«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Ό πνευματικός μας άγών δέν γίνεται πρός αίμα καί σάρκα, κατά τόν Απόστολο Παϋλο, άλλά πρός τίς άρχές καί τίς εξουσίες τοῦ σκότους τοῦ παρόντος αιώνος, γι' αύτό μάς συμβουλεύει ό ίδιος Απόστολος νά ἐνδυθοῦμε τά πνευματικά όπλα πού είναι ό θώραξ τής δικαιοσύνης (Έφεσ. 6,14). Ό άγιος Έφραίμ ό Σύρος λέγει κοντά στήν δικαιοσύνη νά ένδυθούμε ώς πανοπλία καί τήν τελεία αγάπη πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον, ή όποία μάς βοηθεῖ νά μή σκοντάπτουμε. Επειδή «ἡ άγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ού ζηλοῖ, ού περπερεύεται, ἡ άγάπη ουδέποτε έκπίπτει» (Α' Κορ. 13, 48).
"Αλλο πνευματικό όπλο στόν πόλεμο έναντίον τών σκοτεινών δυνάμεων είναι νά ετοιμάσουμε τούς πόδες μας νά βαδίσουν «έν ετοιμασία τοϋ Εύαγγελίου τής ειρήνης» ('Εφεσ. 6,15). Αυτή τήν πνευματική ένδυμασία ό άγιος Έφραίμ ό Σύρος τήν εξηγεί ότι είναι ή ταπείνωσις, φέροντας ώς παράδειγμα τόν Προφήτη Δαβίδ, ό όποιος έλεγε: «Έγώ ειμι σκώληξ καί ούκ άνθρωπος» (Ψαλμ. 21,6). Καί ό Κύριος, ώς γνωστόν, στούς ταπεινούς επιβλέπει περισσότερο: «Ό έν ὑψηλοῖς κατοικών καί τά ταπεινά έφορών έν τῷ ούρανώ καί έν τή γή» (Ψαλμ. 112,5).
"Αλλο πνευματικό όπλο άπαραίτητο είναι ό θυρεός τής πίστεως. Οἱ παλαιοί στρατιώται φορούσαν σάν ύποκάμισο τόν θώρακα πού ήταν άπό μέταλλο, τίς περικνημίδες στά πόδια καί μέ τήν άσπίδα στό άριστερό χέρι άντιμετώπιζαν τόν εχθρό στούς δύσκολους πολέμους, ένώ οί πνευματικοί στρατιώται πρέπει νά είναι ένδεδυμένοι έχοντας ώς θώρακα τήν πίστι ένεργουμένη, δηλαδή πού εκφράζεται μέ τά έργα, διότι ή πίστις χωρίς τά έργα είναι νεκρά (Ιακώβ. 2,27). Ή πίστις χωρίς έργα δέν διαφέρει καθόλου άπό τήν πίστι τών δαιμόνων, οί όποιοι φοβοῦνται καί τρέμουν τόν Θεό. Ἐπίσης ό στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ένδυθή καί τήν περικεφαλαία τοῦ σωτηρίου καί τήν μάχαιρα τοῦ Πνεύματος, ή όποία είναι ό λόγος τοῦ Θεοϋ (Έφεσ. 6,17). Ό άγιος Έφραίμ ό Σύρος εξηγεί ότι περικεφαλαία είναι ή έλπίς τών αιωνίων άγαθών, ἡ όποία προξενεί μεγάλη παρηγοριά στίς περιόδους καί δοκιμασίες τοῦ βίου. Κατόπιν ό ίδιος άγιος λέγει ότι ό στρατιώτης τοῦ Χριστού πρέπει νά περιφράξη τόν εαυτό του μέ τόν άγιο Σταυρό, σφραγίζοντας όλα τά μέλη καί τήν καρδιά του. 'Αντί γιά τόξο οί άγωνισταί τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά έχουν τά χέρια τους τεταμένα στήν προσευχή. Έάν στόν καιρό τῆς προσευχῆς ἡ σκέψις μας διασκορπίζεται, τότε όμοιάζουμε μέ τόν τυφλό ἤ άνειδίκευτο τοξότη, ό όποιος έκτείνει τό τόξο του, άλλά λόγω βλάβης τών ματιών του καί άπειρίας του, οι σαίτες του δέν μποροῦν νά έπιτύχουν τόν στόχο τους ἤ τό θηρίο πού θέλει νά φονεύση. Αντί γιά σπάθη ό άγωνιστής μοναχός ή χριστιανός πρέπει νά έχη τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, ό όποιος ώς δίκοπο μαχαίρι κόπτει τήν κακή επιθυμία. 'Αντί γιά σάλπιγγα πρέπει νά έχη τίς Θειες Γραφές. Ὅπως ἡ σάλπιγξ, όταν σαλπίζη, συγκεντρώνει τούς στρατιώτας, έτσι καί οι Θείες Γραφές συγκεντρώνουν τούς λογισμούς μας πρός τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, διότι οί λογισμοί είναι πού κάνουν τόν άγώνα κατά τών αοράτων εχθρών. Ό άγιος Ισαάκ ό Σύρος μάς λέγει: «"Οταν ό νούς σου διασκορπίζεται, νά άσχολήσαι περισσότερο μέ τήν άνάγνωσι παρά μέ τήν προσευχή. Ἐκτός άπό τά πνευματικά όπλα πού μέχρι εδώ άναφέραμε, έχουμε άνάγκη καί άπό άλλα τέσσερα. Αύτά είναι:
1) Ποτέ νά μήν έχωμε εμπιστοσύνη στόν έαυτό μας. Ό Προφήτης Ήσάίας λέγει: «Ούαί οί συνετοί έν έαυτοῖς καί ενώπιον αυτών επιστήμονες» (5,21) καί ό Απόστολος Παϋλος μάς διδάσκει τά 'ίδια' «Μή γίνεσθε φρόνιμοι παρ' έαυτοῖς» (Ρωμ. 12,16). Όπότε λοιπόν, τό πρώτο έργο στόν πνευματικό μας άγώνα είναι νά γνωρίσουμε τήν άδυναμία μας καί τήν μηδαμινότητά μας. Νά έχουμε ελπίδα καί εμπιστοσύνη μόνο στό Θεό. Αύτή ή τελεία εμπιστοσύνη μας στόν Θεό βασίζεται σέ τέσσερεις λόγους καί συγκεκριμένα:
α) Έμπιστευόμεθα στόν Θεό, διότι είναι Παντοκράτωρ, μάς προσφέρει ό,τι είναι ώφέλιμο γιά τήν σωτηρία μας καί μάς βοηθεΐ οπουδήποτε καί όποτεδήποτε.
β) Έμπιστευόμεθα στόν Θεό διότι είναι Παντογνώστης καί γνωρίζει τά όσα συμβαίνουν καί όσα θά συμβούν στήν ζωή μας.
γ) Έμπιστευόμεθα στόν Θεό τόν εαυτό μας διότι είναι Πανάγαθος καί μάς άγαπά μέ μία δυσπερίγραπτη άγάπη, έτοιμος πάντα νά μάς βοηθήση.
δ) "Οποιος ελπίζει στόν Θεό δέν καταισχύνεται. Τό τρίτο όπλο είναι ή άδιάστατη υπομονή. Τό τέταρτο καί τελευταίο όπλο εϊναι ή ακατάπαυστη προσευχή: «Πάντοτε χαίρετε, άδιαλείπτως προσεύ χεσθε» (Ά Θεσ. 5,17).
Επειδή ό πόλεμος πού διεξάγουμε είναι σφοδρός, εἶναι ανάγκη νά μάθουμε ποιές αρετές πρέπει νά έχουμε προχείρως γιά τήν περιφυλακή τής ψυχής μας.
Ό νηπτικός πατήρ Ησύχιος Ἱεροσολύμων μᾶς λέγει: «Αύτός πού διεξάγει εσωτερικό πόλεμο, πρέπει νά έχη άνά πάσαν στιγμή τέσσερα όπλα: τήν ταπείνωσι, τήν έγρήγορσι ή προσοχή, τήν άντίρρησι καί τήν προσευχή. Μέ τήν πρώτη άρετή νικάται ό ύπερήφανος διάβολος, πού μισεί τήν ταπείνωσι στήν όποία βοηθός είναι ό Χριστός πού μισεί τούς ύπερηφάνους. Μέ τήν προσοχή απαγορεύει νά είσέλθη στήν καρδιά όποιοσδήποτε λογισμός, ακόμη καί καλός νά είναι. Μέ τήν άντίρρησι άποβάλλει έγκαίρως τόν κακό λογισμό άπό τήν προσπάθειά του νά είσέλθη στήν καρδιά δεδομένου ότι μέ τήν οξυδέρκεια πού διαθέτει ό άγωνιστής γνωρίζει έκ τών προτέρων τόν λογισμό πού έρχεται. Μέ τήν προσευχή κράζει σέ βοήθεια τόν Κύριο καί τότε θά ίδή ό άγωνιστής νά διασκορπίζεται ώς άνεμος ό νοητός έχθρός στό άκουσμα τοῦ προσκυνητοῦ Ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ». Σέ άλλο μέρος λέγει ό ίδιος Πατήρ: «Αύτός πού δέν έχει καθαρά άπό λογισμούς προσευχή, δέν έχει όπλο δυνατό γιά νά πολεμήση. Καί προσευχή ονομάζω τήν έργασία πού γίνεται άκατάπαυστα στά βάθη τής καρδιάς του μέ τήν έπίκλησι τοῦ Θείου 'Ονόματος τού Χριστού, λόγῳ τοῦ ὁποίου ό έχθρός πολεμούμενος μυστικά, νικάται καί καίγεται».
Μετάφρασις ἀπό τά Ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου