«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Μέγας σεισμός πρίν ἀπό τήν ἀναχώρησι τῶν Ἀνατολικῶν γιά τήν σύνοδο Φερράρας στήν Ἰταλία.
Στίς 27 Νοεμβρίου 1437 ἑτοιμάσθηκε ἡ ὁμάδα τῶν Ἀνατολικῶν γιά τό ταξίδι τους στήν Ἰταλία. Προσκλήθηκαν οἱ ἀρχηγοί τῶν Πατριαρχείων καί ἐκπρόσωποι τῶν κατά τόπους ἐκκλησιῶν. Ὁ μητροπολίτης Ἐφέσου Μάρκος ὁ Εὐγενικός ὡρίσθηκε ἐκπρόσωπος γιά τά τρία Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς: Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καί Ἰεροσολύμων. Τόσο ὀνομαστός ἦταν γιά τήν ἀρετή καί τήν θεολογική του σοφία. Λίγες ἡμέρες πρίν ἀναχωρήσουν ὁ πατριάρχης Ἰωσήφ προεῖπε μέ ἀξιοθαύμαστη κρίσι ὅσα πρόκειται νά συμβοῦν στήν Ἰταλία. Ἐνώπιον ὅλων τῶν συνέδρων εἶπε τά ἑξῆς:
«Μᾶς ζητοῦν νά γίνη ἡ Σύνοδος στήν Ἰταλία καί νά μεταβῆ ἐκεῖ ἡ δική μας ἀντιπροσωπεία. Μάλιστα τά ἔξοδα τοῦ ταξιδιοῦ μας καί τῆς διατροφῆς μας θά πληρώνονται ἀπό τούς Λατίνους. Ἀλλά ὅταν πᾶμε ἐκεῖ θά γίνουμε δοῦλοι καί μισθωτοί τους κι αὐτοί θά εἶναι κύριοί μας καί δεσπότες μας. Ἀλλά ὁ δοῦλος ὀφείλει νά ἐκτελῆ τό θέλημα τοῦ κυρίου του καί κάθε μισθωτός κάνει τήν ἐργασία ἐκείνου πού τόν πληρώνει. Ἐάν λοιπόν ἐκεῖνοι διακόψουν τήν τροφοδοσία μας, τά θά κάνουμε ἐμεῖς; Καί ἐάν δέν θελήσουμε ἐμεῖς νά ἐπιστρέψουμε μέ ἔξοδα καί πλοῖα δικά τους στήν πατρίδα μας, τί θά κάνουν αὐτοί; Καί τί συμφέρον ἔχουμε ἐμεῖς οἱ ξένοι, οἱ ὀλίγοι, οἱ πτωχοί νά πᾶμε στούς πολλούς, στούς πλουσίους, στούς ὑπερήφανους, στούς ἐντοπίους καί νά ὑποδουλωθοῦμε σ᾿ αὐτούς; Ἐπί πλέον, ἐάν θελήσουμε νά τούς διδάξουμε γιά τήν Ὀρθόδοξη Πίστι καί εὐσέβειά μας δέν μοῦ φαίνεται τοῦτο καλό καί κατά τήν γνώμη μου δέν συμφέρει νά τό κάνουμε».
Παρότι προεμήνυσε μέ τόση ἀκρίβεια ὁ Πατριάρχης στούς ἀρχιερεῖς τοῦ Κλίματός του, ὅσα θά συμβοῦν στήν Ἰταλία, τήν ἄλλη ἡμέρα ἄλλαξε γνώμη. Εἶχε πεισθῆ ὅτι ὁ πάπας θά τοῦ στείλη τούς 2000 στρατιῶτες, πού τοῦ ὑποσχέθηκε, γιά νά φυλάγουν τά τείχη τῆς Πόλεως, πού κινδύνευαν ἀπό τίς συνεχεῖς ἐπιθέσεις τῶν τούρκων. Παρεκίνησε λοιπόν ὅλους νά τόν ἀκολουθήσουν στό ταξίδι αὐτό ἐπιβεβαιώνοντάς τους ὅτι οἱ Λατῖνοι θά τούς δεχθοῦν μέ ἀγάπη καί τιμή. Τούς εἶπε ἀκόμη ὅτι θά ἔχουν τήν ἐλευθερία νά ἐκθέσουν ἀδιστάκτως τήν Ὀρθόδοξη Πίστι τους καί νά ἐπιστρέψουν καί πάλι νικητές καί τροπαιοῦχοι. Ἀνάγκασε καί τόν βασιλέα Ἰωάννη ὁ ὁποῖος καί ὑπέκυψε στό τέλος παρά τήν θέλησί του. Ὁμοίως ἐπίεσε καί τόν Ἐπίσκοπον Ἐφέσου Μᾶρκον, ὁ ὁποῖος ὑπεχώρησε, παρότι ἦταν διστακτικός ἀπό τήν ἀρχή.
Ὅταν ἔφθασαν τά πλοῖα τοῦ πάπα στό λιμάνι τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔγινε μεγάλος σεισμός. Ὅταν ἀνέβαινε στό πλοῖο ὁ βασιλεύς ἡ θάλασσα ἐκόχλαζε σάν νά ἔβραζε. Μέ τά παπικά πλοῖα ἀφοῦ ἀνεχώρησαν ἔφθασαν στήν Καλλίπολι καί κατόπιν στήν πόλι Μάδυτο. Ἐδῶ τούς ὑποδέχθηκε τό ἴδιο σημεῖο θείας ὀργῆς. Φοβερός σεισμός ἐτάραξε τόν λιμένα καί τήν γύρω περιοχήν.
Στίς 8 Φεβουαρίου 1438, μετά ἀπό 75 ἡμέρες πλοῦν ἔφθασαν στήν Βενετία, ὅπου ἔγιναν ἐνθουσιωδῶς δεκτοί ἀπό τούς Βενετούς. Τούς παραχωρήθηκε ναός ὅπου καί λειτούργησαν, κατά τήν τάξι τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Στήν Λειτουργία συνάχθηκαν ὅλοι σχεδόν οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως οἱ ὁποῖοι εἶπαν στό τέλος μέ δάκρυα στά μάτια: «Πρίν ἰδοῦμε τούς Ἕλληνες, τούς θεωρούσαμε βαρβάρους, ἐνῶ τώρα πιστεύουμε καί ἀναγνωρίζουμε ὅτι αὐτοί εἶναι οἱ πρωτότοκοι τῆς Ἐκκλησίας καί ὅτι τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό πού λαλεῖ ἀπό τό στόμα τους».
Ἡ ἀλαζονική ἀξίωσις τοῦ πάπα
Ἀπό τήν Βενετία κατευθύνθηκαν πρός τήν Φερράρα, ὅπου θά γινόταν ἡ Σύνοδος. Ὁ πάπας Εὐγένιος εἰδοποίησε τόν Ἕλληνα βασιλέα νά γνωστοποιήση στόν πατριάρχη Ἰωσήφ, ὅτι ἀπαιτεῖ ὁ πατριάρχης νά τοῦ φιλήση τό πόδι του! Ὁ Ἕλληνας πατριάρχης, ὅταν ἄκουσε αὐτό, ταράχθηκε καί εἶπε στούς ἀπεσταλμένους τοῦ πάπα ὅτι αὐτή ἡ καινοτομία εἶναι ἀπαράδεκτη. Τοῦ διεμήνυσε ὅτι μπορεῖ νά τόν ἀσπασθῆ μέ ἀδελφικό ἀσπασμό, κατά τήν ἀρχαία ἐκκλησιαστική συνήθεια, ἀλλά ὄχι νά τοῦ φιλήση τόν πόδα! Τελικά ὑπεχώρησε ὁ πάπας καί δέχθηκε τόν ὀρθόδοξο πατριάρχη σέ ἰδιαίτερο κελλίο, μακριά ἀπό ἐπισημότητες γιά νά κρύψη τήν ὑποχώρησί του ἀπό τόν λαό καί τούς αὐλικούς του.
Ὁ σκύλλος τοῦ βασιλέως ὑλακτεῖ....
Στούς θεολογικούς ἀγῶνες πρωτοστάτησε, ὡς γνωστόν, ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός ἐξηγώντας μέ χωρία τῆς Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων τήν χρῆσι τῶν προθέσεων ΕΚ και ΔΙΑ. Τούς ἐδίδασκε τήν ἀρχαία διδασκαλία ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός καί διά τοῦ Υἱοῦ πέμπεται ἐν χρόνῳ στόν κόσμο. Οἱ Λατῖνοι ἐπέμεναν στίς δικές τους φιλοσοφίες. Ἀπό τούς πρώτους πού ἐκλατινίσθηκαν ἦταν ὁ μητροπολίτης Νικαίας Βησσαρίων, ὁ ὁποῖος ὄντας φιλόδοξος καί φιλάργυρος ὑπέκυψε στά παπικά δόγματα, μετά ἀπό ὑποσχέσεις τοῦ πάπα ὅτι θά τοῦ δώση τό ἀξίωμα τοῦ καρδιναλίου. Τόν ἀκολούθησε καί ὁ Ρωσίας Ἰσίδωρος, ὁ ὁποῖος ἔγινε κι αὐτός μετά καρδινάλιος. Ἰδιαίτερα πολέμησαν φανερά τόν Ἅγιο Μᾶρκο ὁ πρωτοσύγκελλος τοῦ πατριάρχου Γρηγόριος καί ὁ διδάσκαλος Γεώργιος Ἀμηρούντζης ὁ Τραπεζούντιος. Γιά νά ἀναγκάσουν οἱ Λατῖνοι τούς Ἀνατολικούς νά ὑποκύψουν στίς κακοδοξίες τους, ἀρνοῦντο νά τούς χορηγήσουν τό συμφωνημένο σιτηρέσιο καί τά λοιπά ἔξοδα διατροφῆς τους.
Ὁ πάπας γιά νά πιέση τούς Ἀνατολικούς νά ὑποκύψουν, ἐδήλωσε ὅτι δέν ἔχει χρήματα διά νά καλύψη τά ἔξοδα διατροφῆς τους καί ἐζήτησε δάνειο ἀπό τούς κατοίκους τῆς Φλωρεντίας. Αὐτοί ὑποσχέθηκαν νά τόν δανείσουν, ἀλλά μέ τήν προϋπόθεσι νά συνεχισθοῦν οἱ ἐργασίες τῆς Συνόδου στήν πόλι τους. Διέδωσε ἀκόμη ὅτι λόγῳ ἐπιδημίας στήν Φερράρα, ἐπιβαλλόταν ἡ μετάθεσις τῶν ἐργασιῶν τῆς συνόδου στήν πόλι Φλωρεντία. Σέ τί ἀπέβλεπε αὐτή ἡ μετάθεσις τῆς συνόδου; Ἐπειδή ἀρκετοί ἀπό τούς Ἀνατολικούς, ἀντελήφθησαν ἐγκαίρως ὅτι ἐκβιάζονται μέ παντοίους τρόπους ἀπό τούς Λατίνους γιά νά ὑποκύψουν στίς διδασκαλίες τους καί ὅτι κάθε προσπάθεια γιά τήν προβολή τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων στούς Λατίνους ἦταν ματαία, ἀνεχώρησαν κρυφά μέ κάθε τρόπο γιά τήν Κωνσταντινούπολι. Ὁ Πάπας γιά νά ἐμποδίση αὐτή τήν ἀναχώρησι καί ἄλλων ἀπό τήν Φερράρα καί νά ἀναγκάση τούς λοιπούς νά συμμορφωθοῦν μέ τίς ἐπιθυμίες του, τούς «ἔσυρε» μακριά στήν μεσόγεια πόλι Φλωρεντία.
Στήν Φλωρεντία τά θέματα ἐστράφησαν ἐάν τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Οἱ Λατῖνοι καταισχύνθηκαν ἀπό τίς ἀποφάσεις καί τούς ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί ἔμειναν ἀναπολόγητοι. Ὁ ἅγιος Μᾶρκος γιά τήν ἀνασκευή κι αὐτῆς τῆς κακοδοξίας ἦταν ὁ μόνος ἄξιος ἀγωνιστής τῆς ἀληθείας, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε ἑπτά ὁμιλίες. Ὁ βασιλεύς τῶν Ἑλλήνων, μετά τίς διαλέξεις τοῦ Μάρκου, ἐκάλεσε σέ μυστική συνέλευσι στό κελλί του τοῦ Πατριάρχου τούς λατινόφρονες Νικαίας Βησσαρίωνα, Ἰσίδωρον Ρωσίας καί πρωτοσύγκελλο Γρηγόριο καί τούς ζητοῦσε νά εὕρουν τρόπο γιά τήν ἕνωσι. Στό τέλος ὁ βασιλεύς ἀπεφάσισε: «ὅποιος ἀντισταθῆ στήν προσπάθεια γιά τήν ἕνωσι μέ τούς Λατίνους, θά τιμωρῆται σκληρά γιά τήν αὐθάδειά του». Ὁ ἅγιος Μᾶρκος ἦταν ὁ μόνος πού συνέχιζε νά αὐθαδιάζη στήν ἀπόφασι τοῦ βασιλέως.
Ὁ πάπας ἐπέβαλε νέο ἐκβιασμό μέ τήν διακοπή τοῦ σιτηρεσίου. Οἱ Ἀνατολικοί ἦσαν «πεινῶντες καί γυμνητεύοντες». Πωλοῦσαν τά ροῦχα τους καί τά ὅπλα τους γιά ν᾿ἀγοράσουν τρόφιμα καί νά μή πεθάνουν ἀπό τήν πεῖνα. Παρεπονοῦντο στόν ἕλληνα βασιλέα κι αὐτός στόν πάπα. Ὁπότε τούς ἔλεγε ὁ πάπας: «Πηγαίνετε στόν Ἐφέσου καί στόν Μέγα Σακελλάριο (Μιχαήλ Χρυσοκόκκης) διότι αὐτοί ἐμποδίζουν τήν ἕνωσι καί ὑποφέρουμε τώρα ὅλοι μας».
Ὁ βασιλεύς ἐπίεζε τούς Ἀνατολικούς νά δεχθοῦν τίς προτάσεις τοῦ πάπα, ἀλλά οἱ περισσότεροι τοῦ ἀπαντοῦσαν ὅτι προτιμοῦν νά πεθάνουν παρά νά λατινίσουν. Βλέποντας ὅτι δέν ὑπῆρχε τρόπος ἑνώσεως, παρεκάλεσαν τόν βασιλέα τους μέ δάκρυα νά ἐπιστρέψουν στήν πατρρίδα τους. Ὁ πάπας ταράχθηκε καί σέ συννενόησι μέ τούς κληρικούς του εἶπαν: «Ἤ θά δεχθοῦν τίς μαρτυρίες τῶν Ἁγίων πού αὐτοί προβάλλουν ἤ θά συνεχισθοῦν οἱ διαλέξεις μέχρις ὅτου πεισθοῦν οἱ Ἀνατολικοί γιά τήν ἀλήθεια τῆς ἐκκλησίας τῶν Λατίνων καί μόνο ἔτσι θά μπορέσουν νά γυρίσουν σπίτια τους, ἀφοῦ ἐπιτευχθῆ ἡ ἕνωσις μαζί τους».
Ὁ Πατριάρχης πιέσθηκε ἀπό τόν βασιλέα καί ἔλεγε στήν ἀκολουθία του ὅτι ἡ ἕνωσις θά προξενήση μέγα καλό στήν πατρίδα. Οἱ ἀρχιερεῖς πεινοῦσαν, ὁ βασιλεύς ἠσχολεῖτο μέ τό κυνήγιο καί οἱ Παπικοί ἔστειλαν ἔκθεσι Πίστεως μέ τά δικά τους δόγματα λέγοντας ὅτι ἄν τήν δεχθοῦν οἱ Ἀνατολικοί ἡ ἕνωσις ἤδη πραγματοποιήθηκε.
Καί πάλι στήν πρώτη γραμμή τοῦ ἀγῶνος εὑρίσκεται ὁ ἅγιος Μᾶρκος καί πολλοί ἀπό τούς ἐκκλησιαστικούς ἄρχοντες. Οἱ ἐχθροί τοῦ Μάρκου στήν ἀρχή ἦταν δύο-τρεῖς, κατόπιν περισσότεροι καί στό τέλος σχεδόν ὅλοι. Ὁ Μᾶρκος, ματαίως ἀνέμενε σέ τόσο διάστημα τήν ἐπιστροφή τῶν πλανεμένων στήν ἀρχαία ἀληθινή Πίστι. Σηκώθηκε λοιπόν ἀνάμεσα στούς λατινόφρονας Ἀνατολικούς καί τούς εἶπε ὅτι ὁ πάπας εἶναι αἱρετικός. Λατινόφρονες ἕλληνες ἐπίσκοποι ἐξεγέρθηκαν ἀμέσως καί ζήτησαν ἀπό τόν Μάρκο νά ἀποδείξη αὐτό πού λέγει, ἀλλιῶς νά τιμωρηθῆ. Τόν πίεσαν μετά ἀπό δύο ἡμέρες νά συγκαταβῆ, ἀλλά ὁ Μᾶρκος τούς ἔλεγε ὅτι: «εἰς τά τῆς πίστεως δέν χωρεῖ συγκατάβασις». Ὁ Νικαίας ὕβρισε τόν ἅγιο Μάρκο λέγοντάς του ὅτι εἶναι δαιμονισμένος. Ἀλλά ὁ Ἅγιος τοῦ ἀποκρίθηκε μέ ἱλαρότητα: «Εἶσαι παιδί καί σάν παιδί (ἄμυαλο) λαλεῖς». Ἐζήτησε καί πάλι ὁ Μᾶρκος νά τούς διαβάση μαρτυρίες τοῦ Ἁγίου Νείλου Καβάσιλα, μητροπολίτου Θεσσαλονίκης, ἀλλά οἱ συμπατριῶτες του τόν ἐμπόδιζαν λέγοντάς του ὅτι εἶναι σχισματικός. Ἔκτοτε ἐσίγησε τό ἱερόν ἐκεῖνο καί θεολογικό στόμα!
Στήν συνέχεια βασιλεύς καί πατριάρχης σέ συνέλευσι μέ ὅλους τούς Ἀνατολικούς ἐδιάβασαν διαστρεβλωμένα χωρία Ἁγίων τά ὁποῖα τούς προσεκόμισε ὁ Νικαίας Βησσαρίων. Σχεδόν ὅλοι τά ἀπεδέχθηκαν ἐκτός ἀπό τούς ἐπισκόπους Ἠρακλείας Ἀντώνιο, Μονεμβασίας Δοσίθεο καί Ἀγχιάλου Σωφρόνιο. Ἐκάλεσαν καί τόν ἅγιο Μάρκο νά συμφωνήση, γιά τήν ὠφέλεια τῦ Γένους, ὅπως τοῦ ἔλεγαν, ἀλλά δέν ἠμπόρεσαν νά μετασαλεύσουν τήν ἀνένδοτη καί ἀδαμάντινη ἐκείνη ψυχή.
Ὅσοι δέν ἐδέχοντο τήν ἕνωσι, ἐστεροῦντο τῆς οἰκονομικῆς βοηθείας τοῦ πάπα καί ἐπέθαιναν ἀπό τήν πεῖνα. Ὁ πάπας ἔδωσε 200 φλωριά, μετά ἀπό πίεσι τῶν λατινοφρόνων Ἑλλήνων,τά ὁποῖα νά δοθοῦν σάν δόλωμα στούς ἀντιδραστικούς, ἀλλά μέ τήν προϋπόθεσι νά δεχθοῦν νά ὑπογράψουν τόν ὅρο ἑνώσεως.
Τήν ἄλλη ἡμέρα συγκεντρώθηκαν ὅλοι μέ διαταγή τοῦ βασιλέως καί ἐρωτήθηκαν ἐάν τελικά ἀποδέχονται τήν ἕνωσι. Ὅλοι δέχθηκαν, πλήν τοῦ Μάρκου καί ἄλλων 2-3 ἐκκλησιατικῶν ἀρχόντων. Κατόπιν ὁ βασιλεύς στάθηκε ἀνάμεσά τους καί τούς ἀνήγγειλε πλέον θριαμβευτικῶς τήν ἕνωσι μέ τήν ἐκκλησία τοῦ πάπα. Τήν ὥρα πού ἐδιάβαζε τό κείμενο συνέβη ἕνα γεγονός ἄξιο σημειώσεως. Ἕνας ἀπό τούς κυνηγητικούς σκύλους τοῦ βασιλέως, ἐνῶ ἐκοιματο δίπλα στά πόδια του, ξαφνικά ἄρχισε νά οὐρλιάζη μέ τρόπο θρηνητικό. Οἱ δορυφόροι τοῦ βασιλέως προσπάθησαν νά καθησυχάσουν τόν σκύλο, ἀλλά ἐκεῖνος δέν ἡσύχαζε, ὅση ὥρα ὡμιλοῦσε ὁ βασιλεύς. Μερικοί ἐθεώρησαν τό γεγονός τοῦτο σάν κακό σημάδι λέγοντας ὅτι καί τό ἄλογο ζῶο θρηνεῖ γιά τήν προδοσία τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, τήν ὁποία ἔκαμε ὁ βασιλεύς γιά νά ἐλέγχη τούς λογικούς. Μετά τήν ὁμιλία του εἶπε ὁ βασιλεύς στούς βασιλικούς ἐπιτρόπους ὅτι, ὅσοι ἀρνοῦνται αὐτή τήν ἀπόφασι, νά συλλαμβάνωνται καί νά τιμωροῦνται παραδειγματικῶς.
Ὁ βασιλεύς ἀνεκοίνωσε στόν πάπα τήν ἔκθεσι τῶν Ἀνατολικῶν περί τῆς ἑνώσεως, ἀλλά ὁ πάπας τοῦ εἶπε ὅτι θά πρέπει οἱ Ἀνατολικοί νά μεταβάλλουν καί τά ἄλλα ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας τους, δηλαδή, νά λειτουργοῦν μέ ἄζυμα στήν λειτουργία τους, νά ἀποδεχθοῦν τήν διδασκαλία περί τοῦ Καθαρτηρίου Πυρός, τό πρωτεῖο τοῦ πάπα, τήν ἀποβολή ἀπό τήν λειτουργία τῶν ἐπικλήσεων τοῦ ἱερέως γιά τήν μετουσίωσι τοῦ ἄρτου καί οἴνου. Ὅλα αὐτά ἐτάραξαν τόν βασιλέα καί τόν πατριάρχη. Ἔτρεξαν καί παρεκάλεσαν τόν Μᾶρκο νά γράψη κάτι γιά τό ζήτημα τῆς Μετουσιώσεως. Πείσθηκε καί ἔγραψε ὁ Ἅγιος, άλλά τελικά πείσθηκε καί ὁ βασιλεύς καί μέ ἀγανάκτησι εἶπε ὅτι τό πεισματικώτατο γένος τῶν Λατίνων δέν πείθεται.
Παρότι ἀντεστάθηκε τόσες φορές ὁ βασιλεύς τελικά καί πάλι ὑπέκυψε, διότι ὁ πάπας διέκοψε καί πάλι τήν χορήγησι τῶν διατροφῶν τους. Ἐπί πλέον ἦταν ἀδύνατος ἡ ἀναχώρησίς τους ἀπό τήν Ἰταλία, λόγῳ ἐλείψεως χρημάτων καί τροφῶν. Τελικά ὁ βασιλεύς ἔστειλε τόν λατινόφρονα Ρωσίας Ἰσίδωρο στόν πάπα νά τόν ἐρωτήση τί θά προσφέρη στούς Χριστιανούς τῆς Ἀνατολῆς καί ὁ πάπας μέσῳ τριῶν καρδιναλίων τοῦ ἀπήντησε:
1. Θά προσφέρη τά ἀναγκαῖα ἔξοδα καί πλοῖα γιά τήν ἐπιστροφή τους στήν Πατρίδα τους.
2. Θά τούς δώση 300 στρατιῶτες σάν φρουρά τῆς Πόλεως οἱ ὁποῖοι θά συντηροῦνται μέ ἔξοδα τοῦ πάπα.
3. Θά τούς προσφέρη δύο πολεμικά πλοῖα γιά νά προστατεύουν τήν Πόλι τους.
4. Τούς δίνει εὐλογία τό Προσκύνημα ἀντί γιά τά Ἰεροσόλυμα νά γίνεται στήν Κωνσταντινούπολι,
5. Θά τούς χορηγήση 10 πολεμικά πλοῖα γιά 10 μῆνες ἤ 10 πλοῖα γιά ἕνα χρόνο πρός περιφρούρησι τῆς Πόλεως καί
6. Θά παρακαλέση τούς Ἡγεμόνες τῆς Δύσεως νά δώσουν στρατιωτική βοήθεια γιά τήν διάφύλαξι τῆς Πόλεως ἀπό τούς ἐξωτερικούς ἐχθρούς.
