Ἡ σημερινή Κυριακή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι ἡ ἕκτη Κυριακή τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, στήν ὁποία τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, πού ἀκούσαμε προηγουμένως, εἶναι μία περικοπή ἀπό τό 9ο κεφάλαιο τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Στήν περικοπή αὐτή ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος μᾶς περιγράφει τό γνωστό σέ ὅλους μας θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ, τόν ὁποῖο κατέβασαν ἀπό τή στέγη μπροστά στόν Κύριο τέσσερις ἄνθρωποι, πού τόν μετέφεραν, διότι ἦταν ἀδύνατον νά πλησιάσουν τόν Κύριο μέσα στό σπίτι, ὅπου δίδασκε, λόγω τῆς κοσμοσυρροῆς. Σύμφωνα μέ τή διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, ἐνῶ ὁ Χριστός δίδασκε σέ κάποιο σπίτι στήν Καπερναούμ, ἔφεραν μπροστά του ἕνα παραλυτικό πού ἦταν ξαπλωμένος πάνω σέ ἕνα κρεβάτι. Καί ὅταν ὁ Ἰησοῦς εἶδε τήν Πίστη τοῦ παραλυτικοῦ καί ἐκείνων πού τόν μετέφεραν, εἶπε στόν παραλυτικό: Ἔχε θάρρος παιδί μου, σοῦ ἔχουν συγχωρεθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου.
Ἐκεῖνο πού πρέπει νά τονίσουμε ἐδῶ, εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Κύριος δέν προχωρεῖ κατ’ εὐθεῖαν στή σωματική θεραπεία τοῦ παραλύτου μέ βάση τήν Πίστη του, ὅπως θά περίμενε κανείς, ἀλλά προηγουμένως χαρίζει σ’ αὐτόν τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του. Δίνει προτεραιότητα στή θεραπεία τῆς ψυχῆς του καί κατόπιν στή θεραπεία τοῦ σώματος. Καί τοῦτο διότι ἡ ψυχή εἶναι ἀθάνατη σέ σχέση μέ τό σῶμα, τό ὁποῖο εἶναι φθαρτό, ὑποκείμενο στή φθορά καί στό θάνατο. Καί ἑπομένως ὅσο ἀνώτερη εἶναι ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα, τόσο σπουδαιότερη καί ἀναγκαιότερη εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς σέ σχέση μέ τή θεραπεία τοῦ σώματος. Ὁ Κύριος θεραπεύοντας τήν ψυχή τοῦ παραλύτου, ἐπισημαίνει τήν μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι τό μεγαλύτερο κακό στόν ἄνθρωπο δέν εἶναι ἡ σωματική ἀρρώστια, ἀλλά ἡ ἀρρώστια τῆς ψυχῆς.
Πράγματι, ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἡ μεγαλύτερη ἀρρώστια, αὐτό πού κυρίως ἀρρωσταίνει τόν ἄνθρωπο, τόν παραλύει πνευματικά καί τόν ὁδηγεῖ στόν θάνατο, τόν πνευματικό καί τόν βιολογικό, εἶναι ἡ ἁμαρτία. Καί τοῦτο διότι ἡ ἁμαρτία εἶναι αὐτή πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς. Ἡ ἁμαρτία στό ἐσώτατο εἶναι της ἀποτελεῖ διαστροφή, ἐκτροχιασμό τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἀνταρσία ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο ἀθάνατο, γιά νά ζῆ μέσα στόν παράδεισο σέ συνεχῆ κατάσταση χαρᾶς, εὐτυχίας καί μακαριότητος. Ἀπό τότε ὅμως πού ἁμάρτησε καί παρέβηκε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἀπό τότε πού ἐπαναστάτησε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, στερήθηκε τήν ζωοποιό ἐνέργεια τῆς Θείας Χάριτος καί ἔπαυσε νά βρίσκεται σέ κοινωνία μέ τόν Θεόν. Ἡ στέρηση αὐτή ἔφερε τελικά σάν ἀποτέλεσμα τή φθορά, τίς σωματικές ἀρρώστιες καί τόν βιολογικό καί πνευματικό θάνατο καί γενικά ὅλα τά κακά πού μαστίζουν τήν ἀνθρωπότητα.
Τίς παραπάνω μεγάλες ἀλήθειες, φαίνεται ὅτι δέν τίς ἔχουμε συνειδητοποιήσει, ὅσο θά ἔπρεπε, ἀδελφοί μου. Διότι ἐνῶ θά ἔπρεπε νά ἀγωνιστοῦμε μέ ὅλες μας τίς δυνάμεις, γιά νά θεραπευθῆ ἡ ψυχή μας ἀπό τίς ἀρρώστιες τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν μας, ἐμεῖς ἀδιαφοροῦμε. Δίνουμε προτεραιότητα στήν ὑγεία τοῦ σώματος καί ὄχι στήν ὑγεία τῆς ψυχῆς μας. Ὅταν ἀρρωσταίνουμε, κάνουμε τό πᾶν γιά νά βροῦμε τήν ὑγεία μας, ἀναζητοῦμε τούς καλύτερους γιατρούς, δαπανοῦμε ἀκόμη καί ὁλόκληρη τήν περιουσία μας, ἐνῶ ἐλάχιστη φροντίδα δείχνουμε γιά τήν ἀθάνατη ψυχή μας.
Ἀλλά ἐδῶ τίθεται τό ἐρώτημα: Πῶς μποροῦμε νά θεραπευθοῦμε ἀπό τήν ἀρρώστια τῆς ἁμαρτίας καί πῶς μποροῦμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη μας; Κατ’ ἀρχήν ἐκεῖνο πού πρέπει νά τονίσουμε εὐθύς ἐξ ἀρχῆς εἶναι πρῶτον μέν ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἕνα πνευματικό νοσοκομεῖο, ἕνα ψυχοθεραπευτήριο. Καί δεύτερον ὅτι ὅλα ὅσα κάνει ἡ Ἐκκλησία μας, ἀποσκοποῦν στή θεραπεία τῆς ψυχῆς μας. Μ’ ἄλλα λόγια ὅλες οἱ ἱερές Ἀκολουθίες, τά ἱερά Μυστήρια, οἱ συνάξεις μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἡ φροντίδα γιά τούς πτωχούς, ὅλα ἐκεῖ ἀποσκοποῦν. Πρό πάντων ὅμως τό Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, εἶναι τό Μυστήριο, στό ὁποῖο παίρνουμε τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας, μέ τήν προϋπόθεση βέβαια ὅτι εἰλικρινά μετανοοῦμε καί κάνουμε ὑπακοή στίς ὑποδείξεις τοῦ πνευματικοῦ μας. Τό ἐξόχως τραγικό, ἐν προκειμένῳ, εἶναι τό γεγονός ὅτι δυστυχῶς πολλοί ἀπό μᾶς οὔτε καν ἔχουμε πνευματικό. Καί ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι ἔχουμε, δέν ἐξομολογούμαστε τακτικά, οὔτε κάνουμε ὑπακοή, σέ ὅσα μᾶς συμβουλεύει ὁ πνευματικός. Πολλοί ἀπό μᾶς πᾶμε νά ἐξομολογηθοῦμε, ἀλλά δέν ξέρουμε, πῶς νά ἐξομολογηθοῦμε. Εἴτε κρύβουμε τίς ἁμαρτίες καί τά πάθη μας, εἴτε προσπαθοῦμε νά ρίξουμε τά σφάλματά μας στούς ἄλλους καί ἔτσι δέν παίρνουμε οὔτε ἄφεση ἁμαρτιῶν, οὔτε θεραπεία βρίσκουμε.
Ἄς λάβουμε, ἀδελφοί μου, ὑπ’ ὄψη μας, ὅλα ὅσα εἴπαμε προηγουμένως καί ἄς ἀγωνιστοῦμε νά τά ἐφαρμόσουμε στήν πράξη. Ἄς μήν ἀδιαφορήσουμε, διότι δέν γνωρίζουμε, πότε θά ἔρθει ἡ ὥρα τοῦ θανάτου μας, ὁπότε δέν θά εἶναι πλέον δεκτή ἡ μετάνοιά μας. Ἄς φροντίσουμε γιά τή θεραπεία τῆς ἀθάνατης ψυχῆς μας, μετέχοντες στά Ἱερά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας σύμφωνα μέ ὅσα ἀναφέραμε πιό πάνω. Πράγμα πού εὔχομαι νά γίνει σέ ὅλους μέ τή Χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τίς πρεσβεῖες τῆς Κυρίας Θεοτόκου καί ὅλων τῶν ἁγίων, ἀμήν.