ΙΧΘΥΣ: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2020

Νέα Θρησκεία «Ρητόρων πολυφθόγγων»

 

Ὑπό Ἰωσήφ μοναχοῦ Βιγλιώτου (Ἁγιορείτου)
Β΄ μέρος [Α’ μέρος ΕΔΩ]

Αὐτά… ἐκθέτουν τον καθηγητή καί τον καταβιβάζουν σε θρανίο «ἀδιάβαστου μαθητή»
«Σάν τά χορτάρια οἱ ἁμαρτωλοί καί οἱ ἰδέες τους. Ξεραίνονται γρήγορα».(1)

Πρός τον Ἀθανάσιο,

Ἀγαπητέ ἀδελφὲ, χαῖρε ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ Χριστῷ πάντοτε

Μοῦ ἐκθειάζεις τόν κ. Γιανναρᾶ καί τά δημοσιεύματά του, χωρίς νά ἑστιάζεις, ὅπως διαπίστωσα, στά λεγόμενά του. Οἱ φιλόσοφοι καί οἱ αἱρετικοί ἔλεγαν πολλές ἀλήθειες, ποτισμένες ὅμως μέ τό δηλητήριο τῆς πλάνης. Αὐτό ἐννοοῦσε ὁ Προφήτης ᾙσαῒας ὅταν ἔλεγε, «Οἱ κάπηλοί σου νοθεύουν τό κρασί μέ νερό».(2) Αὐτό συμβαίνει καί μέ τόν προαναφερόμενο.

Ἀπό τό … «κίτρινο» (χρωματικά) βιβλίο του «Ἐνάντια στή θρησκεία»(3) ἐπέλεξα τρία ἀποσπάσματά του. Τά δύο πρῶτα πού ἀφοροῦν τήν μετάνοια δέν ἀπαξιώνουν ἁπλῶς κάποιες λέξεις, ἀλλά καί τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο εἰπώθηκαν. Φυσικά ἀπαξιώνονται καί τά πρόσωπα πού τά εἶπαν. Στό τρίτο ἀπόσπασμα ἀποτυπώνει τήν μεταθανάτια μηδενιστική του διακήρυξη καί τήν ἐπιθυμία του γιά ἀνυπαρξία καί ὄχι ὕπαρξη «εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Θά ἀσχοληθοῦμε μέ τίς ἰδέες του αὐτὲς, ἀφ’ ἑνός γιατί χρειάζεσαι μιά ἀπάντηση, ἀφ’ ἑτέρου, διότι σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Φώτιο, ὅταν «τό λάλον θράσος»(4) «βλάψει κάτι σεβαστότερο, ἐννοῶ τήν εὐσέβεια,τότε ἔχομε ἐντολή νά μή δεχόμαστε ἀδιάφορα τήν προσβολή οὔτε νά ἐνεργοῦμε σιωπηλά μέ τόν ἐχθρό στόν προπηλακισμό τοῦ σεβάσματος»(5) γιατί «ἡ σιωπή προκαλεῖ μᾶλλον τήν ἀσέβεια νά ἀποθρασύνεται ἐναντίον τοῦ λόγου».(6)

Α΄

Διαβάζομε τό α΄ ἀπόσπασμα τοῦ βιβλίου του: «Ἀντίστοιχα ἐμμένει (ἡ ἐκκλησιαστική «ὀρθοδοξία») στή γλῶσσα καί στή νοοτροπία δικανικῶν κυρίως, σέ ἄλλες ἐποχές, προτεραιοτήτων: στό ψυχολογικό σύνδρομο τῶν σχέσεων ἀφέντη-δούλου. Γι’ αὐτό καί ἡ ἐπίμονη, πληθωρική (κατά κόρον) ἐπανάληψη αἰτημάτων γιά «συγγνώμη», «ἄφεση», «ἐξάλειψη», «καθαρμό» τοῦ ἀνθρώπου ἀπό «ἁμαρτήματα», «ἀνομήματα», «ἐγκλήματα», «παραπτώματα».(7) Στό β΄ ἀπόσπασμα λέει :«Τό πρωτεῦον (κυριαρχικό) αἴτημα στή γλῶσσα τῆς ἐκκλησιαστικῆς «ὀρθοδοξίας» σήμερα εἶναι γιά «ἔλεος» γιά ἀμνήστευση ἀπροσδιόριστων ἐνοχῶν, ἀκαθόριστων ὀφλημάτων».(8)

Εἶναι ἐμφανές τό ἀπαξιωτικό καί εἰρωνικό του ὕφος πού θυμίζει «νέο Γολιάθ, ὕψους τεσσάρων πήχεων καί σπιθαμῆς μιᾶς».(9) Λέει ὁ Σολομών :«Στόν ἄφρονα ὅλα εἶναι ἀντίθετα».(10) Καί ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης σχολιάζει: «Αὐτοί πού θεωροῦν σοφία στό νά ἀντιλέγουν καί σ’αὐτά πού λέγονται σωστά σοφέ, καί στούς ἑαυτούς τους προσάπτουν ἀτιμία καί φανερώνουν ὅτι βγῆκαν ἔξω ἀπό τούς σωστούς λογισμούς. Γιατί σοφό εἶναι αὐτό πού εἶναι ἀληθινό… ἐνῶ τό ψέμα εἶναι φοβερό, ἀκόμα κι ἄν στολίζεται μέ ἱκανότητα στό λόγο καί στή γλαφυρότητα».(11)

Κατ’ ἀρχάς δέν ὑφίσταται, ὅπως φαντάζεται «σύνδρομο σχέσεων ἀφέντη–δούλου». Ἡ προσευχή «Πάτερ ἡμῶν…»(12) συνηγορεῖ ὑπέρ ἡμῶν. Ἀπευθυνόμεθα σέ Θεό Πατέρα καί ὄχι σέ Θεό ἀφέντη. Συνεπιμαρτυρεῖ καί ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου γιοῦ (ὄχι δούλου) πού ἐπιστρέφει στόν Πατέρα του(13) (ὄχι στόν ἀφέντη του). Τό προσωνύμιο «δοῦλος τοῦ Θεοῦ» καί ἡ χρήση του στή λειτουργική γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπονοεῖ εὐτελισμό τοῦ πιστοῦ, ἀλλά ἀναδεικνύει τό ἀκριβῶς ἀντίθετο. Σημαίνει πώς ὁ Χριστιανός ἐνσυνείδητα προτιμᾶ νά εἶναι δοῦλος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ»(14) μέ σκοπό νά ἐλευθερώσει τό πλάσμα Του ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας καἰ τῆς κάθε ἀνθρώπινης καταπιεστικῆς ἐξουσίας. Ὁ Χριστιανός βιώνει τήν ἑκούσια ὑποδούλωσή του στό Χριστό ὡς πράξη ὑπέρτατης ἐλευθερίας ὅπως ἡ Θεοτόκος, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί όλοι οἱ Ἅγιοι. Ἄς θυμηθοῦμε: α) «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου»,(15) εἶπε ἡ Θεοτόκος. β) Ὁ πρεσβύτης Συμεών: «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον σου Δέσποτα».(16) γ) «Παῦλος δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ».(17) δ) «Ἰάκωβος Θεοῦ καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ δοῦλος».(18) ε) «Συμεών Πέτρος δοῦλος καί ἀπόστολος(19)» κ.λ.π.

Ὁ βιαστικός ἀναγνώστης δέν θά προσέξει ἕνα σοφιστικό του τέχνασμα. Τοποθέτησε ἁλματωδῶς στό τέλος τῆς ἀπέναντι σελίδας (275) τή λέξη «ἄφεση» καί «ὀφ(ει)λήματα», οἱ ὁποῖες συνειρμικά θυμίζουν τό «Πάτερ ἡμῶν…» πού ὑπέδειξε ὁ Χριστός μας. «…ἂφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν…», εἶπε ὁ Χριστός. «Ἀπαράδεκτες παλαιοεποχίτικες ἰδέες», κραυγάζει «σοφός». Δέν ἔχει νηφάλια γνώση τῆς Πίστης μας, καί γι’αὐτό, Ἀθανάσιε, διαφωνεῖ καί μέ τά σωστά. Εὔστοχα σημειώνει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος: «ἐκ τοῦ τί ἐστί (:εἶναι) τοῦτο καί τί ἐστίν ἐκεῖνο…ἄρχεται (:ἀρχίζει) καί εἰς τά μεγάλα καί βαρύτερα (:τά σημαντικότερα) καταφρονεῖν». (20)

Οἱ λέξεις: συγγνώμη, ἄφεση, ἐξάλειψη, ἁμαρτήματα, ἀνομήματα, παραπτώματα κ.λ.π. πού χρησιμοποιοῦνται στίς ἐκφωνήσεις τῶν ἱερέων καί τήν ὑμνολογία, τέθηκαν στό εἰρωνικό στόχαστρο τῆς γραφίδας του μέ τό χαρακτηρισμό «ἀπαράδεκτες». Δέν ἔχουν ἐπικρατήσει αὐθαίρετα, ἀλλά ἔχουν προβληθεῖ καί χρησιμοποιηθεῖ γιά τό σπουδαιότατο θέμα τῆς μετανοίας ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό μας. Συνεπῶς, δέν εἶναι δυνατόν ὅσοι ἔχουν ὑπαρξιακά καί ἄλλα προβλήματα νά ἀπαιτοῦν τήν κατάργησή τους. Ἡ αὐθαίρετη καί χωρίς ἐπιχειρήματα κατάργηση τῶν λέξεων πού ἐνοχλοῦν τόν κ. Καθηγητή δέν εἶναι ἐπιστήμη. Ἀνήκει στή σφαῖρα τοῦ ἐπικίνδυνου στοχασμοῦ καί τοῦ φτηνοῦ ἐρασιτεχνισμοῦ. Ὅμως, ὅπως σημειώνει ὁ σοφός Ἅγιος Ἰσίδωρος, τά δικά μας «δέν ἀποσαφηνίζονται μέ ἀπόφαση, ἀλλά με ἀπόδειξη…ὥστε νά μπορέσουν νά ἑρμηνευτοῦν σωστά. Ἐάν, λοιπόν, κάποιος διατυπώνοντας τή γνώμη του νομίζει ὃτι χρησιμοποιεῖ ἀπόδειξη, αὐτός βρίσκεται ἒξω ἀπό τόν ὅμιλο τῶν σοφῶν».(21)

Ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο; «Χριστός Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τόν κόσμον ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτος εἶμι ἐγώ»,(22) ἀπαντάει ὁ Ἀπ. Παῦλος. Ἐπιβεβαιώνει ἡ Ἀποκάλυψη: «τῷ ἀγαπώντι ἡμᾶς καί λούσαντι ἡμᾶς ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ, ὅς παρεδόθη (Ἰησοῦς ὁ Κύριος ἡμῶν) διά τά παραπτώματα ἡμῶν καί ἠγέρθη διά τήν δικαίωσιν ἡμῶν».(23) Ὁ κ. Καθηγητής εἶναι ἀναμάρτητος καί κήρυξε ἐπανάσταση ἐναντίον τῆς μετανοίας; Εἶπε ὁ Χριστός: α) Δέν ἦλθα νά καλέσω δικαίους, ἀλλά ἁμαρτωλούς σέ μετάνοια».(24) β) Στό Μυστικό Δεῖπνο: «τοῦτο ἐστί τό αἷμα μου…εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν».(25) γ) Στούς μαθητές Του: «ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας αὐτῶν ἀφίενται αὐτοῖς…»(26) δ) Ἄλλοτε:«καί κηρυχθῆναι ἐπί τῷ ὀνόματι αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ) μετάνοια καί ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τά ἔθνη».(27) ε) «Περισσότερη χαρά γίνεται στόν οὐρανό γιά ἕναν ἁμαρτωλό πού μετάνοιωσε, παρά γιά ἐνενῆντα ἐννέα δικαίους». (28) στ) Στόν παραλυτικό: «ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι…»,(29) καί γιά νά πεισθοῦν οἱ παρευρισκόμενοι ὅτι ὄντως ἔχει ἐξουσία νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες, τοῦ εἶπε νά πάρει τό κρεββάτι του καί νά πάει στό σπίτι του. ζ) Στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου, ὁ Πατέρας (ὄχι ὁ δυνάστης) τρέχει πρός τόν ἄσωτο γιό του (ὄχι δοῦλο του) πού ἐπιστρέφει μετανοημένος, τόν ἀγκαλιάζει, ἀκούει ἀπ’ αὐτόν τό «Πάτερ ἥμαρτον (:ἁμάρτησα) καί κάνει πανηγύρι γιά τήν ἐπιστροφή του».(30) η) Στόν παράλυτο τῆς Βηθεσδά, καί ἄλλοτε σέ μία μοιχευόμενη, εἶπε τόν ἴδιο λόγο: «μηκέτι ἁμάρτανε».(31) θ) Ἄλλη φορά: «Ἐάν μετανοήσει σέ σένα ο ἀδελφός σου, ἄφες αὐτῷ».(32) ι) Ἐπάνω στό Σταυρό συγχωρεῖ τούς σταυρωτές Του: «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς».(33) ια) «Ἐάν γάρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ο Πατήρ ἡμῶν ὁ οὐράνιος· ἐάν δέ μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ Πατήρ ἡμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν»(34) κ.λ.π.

Οἱ Ψαλμοί ἀναφέρονται σέ ἐξάλειψη, ἀνομήματα, ἄφεση, ἁμαρτήματα. Θά τούς καταργήσουμε λοιπόν κι αὐτούς; α) «ἐξάλειψον τό ἀνόμημά μου».(35) β) «πάσας τάς ἀνομίας μου ἐξάλειψον».(36) γ) «μακάριοι ὧν ἀφέθησαν αἱ ἀνομίαι».(37) δ) «ἄφες πάσας τάς ἁμαρτίας μου»(38) κ.λ.π. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος κήρυττε βάπτισμα μετανοίας στόν Ἰορδάνη, ὑπ’ αὐτοῦ «ἐξομολογούμενοι τάς ἁμαρτίας αὐτῶν».(39) Ὁ Ἀπ. Ἰάκωβος: «ἐξομολογούμενοι ἀλλήλοις τά παραπτώματα ἡμῶν».(40) Ἀφήνομε τόν Μωυσῆ, τούς Προφῆτες, τούς Δικαίους, Ἀποστόλους καί Ἁγίους πού προτρέπουν σέ μετάνοια γιατί «ὀχληρόν ἴσως πάντα καταλέγειν»(41) (: ἴσως εἶναι ἐνοχλητικό νά τά ἀναφέρωμε ὅλα).

Ὁ κ. Καθηγητής δέν γνώριζε τίποτε ἀπ’ αὐτά; Μόνο τούς τόμους τῆς σεξολογίας ἀναδίφησε(42) Καί ἐμεῖς θά πρέπει νά καταργήσουμε τήν Ἁγία Γραφή καί τήν Πίστη μας γιά νά φανοῦμε ἀρεστοί στόν Καθηγητή πού δέν συμφωνεῖ; «Ποιός εἶναι αὐτός… πού χλεύασε καί χλευάζει τήν παράταξιν Θεοῦ ζῶντος»;(43) Ἡ «νέα ἐποχή» καί ὁ κ. Καθηγητής πού τήν ἐπαγγέλλεται, θέλουν τήν κατάργηση τῶν προαναφερομένων καί δέν ἔχουν ἀνάγκη μετανοίας. Δύο οἱ ἀναμάρτητοι : Ὁ Θεός καί ὁ….«σοφός». Οἱ ἰδέες του αυτές ἀνήκουν σέ αἱρετικό χῶρο, καί ὡς πρός τήν Πίστη μας εἶναι βραδύς, (γράφε ἀκίνητος καλύτερα), στό νά τήν προβάλλει, καί ταχύς (γράφε ἀεικίνητος εὐστοχώτερα), στό νά τήν διαβάλλει. Τά γραπτά του φανερώνουν «τόν κρυπτόν» ἔσω ἄνθρωπον. Ἀναφέρει ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος ὁ Λίβυος: «Σημάδι τοῦ ἐσωτερικοῦ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι οἱ ἐξωτερικές φανερές κινήσεις, ὅπως σημάδι τῶν ἄγνωστων δένδρων εἶναι οἱ καρποί πού προβάλλουν».(44) Μία ἀπό τίς ἐξωτερικές φανερές κινήσεις τοῦ συγγραφέα εἶναι καί αυτές οἱ αἱρετικές του θέσεις, τίς ὁποῖες ἀνακοινώνει μέ καύχηση, δημόσια.

Β΄

Σάν τόν κακό σπορέα τῆς παραβολῆς(45) συνεχίζει τή σπορά ζιζανίων. Ἀβασάνιστα καί χωρίς νά κατοχυρώνει τή γνώμη του, ἀπαξιώνει καί εὐτελίζει τόν Χριστό καί τήν Πίστη μας (γιά ἄλλη μιά φορά ἀκόμη) μέ τή μηδενιστική του ἐξαγγελία: «Δέν μοιάζει καθόλου δῶρο ἤ χάρισμα γιά τόν ἄνθρωπο νά ὑπάρχει σέ ἀτέρμονα χρόνο καί δίχως προοπτική τελευτῆς – τό ἐννόημα γεννάει μᾶλλον πανικό παρά ἐλπίδα καί παραμυθία. Ἀσύγκριτα πιό παρήγορο νά ὁδηγεῖ ὁ θάνατος σέ ἀνυπαρξία καί ὄχι σέ «αἰώνια ζωή» ὄχι σέ ὕπαρξη «εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».(46)

Δέν θά ἀφήσω μετέωρο καί ἀναπάντητο τό θέμα αὐτό, τό ὁποῖο συνδέεται ἄμεσα μέ τά προηγούμενα τοῦ γράμματος αὐτοῦ. Δέν θά τό ἀναπτύξω, ἀλλά θά στιγματίσω αὐτή τήν αἱρετική θέση. Κατ’ ἀρχάς, γνωρίζομε τρεῖς καταστάσεις: α) Πρό πάντων τῶν αἰώνων. Ἀντιστοιχεῖ στό πρό τῆς δημιουργίας διάστημα, τό ὁποῖο δέν εἶχε ἀρχή. β) Ἐμεῖς, ἐπεξηγεῖ ὁ Πατριάρχης Κων/πόλεως Ἅγιος Φώτιος, «βρισκόμαστε στό τέλος τῶν αἰώνων, ὅσοι ταχθήκαμε νά παρακολουθοῦμε τόν παρόντα κόσμο…» καί γ) «ὡς αἰῶνες πού ἔρχονται, πρέπει νά ἐννοήσομε ἐκείνους, ὅσων ἡ φύση συμπαρατείνεται μέ τήν ἀδιάδοχη ἀπόλαυση τῶν μελλόντων ἀγαθῶν… Καί ἄν θέλεις, στούς αἰῶνες πού προχωροῦν πρός τό τέλος τους διανύομε τή ζωή μας με φθαρτό σῶμα, ἐνῶ σ’ αὐτούς πού ἔρχονται, ἀλλάζοντας τή φθορά μέ ἀφθαρσία, θά ζήσωμε ἔτσι τή δίχως τέλος ζωή». (47)

Ἡ ἀπιστία στή μέλλουσα ἀτελεύτητη ζωή προϋποθέτει καί ἀπιστία στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Οἱ Ἀθηναῖοι «ἀκούσαντες ἀνάστασιν νεκρῶν οἱ μέν ἐχλεύαζον, οἱ δέ εἶπον· (στόν Ἀπ. Παῦλο) ἀκουσόμεθα σου πάλιν περί τούτου».(48) Καί ἐξ Ἀθηνῶν σήμερα ἀκούγεται ὅμοια χλεύη: «Αὐτά εἶναι ἄλλων ἐποχῶν».(49) Ποιόν ἔχει ἀποδέκτη; Τόν ἴδιο τόν Χριστό μας, ὁ ὁποῖος εἶπε: α) «Ὅτι σοῦ ἐστίν ἡ βασιλεία καί ἡ δύναμις καί ἡ δόξα, εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν».(50) β) «Ὁ τόν λόγον μου ἀκούων καί πιστεύων τῷ πέμψαντι με ἔχει ζωήν αἰώνιον».(51) γ) «Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον».(52) δ) Ὅποιος ἀφήσει «οἰκίαν ἢ ἀδελφούς ἢ … (θά λάβει) ἐκατονταπλασίονα νῦν ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ … καί ἐν τῷ αἰῶνι τῷ ἐρχομένῳ ζωήν αἰώνιον».(53) ε) «Πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν (τόν Χριστόν) μή ἀπόλλυται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον»(54) κ.λ.π. Στήν Ἀποκάλυψη: «Καί ἐγενόμην νεκρός καί ἰδού ζῶν εἰμι εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».(55) Σύμφωνα μέ τά γραφόμενα τοῦ κ. Γιανναρᾶ θά πρέπει νά βγάλουμε ἄχρηστο καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας, γιατί διακηρύττει: «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν». Ὁ Ἅγιος Ἱσίδωρος ἀκτινογραφεῖ τήν περίπτωση: α) «Γνώρισμα τοῦ σαρκικοῦ ἀνθρώπου, θέλει τήν μετά ἐδῶ ζωή του νά εἶναι μηδέν».(56) β) «Οἱ ράθυμοι, κυριευμένοι ἀπό τό ἄγχος τῆς πονηρῆς συνείδησής τους, ἐπειδή δέν θέλουν νά ὑπάρχει οὔτε κρίση, οὔτε ἀνταπόδοση, αὐτό πού θέλουν αὐτό καί διδάσκουν, μή ἀποβλέποντας στήν ἀλήθεια, ἀλλά ἐπιβεβαιώνοντας τή δική τους θέληση».(57)

Δέν συζητοῦμε, λοιπόν, γιά ἕνα ἀκούσιο ὀλίσθημα, λόγῳ κεκτημένης ταχύτητας ἐκδόσεων, ἄρθρων, συνεντεύξεων καί βιβλίων. Βλέπομε μιά ἐνορχηστρωμένη προσπάθεια ἀποδόμησης τῆς Πίστης μας (ἄλλα ἀπ’ αὐτά πού τόν ἐνοχλοῦν εἶναι: ὅτι ἡ Θεοτόκος εἶναι Ἀειπάρθενος καἰ ὁ συχνός δοξασμός της ἀπό τἠν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Φιλοκαλία, ἡ ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἐνῶ δἐν διστἀζει νἀ ἐμπαίζει τούς Ἀρχιερεῖς(58) κ.λ.π.). Κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, οἱ Ἅγιοι μαρτύρησαν «ἴσως γιά μιά συλλαβή…γιά νεῦμα ἕνα».(59) Ἐμεῖς μετά ἀπό ὅλα αὐτά θά σιωπήσομε; Σπουδαῖα ἡ ἐπισήμανση τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου, πού μιλοῦσε καί ἔγραφε μέ παρρησία: «Ὅταν ἀδικούμαστε ἐμεῖς, ἡ πραότητα εἶναι πάρα πολύ χρήσιμη. Ὅταν ἀδικεῖται ὁ Θεός, ὁ θυμός (μέ διάκριση) εἶναι ὡραιότερος ἀπό τήν ἐπιείκεια».(60) Μέγιστη εὐθύνη ἀναλογεῖ στούς ἱερεῖς καί ἐπισκόπους «τοῦ φυλάξαι καί καταρτῆσαι λαόν»(61) ὥστε νά μήν εἶναι εὔκολη λεία αἱρετικῶν κηρυγμάτων καί θέσεων.

Καί μόνον αὐτά πού σοῦ ἔγραψα, Ἀθανάσιε, ἐκθέτουν τόν Καθηγητή καί τόν καταβιβάζουν σέ θρανίο «ἀδιάβαστου μαθητή», ἐν σχέσει μέ τά θεολογικά θέματα. Θά ἀπεκόμιζε νομίζω πολύ μεγάλο ὄφελος ἄν ἔκανε πράξη τήν προτροπή τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου πρός Ἀδαμάντιον: «Διάβαζε λοιπόν γιά νά μαθαίνεις. Ἄν ὅμως δέν θέλεις νά γνωρίζεις, μή διαβάζεις, γιά νά μήν κατηγορεῖσαι ὅτι ἀγνοεῖς αὐτά πού διαβάζεις».(62) Ἤ καλύτερα θά ἔπρεπε νά τοῦ ἀπευθύνουν ἐκεῖνο τό βαθυστόχαστο παροιμιώδη λόγο τοῦ περίφημου Ἀπελλῆ πρός ἔναν σανδαλοποιό πού θεώρησε τόν ἑαυτό του σπουδαῖο, καί ἄρχισε νά κάνει κριτική, ἐκτός ἀπό τά πέδιλα, γιά ὅλη τη σύνθεση του διάσημου ζωγράφου: «Ἄχρι πεδίλων καί μέχρι σφυρῶν (μέχρι τά πέδιλα καί τούς ἀστραγάλους) ὦ βέλτιστε· οὐ γάρ θέμις σοι (:δέν σοῦ ἐπιτρέπεται) πέραν τούτων χωρεῖν».

Τονίζει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Ἦλθαν τά γηρατειά. Ὁ κήρυκας σαλπίζει ἀναχώρηση».(63) Θά ἦταν μεγαλειώδης πράξη ἐκ μέρους τοῦ κ. Καθηγητή νά ἀναλάβει τίς εὐθῦνες του. Λάθη κάνουμε ὅλοι. Ὅμως πρέπει νά τά ἀναγνωρίζομε καί νά ζητοῦμε συγγνώμη καί ἀπό τόν Θεό (διά τοῦ πνευματικοῦ) καί ἀπό τούς ἀνθρώπους. Νά ζητήσει δημόσια συγγνώμη γιά τά σοβαρά λάθη του, καί νά ἀποσύρει ὅλα τά ἐπίμαχα σημεῖα ἀπό τά βιβλία του, γιά νά μήν συμπαρασύρει ἀστήρικτες συνειδήσεις σέ αἱρετικές δοξασίες. Θά χειροκροτούσαμε καί θα πανηγυρίζαμε ὅλοι! Κυρίως ὁ Κύριος καί Σωτῆρας μας Ἰησοῦς Χριστός μαζί μέ τόν ὁποῖο πρέπει δόξα στόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα «νῦν καί ἀεί (:τώρα καί πάντοτε) καί εἰς τούς ἀκαταλήκτους αἰῶνας. Ἀμήν».(64)

Παραπομπές – Σημειώσεις

(1) πρβλ. Ψαλμ. 36 (37),2.
(2) Ἡσαΐας 1,21.
(3) Χρήστου Γιανναρᾶ. Ἐνάντια στή θρησκεία. Ἐκδόσεις Ἴκαρος 2007.
(4) Ἁγίου Φωτίου Πατριάρχου Κων/πόλεως. Τά Ἀμφιλόχια. Ἐκδόσεις ΕΠΕ 1997, τόμος 1 σελ. 84.
(5) Ἔνθα ἀνωτέρῳ (ἔ.ἀ.) σελ. 67.
(6) ἔ.ἀ. σελ. 69.
(7) «Ἐνάντια …» μνημ. ἔργο σελ. 274.
(8) ἔ.ἀ. σελ. 275
(9) Α΄ Βασιλ. 17,4.
(10) Παροιμ. 14,7.
(11) Ἁγίου Ἰσιδώρου Πηλουσιώτου. Ἐπιστολές. ΕΠΕ 2000, βιβλίο Ε΄ σελ. 279 (Στόν ἐπίσκοπο Ἰσίδωρο). Τά περισσότερα παραθέματα εἶναι αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου, καί τοῦ Ἁγίου Φωτίου, διότι οἱ περισσότεροι παραπέμπουν μόνο στούς γνωστούς Μεγάλους Πατέρες, καί σχεδόν ποτέ σ’ αὐτούς.
(12) Ματθ. 6,9-13.
(13) Λουκ. 15,11-32.
(14) Φιλιπ. 2,8.
(15) Λουκ. 1,38.
(16) Λουκ. 2,29.
(17) Ρωμ. 1,1.

(18) Ἰακ. 1,1.
(19) Β΄ Πέτρου 1,1.
(20) Ἀββᾶ Δωροθέου. Φιλοκαλία. ΕΠΕ 1981, Περί συνειδήσεως σελ. 324.
(21) Ἁγ. Ἰσιδώρου Πηλ. Ἐπιστολές. ΕΠΕ 2000, βιβλίο Ε΄ σελ.65.
(22) Α΄ Τιμοθ. 1,15.
(23) Ἀποκάλ. 1,5.
(24) Ματθ. 9,13. Μάρκ. 2,17. Λουκ. 5,32.
(25) Ματθ. 26,28.
(26) Ἰωάν. 20,23.
(27) Λουκ. 24,47.
(28) Λουκ. 15,7.
(29) Ματθ. 9,2-7. Μάρκ. 2,5-12. Λουκ.5, 20-25.
(30) Λουκ. 15,11-32.
(31) Ἰωάν. 5,14.8,11.
(32) Λουκ. 17,3-4.
(33) Λουκ. 23,34.
(34) Ματθ. 6,14-15.18,35. Μάρκ. 11,25-26.
(35) Ψαλμ. 50(51),1.
(36) Ψαλμ. 50(51),9.
(37) Ψαλμ. 31(32),1.
(38) Ψαλμ. 24(25),18.
(39). Μάρκ. 1,5.
(40) Ἰακώβου 5,16.
(41) Ἁγίου Φωτίου ἔ.ἀ. σελ.342.

(42) «Ἐνάντια …» ἔ.ἀ. βλ. σελ. 186 παραπομπή 45, ὅπου συνιστᾶ στόν ἀναγνώστη βιβλία σεξολογίας.
(43) Α΄ Βασιλ. 17, 26.
(44) Ὅσιος Θαλάσσιος ὁ Λίβυος. Φιλοκαλία. Ἐκδοσεις «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας »Τόμος Β΄ σελ. 288.
(45) Ματθ. 13,25.
(46) «Ἐνάντια …» ἔ.ἀ. σελ 274.
(47) Ἁγ. Φωτίου ἔ.ἀ. σελ. 115, 117.
(48) Πράξ. 17,32.
(49) «Ἐνάντια …» ἔ.ἀ. σελ. 274.
(50) Ματθ. 6,13.
(51) Ἰωάν. 5,24.
(52) Ἰωάν. 6,54.
(53) Μάρκ. 10, 29-30. Ματθ. 19, 29-30. Λουκ. 18, 29-30.
(54) Ἰωάν. 3,15 καί 16.
(55) Ἀποκ. 1,18. Ἠ ἔκφραση «εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων» ἀναφέρεται 14 φορές στήν Ἀποκάλυψη.
(56) Ἁγ. Ἰσιδώρου Πηλ. ἔ.ἀ. βιβλίο Γ΄ σελ.

(57) Ἁγ. Ἰσιδώρου Πηλ. ἔ.ἀ. σελ. 461.
(58) Εἰδικά γιά τόν διασυρμό καί ἐμπαιγμό τῶν ἀρχιερέων βλ. σελ 165, 166 τοῦ μνημ. ἔργου του, ὅπου ἀναφέρει σχετικά μέ τήν ἀγαμία τῶν Ἀρχιερέων: «Καί ὅταν ὅλη αὐτή ἡ αὐτονόητη προγραμματική καί θεσμοποιημένη κολακεία τῶν ναρκισσιστικῶν ὁρμεμφύτων τους συνοδεύεται ἐπιπλέον ἀπό σεξουαλική στέρηση» … «Ἀλλά δέχτηκαν τή σεξουαλική στέρηση προγραμματικά ὡς προϋπόθεση καριέρας: ἀνόδου σε ἐξουσιαστικά θρησκευτικά ἀξιώματα».
(59) Ἁγ. Γρηγορίου Θεολόγου. Ἐκδόσεις ΕΠΕ 1985, τόμος 9 σελ. 209.
(60) Ἁγ. Ἰσιδώρου Πηλ. ἔ.ἀ. βιβλίο Ε΄ σελ. 209.
(61) Ἁγ. Γρηγορίου Θεολόγου. ΕΠΕ 1986, τόμος 10 σελ. 104.
(62) Ἁγ. Ἰσιδώρου Πηλ. ἔ.ἀ. σελ. 65.
(63) Ἁγ. Γρηγορίου Θεολόγου ἔ.ἀ. σελ. 429.
(64) Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ ἔ.ἀ. σελ. 450.

***

«Καί ἄν ὁ συγγραφέας τά ἔγραψε παίζοντας, τοῦ διέφυγε σέ ποιά φρικτά παιχνίδια παίζει μέ χαρά. Ἄν πάλι τά ἔγραψε σοβαρά, ἄς μάθει ἐκ τῶν ὑστέρων τή βλασφημία του· γιατί δέν θά ἐκστόμιζε τή δυσέβειά του, περιμένοντας τώρα τήν ἀναίρεση ὅσων εἶπε». (Ἁγίου Φωτίου Πατριάρχου Κων/πόλεως. Τά Ἀμφιλόχια. Ἐκδόσεις ΕΠΕ 2001, τόμος 3 σελ. 539)