Ἀφοῦ τά πάντα πλέον συμφωνήθηκαν ἦλθε καί ἡ ἡμέρα τῆς ὑπογραφῆς τῆς ἑνώσεως. Στίς 10 Ἰουνίου 1439, καί πρίν τήν ὑπογραφή ἀπέθανε ξαφνικά ὁ λατινόφρων πατριάρχης Ἰωσήφ. Ἐνῶ ἔτρωγε, ὅπως ἔγραψε ὁ ἱστορικός Σίλβεστρος Συρόπουλος, κόπρος ἐξῆλθε ἀπό τό στόμα του καί ἀπέβαλε τήν ψυχή του πρίν τελειώση ἡ σύνοδος. Στήν συνέχεια μόνος του διαπραγματεύθηκε τήν ἕνωσι ὁ βασιλεύς μέ βοηθούς τούς ἄλλους λατινόφρονες.
Ὁ ἅγιος Μᾶρκος στεκόταν παράμερα καί παρακολουθοῦσε τά γενόμενα μέ σιωπή καί θλῖψι. Δέν τόλμησε ὁ βασιλεύς νά τόν πιέση γιά νά ὑπογράψη διότι θά κατηγορεῖτο γιά τυραννικός καί ὅτι κακομεταχειρίσθηκε τόν Τοποτηρητή τριῶν Πατριαρχείων τῆς Ἀνατολῆς. Τοῦ ὑποσχέθηκε ὅμως ὅτι θά ἐξασφαλίση τήν ἐπιστροφή του στήν μητρόπολί του τήν Ἔφεσο.
Τέσσερεις ἡμέρες ἀπό τόν θάνατο τοῦ πατριάρχου, ὁ ἀδελφός τοῦ βασιλέως Δημήτριος ἀνεχώρησε γιά τήν Βενετία γιά νά μή ὑπογράψη τόν ὅρο. Μαζί του ἔφυγε καί ὁ Γεώργιος Σχολλάριος, ὁ μετέπειτα πατριάρχης Γεννάδιος. Ἐκτός τοῦ Ἁγίου Μάρκου δέν ὑπέγραψαν ὁ μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Ἡσαΐας, ὁ ὁποῖος ἀνεχώρησε κρυφίως στήν Βενετία γιά νά μή φονευθῆ ἀπό τούς Λατίνους. Ὁ ἔξαρχος πάσης Ἰβηρίας προσποιήθηκε τόν τρελλό καί δέν ὑπέγραψε. Ὁ ἀδελφός τοῦ ἁγίου Μάρκου διάκονος Ἰωάννης ὁ Εὐγενικός καί ὁ Λακεδαιμονίας Μεθόδιος ἐπίσης δέν ὑπέγραψαν. Οἱ ἐκκλησιαστικοί ἄρχοντες πιέσθηκαν ἀπό τόν βασιλέα καί ὑπέγραψαν. Ὁ πάπας ἔλαβε τόν ὅρο τῆς ἑνώσεως τῶν Ἀνατολικῶν καί, ὅταν εἶδε ὅτι δέν ἦταν μέσα τό ὄνομα τοῦ μητροπολίτου Ἐφέσου, ἀνέκραξε μέ ἀπελπισία: «Λοιπόν, οὐδέν ἐποιήσαμεν». Τόση μεγάλη ἀξία ἔδινε στήν ὑπογραφή τοῦ ἁγίου Μάρκου ὁ πάπας!
Μετά τήν ὑπογραφή ἀπό 18 Ἐπισκόπους καί 11 Κληρικούς τῆς Ἀνατολῆς καί τήν ἀνάγνωσι τοῦ ὅρου, ὁ πάπας ζήτησε ἀπό τόν βασιλέα νά στείλη στό παλάτι του τόν ἅγιο Μᾶρκο γιά νά δικασθῆ σάν ἀπειθής καί αἱρετικός, ἀλλά ὁ βασιλεύς ἀρνήθηκε. Εἶπε ὅμως στόν Μάρκο νά ὑπάγη, χωρίς φόβο καί ν᾿ ἀπολογηθῆ. Πράγματι ἐπῆγε ὁ Ἅγιος καί ἀπέδειξε στόν πάπα ὅτι δέν εἶναι αἱρετικός, διότι δέν ἐκήρυξε κάτι δικό του, ἀλλά αὐτό πού κατέχει καί πιστεύει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τελικά ὁ πάπας δέν τόν τιμώρησε καί τόν ἄφησε νά ἐπιστρέψη στήν Κωνσταντινούπολι.
Μέ χρήματα καί πλοῖα τοῦ πάπα ἐπέστρεψε ἡ συνοδεία τῶν Ἀνατολικῶν στήν Κωνσταντινούπολι τήν 1ην Φεβρουαρίου 1440. Στήν Ἰταλία ἔμειναν δύο ἀποθανόντες καί δύο ζῶντες. Ὁ πατριάρχης Ἰωσήφ καί ὁ μητροπολίτης Σάρδεων πού ἐκοιμήθη στήν Φερράρα, ἐνῶ οἱ Νικαίας Βησσαρίων καί Ρωσίας Ἰσίδωρος παρέμειναν γιά νά λάβουν τήν ὑπόσχεσι τοῦ πάπα, τό ἀξίωμα τοῦ καρδιναλίου.
Κατά τήν ὑποδοχή τους ὁ λαός ἐπευφημοῦσε μόνο τόν ἅγιο Μᾶρκο, τόν ὁποῖον ὠνόμαζε στῦλο τῆς Ἐκκλησίας, δεύτερον νέον Ἰωάννην Θεολόγον καί ἄλλον Ἀθανάσιο καί Κύριλλο. Ὅσοι ὑπέγραψαν τήν ἕνωσι ἐπέστρεψαν κλαίοντες καί ἔλεγαν στόν λαό νά τούς κοπῆ αὐτό τό χέρι πού ἐπρόδωσε τήν Πίστι τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του.
Ὅλα τά Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς συνῆλθαν μέ τούς ἰδίους τούς πατριάρχες στά Ἰεροσόλυμα καί ἀνεθεμάτισαν τήν σύνοδο τῆς Φλωρεντίας. Ταυτόχρονα καθήρεσαν τόν νέο λατινόφρονα πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μητροφάνην, τόν πρώην Κυζίκου. Συνέταξαν νέα ἔκθεσι πίστεως, τήν ὁποία ἀνέθεσαν στόν μητροπολίτη Καισαρείας νά τήν κηρύξη παντοῦ.
Παρόμοια σύνοδος πραγματοποιήθηκε καί στήν Μόσχα τῆς Ρωσίας ἡ ὁποία ἀνεθεμάτισε τόν ὅρο τῆς ἑνώσεως τῆς Φλωρεντίας. Ὁ βασιλεύς τῆς Ρωσίας Βασίλειος συνέλαβε τόν λατινόφρονα μητροπολίτη Ρωσίας Ἰσίδωροον καί τόν ἔκλεισε στήν φυλακή. Ἐκεῖνος δραπέτευσε καί ἐπέστρεψε στήν Ρώμη, ὅπου ἔγινε καρδινάλιος Πολωνίας καί ἐκεῖ κακῶς ἀπέθανε.
Ὁ μητροπολίτης Ἐφέσου Μᾶρκος ἐπέστρεψε κι αὐτός στήν ἕδρα του, ὅπου ἐξέθεσε τά πεπραγμένα στό ποίμνιό του καί τό ἐνδυνάμωσε γιά τήν διατήρησι τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως ἔναντι ὁποιασσδήποτε θυσίας.
Εὑρισκόταν στό σπίτι τοῦ πατέρα του στην περιοχή τοῦ Γαλατᾶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅταν ἀρρώστησε. Μετά ἀπό 14 ἡμέρες ἀσθενείας παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Κύριο τήν 19ην Ἰανουαρίου 1443, σέ ἡλικία 44 ἐτῶν καί ἐτάφη στό μοναστήρι τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυτος Γεωργίου τῶν Μαγγάνων, ὅπου εἶχε γίνει καί μοναχός.
Ὁ πάπας πληροφορήθηκε ὅτι Κλῆρος καί λαός τῆς Ἀνατολῆς δέν δέχθηκαν τόν ὅρο τῆς ἑνώσεως. Ἔστειλε ἀντιπροσώπους του νά συζητήσουν μέ τούς σοφούς τῶν Ἑλλήνων, ἀλλά δέν κατώρθωσαν τίποτε καί ἐπέστρεψαν ἄπρακτοι.
Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου