«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ αἴσθησις τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στήν ζωή μας. Δι᾿ αὐτῆς τῆς ἀοράτου θείας δυνάμεως ὁ Θεός ἐνεργεῖ τά θαυμάσιά του ἔργα στόν κόσμο, μέ πρώτιστο ἔργο τήν ψυχική σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἐάν δέν ὑπῆρχε ἡ Θεία Χάρις θά ἦτο ἄγνωστος στόν κόσμο ὁ Χριστός. Ἀλλά καί τό μέγα ἐπί τῆς γῆς ἔργον του τῆς ἀνακεφαλαιώσεως τῶν πάντων, θά ὑπῆρχε μόνον σάν μία ἀπό τίς πολλές ἱστορίες τοῦ παρελθόντος. Ἡ Θεία Χάρις ὅμως ἐνεργεῖ μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ἐνεργεῖ διά τῶν ἁγίων Μυστηρίων της, διά τῶν ἀρετῶν τοῦ Χριστοῦ καί διά τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ Θεία Χάρις δέν ἐνεργεῖ σέ κάθε ἐκκλησία τοῦ κόσμου, ἀλλά μόνον μέσα στήν Ὀρθόδοξη ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀρχέγονη Ἐκκλησία. Εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἀποστόλων, τῶν ἀγωνιστῶν τῆς πίστεως Ἁγίων Πατέρων, τῶν ὁσίων καί ἀσκητῶν μας, τῶν ἁγίων Μαρτύρων καί ὁμολογητῶν τῆς ἁγίας Πίστεώς μας.
Ἡ λέξις ἐκκλησία δέν σημαίνει ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, διότι στόν κόσμον ὑπάρχουν καί ὁμάδες ἀνθρώπων πού εἶναι σατανιστές καί συνέρχονται νά λατρεύσουν τόν διάβολο μέ τίς ἰδικές των προσευχές καί τελετές. Καί αὐτοί θέλουν νά ὀνομάζουν τήν συγκέντρωσί τους ἐκκλησία.
Ἀλλά καί οἱ ὁμάδες τῶν ἀρχαίων χριστιανῶν τῆς Μίας Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μας ἔχουν ἑνωθῆ μεταξύ των καί αὐτοονομάζοναι ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες μόνον ὡς πρός τήν ὀνομασία τους ἔχουν ὁμοιότητα μέ τήν Μία καί ἀδιαίρετη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας. Τέτοιες ἐκκλησίες εἶναι τῶν Ἀντιχαλκηδονίων, οἱ ὁποῖοι δέν ἀσπάσθηκαν τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ περί τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ, ὅτι εἶναι ἡνωμένες «ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀναλλοιώτως καί ἀδιαιρέτως», στό ἕνα καί ἑνιαῖο Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μας.
Ἄλλες μέχρι σήμερα διατηρούμενες ἐκκλησίες εἶναι τῶν Ἀρμενίων, στήν χώρα τῶν ὁποίων ἐδίδαξε τόν ἀρχαῖο Χριστιανισμό ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Γρηγόριος. Εἶναι τῶν Καθολικῶν, μέ ἀρχηγό τόν ἑκάστοτε πάπα ὡς κεφαλήν τήν ἐκκλησίας τους. Εἶναι τῶν Προτεσταντῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἐξαπλωθῆ σέ ὅλο κόσμο σέ χιλιάδες αὐτονομούμενες χριστιανικές κοινότητες, οἱ ὁποῖες κατευθύνονται ἀπό λαϊκούς διδασκάλους, ἔχουν ἰδική τους ἡ καθεμία διοικητική διάρθρωσι καί θρησκευτική ὀργάνωσι καί ἀπαιτοῦν νά ὀνομάζονται καί αὐτές ἐκκλησίες.
Καί ὅσο θά ὑπάρχει ἐπί τῆς γῆς ὁ κόσμος, θά ἐργάζεται ἀκατάπαυστα καί ὁ διάβολος, ὁ ἐχθρός τῆς σωτηρίας μας, προκειμένου νά ἀποσπάση τούς ὀρθοδόξους ἀπό τήν ἀληθινή Ἐκκλησία μας καί νά τούς ἐντάξει σέ «ἐκκλησίες», πού εἶναι ἀνθρώπινα κατασκευάσματα μέ σκοπό τήν ἀπόκτησι πλούτου καί δόξης τῶν ἀρχηγῶν τους.
Ὁ Χριστός μέσῳ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων του παρέδωσε τήν Ἐκκλησία του στόν κόσμον, ὡς ἕνα αἰώνιο, ἀκατάλυτο καί αὐθεντικό Σῶμα. Γι᾿ αὐτό καί θεολογεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ Κεφαλή τοῦ Σώματός Του, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία του.
Σ᾿ αὐτήν λοιπόν τήν Ἐκκλησία ἐνεργεῖ τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖον εἶναι Πρόσωπον, τό Τρίτον τῆς Ἁγίας Τριάδος, Θεός ἀληθινός πού ἐστάλη ἀπό τόν Χριστόν νά συνεχίσει τό ἔργον του μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων. Ἐάν τό Ἅγιον Πνεῦμα, ὅπως διατείνωνται διάφοροι ἀνεύθυνοι καί ἀθεολόγητοι σήμερα ἄνθρωποι, «τολμήσει» νά ἐνεργήσει καί σέ κάποια ἄλλη θρησκευτική ὁμάδα, ἀπ’ αὐτές πού αὐτοονομάζοναι ἐκκλησίες, καταλύεται τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἐπί τῆς γῆς καί ἡ διδασκαλία του περί μιᾶς Πίστεως, ἑνός Βαπτίσματος καί ἑνός Ἀρχηγοῦ, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἑφεσίους ἐπιστολήν του (4,5). Καί βέβαια τέτοια λάθη δέν κάνει τό Ἅγιον Πνεῦμα διότι δέν εἶναι κάποια δύναμις τοῦ Πατρός, ὅπως λέγουν πολλοί αἱρετικοί, ἀλλά εἶναι Θεός σέ πλήρη καί τελεία συνεργασία μέ τά ἄλλα δύο Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἀλλά μᾶς λέγουν οἱ «νέοι θεολόγοι» ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα «ὅπου θέλει πνεῖ». Καί βέβαια ὅπου θέλει καί ὅπως θέλει ἐργάζεται καί φωτίζει τόν κάθε καλοπροαίρετο ἄνθρωπο γιά τήν σωτηρία του. Ἀλλά νά ἐνεργεῖ ἐνάντια στήν διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπό κοιλίας Μητρός του ἦτο κεχρισμένος καί πλουτισμένος μέ αὐτό τό Ἅγιον Πνεῦμα, δέν τό κάνει ποτέ! Τό Ἅγιον Πνεῦμα δέν εἶναι ἀνεξάρτητο ἀπό τά ἄλλα δύο Πρόσωπα. Συνεχίζει νά ἐργάζεται τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ἔλαβε ἐντολή ἀπό τόν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος εἶπε στούς Μαθητές του νά μην ἀπομακρυνθοῦν, ἀλλά νά περιμένουν τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό τό Πνεῦμα εἶναι Θεός, θά παραμείνει νά συνεχίσει τό ἔργο Του ἐπί τῆς γῆς, θά διερμηνεύει τά δυσνότητα νοήματα τῶν Γραφῶν, θά ἡγεμονεύει στήν ἐπιτέλεσι τῶν ἁγίων Μυστηρίων καί θά ὁδηγεῖ τόν λαόν τοῦ Θεοῦ εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν. Ἐπειδή ὁ Χριστός εἶπεν ὅτι θά ἀνέλθη στά δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός καί θά στείλει ἄλλον Παράκλητον νά συνεχίσει τό ἔργον του ἐπί τῆς γῆς αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἀπών ἀπό τήν Ἐκκλησία του. Ἐάν θεωρηθῆ ὅτι εἶναι ἀπών, τότε πῶς εἶπε στούς Μαθητάς του «ὅτι ἐγώ μεθ᾿ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως συντελείας τοῦ αἰῶνος;» Καί πῶς πάλιν εἶπεν εἰς τούς Μαθητάς του κατά τήν ἡμέραν παραδόσεως τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας: «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν;» Κάνετε αὐτό τό Μυστήριο διά νά μέ ἐνθυμεῖσθε ὅτι εἶμαι μαζί σας δι᾿ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου Ἄρτου καί τοῦ Οἴνου μεταβληθέντων σέ Σῶμα καί Αἷμα Μου.
Τό Ἅγιον Πνεῦμα καλεῖ ἀπό ὅλον τόν κόσμον τούς ἀγαθοπροαιρέτους ἀνθρώπους διά νά σωθοῦν. Ὄχι μόνον τούς καλεῖ ἀλλά καί τούς καθοδηγεῖ νά εἰσέλθουν στήν Κιβωτό τῆς σωτηρίας, πού εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν πρόκειται νά ἀφήσει ἄνθρωπο πού ἀγαπᾶ τήν σωτηρία του, νά χαθῆ μέσα στά βαλτόνερα τῆς ἁμαρτίας καί τῆς αἱρετικῆς κακοδαιμονίας.
Ἐδιάβασα πρό ἐτῶν σέ βιβλίο, ἔκδοσις τῆς «Ὀρθοδόξου Κυψέλης», ἕνα βιβλίο πῶς ὡδήγησε ὁ Χριστός δύο μουσουλμάνους στήν σωτηρία τῶν ψυχῶν τους. Τούς ἐπισκέφθηκε εὐπρεπής νέος. Τούς διεμήνυσε τόν σκοπόν τοῦ ἐρχομοῦ του καί τούς ὡδήγησε σέ μία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, λέγοντάς τους ὅτι «μόνο μέσα σ’ αὐτήν τήν Ἐκκλησία θά σωθῆτε καί θά εἰσέλθετε στόν ἀληθινό παράδεισο τοῦ Χριστοῦ». Καί ἐξαφανίσθηκε. Κυττάζοντας τίς εἰκόνες τοῦ τέμπλου αὐτοί οἱ νέοι, ἦσαν καί δίδυμοι, ἐγνώρισαν τόν νεαρόν πού τούς ἔφερε, στό πρόσωπο τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ. Ἐκατηχήθησαν, ἐβαπτίσθηκαν ἔγιναν καί ἄγαμοι κληρικοί.
Αὐτό εἶναι ἔργον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖον χωρίς καμμία ἀμφιβολία «ὅπου θέλει πνεῖ». Ὁπότε καταλύεται ἡ θεωρία τῶν οἰκουμενιστῶν πού ἀπαιτοῦν τό Ἅγιον Πνεῦμα νά σώζει τούς λαούς, ἄσχετα σέ ποιά ἀπό τίς ἐν τῷ κόσμῳ «ἐκκλησίες», ἀνήκουν. Πῶς ἠμποροῦν νά σωθοῦν οἱ λαοί, χωρίς τήν πίστιν στήν Μία Ἐκκλησία, πού εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Πῶς νά ἔμβουν στόν παράδεισο τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά βαπτισθοῦν; Ὁ Χριστός μας λέγει στό κατά Μᾶρκον Εὐαγγέλιον: «Ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται, ὁ δε ἀπιστήσας κατακριθήσεται». Δέν ἔχει ἀνάγκη ἡ Ἐκκλησία ἀπό ἄλλα καινούργια δόγματα. Ἐπαρκοῦν τά ὑπάρχοντα γιά τήν σωτηρία τῶν λαῶν! Ἄλλωστε ὁ Χριστός πού τά καθιέρωσε δέν ἤξερε κατά πόσον ἐπαρκοῦν ἤ ὄχι; Οὔτε οἱ «νέοι θεολόγοι» μας εἶναι εἰς θέσιν νά εἰσάγουν νέες διδασκαλίες εἰς ἀντικατάστασιν τῶν ἀληθειῶν τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, διότι εἶναι θνητοί καί ἁμαρτωλοί ἄνθρωποι. Ἄν εἶναι ἄξιοι ἄς σώσουν πρῶτα τόν ἑαυτό τους ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἄς ἀγωνισθοῦν νά σωθοῦν μέ τήν δική τους διδασκαλία πού τούς «ἐμπνέει, τό πλανεμένο καί διαβολικό μυαλό τους! Ἀλλά ἡ ἀλήθεια πρέπει νά λέγεται ὅτι δέν εἶναι ἄξιοι νά ζώσουν τήν ζώνη τοῦ παντελονιοῦ τους καί θά σώσουν τόν ἑαυτό τους ἤ τούς ἄλλους ἀπό τήν πλάνη; Πρέπει νά γίνουν θεοί καί νά χύσουν τό αἶμα τους γιά τούς ἄλλους. Πρέπει νά ἔχουν θεία δύναμι διά νά καταλύσουν τό κράτος τοῦ θανάτου καί τήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου καί τότε θά ἠμπορέσουν νά φτιάξουν καί δικά τους δόγματα νά σώσουν τόν κόσμον.
Αὐτός εἶναι ὁ σημερινός ταλαίπωρος ἄνθρωπος. Δέν ἠμπορεῖ νά φθάση τόν Θεόν, ὁπότε καί τόν ἀπορρίπτει. Περιφρονεῖ τήν διδασκαλία του καί κατασκευάζει κάποια ἄλλη, ἀνθρώπινη καί ἀπνευμάτιστη, θεωρία, τήν ὁποίαν λατρεύει ὡς αὐθεντική καί θέλει νά τήν ἐπιβάλλει καί στούς ἄλλους.
Ὅλη ἡ Εὐρώπη σήμερα στενάζει κάτω ἀπό τήν δεσμά τῆς παναιρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Ἡ διδασκαλία του συνίσταται κυρίως ὅτι ὅλες οἱ ἐν τῷ κόσμῳ «ἐκκλησίες» εἶναι τοῦ Θεοῦ, καί δέν χρειάζεται κατήχησις καί βάπτισις τῶν ἀνθρώπων γιά νά εἰσαχθοῦν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἀκόμη ὅτι δέν ὑπάρχει ἡ ἀρχέγονη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί μόνον τό ἄθροισμα ὅλων τῶν ἐν τῶ κόσμῳ ὀπαδῶν θά ἁπαρτίσει τήν Μία Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ξεχνοῦν βέβαια οἱ ἐμπνευστές αὐτῆς τῆς διδασκαλίας τά λόγια τοῦ Χριστοῦ πού εἶπε γιά τήν Ἐκκλησία του: «Καί πῦλαι ἅδου, οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». (Ματθ.16,18).
Δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχουν πολλές ἀληθινές «ἐκκλησίες», διότι καταλύουμε τό ἔνατο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεώς μας, διά τοῦ ὁποίου πιστεύουμεν εἰς «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Ἐπίσης βάσει τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἀπ. Παύλου περί μιᾶς Κεφαλῆς τοῦ Χριστοῦ καί Μίας Ἐκκλησίας, πού εἶναι τό Σῶμα του, δέν ἠμποροῦμεν νά ἀναγνωρίσουμε καί ἄλλες ἐκκλησίες σάν Σώματα τοῦ Χριστοῦ. Ὁμοίως εἶναι ἀδιανόητον νά ἔχει ὁ Χριστός ἑκατοντάδες σώματα πού νά στηρίζονται ἐπάνω σέ μία Κεφαλή, πού εἶναι ὁ Ἴδιος! Θά ἦταν τέρας!
Ἦλθε πρό τριῶν ἡμερῶν στήν Μονή μας ἕνας ἄγγλος στήν καταγωγή διάκονος. Μετά ἀπό σύντομη συζήτησι ἔμαθα ὅτι προέρχεται ἀπό τήν κοινότητα τῶν Μεθοδιστῶν. Κατόπιν οἱ Ἀγγλικανοί τόν προσέλαβαν μέ χρῖσμα στήν κοινότητά τους. Στήν συνέχεια ἄλλαξε «ἐκκλησία», καί ἔγινε πάλι μέ χρῖσμα δεκτός ἀπό τούς Καθολικούς. Καί κατόπιν μπῆκε στήν Ὀρθοδοξία πάλι μέ χρῖσμα.
Εἶναι ἔγγαμος μέ δεύτερο γάμο. Ἀπό τόν πρῶτο γάμο του ἀπέκτησε μία κόρη καί ἐν συνεχείᾳ ἐπῆρε διαζύγιο ἀπό τήν γυναῖκα του. Κατόπιν ἐνυμφεύθη δεύτερη, χωρίς ἱερολογία τοῦ μυστηρίου στήν Ἐκκλησία μας. Ἔπειτα κάποιος εὐρωπαῖος ἐπίσκοπος, πού ἀνήκει στό Ρωσσικό πατριαρχεῖο, τόν χειροτόνησε διάκονο. Φαίνεται ὅτι ἀργά ἀντελήφθη αὐτός ὁ ἐπίσκοπος ὅτι δέν ἔπρεπε νά τόν χειροτονήσει, ἀφοῦ εἶχε δύο ἀδιαπέραστα κωλύματα: Ἦταν ἀβάπτιστος καί διπλοπαντρεμμένος. Καί κατόπιν τοῦ εἶπε ὅτι δέν πρόκειται νά τόν χειροτονήσει ἱερέα.
Ἦλθε αὐτός ὁ ἄνθρωπος καί στήν Μονή μας. Εἰδοποίησα ἐγκαίρως τόν τυπικάρη τῆς Μονῆς νά γνωστοποιήσει στόν ἡγούμενο ὅτι δέν πρέπει νά κοινωνήσει αὐτός ὁ διάκονος. Καί παραδόξως, μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες ἔλαβε τά Ἄχραντα Μυστήρια! Δέν γνωρίζω ποιός τοῦ ἔδωσε τήν εὐλογία. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς εὔχεται «μή εἰς κρίσιν ἤ εἰς κατάκρισιν», διότι ἡ Θεία Κοινωνία δέν εἶναι πάντοτε φῶς πού λαμπρύνει τήν ψυχήν καί κατακαίει τίς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλά εἶναι καί «πῦρ καταναλίσκον», τό ὁποῖον καίει τήν ψυχήν του.
Ἡ ἐκ μέρους ἡμῶν τῶν Ἁγιορειτῶν συγκατάβασις γιά τήν μετάληψι τῶν Θείων Μυστηρίων ἀπό ἕναν τέτοιον διάκονο, ἀποτελεῖ σοβαρό ἐκκλησιολογικό ὀλίσθημα, διά τό ὁποῖον ὁ Χριστός μας θά ζητήσει ἀπολογίαν τήν ἡμέραν τῆς Κρίσεως ἀπό τούς ὑπευθύνους. Εἶναι σαφής ὁ λόγος τοῦ Κυρίου μας: «Μή δότε τά ἅγια τοῖς κυσί».
Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης. 5-2-2019
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου