παγίς.
3. Ημείς όμως δεν πρέπει να αποχαυνωθώμεν και να παραλύσωμεν,
γλυκαινόμενοι εις την μελέτην πονηρών λογισμών, εξ αιτίας μιας φιληδόνου
ροπής και κλίσεως εις την ψυχήν ημών· απ’ εναντίας, όταν αντιληφθώμεν
μίαν τοιαύτην φιλήδονον ροπήν και κίνησιν, ας καταφεύγωμεν πάντοτε προς
τον Θεόν και ας δεώμεθα προς Αυτόν, δι’ επιμόνου ευχής, στεναγμών και
θερμών δακρύων, να μας απαλλάξη από όλα τα σκάνδαλα και τας παγίδας του
πονηρού.
4. Επίσης, αδελφέ μου, μη φοβήσαι και εξασθενίζης από τους λογισμούς, οι οποίοι σου επιτίθενται· είναι η αρχή του αγώνος.
Θα αντιληφθής καλλίτερα το νόημα της συμβουλής μου αυτής από τον
λάκκον με το βρόχινον νερόν. Όταν δηλαδή βρέξη, όπως θα έχης προσέξει,
και γεμίση ο λάκκος από το ευλογημένον ύδωρ της βροχής, εις τας αρχάς το
νερό αυτό είναι θολόν, όσον όμως περνά ο καιρός, τόσον και καθαρίζει
περισσότερον. Και συ λοιπόν, αγαπητέ, μη φοβάσαι από τους λογισμούς.
5. Σχετικώς μάλιστα και εις την Αγίαν Γραφήν έχει γραφή «καταφυγή και
δύναμις, βοηθός εν θλίψεσι ταις ευρούσαις ημάς σφόδρα, δια τούτο ου
φοβηθησόμεθα εν τω ταράσσεσθαι την γην» (Ψαλμ. με 2-3), δηλαδή «Ο Θεός
είναι δι’ ημάς καταφύγιον και πηγή δυνάμεως· είναι βοηθός μας εις τας
φοβεράς αυτάς θλίψεις, που μας εύρον, δι’ αυτό δεν θέλομεν φοβηθή, όταν
ίδωμεν να ταράσσεται η γη».
Σημείωσις:
1. Αδιάλειπτος πρέπει να είναι η ευχή· «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν».
http://orthodoxostypos.gr/