Δευτέρα 13 Μαΐου 2024

Τά Λείψανα τῶν Ἁγίων μας εἶναι ἄφθαρτα, θαυματουργοῦν, εὐωδιάζουν καί μυροβλύζουν

Τά Λείψανα τῶν Ἁγίων μας εἶναι τεμάχια ἄφθαρτα ἤ ὀστᾶ ἐκ τῶν ἁγιασμένων σωμάτων πολλῶν Ἁγίων μας, στούς ὁποίους ὁ Θεός, λόγῳ τῆς ἁγίας ζωῆς τους, τούς ἔδωσε ὅλη τήν θαυματουργική δύναμι τῆς Χάριτός του. Στό διάστημα πού ἦταν στήν γῆ, ἔχοντας πλούσια τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔκαναν πολλές φορές καί θαύματα. Αὐτή ἡ Χάρις πού ἀπέκτησαν μέ ἰδρῶτες στήν γῆ, κατοικεῖ στήν ψυχή τους καί ὅταν ἀνέλθη στόν οὐρανό. Καί κατά τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἐκτός ἀπό τήν ψυχή ἁγιάζεται καί τό σῶμα, στό ὁποῖον ἡ Χάρις μένει «ἀνεκφοίτητος».

            Ὁ Ἅγιος παρότι κατά τήν ψυχή ἀνέβηκε  στούς οὐρανούς συνεχίζει στήν γῆ νά διατηρεῖ ἕνα ἰδιαίτερο δεσμό μέ τό σῶμα του, τό ὁποῖον κατά τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, εἶναι κατοικία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. (Α΄Κορ.6,19). Πολλοί πιστοί ἄγγιζαν τό μαντήλι ἤ τό σῶμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί ἐθεραπεύοντο (Πράξ.19, 11-12) ἐνῶ ἄλλοι ἐδέχοντο θεία χάρι ἀκόμη κι ἀπό τήν σκιά τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὅταν περνοῦσε ἀπό κοντά τους. Ἀκόμη καί μετά τόν θάνατό τους, τά σώματα τῶν Ἁγίων ἔχουν τήν δύναμι νά θαυματουργοῦν. Τέτοιο θαῦμα συνέβη μέ τό λείψανο τοῦ προφήτου Ἐλισσαίου, πού ὅταν τό ἔβαλαν μέσα στό τάφο, ὅπου ὑπῆρχε ἄλλο νεκρό σῶμα, ἐκεῖνο ἀναστήθηκε.

Τά Λείψανα τῶν Ἁγίων μας δέν εἶναι εἴδωλα ἤ θεότητες ἤ μορφές τοῦ Θεοῦ, οὔτε ἡ προσκύνησίς τους εἶναι εἰδωλολατρεία. Ἀφοῦ ὁ Θεός τά ἐδόξασε μέ ἀφθαρσία καί θαυματουργική δύναμι, ἐμεῖς τά προσκυνοῦμε, ἐπειδή μέ αὐτά τιμοῦμε πρῶτα τόν Θεό. Τιμοῦμε ἐπίσης τήν ἁγιότητα πού ἀπέκτησαν οἱ Ἅγιοι στήν ζωή τους καί τούς παρακαλοῦμε μέ τήν τιμή πού τούς ἀποδίδουμε νά βοηθήσουν κι ἐμᾶς, χωρίς νά τιμοῦμε αὐτά καθεαυτά τά κόκκαλα τοῦ σώματός τους, ἀλλά τήν θεία Χάρι πού κατοικεῖ σ᾿ αὐτά. Οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη ἀπαγορεύουν τήν τιμή τῶν εἰδώλων, διότι τότε οἱ ἄνθρωποι ἐπίστευαν ὅτι μέσα σ᾿ αὐτά κατοικοῦσε ὁ ἴδιος ὁ θεός τους. Ἐνῶ ἐμεῖς στά Λείψανα τῶν Ἁγίων μας δέν ἀποδίδουμε λατρεία, διότι δέν πιστεύουμε ὅτι κατοικεῖ μέσα σ᾿ αὐτά ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἀλλά ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Μέσῳ τῶν ἁγίων Λειψάνων τιμοῦμε καί τόν Ἅγιο Θεό μας, πού ἀναπαύεται νά κατοικεῖ μέσα σ᾿ αὐτά διά τῆς Χάριτός του. Τιμώντας λοιπόν τούς Ἁγίους τιμοῦμε τόν Θεό, σύμφωνα μέ τόν λόγο του πού ὁ Ἴδιος εἶπε: «Ὁ δεχόμενος ὑμᾶς ἐμὲ δέχεται, καὶ ὁ ἐμὲ δεχόμενος δέχεται τὸν ἀποστείλαντά με. (Ματθ. 10, 40).

            Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐτίμησε ἀπό τούς πρώτους αἰῶνες τά λείψανα τῶν Μαρτύρων, τά ὁποῖα συγκέντρωνε μέ ἰδιαίτερη εὐλάβεια καί ἔκτιζε πρός τιμή τους ἐκκλησίες στόν τόπο ὅπου εἶχαν συνήθως δεχθῆ τό μαρτύριο. Ἀργότερα καθιέρωσε νά τοποθετεῖται ἕνα τεμάχιο Λειψάνου στήν ὀπή τῆς πλάκας τῆς Ἁγίας Τραπέζης, καθώς καί στήν καθιέρωσι τοῦ Ἀντιμηνσίου, πρᾶγμα τό ὁποῖον συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Καί τοῦτο γίνεται διότι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι στερεωμένη καί θεμελιωμένη ἐπάνω στό αἷμα τῶν ἁγίων μαρτύρων της.

            Στό μαρτύριο τοῦ ἁγίου μάρτυρος Πολυκάρπου, ἐπισκόπου Σμύρνης, (+166 μ.Χ) διαβάζουμε τά ἑξῆς γιά τούς τότε Χριστιανούς: «Ἐμεῖς περιβάλαμε τά λείψανά του σάν ἕνα κειμήλιο ἀκριβώτερο ἀπό τόν χρυσό καί ἀπό τίς ἀκριβές διαμαντόπετρες καί τά τοποθετήσαμε στόν κατάλληλο τόπο. Ἐδῶ θά συγκεντρωνόμεθα μέ χαρά καί ὁ Κύριος θά δίνη τήν εὐλογία του νά ἑορτάζουμε τήν ἐπέτειο τῆς μαρτυρικῆς του ἡμέρας καί νά τιμοῦμε τίς νίκες του καί τούς ἄλλους ὑψηλούς πνευματικούς του ἀγῶνες».

            Ἡ παπική ἐκκλησία περιφρονεῖ τά Λείψανα τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας καί οἱ πιστοί δέν τά προσκυνοῦν. Ἑκατοντάδες ἄφθαρτα Λείψανα ἐκλάπησαν ἀπό τούς Σταυροφόρους καί μεταφέρθησαν στήν Ἰταλία καί σέ ἄλλες Χῶρες. Μόνο στήν Βενετία ὑπάρχουν 37 ὁλόσωμα Λείψανα Ἁγίων μας, τά ὁποῖα ἔχουν ἐντοιχίσει στά ντουβάρια τῶν ναῶν τους ἤ μέσα σέ ἑρμητικά κλεισμένες θῆκες, τίς ὁποῖες κυττάζουν σάν μουσειακά ἀντικείμενα οἱ χριστιανοί τους πού πολλοί περιέρχονται μέ τήν ἰδιότητα τοῦ τουρίστα.

            Ἀφ᾿ ὅτου ἡ ἐκκλησία τους ἀποσπάσθηκε ἀπό τόν ἑνιαῖο κορμό τῆς Μιᾶς Ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἔχασε ὁριστικά τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τήν δυνατότητα σωτηρίας καί ἁγιασμοῦ τῶν μελῶν της. Γι᾿ αὐτό, εἶναι γνωστό τό παράδοξο φαινόμενο, ὅτι μετά τήν πτῶσι τῆς ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, δέν ἀναδεικνύονται πλέον ἀληθινοί ἅγιοι σ᾿ αὐτήν.

Ὁ πάπας σάν «ἀλάθητη» κορυφή τῆς ἐκκλησίας τους, ἔχει ἀναδείξει καί συνεχίζει νά ἀναδεικνύει ἁγίους, ἀφοῦ προηγηθῆ γιά τήν ἀνάδειξί τους ἕνα εἶδος δικαστηρίου. Μετροῦνται τρόπον τινά τά κακά καί καλά τους ἔργα καί ἀναλόγως παίρνουν τόν τίτλο τοῦ μακαρίου ἤ τοῦ ἁγίου. Θεωροῦνται κατά τήν παπική ἐκκλησία μεγάλοι ἅγιοι, ὅσοι ἐδούλευσαν σκληρά γιά τήν δόξα τοῦ παπικοῦ ἀλαθήτου ἤ ὡδήγησαν στρατιές «πλανεμένων» ὀρθοδόξων στόν Παπισμό, ἀκόμη καί μέ ἀθέμιτα μέσα, ἐγκλήματα, συνωμοσίες κλπ. Ἅγιος λοιπόν, ἀνακηρύχθηκε ἀπό τήν παπική ἐκκλησία ἀπό τόν πάπα Ἰωάννη-Παῦλο τόν Β΄Βοϊτύλα καί ὁ διαβόητος καρδινάλιος Στέπινατς, μέ τίς εὐλογίες τοῦ ὁποίου τό 1940 ἐσφάγησαν 800.000 ὀρθόδοξοι σέρβοι, ἀφοῦ πρίν τούς ἔβγαλαν τά μάτια καί τά μετέφεραν σέ καλάθι (18 κιλά) δῶρο στό πάπα τους. Στήν διεργασία αὐτή δέν ἔχει καμμία συμμετοχή ὁ λαός τους.

            Στήν Ὀρθοδοξία ὁ λαός ἀναδεικνύει τούς Ἁγίους του, οἱ ὁποῖοι θεραπεύουν τά πάθη  καί τίς ἀσθένειές του καί συμπαραστέκονται ποικιλοτρόπως στόν ἀγῶνα του μέ τήν πλούσια Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι᾿ αὐτό τό θαῦμα στήν Ὀρθοδοξία εἶναι ἀδιάσειστο σημεῖο ἀναφορᾶς καί σχέσεως τῶν Ἁγίων μέ τούς ἐν τῶ κόσμῳ Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι πλουτισμένοι μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀγάπη τους πρός τόν Ἅγιο, προσέρχονται ἀδιστάκτως καί ζητοῦν τήν βοήθειά του, τήν ὁποίαν καί λαμβάνουν πρός καταισχύνην τῶν αἱρετικῶν καί τῶν ἐχθρῶν τῆς Πίστεώς μας. Γι᾿ αὐτό ἰδιαίτερα μᾶς ἐντυπωσιάζουν οἱ αὐθόρμητες ἀποκαλύψεις ἰατρῶν τῆς Ἀμερικῆς καί Ἀγγλίας καί ἀπό ἀλλοῦ, ὅταν δέχωνται ἀπό τήν Ἑλλάδα, τήν Κύπρο ἤ καί ἀπό ἄλλες ὀρθόδοξες Χῶρες ὀρθοδόξους Χριστιανούς, καί δέν προλαβαίνουν νά κάνουν τίς ἐγχειρήσεις διότι κάποιος Ἅγιος τήν ἐξετέλεσε ἤ τούς βοήθησε κατά τρόπον ἀκατάληπτο καί ἰατρικῶς ἀδύνατον.

Στήν Πατρίδα μας κρατοῦνται ἀκόμη οἱ θρησκευτικές παραδόσεις στά χωριά μας, ὅταν κάποια ἐπιδημία κατέστρεφε τούς κόπους τῶν Χριστιανῶν μας. Ἕνα τέτοιο περιστατικό συνέβη στήν μητρόπολι Τρίκκης καί Σταγῶν καί μᾶς τό ἀναφέρει ὁ τότε ἱεροκῆρυξ π. Δανιήλ Ἀεράκης. Σ᾿ ἕνα χωριό τοῦ Θεσσαλικοῦ κάμπου πού λέγεται Νομή, παρουσιάσθηκε ἕνα πράσινο σκουλήκι καί ἔτρωγε τόν καρπό τοῦ βαμβακιοῦ. Αὐτό γιά τούς παραγωγούς θά ἐσήμαινε ὁλοσχερής καταστροφή τῆς ἐσοδειᾶς ἐκείνης τῆς χρονιᾶς. Μέχρι νά γίνουν τά πειράματα ἀπό τί ἁρμόδιες κρατικές ὑπηρεσίες καί νά εὑρεθῆ τό φάρμακο, θά ἔπαιρνε πολύ χρόνο. Ὁπότε ὁ ἱερεύς τοῦ χωριοῦ π. Στέφανος ἄρχισαν μέ τόν πιστό λαό παρακλήσεις καί λιτανεῖες στά χωράφια καί ἡ ἄνωθεν βοήθεια ἔφθασε. Ἐμφανίσθηκαν σμήνη ἀπό πολυάριθμα σπουργίτια τά ὁποῖα πετοῦσαν ἀπό βαμβακιά σέ βαμβακιά καί ἐξωλόθρευσαν ὅλα τά σκουλήκια. Οἱ εὐχαριστίες τους πρός τόν Θεό ἦταν ἄπειρες καί γιά ὅλη τήν ζωή τους.

Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου